Παρότι πολλές φορές κάνουμε εύκολα σχόλια για τις αμερικανικές εκλογές και την υποτιθέμενη απουσία περιεχομένου σε συνδυασμό με την κυριαρχία της εικόνας, εντούτοις προσπερνάμε ότι σε μεγάλο βαθμό οι εκλογές εκεί κρίνονται σε συγκεκριμένα ζητήματα που αφορούν το εκλογικό σώμα.

Αυτό φάνηκε και στο debate ανάμεσα στον Τραμπ και την Χάρις, όπου η συζήτηση πέραν όλων των άλλων επικεντρώθηκε σε συγκεκριμένα ζητήματα όπως η κατάσταση της οικονομίας ή το ζήτημα των αμβλώσεων.

Αυτό είναι αρκετά διδακτικό και για τη χώρα μας. Ιδίως όταν ζούμε την πρωτοφανή συνθήκη να έχουμε μια αδύναμη κυβέρνηση, που κυμαίνεται στο 25% στις δημοσκοπήσεις, λίγους μήνες μετά από ένα κακό αποτέλεσμα στις ευρωεκλογές, όμως στην πράξη να είναι πανίσχυρη, επειδή μια ήδη αδύναμη αξιωματική αντιπολίτευση διαλύεται και το τρίτο κόμμα όχι μόνο εξακολουθεί να έχει χαμηλά ποσοστά αλλά και έχει μπροστά του διαδικασία εκλογής νέας ηγεσίας. Κοινώς τα κόμματα του δημοκρατικού χώρου αδυνατούν να καρπωθούν την φθορά της κυβέρνησης, ενδεικτικό του πολιτικού κενού που έχει δημιουργηθεί, μια πολιτική «μαύρη τρύπα».

Εάν λοιπόν πρόκειται να επανέλθουμε σε μια κανονικότητα ως προς τα πολιτικά πράγματα, αυτό που επειγόντως χρειαζόμαστε είναι να επανέλθει η πολιτική συζήτηση σε μία κανονική συνθήκη. Θα είναι ένα κρίσιμο πρώτο βήμα.

Και για να συμβεί αυτό πρωτίστως χρειάζεται να επικεντρώσουμε στα πραγματικά επίδικα. Στις «ταμπακέρες» που σήμερα διαμορφώνουν την αγωνία της κοινωνίας.

Αυτό σημαίνει για παράδειγμα σοβαρή κουβέντα για την ακρίβεια. Γιατί μπορεί η κυβέρνηση να προσπαθεί να ωραιοποιήσει την πραγματικότητα, εντούτοις η αύξηση του πληθωρισμού τον Αύγουστο – παρότι μήνας εκπτώσεων – δείχνει ότι κάθε άλλο παρά έχει αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Άρα όποιος θέλει να κάνει αντιπολίτευση θα πρέπει να προτείνει συγκεκριμένα μέτρα για το πώς μπορούν να συγκρατηθούν οι τιμές, να αποδομήσει την επιχειρηματολογία της κυβέρνησης περί μείωσης τιμών και ελέγχου της αγοράς, να επιμείνει, να ενσκήψει στο θέμα. Το σίγουρο είναι ότι δεν αρκεί μια καταγγελτική ανακοίνωση και διαπίστωση της αποτυχίας των κυβερνητικών μέτρων κάθε φορά που ανακοινώνεται το ύψος του πληθωρισμού.

Σημαίνει σοβαρή κουβέντα για την υγεία. Ένα θέμα που επειδή είναι κυριολεκτικά «ζωής και θανάτου» απασχολεί τους πολίτες και από ό,τι φαίνεται ο υπουργός Υγείας έχει αποτύχει μέχρι τώρα να πείσει ότι ενδιαφέρεται πραγματικά και ότι δεν προκρίνει την ιδιωτική υγεία.

Σημαίνει σοβαρή κουβέντα για την Παιδεία που να ξεκινά από το πρόβλημα που δημιουργεί μια εμφανής προσπάθεια να περιοριστούν οι ανάγκες σε προσωπικό σε βάρος όμως των αναγκών των μαθητών και να καταλήγει στο συνολικότερο πρόβλημα μιας κρίσης της εκπαίδευσης που δεν θα την επιλύσει σίγουρα η ίδρυση ιδιωτικών «σουπερμάρκετ πτυχίων».

Σημαίνει σοβαρή κουβέντα για το περιβάλλον και την Πράσινη Μετάβαση που να μην καταλήγει στη λογική της ατομικής ευθύνης ή του ατομικού κόστους και να απαντάει στις αγωνίες των τοπικών κοινωνιών.

Σημαίνει σοβαρή κουβέντα πάνω στο τι σημαίνει σήμερα αναδιανομή εισοδήματος και με ποιον τρόπο μπορεί να γίνει και εάν όντως σήμερα κινδυνεύουμε με «νέα μνημόνια» όπως κάπως εκβιαστικά υποστήριξε ο πρωθυπουργός μιλώντας στη ΔΕΘ.

Αυτά είναι μερικά από τα σημεία γύρω από τα οποία αρθρώνεται η πραγματική αγωνία των πολιτών.

Και γύρω από τα οποία διαμορφώνονται οι πραγματικοί πολιτικοί συσχετισμοί.

Επομένως, με αυτά πρέπει να ασχοληθεί πραγματικά και όποιος θέλει σήμερα να είναι η αξιόπιστη αντιπολίτευση, που επιβάλλεται να υπάρχει και να ασκεί σωστά το ρόλο της για τη σωστή λειτουργία της Δημοκρατίας.

Όλα τα άλλα είναι ουσιωδώς δευτερεύοντα, για να μη πω τριτεύοντα…