Οι πινακίδες κυκλοφορίας με τα κόκκινα γράμματα και αριθμούς σε λευκό φόντο σταμάτησαν να εκδίδονται, με πολλούς να αναρωτιούνται τους λόγους της κατάργησης τους.

Στην Ελλάδα, οι κόκκινες πινακίδες αυτοκινήτων αποτελούσαν ένα ειδικό προνόμιο που απολάμβαναν οι πολύτεκνες οικογένειες και άλλες ομάδες, όπως οι επαναπατριζόμενοι πολίτες, οι ανάπηροι πολέμου και κάποιες κατηγορίες ναυτικών, προσφέροντάς τους σημαντικές φορολογικές απαλλαγές.

Αυτές οι πινακίδες υποδήλωναν ότι το αυτοκίνητο είχε εισαχθεί ή αγοραστεί με μειωμένη ή και μηδενική φορολογία, ως μέτρο στήριξης προς τις συγκεκριμένες ομάδες.

Τι θα ισχύει στο εξής;

Πρόσφατα, η ελληνική κυβέρνηση κατήργησε την έκδοση νέων κόκκινων πινακίδων και τις αντικατέστησε με τις κανονικές, μαύρα σύμβολα σε λευκό φόντο. Σημειώνεται, βέβαια, ότι τα αυτοκίνητα που ήδη έχουν κόκκινες πινακίδες μπορούν να τις διατηρήσουν μέχρι τη φυσική τους απόσυρση.

Αυτή η αλλαγή έγινε στο πλαίσιο ευρύτερων φορολογικών μεταρρυθμίσεων και απλοποίησης του συστήματος, χωρίς όμως οι συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες να χάνουν τις φοροελαφρύνσεις και τα πλεονεκτήματα που είχαν, αλλά παραμένοντας και οι όποιοι περιορισμοί υπήρχαν.

Τα πλεονεκτήματα και οι περιορισμοί

Οι συγκεκριμένες πινακίδες προσέφεραν ουσιαστικά πλεονεκτήματα για τους δικαιούχους τους, κυρίως μέσα από τη μείωση του κόστους αγοράς και χρήσης αυτοκινήτου. Ένα από τα βασικότερα πλεονεκτήματα ήταν η σημαντική φορολογική ελάφρυνση κατά την αγορά του αυτοκινήτου. Οι δικαιούχοι απαλλάσσονταν από την καταβολή του τέλους ταξινόμησης, γεγονός που καθιστούσε το αυτοκίνητο πολύ πιο οικονομικό.

Επίσης, οι δικαιούχοι μπορούσαν να εισάγουν μεταχειρισμένα αυτοκίνητα από το εξωτερικό, τα οποία ήταν και πάλι φθηνότερα λόγω της απαλλαγής από τους φόρους.

Παρά τα πλεονεκτήματα, οι κόκκινες πινακίδες συνοδεύονταν από συγκεκριμένους περιορισμούς για να διασφαλιστεί ότι το προνόμιο χρησιμοποιούνταν σωστά και δεν γινόταν κατάχρηση. Αρχικά, τα αυτοκίνητα με κόκκινες πινακίδες μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν μόνο από ιδιώτες και δεν επιτρεπόταν η εμπορική ή επαγγελματική χρήση του οχήματος.

Επίσης, ο κάτοχος του αυτοκινήτου δεν μπορούσε να πουλήσει ή να μεταβιβάσει το όχημα πριν από την πάροδο 3 ετών. Αν η μεταβίβαση γινόταν πριν από την παρέλευση αυτής της περιόδου, οι φόροι και οι δασμοί που είχαν απαλλαχθεί έπρεπε να καταβληθούν.

Συνήθως υπήρχαν περιορισμοί στον κυβισμό του αυτοκινήτου, ώστε οι δικαιούχοι να μην αποκτούν πολυτελή και υπερβολικά μεγάλα οχήματα, αλλά να περιορίζονται σε οχήματα που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες τους, ενώ συχνοί ήταν οι έλεγχοι του κράτους ώστε να διασφαλίσει ότι το όχημα χρησιμοποιούνταν σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας. Μάλιστα, σε περίπτωση παράβασης, οι κυρώσεις ήταν αυστηρές, με πιθανή αφαίρεση του προνομίου και επιβολή προστίμων.