Γιάννος Κρανιδιώτης: Σε αναζήτηση ζωτικού χώρου
«Βρε παιδί μου, δεν θα μάθουμε ποτέ μας να δουλεύουμε σαν τους Εγγλέζους...»
Ομολογώ ότι δυσκολεύομαι να πιστέψω πως ο Γιάννος Κρανιδιώτης έφυγε από κοντά μας. Ήταν ένας άνθρωπος σε πορεία ανόδου, μπορούσε να ατενίζει με αισιοδοξία το μέλλον του, πίστευε ότι θα υλοποιήσει πολλά από τα όνειρά του. Κατακτούσε διαρκώς μεγαλύτερο κύρος ως αποτέλεσμα της ποιότητας της εργασίας του στο υπουργείο Εξωτερικών, είχε τις διαβεβαιώσεις του Πρωθυπουργού ότι θα περιλαμβανόταν στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας και μετά τις εκλογές θα ανελάμβανε μια υπουργική θέση. Αυτά όλα τον ικανοποιούσαν βαθιά, γιατί η ζωή του ήταν συνυφασμένη με την πολιτική. Ακόμη και οι αναμνήσεις του από την παιδική του ηλικία ήταν σχετικές με την πολιτική. Αφορούσαν καταστάσεις και πολιτικά πρόσωπα που γνώριζε κοντά στον πατέρα του Νίκο, ο οποίος ήταν στενός συνεργάτης του Μακαρίου και στη συνέχεια ο πρώτος πρεσβευτής της Κύπρου στην Ελλάδα.
Ο Νίκος Κρανιδιώτης
Το νήμα κόπηκε απότομα σε μια στιγμή που κανείς δεν το περίμενε. Βρισκόταν πολύ κοντά σε αποφάσεις για να θέσει σε εφαρμογή μερικά προσωπικά του σχέδια. Είχε ήδη ξεκινήσει τις διαδικασίες για να δημιουργήσει ένα Ίδρυμα Κρανιδιώτη στην Κύπρο αφιερωμένο στη μνήμη του πατέρα του, που τον θυμόταν πάντοτε με συγκίνηση, έστω κι αν κάποιες στιγμές οι σχέσεις τους είχαν διαταραχθεί. Ήθελε να οργανώσει τη συλλογή του από αρχαία αγγεία και άλλα αναθηματικά αγαλματίδια, την οποία αρχικά κληρονόμησε και στη συνέχεια πλούτισε ο ίδιος. Είχε σκοπό να τακτοποιήσει το τεράστιο αρχείο εγγράφων που έδιναν μια πλήρη εικόνα για την ιστορία του κυπριακού κράτους. Αναζητούσε μάλιστα και έναν άνθρωπο ο οποίος θα τον βοηθούσε ώστε να προχωρήσει σε κάποια έκδοση. Ένιωθε ώριμος και επιθυμούσε να δημιουργήσει έναν «ζωτικό χώρο» γύρω του.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 19.9.1999, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Αυτόν τον «ζωτικό χώρο» αναζητούσε και στην πολιτική. Ονειρευόταν να ξεφύγει από τον μικρόκοσμο της Αθήνας. Τους τελευταίους μήνες είχε ξεπεράσει τον χρόνιο διχασμό του ανάμεσα στην προοπτική της ανάδειξής του στην προεδρία της Κύπρου και στην προώθησή του στην Ελλάδα. Είχε πλέον εγκαταλείψει την ιδέα της επιστροφής στη Λευκωσία. «Μόνο αν με καλέσουν όλα τα κόμματα, μόνο σε μια τέτοια περίπτωση θα αναμειχθώ…» έλεγε, ως καταστάλαγμα και τελικό συμπέρασμα μιας πορείας πέντε χρόνων που χαρακτηριζόταν από μεγάλη εσωτερική αγωνία. Αισθανόταν άλλωστε ότι είχε εκπληρώσει μεγάλο μέρος του χρέους του προς την Κύπρο με την έναρξη των διαπραγματεύσεων για την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ήταν μια πολιτική που την συνέλαβε ο ίδιος, την επέβαλε παρά τις μεγάλες αντιρρήσεις που εκφράζονταν και τελικά δικαιώθηκε όταν την αποδέχθηκαν όλοι, ακόμη και οι χειρότεροι επικριτές της.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα διατηρούσε την ελπίδα ότι θα ανελάμβανε τη θέση του Επιτρόπου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είχε απογοητευθεί πολύ, ίσως να είχε και λίγο θυμώσει, όταν ο πρωθυπουργός κ. Κ. Σημίτης τού ανακοίνωσε ότι θα τον κρατούσε στη θέση του υπουργού αναπληρωτή Εξωτερικών. Στριφογυρίζοντας αναψοκοκκινισμένος στο γραφείο του έλεγε: «Επιτέλους, ο Σημίτης πρέπει να αποφασίσει τι θέλει από μένα…» Τελικά όμως όλοι γνώριζαν τι ήθελε ο κ. Σημίτης από τον Γιάννο: να είναι ο σταθεροποιητικός παράγοντας στο υπουργείο Εξωτερικών. Η παρουσία του εκεί ήταν πολύτιμη — αποτελούσε τον κρίσιμο δείκτη για όλους όσοι έπρεπε να γνωρίζουν την κατεύθυνση των εξελίξεων. Όταν διαφωνούσε κατηγορηματικά με κάποια ιδέα ή πρόταση του κ. Γ. Παπανδρέου, όλοι καταλάβαιναν ότι το Μέγαρο Μαξίμου δεν είχε πρόθεση να πάει πέρα από το σημείο που υπεδείκνυε ο υπουργός αναπληρωτής. Αντίθετα, όταν ο Γιάννος συμφωνούσε με τις προτάσεις, τότε όλα θα εξελίσσονταν ομαλά και η εφαρμογή της πολιτικής δεν θα έβρισκε εμπόδια.
Αλλά ο Γιάννος δεν ήταν στο υπουργείο Εξωτερικών μόνο για να κρίνει τις ιδέες των άλλων. Ήταν κυρίως για να παρουσιάζει τις δικές του. Αυτός μαζί με τον κ. Χρ. Ροζάκη ήταν οι συγγραφείς της εισήγησης που άνοιξε στην κυβέρνηση αλλά και στην ελληνική διπλωματία τη μεγάλη συζήτηση για την αλλαγή της πολιτικής απέναντι στην Τουρκία. Έδωσε μεγάλες μάχες σε συσκέψεις με τον Πρωθυπουργό και τους άλλους αρμόδιους υπουργούς για την επανεξέταση και την αλλαγή της «τακτικής του βέτο» απέναντι στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Για χρόνια ήταν ο άνθρωπος που τροφοδοτούσε την επιχειρηματολογία του Πρωθυπουργού σε μια τέτοια κατεύθυνση. Τον δυσαρεστούσε όμως το ότι για χρόνια εργάστηκε να αλλάξει αυτή την πολιτική και τελικά δεν του δόθηκε το μερίδιο του επαίνου που του αναλογούσε. Πολύ ιδιόμορφη ήταν η σχέση του με τον κ. Θ. Πάγκαλο. Υπήρχαν φορές που εξοργιζόταν όταν μάθαινε κάποια δημόσια δήλωση ή κίνηση του κ. Πάγκαλου η οποία του τίναζε μέσα σε ένα λεπτό εργασία πολλών εβδομάδων. Μερικές φορές βυθιζόταν σε πλήρη σιωπή ώσπου να ελέγξει την ένταση του θυμού του. Εκτονωνόταν φωνάζοντας «δεν τον αντέχω άλλο αυτόν τον άνθρωπο…» Τελικά όμως κυριαρχούσε η στοργή που έτρεφε για αυτό το «μεγάλο παιδί» και αρνιόταν κατηγορηματικά να κάνει οποιαδήποτε κίνηση «θα μπορούσε να βλάψει τον Θόδωρο».
Ελάχιστοι ήταν οι έλληνες πολιτικοί για τους οποίους αισθανόταν ανταγωνιστικότητα. Άλλωστε, δεν διασταυρώνονταν τα ενδιαφέροντά τους. Η διεθνής πολιτική ήταν το μεράκι του. Μερικές φορές έδινε την εντύπωση ότι η διπλωματία ήταν η «ωραία ερωμένη» που λάτρευε και η εσωτερική πολιτική η «μέγαιρα σύζυγος» που την υπέμενε. Βαριόταν αφόρητα τις μακρόσυρτες συζητήσεις για θέματα ασήμαντα. Κάποια στιγμή πριν από δύο χρόνια θέλησε να δραστηριοποιηθεί και στο εσωτερικό, να επισκεφθεί τις τοπικές οργανώσεις, να εκφωνήσει λόγους. Το έκανε μερικούς μήνες με επαγγελματική συνέπεια, αλλά διαπίστωσε ότι ήταν πολύ μακριά από τις προσδοκίες του. Πολύ γρήγορα απηύδησε και διέκοψε το εγχείρημα. Ρίχτηκε με ακόμη μεγαλύτερο πάθος στα διπλωματικά.
Παρά την απόστασή του από την εσωτερική πολιτική, ήταν μερικά πράγματα που τα παρατηρούσε με ιδιαίτερη ένταση. Τον ενοχλούσε ο τρόπος λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης, ακόμη και του υπουργείου Εξωτερικών. Κοκκίνιζε από οργή όταν διαπίστωνε ότι κάποια οδηγία που είχε δώσει δεν είχε εκτελεστεί, ενώ είχαν κιόλας περάσει πολλές ώρες. Τον δαιμόνιζε η προσπάθεια του οποιουδήποτε να μεταθέσει την ευθύνη σε κάποιον άλλον. «Βρε παιδί μου», έλεγε σε τέτοιες περιπτώσεις, «δεν θα μάθουμε ποτέ μας να δουλεύουμε σαν τους Εγγλέζους…» Ήταν άλλωστε αγγλόφιλος, αν και με έναν πολύ ιδιόμορφο τρόπο — θαύμαζε τον φιλελευθερισμό και τον τρόπο οργάνωσης της αγγλικής πολιτικής, αλλά αντιπαθούσε πολλές από τις προσωπικές συμπεριφορές των Άγγλων.
Τελικά, ο θάνατός του απέδειξε, για άλλη μία φορά, ότι η ζωή παίζει παιχνίδια πιο περίεργα και φοβερά και από τη δυνατότερη φαντασία.
*Άρθρο του δημοσιογράφου Νίκου Μαράκη για τον αείμνηστο διεθνολόγο, διπλωμάτη και πολιτικό Γιάννο Κρανιδιώτη. Έφερε τον τίτλο «Η συμβολή του Γιάννου Κρανιδιώτη» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 1999, πέντε μόλις ημέρες μετά τον αδόκητο χαμό, την οδυνηρή εθνική απώλεια του Γιάννου Κρανιδιώτη, σε ηλικία μόλις 52 ετών (στις 14 Σεπτεμβρίου 1999, εν πτήσει από την Αθήνα προς το Βουκουρέστι, όπου μετέβαινε με την ιδιότητα του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών της Ελληνικής Δημοκρατίας).
Ο Νίκος Μαράκης
Δυστυχώς —τα παιχνίδια της ζωής γαρ—, το νήμα της ζωής επέπρωτο να κοπεί πρόωρα και απότομα και για τον ίδιον τον Νίκο Μαράκη. Ο διπλωματικός συντάκτης του «Βήματος» απεβίωσε τον Ιανουάριο του 2015, σε ηλικία μόλις 58 ετών.
- Washington Post: Εκδίκηση και συρρίκνωση της κυβέρνησης προωθεί τάχιστα ο Τραμπ
- «Επιστρέφει στη Σάντος ο Νεϊμάρ»
- Ο André Rieu, ο «Βασιλιάς του Βαλς» επιστρέφει στην Αθήνα για νέα sold out
- Γεροβασίλη: Ο Μητσοτάκης δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει ακροδεξιά ρητορική – Νευρικότητα στη ΝΔ
- Ο Γέρι Μίνα της Κολομβίας χαστούκισε κάμεραμαν (vids)
- «Ήταν πολύ λεπτομερής» λέει ο Σολτς για τη συνομιλία του με τον Πούτιν – Τι αποκαλύπτει ο καγκελάριος