Το όνομα Tupperware έχει συνδεθεί με τα νοικοκυριά τόσο στις ΗΠΑ όσα και στον υπόλοιπο κόσμο. Τα έξυπνα δοχεία με τα επανασφραγιζόμενα καπάκια έγιναν βασικός πυλώνας των αμερικανικών κουζινών αφότου τα παρουσίασε ο Έαρλ Τάπερ το 1946 και επεκτάθηκαν σε όλον τον κόσμο Οι πωλήσεις αυξήθηκαν μετά την πρόσληψη της Μπράουνι Γουάιν, μιας ανύπαντρης μητέρας που πρωτοστάτησε στη δημιουργία των πάρτι Tupperware, που έγιναν συνώνυμα των αμερικανικών προαστίων.

Το μοντέλο άμεσων πωλήσεων έκανε την Tupperware πυλώνα της βιομηχανίας, με στρατιές συμβασιούχων να κερδίζουν προμήθειες επί των πωλήσεων εκτός από μπόνους για την εγγραφή νέων προσλήψεων. Στην Tupperware, οι περισσότεροι πωλητές είναι γυναίκες. Παρόλο που ο αριθμός τους έχει μειωθεί, οι πωλητές της Tupperware εξακολουθούν να αριθμούν περισσότερες από 465.000 παγκοσμίως, ανέφερε η εταιρεία σε μια αίτηση πτώχευσης στο δικαστήριο αυτή την εβδομάδα, όπως αναφέρουν οι Financial Times.

Τα προβλήματα της Tupperware

Ένας συνδυασμός παραγόντων παρέσυρε την εταιρεία προς τα κάτω: μια γενικότερη αντίδραση κατά του πλαστικού, ένα αποσπασματικό παγκόσμιο δίκτυο διανομής και ο αυξανόμενος αναχρονισμός της εστίασης των πωλήσεων στο σπίτι στην εποχή των διαδικτυακών αγορών. Οι ανταγωνιστές, από τη Rubbermaid μέχρι τις πιο φθηνές απομιμήσεις, κατέκλυσαν επίσης την αγορά.

Η επιχείρηση της Tupperware πήρε μια ώθηση όταν οι άνθρωποι μαγείρευαν περισσότερο στο σπίτι κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αν και τα πάρτι έπρεπε να μεταφερθούν στο διαδίκτυο. Η άνοδος δεν κράτησε πολύ. Μέχρι το 2022, το τελευταίο πλήρες έτος για το οποίο ανακοίνωσε οικονομικά αποτελέσματα η εταιρεία, τα έσοδα είχαν μειωθεί σε 1,3 δισ. δολάρια. Στην αίτηση πτώχευσής της, η Tupperware δήλωσε 680 εκατ. δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία και 1,2 δισ. δολάρια σε χρέη. Η μετοχή της διαπραγματεύεται σε περίπου 50 σεντς.

Η ζήτηση για τα πλαστικά δοχεία της δεν έχει εξαφανιστεί. Στις ΗΠΑ, οι λιανικές πωλήσεις προϊόντων αποθήκευσης τροφίμων ανήλθαν σε 1,8 δισ. δολάρια το περασμένο έτος, σύμφωνα με την Circana, μια εταιρεία πληροφόρησης της αγοράς, περίπου 18% υψηλότερες από ό,τι πριν από την πανδημία.

Όμως οι καταναλωτές αγοράζουν πλέον περίπου τα τρία τέταρτα των ειδών σπιτιού τους σε καταστήματα και το 20% μέσω διαδικτύου, δήλωσε ο επικεφαλής της αναδιάρθρωσης της Tupperware Μπράιαν Φοξ σε μια αίτηση πτώχευσης, προσθέτοντας ότι η εταιρεία «άρχισε να μπαίνει αργά στο πάρτι όταν πρόκειται για τους σύγχρονους καταναλωτές».

Ορισμένα προϊόντα Tupperware πωλούνται πλέον από μεγάλα καταστήματα λιανικής πώλησης, συμπεριλαμβανομένων των Target, Macy’s και Amazon, καθώς και σε ανεξάρτητα καταστήματα σε αγορές όπως η Κίνα. Η πλειονότητα των πωλήσεων της Tupperware προέρχεται από χώρες εκτός της Βόρειας Αμερικής.

Η μετάβαση πέρα από τις άμεσες πωλήσεις ήταν δύσκολη. Η Tupperware είναι ένας όρος που αναζητείται συχνά στο Amazon, με περίπου 500.000 αναζητήσεις το μήνα, αλλά μια από τις προκλήσεις της εταιρείας είναι ότι μια αναζήτηση για το όνομά της φέρνει αποτελέσματα για άλλες μάρκες, δήλωσε ο Φοξ, σύμφωνα με τους FT.

Οι πωλητές

Η πρόσληψη νέων πωλητών παραμένει κρίσιμη για την εμβέλεια της Tupperware στην αγορά. Ένα μη χρονολογημένο «επαγγελματικό ντοσιέ» της εταιρείας για νέους συμβούλους καθορίζει ρητορικές τακτικές για να είναι πειστικοί. «Όσο περισσότερους ανθρώπους προσλαμβάνετε και όσο περισσότερο πουλάνε, τόσο περισσότερα βγάζουν αυτοί ΚΑΙ τόσο περισσότερα βγάζετε εσείς!», λέει.

Τα στοιχεία εισοδήματος στην ιστοσελίδα της Tupperware αποκαλύπτουν ότι τα κέρδη είναι πενιχρά για τη συντριπτική πλειοψηφία των πωλητών. Το 2023, περισσότεροι από τους μισούς πωλητές της θεωρούνταν «ανενεργοί», ενώ η μεγαλύτερη ομάδα ενεργών πωλητών κέρδιζε κατά μέσο όρο 525 δολάρια για το έτος, σημειώνουν οι FT.

Οι πωλητές της Tupperware με τους οποίους επικοινώνησαν οι Financial Times ήταν αισιόδοξοι ότι η εταιρεία θα συνεχίσει να λειτουργεί αφού διευθετήσει τα χρέη της κατά τη διαδικασία πτώχευσης.

Η Tupperware προσπαθεί να βρει αγοραστή εδώ και χρόνια και σε αρκετές περιπτώσεις έχει λάβει επίσημες προσφορές. Τον Ιούλιο, μάλιστα, ετοίμασε έγγραφα για μια άλλη εταιρεία που θα την αναλάμβανε μέσω μιας απλοποιημένης διαδικασίας πώλησης μέσω πτώχευσης, αλλά αυτό κατέρρευσε όταν οι μεγαλύτεροι δανειστές της αντιτάχθηκαν.

Περίπου την ίδια εποχή, ένα μεγάλο κομμάτι του χρέους της εταιρείας άλλαξε χέρια από μια ομάδα τραπεζών σε hedge funds και άλλους επενδυτές, συμπεριλαμβανομένης της Alden Global Capital. Αντιτάχθηκαν στην πώληση της Tupperware μέσω της πτώχευσης σε άλλη επιχείρηση και αντ’ αυτού ήθελαν να κατασχέσουν εξωδικαστικά ορισμένα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας – συμπεριλαμβανομένης της μάρκας Tupperware, σύμφωνα με τις δικαστικές καταθέσεις.

Ωστόσο, το διοικητικό συμβούλιο αποφάσισε ότι εμπλέκονταν πάρα πολλοί προμηθευτές, φορολογικές αρχές και άλλα μέρη για να γίνει μια τόσο σημαντική μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων – ιδίως μιας δημόσιας εταιρείας – πίσω από κλειστές πόρτες.

Οι πιστωτές έχουν διαφορετική ιδέα. Έχουν ζητήσει από το δικαστήριο να εμποδίσει τη χρήση από την Tupperware των 7,4 εκατ. δολαρίων σε μετρητά στο ταμείο της για την κάλυψη εξόδων, όπως η αμοιβή των εργαζομένων, ενώ βρίσκεται σε πτώχευση. Αντ’ αυτού, θέλουν να ρευστοποιήσουν ή να πάρουν τον έλεγχο της εταιρείας.

Πηγή ΟΤ