Περισσότερες από 20 γυναίκες κατηγόρησαν τον πρώην ιδιοκτήτη του Harrods, Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ για σεξουαλική επίθεση, μεταξύ των οποίων και πέντε που λένε ότι βιάστηκαν.

Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν δικηγόροι και επιζώντες στο Λονδίνο σήμερα Παρασκευή, ακούστηκαν… τέρατα: «Πρόκειται για μια από τις χειρότερες περιπτώσεις εταιρικής σεξουαλικής εκμετάλλευσης που σίγουρα εγώ και ίσως ο κόσμος έχει δει ποτέ», είπε ένας από τους δικηγόρους.

Οι πρώην εργαζόμενες, όλες γυναίκες, δήλωσαν ότι ο Αιγύπτιος δισεκατομμυριούχος Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ τους είχε επιτεθεί ενώ εργάζονταν στο παγκοσμίου φήμης πολυκατάστημα του Λονδίνου, σε ισχυρισμούς που αποκαλύφθηκαν για πρώτη φορά από το ντοκιμαντέρ του BBC Al-Fayed: Predator at Harrods.

Οι δικηγόροι που εκπροσωπούν τα θύματα τον σύγκριναν με τα ειδεχθή εγκλήματα των  Τζίμι Σάβιλ, Τζέφρι Έπσταϊν και Χάρβεϊ Γουάινσταϊν.

Μετά την αποκάλυψη των ισχυρισμών, άλλη μια γυναίκα βγήκε μπροστά για να τον κατηγορήσει για «αρρωστημένη» σεξουαλική κακοποίηση.

Ο Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ, ο οποίος κατηγορείται για κακοποίηση γυναικών στο Λονδίνο, το Παρίσι, το Σεν Τροπέ και το Άμπου Ντάμπι, πέθανε πέρυσι σε ηλικία 94 ετών.

Μια γυναίκα, η οποία ήταν μόλις έφηβη όταν φέρεται να βιάστηκε από τον Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ, τον περιέγραψε ως «τέρας, ένα σεξουαλικό αρπακτικό χωρίς καμία ηθική πυξίδα», ο οποίος θεωρούσε το προσωπικό του Harrods ως «παιχνιδάκια» του.

Η εταιρεία Harrods δήλωσε «εντελώς συγκλονισμένη» και ζήτησε «συγγνώμη».

Πώς απειλούσε τα θύματά του ο Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ

Η Νατάσα, η οποία στο παρελθόν εργαζόταν ως βοηθός του Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ, θυμήθηκε ότι την καλούσαν στο δωμάτιό του, όπου θα περνούσε «ένα εξαναγκαστικό φιλί, τα χέρια του να πιάνουν το πρόσωπό σου ή να σε τραβούν στα γόνατά του, όπου τα χέρια του ήταν ελεύθερα να εξερευνήσουν όποιο σημείο του σώματός σου ήθελε», είπε.

Της υπενθύμιζαν να μην το πει σε κανέναν, λέγοντάς της ότι ο Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ θα το μάθαινε αν το έκανε. «Ένιωσα τόσο φόβο και κάποια αρρωστημένη αφοσίωση ως υπάλληλός του. Ήταν μια εποχή που οι γυναίκες εξακολουθούσαν να αποτελούν την κατώτερη τάξη στον κόσμο της εργασίας», είπε.

Ένα βράδυ της ζητήθηκε να μείνει μέχρι αργά και την κάλεσαν στο διαμέρισμα του με πρόσχημα την αξιολόγηση της δουλειάς της. Η Νατάσα συνοδευόταν από φρουρό ασφαλείας που την οδήγησε στο ιδιωτικό του καθιστικό και η πόρτα κλειδώθηκε πίσω της.

Της προσφέρθηκε ένα ποτήρι σαμπάνια. Σεξουαλικά παιχνίδια ήταν σε κοινή θέα και η πόρτα της κρεβατοκάμαράς του ήταν εν μέρει ανοιχτή, είπε η Νατάσα, προσθέτοντας: «Ένιωσα απολιθωμένη».

Ο Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ «έσπρωξε τον εαυτό του» πάνω της, πριν η Νατάσα πέσει στο πάτωμα με εκείνον ακόμα από πάνω της. «Κατάφερα να κλωτσήσω και να ελευθερωθώ, έτρεξα προς την πόρτα. Του είπα ότι θα συναντούσα τον πατέρα μου για δείπνο και ότι θα ανησυχούσε ότι άργησα», είπε.

«Εκείνος απλώς γέλασε μαζί μου», είπε. Στη συνέχεια «συνήλθε» και της είπε να μην το πει σε κανέναν – αλλιώς δεν θα δούλευε ποτέ ξανά στο Λονδίνο και ότι ήξερε πού ζούσε η οικογένειά της.

«Ένιωσα φοβισμένη και άρρωστη. Τελικά, φεύγοντας από το Park Lane, δεν ξαναπάτησα ποτέ το πόδι μου στο προσωπικό του γραφείο», είπε η γυναίκα.

«Μου ζητούσε να τον φωνάζω… μπαμπά»

Η γυναίκα θυμήθηκε και το πώς έπιασε δουλειά στα Harrods.  Ήταν 19 ετών και είχε μετακομίσει στο Λονδίνο πριν πάρει μια συνέντευξη στα Harrods σε ρόλο βοηθού του προσωπικού του βοηθού.

Πέρασε συνέντευξη από τον ίδιο τον Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ στο ιδιωτικό του γραφείο και της δόθηκε η δουλειά.

Η ίδια πίστευε ότι ήταν η «ευκαιρία της ζωής της», λέγοντας ότι ήταν το «διαβατήριό της για μια λαμπρή, υψηλής ισχύος καριέρα».

«Ήταν έξυπνος και άκρως χειριστικός, συμπεριφερόταν σαν πατρική φιγούρα, λέγοντάς μου να με φωνάζεις μπαμπά», δήλωσε η Νατάσα στη συνέντευξη Τύπου. «Χωρίς να το γνωρίζω, είχα φορέσει μέσα σε μια φωλιά λιονταριού…».

Και πρόσθεσε: «Αυτοί που κακοποιούν πρέπει να ξέρουν ότι δεν είναι εντάξει. Πρέπει να γνωρίζουν ότι μια μέρα, όπως σήμερα, θα τους ανακαλύψουν και θα τους εκθέσουν».

Συγγνώμη από τα Harrods για τον Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ

Τα πολυκαταστήματα πολυτελείας Harrods του Λονδίνου ζήτησαν συγγνώμη σχετικά με τους ισχυρισμούς ότι ο πρώην ιδιοκτήτης τους, ο Αιγύπτιος δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ, βίασε και επιτέθηκε σεξουαλικά σε πολλές γυναίκες πρώην υπαλλήλους.

«Είμαστε απολύτως συγκλονισμένοι από τους ισχυρισμούς για κακοποίηση που διαπράχθηκαν από τον Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ», ανέφεραν σε ανακοίνωση τα Harrods. «Αυτές ήταν ενέργειες ενός ατόμου που ήταν αποφασισμένος να καταχραστεί την εξουσία του».

«Αναγνωρίζουμε επίσης πως στη διάρκεια αυτής της περιόδου απογοητεύσαμε τους υπαλλήλους μας που έπεσαν θύματά του και γι΄ αυτό ζητάμε ειλικρινά συγγνώμη», ανέφεραν τα Harrods, προσθέτοντας πως το πολυκατάστημα είναι σήμερα ένας «πολύ διαφορετικός οργανισμός» από εκείνον που ανήκε και ελεγχόταν από τον Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ.

Οι κατηγορίες από το παρελθόν

Αρκετοί οργανισμοί μέσων ενημέρωσης έχουν δημοσιοποιήσει ισχυρισμούς για σεξουαλική κακοποίηση σε βάρος του Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ κατά το παρελθόν, περιλαμβανομένου του Vanity Fair το 1995, του ITV το 1997 και του Channel 4 το 2017. Πολλές από τις γυναίκες αισθάνθηκαν ότι ήταν σε θέση να μιλήσουν δημόσια μόνο μετά τον θάνατό του πέρυσι.

«Αφότου νέες πληροφορίες ήρθαν στο φως το 2023 σχετικά με σεξουαλική κακοποίηση κατά το παρελθόν από τον Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ, ήταν προτεραιότητά μας να διευθετήσουμε τις απαιτήσεις με το ταχύτερο δυνατό τρόπο, αποφεύγοντας μακρές νομικές διαδικασίες για τις εμπλεκόμενες γυναίκες», ανέφεραν τα Harrods.

Η διαδικασία εξακολουθεί να είναι διαθέσιμη για οποιανδήποτε νυν ή πρώην υπάλληλο των Harrods.

Η επίθεση σε μια 15χρονη το 2009

Το 2009, οι εισαγγελείς είχαν αποφασίσει να μην απαγγείλουν κατηγορίες σε βάρος του Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ για σεξουαλική επίθεση σε μία 15χρονη στο κατάστημά του, λέγοντας πως δεν υπήρχε «ρεαλιστική προοπτική καταδίκης».

Έδωσε εθελοντικά κατάθεση στην αστυνομία και αρνείτο πάντοτε τις κατηγορίες.

Ο Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ πούλησε τα Harrods στο επενδυτικό σχήμα της βασιλικής οικογένειας του Κατάρ με μια συμφωνία το ύψος της οποίας φέρεται να έφθασε το 1,5 δισ. στερλίνες το 2010.

Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, ο Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του πουλώντας αναψυκτικά και στη συνέχεια εργάστηκε ως πωλητής ραπτομηχανών. Έφτιαξε την περιουσία της οικογένειάς του στα ακίνητα, στη ναυτιλία και στις κατασκευές, πρώτα στη Μέση Ανατολή και στη συνέχεια στην Ευρώπη.

Ο Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ προσπάθησε επί δέκα χρόνια να αποδείξει ότι η πριγκίπισσα Νταϊάνα και ο γιος του Ντόντι δολοφονήθηκαν όταν το αυτοκίνητό τους συνετρίβη σε οδική σήραγγα στο Παρίσι το 1997 καθώς προσπαθούσε να ξεφύγει από φωτογράφους παπαράτσι που τους ακολουθούσαν με μοτοσικλέτες.

Οι ισχυρισμοί του δεν είχαν υποστηριχθεί από οποιαδήποτε αποδεικτικά στοιχεία, σύμφωνα με την έρευνα για τον θάνατο της Νταϊάνα.