Μπορεί οι θέσεις εργασίας να αυξάνονται, αλλά ταυτόχρονα να… γίνονται καπνός τα πιο καλοπληρωμένα επαγγέλματα; Τα τελευταία δεδομένα από την Γερμανία, δείχνουν ό,τι μπορεί.

Η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία  – που συμβάλλει στο 29% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης και sτο 24% της ΕΕ, παλινδρομεί  μεταξύ ύφεσης και στασιμότητας, με την κρίση στη βιομηχανία να είναι το μεγαλύτερο «βαρίδι» στην ανάπτυξη.

Η αυτοκινητοβιομηχανία «ασθμαίνει»

Ανησυχητικά είναι τα νέα για την αύξηση της ανεργίας στο 6% το καλοκαίρι του 2024, επιστρέφοντας στα υψηλά ποσοστά της πανδημίας. Αν και εξακολουθούν να δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας στον τομέα των υπηρεσιών, οι μεγάλες επιχειρήσεις στον κλάδο της μεταποίησης, ειδικά η αυτοκινητοβιομηχανία,  «ασθμαίνουν», προβαίνοντας σε περικοπές προσωπικού.

Αντιφατικά είναι τα σημάδια που εκπέμπουν οι αναλυτές για την αγορά εργασίας. Πριν λίγες ημέρες η Βundensbank καθησύχαζε ότι η γενική εικόνα παραμένει θετική, οι μισθοί αυξάνονται και οι προοπτικές απασχόλησης είναι σταθερές. Τα μεγαλύτερα προβλήματα όμως βρίσκονται μπροστά, προειδοποιούσε η κεντρική τράπεζα. Οι μαζικές απολύσεις προς το παρόν αποφεύγονται, με τις επιχειρήσεις να κάνουν χρήση του νόμου για την κοινωνική ασφάλιση, μειώνοντας τις ώρες εργασίας. Σε άλλες περιπτώσεις οι απολύσεις μετατίθενται για το εγγύς  μέλλον, μετά από διαπραγματεύσεις με τα ακόμα κραταιά συνδικάτα.

Το γεγονός αυτό όμως απλώς «καμουφλάρει» προσωρινά την κρίση, που δεν αφορά μόνο γερμανικό πρόβλημα, αλλά επηρεάζει αναπόφευκτα και την υπόλοιπη Ευρώπη.

Oι επιπτώσεις για την Ελλάδα

Για την Ελλάδα οι επιπτώσεις ενδέχεται να είναι πολλαπλές. Μία από αυτές αφορά τον τουρισμό, καθώς η Γερμανία είναι η πρώτη χώρα-πηγή εισερχόμενων τουριστών. Η αύξηση της ανεργίας και η μείωση του εισοδήματος των Γερμανών, επηρεάζει και τις τουριστικές δαπάνες, οι οποίες ήδη ακολουθούν πτωτική πορεία όπως αποκαλύπτουν και τα στοιχεία της ΤτΕ.

Ένα άλλο στοιχείο είναι ότι το «φρενάρισμα» της γερμανικής οικονομίας θα επηρεάσει και τις ελληνικές εξαγωγές – η Γερμανία είναι η τρίτη μεγαλύτερη αγορά για τα ελληνικά προϊόντα μετά την Ιταλία και τη Βουλγαρία. Τέλος, τα προβλήματα στη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία ενδέχεται να αυξήσουν τις τιμές των εισαγόμενων γερμανικών αυτοκινήτων, μεγαλώνοντας το ήδη φουσκωμένο έλλειμμα στο ισοζύγιο συναλλαγών.

Η Γερμανία αντιμετωπίζει κρίση απασχόλησης με «χίλια κοψίματα», διαπιστώνει με δυσοίωνο τόνο άρθρο των Financial Times. Τα «χίλια κοψίματα» είναι ένα μακάβριο λογοπαίγνιο για τις αναμενόμενες περικοπές χιλιάδων θέσεων εργασίας και το μεσαιωνικό κινέζικο βασανιστήριο, που καταδίκαζε τα θύματα σε αργό θάνατο.

Η έμμεση αναφορά στην Κίνα δεν είναι τυχαία, αφού πρόκειται για τον βασικότερο ανταγωνιστή της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας – ενός κομβικού κλάδου με ετήσιο τζίρο 564 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με τους FT, οι γερμανικές εταιρίες αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα με τη μετάβαση στα ηλεκτρικά οχήματα,  τα οποία απαιτούν λιγότερες μηχανικές εργασίες, άρα και λιγότερες εργατοώρες, από ό,τι τα αυτοκίνητα με κινητήρα εσωτερικής καύσης. Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι τα γερμανικά ηλεκτρικά οχήματα παραμένουν πολύ ακριβότερα από τα κινέζικα, που είναι επίσης ποιοτικά. Η επιβολή δασμών στις κινέζικες εισαγωγές είναι δίκοπο μαχαίρι, αφού πολλές αυτοκινητοβιομηχανίες διατηρούν μονάδες κατασκευής ηλεκτρικών οχημάτων στην Κίνα.

Σεισμός απολύσεων στην αυτοκινητοβιομηχανία

Mέχρι και 30.000 θέσεις εργασίας αναμένεται να χαθούν στη Γερμανία, και ακόμα περισσότερες πανευρωπαϊκά από το κλείσιμο εργοστασίων της Volkswagen, ενδεχόμενο  που προανήγγειλε ο διευθύνων σύμβουλος της πολυεθνικής αυτοκινητοβιομηχανίας Όλιβερ Μπλουμ. Όπως είπε, δεν μπορεί πλέον να εγγυηθεί ότι δεν θα περικοπούν θέσεις εργασίας ως το 2029 – θεωρώντας ως ρεαλιστικό σενάριο τη μείωση προσωπικού κατά 10% σε βάθος πενταετίας.  Για πρώτη φορά στα 87 χρόνια της εταιρείας, που είναι ο μεγαλύτερος εργοδότης της χώρας  και από τους μεγαλύτερους στον κόσμο, εξετάζεται το κλείσιμο βιομηχανικών μονάδων, όχι μόνο στη Γερμανία αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. «Όταν η Volkswagen φτερνίζεται, συναχώνεται όλη η Γερμανία, αν όχι ολόκληρη η Ευρώπη» ήταν άλλωστε μια χαρακτηριστική αντίδραση στις δυσάρεστες ανακοινώσεις του Όλιβερ Μπλουμ.

Συνολικά, η απασχόληση στον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας έπιασε ιστορικό υψηλό το 2018, ενώ μειώθηκε κατά 6,5%, σε 780.000 εργαζόμενους, πέρυσι. Από αυτούς οι 300.000 απασχολούνται στoν όμιλο Volkswagen.  Η απασχόληση στον κλάδο είναι πιθανό να μειωθεί περαιτέρω, καθώς ο ανταγωνισμός με τα ηλεκτρικά οχήματα από τρίτες χώρες προκαλεί όχι μόνο τις ίδιες τις γερμανικές εταιρείες κατασκευής αυτοκινήτων, αλλά και ένα ευρύ δίκτυο προμηθευτών.

Σύμφωνα με έρευνα συμβουλευτικής εταιρείας, από 50 Γερμανούς προμηθευτές, οι 30 θα κάνουν περικοπές προσωπικού την επόμενη πενταετία.

Αλλά και σε άλλους τομείς της βιομηχανίας,  μεγάλες εταιρείες όπως η SAP, η Miele και η Bayer έχουν ανακοινώσει πάνω από 55.000 περικοπές θέσεων εργασίας μέχρι στιγμής φέτος, σύμφωνα με υπολογισμό των Financial Times — αν και ορισμένες απ’ αυτές βρίσκονται εκτός Γερμανίας. Άλλοι βιομηχανικοί κολοσσοί όπως η Thyssenkrupp και η BASF, διαπραγματεύονται με τα συνδικάτα ενόψει απολύσεων – άγνωστο πόσων.

Τρικ μείωσης της ανεργίας

Ένας φόβος που εκφράζουν οι αναλυτές είναι ότι η πραγματική εικόνα στην απασχόληση είναι χειρότερη από ό,τι δείχνουν τα στατιστικά δεδομένα. «Πριν από είκοσι χρόνια, δύο χρόνια αναιμικής ανάπτυξης θα προκαλούσαν πολύ μεγαλύτερη αύξηση της ανεργίας», δήλωσε ο Holger Schäfer, ειδικός επί της αγοράς εργασίας στο Γερμανικό Οικονομικό Ινστιτούτο IW, δεξαμενή σκέψης που χρηματοδοτείται από εργοδότες.

Η αύξηση της ανεργίας μπορεί εν μέρει να εξηγηθεί από την εισροή 1 εκατομμυρίου προσφύγων από την Ουκρανία, εκ των οποίων τα τρία τέταρτα είναι σε παραγωγική ηλικία. Ωστόσο 200.000 έχουν βρει δουλειά, 210.000 λαμβάνουν επίδομα ανεργίας και άλλοι 300.000 βρίσκονται υπό κατάρτιση.

Καθώς οι εργαζόμενοι προστατεύονται από τους αυστηρούς γερμανικούς νόμους για την απασχόληση, εταιρείες προσπαθούν να αποφύγουν τις απολύσεις και αντί αυτών αναζητήσουν συναινέσεις με ενώσεις εργαζομένων για την παροχή γενναιόδωρων πακέτων εθελούσιας αποχώρησης.  Άλλες εταιρείες δημιουργούν κέντρα επανακατάρτισης εργαζομένων, ως «γέφυρα» για να βρουν νέα εργασία.

‘Ενας παράγοντας που καθησυχάζει τις ανησυχίες για την αγορά εργασίας, είναι ότι ο αριθμός των εργαζομένων συνολικά αυξάνεται, σε υψηλό ρεκόρ άνω των 46 εκατομμυρίων. Όμως οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται είναι στα λεγόμενα «επαγγέλματα φροντίδας», για παιδιά και ηλικιωμένους,  στην υγειονομική περίθαλψη στην υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση.

Όμως οι θέσεις αυτές είναι χαμηλότερα αμειβόμενες από ό,τι οι ειδικευμένοι εργαζόμενοι στη μεταποίηση  – ιδίως στους τομείς έρευνας και τεχνολογίας (R&D). Ο προβληματισμός που διατυπώνεται είναι ότι στη Γερμανία δημιουργείται μια αγορά εργασίας δύο ταχυτήτων, με ισχνή αύξηση εισοδημάτων, αύξηση ανισοτήτων και υψηλότερες δημόσιες δαπάνες.

«Δεν μπορούμε να ζούμε απλώς φροντίζοντας ο ένας τα παιδιά του άλλου και διδάσκοντας τον εαυτό μας», είπε ο Schäfer.