Στις 24 Σεπτεμβρίου 1975 έφυγε αιφνιδίως από τη ζωή, σε ηλικία 80 ετών, μια πνευματική προσωπικότητα με πολυσχιδή δράση, ο διακεκριμένος αρχαιολόγος και επιφανής διανοούμενος Γιάννης Μηλιάδης.

Ο Μηλιάδης, γόνος παλαιάς αθηναϊκής οικογένειας, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1895. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Βιέννη, στο Βερολίνο και στο Μόναχο.


Ο Μηλιάδης εισήλθε κατόπιν διαγωνισμού στην Αρχαιολογική Υπηρεσία το 1919 και υπηρέτησε σε διάφορες πόλεις της χώρας.

Έγινε έφορος αρχαιοτήτων το 1925 και διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο (μαζί με τον Χρήστο Καρούζο και τη Σέμνη Παπασπυρίδη – Καρούζου) στη διάσωση των ελληνικών αρχαιοτήτων κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Επίσης, συνέδεσε άρρηκτα το όνομά του με το Βράχο της Ακρόπολης, καθώς συνέβαλε τα μέγιστα στη συντήρηση, την προστασία και την ανάδειξη των μνημείων της Ακρόπολης, ενώ διετέλεσε επί μακρόν διευθυντής του Μουσείου Ακροπόλεως.

Εξάλλου, ο Μηλιάδης διενήργησε ανασκαφές στο Αγρίνιο, στο Θέρμο, στην Αμβρακία, στη Νικόπολη, στην Κέρκυρα, στη Λευκάδα κ.α.


Ως ένθερμος υποστηρικτής του δημοτικισμού, ο Μηλιάδης υπήρξε μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου των Γληνού – Δελμούζου – Τριανταφυλλίδη, ενώ στρατεύτηκε στις τάξεις της νεολαίας του Αλέξανδρου Παπαναστασίου.

Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας (ΕΛΔ) των Σβώλου και Τσιριμώκου και πρόεδρος της επιτροπής που ήταν αρμόδια για την επεξεργασία του προγράμματός της.

Επί Κατοχής έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και συμμετείχε στο Εθνικό Συμβούλιο των Κορυσχάδων (1944) ως εθνοσύμβουλος Αθηνών. Συνελήφθη μετά τα Δεκεμβριανά και εκτοπίστηκε στο στρατόπεδο αιχμαλώτων Ελ Ντάμπα, στην έρημο της Λιβύης.


Πηγή: Εκδόσεις Αρχείο

Το 1946 εντάχθηκε στην Ανεξάρτητη Σοσιαλιστική Ομάδα (που είχε αποχωρήσει από την ΕΛΔ) και αργότερα στο Κόμμα των Προοδευτικών Φιλελευθέρων του Πλαστήρα.

Ως ανήσυχο πνεύμα με ριζοσπαστικές αντιλήψεις, ο Μηλιάδης έγραψε ποιήματα (από την εφηβική του ήδη ηλικία), δοκίμια, μεταφράσεις (γαλλικών ποιημάτων και κειμένων της αρχαιοελληνικής γραμματείας), τεχνοκριτικά σημειώματα, άρθρα, χρονογραφήματα και πολλά άλλα κείμενα, χρησιμοποιώντας διάφορα ψευδώνυμα, με πιο γνωστό το «Ιούλιος Νάρκισσος».


Πηγή: Εκδόσεις Αρχείο

Ο αξιοπρόσεκτος αυτός τεχνίτης του λόγου υπήρξε περιζήτητος συνεργάτης πολλών περιοδικών και εφημερίδων. Το έργο του περιλαμβάνει κείμενα κοινωνικού προβληματισμού, αλλά και ποικίλης θεματολογίας (εκπαίδευση, γλωσσικό ζήτημα, θέατρο, εικαστικές τέχνες, λογοτεχνική κριτική κ.ά.), που φανερώνουν την ευαισθησία του, την ευρυμάθειά του και τη στέρεη θεωρητική του κατάρτιση.

Τη μνήμη του Γιάννη Μηλιάδη φρόντισε να τιμήσει δεόντως ο σπουδαίος Μανόλης Ανδρόνικος, με επιφυλλίδα του που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Το Βήμα» ένα μήνα μετά την απώλεια του εκλεκτού συναδέλφου του, την Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 1975. Ιδού όσα έγραφε ο αείμνηστος Ανδρόνικος πριν από 49 χρόνια:


...πώς πεθαίνει ένας άντρας;
Κι όμως κερδίζει κανείς το θάνατό του, το δικό του θάνατο,
που δεν ανήκει σε κανέναν άλλον
και τούτο το παιχνίδι είναι η ζωή.

Σεφέρης


Τον κέρδισε το θάνατό του ο Γιάννης Μηλιάδης· άντρας και μαχητής, «δίκαιος κ’ ίσιος σ’ όλες του τις πράξεις» (σ.σ. κατά την καβαφική ρήση, στις Θερμοπύλες), γενναίος και πλούσιος, έζησε ακέραια τη ζωή του και πέθανε ορθός καταπώς του ταίριαζε, μιλώντας για την αγαπημένη του Ακρόπολη με το πάθος του εραστή και την τέχνη του λόγου που κάτεχε όσο λίγοι.

Γέννημα και θρέμμα της Αθήνας, έφηβος την ώρα που έφτανε σ’ αυτήν ο Ελευθέριος Βενιζέλος για να δώσει καινούρια πνοή στην πολιτική ζωή του τόπου και να εμπνεύσει τις πιο προοδευτικές δυνάμεις του, ποτίστηκε με το κήρυγμα του δημοτικισμού, που αναζητούσε τις γνήσιες πηγές της ελληνικής πνευματικής ζωής και σκόπευε πολύ πέρα από το στενά γλωσσικό πρόβλημα. Οι νεανικές του φιλολογικές ανησυχίες τον οδήγησαν στη Φιλοσοφική Σχολή, όπου ευτύχησε να γίνει μαθητής του μεγάλου Δασκάλου της ελληνικής Αρχαιολογίας, του Χρήστου Τσούντα. Η ακρόαση των μαθημάτων του στάθηκε για τον Μηλιάδη αποφασιστική· ως το τέλος της ζωής του θυμόταν με άκρα ευλάβεια και βαθειάν αγάπη το Δάσκαλο, που τον τίμησε και με το λόγο του και με το έργο του. Και όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Βιέννη και στο Μόναχο, γύρισε στην Ελλάδα για να ενταχθεί στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και να την υπηρετήσει με αφοσίωση και αυταπάρνηση μοναδική.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 23.10.1975, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Για μας τους νιότερους είναι, ίσως, δύσκολο να αποτιμήσουμε δίκαια την προσφορά των πρωτοπόρων που αναλώθηκαν σε αγώνες μακρόχρονους και σκληρούς, και πολυμέτωπους, για να μας ανοίξουν το δρόμο. Άντρες με γνώση και πάθος, με πίστη και φωτισμένο νου, έταξαν τον εαυτό τους στην υπηρεσία όχι μονάχα της επιστήμης, αλλά προπάντων στην υπηρεσία του τόπου τους και του λαού τους. Ο Γιάννης Μηλιάδης άρχισε τη σταδιοδρομία του στην Αρχαιολογική Υπηρεσία με συμπαραστάτη του τον Χρήστο Καρούζο· και στην κορυφή της Υπηρεσίας, ύστερα από την επανάσταση του 1922, έστεκε ο Κωνσταντίνος Ρωμαίος, ο άλλος μεγάλος Δάσκαλος, που τον τίμησαν και οι δυο τους και τον αγάπησαν, όπως και κείνος τους τιμούσε και τους αγαπούσε ως τη στερνή του πνοή. Τα χρόνια ήταν δύσκολα και ο τραγικός ξεριζωμός του μικρασιατικού ελληνισμού είχε ανοίξει τρομαχτικές πληγές. Δεν έφτανε να κάνεις το καθήκον σου στον τομέα που σου έταξε η μοίρα· είχαν χρέος οι πιο φωτισμένοι άνθρωποι να πολεμήσουν τις αντιδραστικές δυνάμεις που είχαν οδηγήσει στην καταστροφή τον τόπο. Ο Μηλιάδης —και ο Καρούζος— παράλληλα με την αρχαιολογική του προσφορά αρχίζει την ενεργητική του συμμετοχή και σε άλλες πνευματικές κινήσεις και στην πολιτική ζωή του τόπου. Ο Εκπαιδευτικός Όμιλος στάθηκε η μαχητική πρωτοπορεία για την εκπαιδευτική και πιο γενικά την κοινωνική πρόοδο της χώρας. Οι δημοκρατικές δυνάμεις του τόπου θέτουν τότε τα θεμέλια για το οικοδόμημα που ακόμα δεν κατορθώσαμε να ολοκληρώσουμε. Οι νέοι, εμπνευσμένοι από το κήρυγμα του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, αγωνίζονται για τον κοινωνικό και πολιτικό ανασχηματισμό του τραυματισμένου έθνους. Ο Μηλιάδης βρίσκεται στις πρώτες γραμμές της μαχητικής εκείνης πρωτοπορείας.


Ωστόσο το κύριο έργο του είναι πάντα η αρχαιολογία. Ακαταπόνητος οργανωτής, αυστηρός και δημιουργικός, αφήνει στο πέρασμά του από κάθε γωνιά της ελληνικής γης τα σημάδια της δουλειάς του. Το παλιό Μουσείο της Κέρκυρας, το Μουσείο των Πατρών είναι τα παλαιότερα δημιουργήματά του. Ώριμος πια άντρας βρίσκεται στο 1940 στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο την ώρα του πολέμου. Πολεμά με σθένος στο δικό του μέτωπο και κατορθώνει μέσα στους έξη χειμωνιάτικους μήνες να εξασφαλίσει σε κρυψώνες μέσα κι έξω από το Μουσείο όλα τα πολύτιμα εκθέματα. Μονάχα όποιος έχει ζήσει από κοντά μια τέτοια μάχη μπορεί να εκτιμήσει την αξία της και να καταλάβει τη σημασία της. Και όταν ο τόπος σκλαβώθηκε από τους χιτλερικούς και τους φασίστες, ο Μηλιάδης, πιστός στο λαό του και στις πνευματικές και ηθικές αξίες που υπηρετούσε σ’ ολόκληρη τη ζωή του, πέρασε στην Αντίσταση. Με την έμφυτη τιμιότητα και λεβεντιά του δόθηκε ολόψυχα στον αγώνα. Ενταγμένος στην ΕΛΔ, στάθηκε σε όλα τα χρόνια της Κατοχής στην πρώτη γραμμή της μάχης, και όταν ήρθε η ώρα πήρε το δρόμο για το βουνό μαζί με τον αξέχαστο δάσκαλο, τον Αλέξανδρο Σβώλο. Όμως ο Γιάννης Μηλιάδης ήταν ο ασυμβίβαστος, ο άνθρωπος που «πεισματάρης» ήξερε να «λάμνει πάνω νερά» (σ.σ. λέξεις διαλεγμένες από το Θερινό Ηλιοστάσι Θ’ του Σεφέρη: Όμως να λάμνεις στο σκοτεινό ποταμό / πάνω νερά·/ να πηγαίνεις στον αγνοημένο δρόμο / στα τυφλά, πεισματάρης / και να γυρεύεις λόγια ριζωμένα / σαν το πολύροζο λιόδεντρο). Διαφώνησε με το κόμμα σε μια κρίσιμη στιγμή —στα Δεκεμβριανά— και αντρίκια υποστήριξε δημόσια τη θέση του, που ήταν τότε αντιδημοτική. Ακολούθησε ο δρόμος της εξορίας στην Ελ Ντάμπα, όπου τον έστειλαν μαζί με άλλους συναγωνιστές του οι Άγγλοι.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 23.10.1975, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Όταν γύρισε πίσω, τοποθετήθηκε διευθυντής στην Ακρόπολη, όπου έδειξε ακέραιο το πρόσωπό του. Η δημιουργία του μουσείου με την αποκατάσταση και τοποθέτηση των πιο πολύτιμων γλυπτών του αρχαίου κόσμου στον άβολο χώρο αποτελεί άθλον ανεπανάληπτο. Μονάχα η απέραντη πίστη και αγάπη του ανθρώπου αυτού, η ευαισθησία του και η ακαταπόνητη εργατικότητά του μπορούσαν να πραγματώσουν ένα τέτοιο κατόρθωμα. Και θα αρκούσε μονάχα το έργο τούτο για να δικαιώσει μιαν ανθρώπινη ζωή, όχι όμως τη ζωή του Γιάννη Μηλιάδη. Εραστής της τέχνης, αρχαίας και σύγχρονης, κινούνταν από το μουσείο στις αίθουσες εκθέσεων και με την ίδια συγκίνηση καμάρωνε το περίφημο αέτωμα της Αθηνάς, που εκείνος είχε ξαναζωντανέψει, και τα επιτεύγματα της πρωτοπορειακής τέχνης, που τα υπερασπιζόταν με τη μαχητική του πέννα και τον θερμό του λόγο.

Ο Γιάννης Μηλιάδης στάθηκε ένας ακέραιος άνθρωπος, ωραίος, εμπνευσμένος, μαχητής σε όλα τα πεδία του αγώνα. Ένας άντρας γενναίος και αυστηρός, μια πλούσια καρδιά και ένα φωτισμένο μυαλό. Όσοι ευτυχήσαμε να τον γνωρίσουμε νιώθουμε τη φτώχια μας τώρα που μας λείπει και θυμόμαστε πάντα την ευγενικιά μορφή του και τον πλούσιο και μεστό λόγο του. Είναι μια μνήμη τίμια και θερμή.