Το ζήτημα της υστέρησης της Ελλάδας σε σχέση με τις άλλες ευρωπαικές χώρες στην αποστολή της λίστας στην Κομισιόν με τους 100 μεγαλύτερους δικαιούχους των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ανέδειξε με παρέμβασή του ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, Νικόλας Φαραντούρης.

Ο κ. Φαραντούρης, με αιχμή στο αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του in, ζήτησε από τους κ. Τζεντιλόνι και Ντομπρόβσκις να μάθει ποιες θα είναι οι επόμενες κινήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αν οι δύο χώρες δεν δώσουν τα απαραίτητα στοιχεία.


«Είπαμε ότι η Ελλάδα και η Βουλγαρία είναι δύο κράτη – μέλη που δεν έχουν στείλει τον κατάλογο με τους 100 τελικούς δικαιούχους, τον οποίο τον περιμένουμε τον Οκτώβριο» σημείωσε ο Πάολο Τζεντιλόνι στην απάντησή του προς τον ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.

«Αν δεν λάβουμε τον κατάλογο αυτό, θα αναλάβουμε δράση. Γιατί είναι υποχρέωση, δεν είναι μια έκκληση που απευθύνουμε» συμπλήρωσε ο Ευρωπαίος επίτροπος οικονομικών και χρηματοδοτικών υποθέσεων.

Με τη σειρά του ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Βάλτερ Ντομπρόβσκις σημείωσε ότι το θέμα για τους τελικούς αποδέκτες των κονδυλίων είναι σοβαρό και η Ε.Ε. έχει απαιτήσει τον κατάλογο των «top 100» όσων λαμβάνουν επιδοτήσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

«Απαιτούμε από τα κράτη – μέλη να μας δίνουν αυτές τις πληροφορίες κάθε εξάμηνο ή δύο φορές το χρόνο και να γίνεται αυτή η επικαιροποίηση Απρίλιο και Οκτώβριο κάθε χρόνο» σημείωσε ο κ. Ντομπρόβσκις, για να συμπληρώσει ότι Ελλάδα και Βουλγαρία δεν είχαν δώσει στοιχεία τον περασμένο Απρίλιο.

«Περιμένουμε την επικαιροποίηση τον επόμενο μήνα, με τις αντίστοιχες αναφορές που να εξασφαλίζουν τη βεβαιότητα για το πού πηγαίνουν τα χρήματα» κατέληξε ο αντιπρόεδρος της Ε.Ε.

«Γιατί άραγε;»

Όπως αναφέρει στην ανάρτησή του στο Χ (πρώην Twitter) ο Έλληνας ευρωβουλευτής, μόνο η Ελλάδα και η Βουλγαρία δεν έχουν χορηγήσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα σχετικά στοιχεία -επιβεβαιώνοντας το ρεπορτάζ του in.

Παράλληλα, ο κ. Φαραντούρης διερωτάται «γιατί άραγε» δεν έχουν χορηγήσει οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπ. Οικονομικών τα στοιχεία, όταν αυτό έπρεπε να έχει συμβεί από τον περασμένο Απρίλιο.