Την προσεχή Δευτέρα αναμένεται να περάσει την…πόρτα του υπουργικού συμβουλίου το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλάνο (Fiscal Structural Plan), το οποίο θα αποτελεί ουσιαστικά τους προϋπολογισμούς των επόμενων 4 ετών.

Και μάλιστα βασισμένο στους νέους δημοσιονομικούς κανόνες, οι οποίοι αναμένεται να τεθούν σε ισχύ από την 1/1/2025, περιλαμβάνοντας τον γνωστό πλέον «κόφτη» δαπανών. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι τελευταίες «πινελιές» έχουν μπει και το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης αναμένεται να «κατεβάσει» τον πήχη της ανάπτυξης τόσο για φέτος όσο και για του χρόνου.

Η ανάπτυξη στο Μεσοπρόθεσμο

Οι ίδιες πληροφορίες ανέφεραν ότι τελικά «πέρασε» η άποψη της Κομισιόν. Ειδικότερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά πως ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι 2,2% φέτος και 2,3% του χρόνου (από 2,5% και 2,6% που προέβλεπε η κυβέρνηση), ενώ από τα στοιχεία που έχει ήδη ανακοινώσει η Ελληνική Στατιστική Αρχή προκύπτει ρυθμός ανάπτυξης 2,15% το πρώτο εξάμηνο του έτους.

Πέραν του παραπάνω, βασικό ζήτημα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας αποτελούν τα νέα όρια αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών για την επόμενη τετραετία, τα οποία θα επηρεάσουν την ανάπτυξη, αλλά και το πρωτογενές πλεόνασμα. Σύμφωνα με πληροφορίες, η αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών θα «κάτσει» κοντά στο  3,6% έναντι αρχικής εκτίμησης για 3%.

Σε αυτό το όριο, θα πρέπει να ενταχθούν και οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες συνολικού ύψους 4,8 δισ. ευρώ μέχρι και το 2028. Και για το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλάνο, το ζητούμενο είναι ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας σε μακροπρόθεσμο επίπεδο, με την ελληνική πλευρά να προσπαθεί να πείσει ότι θα είναι πάνω από 2% σε μέσο ετήσιο επίπεδο και την Κομισιόν να «βλέπει» κάτω από το όριο αυτό για τα επόμενα χρόνια.

Μεσοπρόθεσμο: Μεγαλύτερο πρωτογενές πλεόνασμα

Αναφορικά με το πρωτογενές πλεόνασμα, οι φετινές επιδόσεις ανοίγουν τον δρόμο για ανοδική αναπροσαρμογή της εκτίμησης και για του χρόνου, η οποία θα περιλαμβάνεται στο Μεσοπρόθεσμο. Η πρόβλεψη για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2024 δεν έχει ακόμα συμφωνηθεί, αλλά θεωρείται δεδομένο πως θα είναι σαφώς υψηλότερα από το 2,1% του ΑΕΠ που ενσωματώνει ο προϋπολογισμός και πολύ κοντά στο 2,5%. Ως εκ τούτου, η μεταφορά για του χρόνου θα παρασύρει προς τα πάνω και το πρωτογενές πλεόνασμα του 2025, πάνω από το 2,1% του ΑΕΠ.

Συναντήσεις με Θεσμούς

Από εκεί και πέρα, κατά τις 9-11 Οκτωβρίου θα βρίσκονται στην Αθήνα οι επικεφαλής των Θεσμών για την προετοιμασία της εξαμηνιαίας έκθεσης της Μεταπρογραμματικής Εποπτείας. Στο επίκεντρο πρόκειται να βρεθούν οι μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησαν επί μνημονίων και πρέπει να ολοκληρωθούν, όπως για παράδειγμα οι αλλαγές στη δικαιοσύνη, η μείωση γραφειοκρατίας και από εκεί και πέρα η πορεία των ευρωπαϊκών προγραμμάτων και ειδικά του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και η μείωση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου, κυρίως σε ό,τι αφορά τα νοσοκομεία.

Αλλαγή στο Δημόσιο Χρέος

Την  ίδια στιγμή, αξίζει να σημειωθεί πως η Eurostat έχει ενημερώσει από τον Απρίλιο τις ελληνικές Αρχές ότι σκοπεύει να αναθεωρήσει το ύψος για το ελληνικό δημόσιο χρέος, προσθέτοντας τα 12 από τα 24 δισ. ευρώ των αναβαλλόμενων τόκων από το δάνειο των 90 δισ. ευρώ που πήρε το 2012 η Ελλάδα από τον EFSF (εποχή δευτέρου μνημονίου).

Ωστόσο, στη συμφωνία για τη διευθέτηση του χρέους το 2018 είχε συμφωνηθεί με τους δανειστές ότι το σύνολο των αναβαλλόμενων τόκων του συγκεκριμένου δανείου θα έχει περίοδο χάριτος μέχρι και το 2032. Φαίνεται όμως πως η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία φαίνεται ότι επιδιώκει να δημιουργήσει αυτήν την αλλαγή, κάτι που θα επηρεάσει το ποσοστό χρέους ως προς το ΑΕΠ. Το αποτέλεσμα θα είναι το χρέος του περασμένου χρόνου να αυξηθεί κατά 4,8 μονάδες κάτι που θα επηρεάσει και τα επόμενα έτη.

Αναφορικά με την τρέχουσα πρόωρη αποπληρωμή του ελληνικού χρέους, προχωρά η αποπληρωμή τριπλής δόσης ύψους 8 δισ. ευρώ (7,93 δισ. ευρώ) από το δάνειο που πήρε η Ελλάδα κατά την έναρξη του πρώτου Μνημονίου απευθείας από τις χώρες της Ευρωζώνης. Σύμφωνα με πληροφορίες, μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου θα υπάρξουν όλες οι τυπικές εγκρίσεις για την πρόωρη αποπληρωμή της δόσης αυτής αλλά και η ταυτόχρονη χρήση του «μαξιλαριού» των 15,7 δισ. ευρώ από τον ESM. Η κυβέρνηση στοχεύει στην εξοικονόμηση περίπου 300 εκατ. ευρώ κατ’ έτος από τόκους μέχρι το 2028, με ταυτόχρονη βελτίωση του προφίλ του ελληνικού δημοσίου χρέους.

Πηγή: ΟΤ