Η κυβέρνηση του Ισραήλ πανηγυρίζει ότι με τη δολοφονία του ηγέτη Χεζμπολάχ, Χασάν Νασράλα, σε συνέχεια προηγούμενων δολοφονιών ηγετικών στελεχών του κινήματος, στέλνει το μήνυμα ότι μπορεί να εκτελεί τους «εχθρούς του Ισραήλ» και ότι ανοίγει το δρόμο για να σταματήσουν οι επιθέσεις της Χεζμπολάχ στο Βόρειο Ισραήλ και άρα να μπορέσουν οι μονάδες που βρίσκονται εκεί να μετακινηθούν στις πολεμικές επιχειρήσεις στη Γάζα.

Ωστόσο, δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι η επιλογή αυτή, που υλοποιήθηκε με την μέθοδο των μαζικών βομβαρδισμών σε κατοικημένες περιοχές, με πλήθος θυμάτων, θα κινηθεί τελικά θα φέρει αυτά τα αποτελέσματα.

Είναι σαφές ότι αυτή τη στιγμή το Ισραήλ με την επιλογή αυτή απομακρύνει οποιαδήποτε προοπτική ειρηνευτικής διαδικασίας. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι το Ισραήλ επέλεξε να δολοφονήσει δύο ηγέτες με τους οποίους θα έπρεπε να κάτσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, εάν ήταν να υπάρξει κάποια τέτοια διαδικασία, τον πολιτικό ηγέτη της Χαμάς Ισμαήλ Χανίγια και τώρα τον ηγέτη της Χεζμπολάχ Χασάν Ναρσάλα. Είναι και ότι ο ίδιος ο σχεδιασμός παραπέμπει σε κλιμάκωση και επέκταση των πολεμικών επιχειρήσεων.

Πρώτα από όλα είναι πολύ δύσκολο αυτή τη στιγμή να προχωρήσει μια συζήτηση για κατάπαυση πυρός στη Γάζα.

Ιδίως από τη στιγμή που όλα δείχνουν είναι ότι ο σχεδιασμός παραμένει  η συνέχεια των πολεμικών επιχειρήσεων στη Γάζα, που ήδη έχουν οδηγήσει σε πάνω από 40.000 θύματα, τα περισσότερα μεταξύ των αμάχων, και ουσιαστικά ο μαζικός εκτοπισμός σημαντικού αριθμού Παλαιστινίων από την περιοχή, την ώρα που κλιμακώνεται η βία σε βάρος των Παλαιστινίων στη Δυτική Όχθη. Μία συνθήκη που εξηγεί και γιατί οι Ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις εξακολουθούν να συναντούν ένοπλη αντίσταση μέσα στη Γάζα.

Μόνο που όσο το Ισραήλ συνεχίζει την πολεμική επιχείρηση στη Γάζα, ενταφιάζοντας κάθε προοπτική κατάπαυσης πυρός, ταυτόχρονα ακυρώνει και κάθε ευρύτερη προοπτική ειρηνευτικής διαδικασίας. Και βέβαια η συνέχιση αυτής της πολεμικής επιχείρησης θα σημαίνει ακόμη περισσότερα θύματα, ακόμη μεγαλύτερη ανθρωπιστική καταστροφή και τα ορατό ενδεχόμενο μαζικής πίεσης προς τους Παλαιστινίους στη Γάζα να βρεθούν ξανά στην προσφυγιά.

Δεύτερον, δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι η δολοφονία Νασράλα θα σημάνει και μια αυτόματη υποχώρηση της επιχειρησιακής αποτελεσματικότητας της Χεζμπολάχ, ή ότι οι αλλεπάλληλοι βομβαρδισμοί στο Λίβανο από την ισραηλινή αεροπορία θα οδηγήσουν σε υποχώρηση της διάθεσης αντίστασης. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι θα τελειώσει το πρόβλημα στο βόρειο Ισραήλ ή ότι θα σταματήσουν οι ρουκέτες. Πράγμα που σημαίνει θα επανέρχεται το ερώτημα όχι της αποδέσμευσης δυνάμεων από το βόρειο Λίβανο, αλλά της χερσαίας επιχειρήσεις που σημαίνει δεύτερο πολεμικό μέτωπο και εκ των πραγμάτων άνοιγμα μιας περιφερειακής σύγκρουσης.

Τρίτον, από ένα σημείο και μετά η τακτική που έχει ακολουθήσει το Ιράν, που είναι να μην έχει απαντήσει στα πλήγματα που έχουν δεχτεί συμμαχικές δυνάμεις του, αλλά και το ίδιο, δεν είναι δεδομένο ότι θα συνεχιστεί. Και τότε θα μιλάμε για πολύ μεγάλης κλίμακας πολεμική σύγκρουση.

Τέταρτον, το γεγονός ότι οι Χούθι έχουν επιλέξει να δείξουν την αλληλεγγύη τους στην Παλαιστίνη τόσο με τις επιθέσεις σε πλοία που θεωρούν ισραηλινών συμφερόντων στην Ερυθρά Θάλασσα όσο και με πυραυλικές επιθέσεις προς το Ισραήλ, υπογραμμίζει άλλη μια παράμετρο που έχει ευρύτερο αντίκτυπο.

Πέμπτον, η ιστορία των ενόπλων κινημάτων αντίστασης δείχνει ότι η αντιμετώπισή τους ως τακτικών στρατών με μια σαφή και άκαμπτη ιεραρχία, που αποδιαρθρώνονται όταν σκοτωθούν οι ηγέτες, συνήθως διαψεύδεται από την πραγματικότητα. Και εύλογα θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι οι βομβαρδισμοί του Ισραήλ παράγουν φόβο, παράγουν όμως και οργή και είναι πιθανό αρκετοί να θελήσουν να στραφούν προς την ένοπλη αντίσταση. Ούτε πρέπει να παραβλέπουμε ότι στα μάτια ευρύτερων κομματιών τόσο στον Αραβικό Κόσμο, όσο και στον Παγκόσμιο Νότο ο Νασράλα είναι απλώς άλλη μια προσθήκη σε ένα μακρύ κατάλογο μαρτύρων που δικαιολογεί και νομιμοποιεί τις πράξεις ένοπλης αντίστασης.

Προφανώς και στο εσωτερικό του Ισραήλ η δολοφονία Νασράλα θα ενισχύσει τη δημοτικότητα του Νετανιάχου, αυτό όμως πολύ περισσότερο θα αντανακλά τις μετατοπίσεις της ισραηλινής κοινωνίας σε μια αποδοχή της βαναυσότητας ως μέσο άσκησης πολιτικής, παρά σε μια υποστήριξη με όρους πολιτικού οράματος. Απλώς, σε μια συγκυρία που τόσο το πολιτικό σύστημα του Ισραήλ όσο και μεγάλο μέρος της ισραηλινής κοινωνίας στρατεύεται γύρω από τη λογική της άρνησης οποιασδήποτε λύσης με όρους που να περιλαμβάνουν το δικαίωμα των Παλαιστινίων στην κρατική υπόσταση, εύλογο είναι να είναι δημοφιλής ο Νετανιάχου. Και για τον ίδιο τον Ισραηλινό πρωθυπουργό η συνέχεια μιας εμπόλεμης κατάστασης σημαίνει ότι δεν αντιμετωπίζει ούτε της κατηγορίες σε βάρος τους, ούτε τη βαθιά διαίρεση της ισραηλινής κοινωνίας.

Όλα αυτά δείχνουν ότι η δολοφονία Νασράλα θα φέρει πιο κοντά και δεν θα απομακρύνει την κλιμάκωση της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή. Σε τελική ανάλυση το γεγονός ότι ακόμη και τώρα οι περισσότερες δυτικές δυνάμεις ούτε επί της ουσίας καταδικάζουν τις ισραηλινές επιλογές, ούτε ασκούν οποιαδήποτε πραγματική πίεση σε βάρος της ισραηλινής κυβέρνησης, ερμηνεύεται από την τελευταία ως ένα διαρκές πράσινο φως στις όποιες επιλογές της. Μόνο που αυτό τις καθιστά στα μάτια αρκετών και συνυπεύθυνες για την παράταση της σύγκρουσης και της αιματοχυσίας. Ούτως ή άλλως όλα δείχνουν ότι πλέον η ισραηλινή κυβέρνηση θεωρεί ότι μπορεί να παίρνει μείζονες πρωτοβουλίες χωρίς προηγούμενη συνεννόηση, εκτιμώντας ότι ούτως ή άλλως και οι ΗΠΑ και οι άλλες δυτικές χώρες θα αποδεχτούν τα τετελεσμένα.