«Ανοίξαμε την πόρτα σε μια νέα εποχή», θριαμβολογεί ο εξτρεμιστής Χέρμπερτ Κικλ μετά τη «μαύρη», πλην όμως ιστορική -πρώτη στα μεταπολεμικα χρονικά- νίκη του ακροδεξιού κόμματός του στην Αυστρία.

Το «Κόμμα των Ελευθέρων» (FPÖ) βρήκε όχι μόνο πρώτο, αλλά και σαφώς ενισχυμένο από τις κάλπες των βουλευτικών εκλογών της Κυριακής, σηματοδοτώντας το επόμενο κύμα της ακροδεξιάς επέλασης στην Ευρώπη «της δημοκρατίας και των αξιών».

Όπως και αλλού, ώθηση στα ποσοστά της ακροδεξιάς έδωσε η διαρροή ψήφων κυρίως από την κεντροδεξιά, που σε θέματα όπως το μεταναστευτικό και η ασφάλεια εγκαταλείπει πανικόβλητη τον χώρο του μετριοπαθούς κέντρου.

Το γεγονός ότι η φιλοδοξία του φιλοναζιστή Κικλ να γίνει «Λαϊκός Καγκελάριος» -όπως αυτοπροσδιοριζόταν o Χίτλερ πριν ανακηρυχθεί Φύρερ- δεν θα υλοποιηθεί, λόγω άρνησης των δημοκρατικών κομμάτων να συμπράξουν μαζί του, λίγο παρηγορεί.

Αφενός γιατί δεν αναιρεί την άνετη πρωτιά -με διψήφιο προβάδισμα και σχεδόν με διπλασιασμό των ποσοστών, παρά τα σκάνδαλα διαφθοράς- της αυστριακής ακροδεξιάς με την ακραία συνωμοσιολογική, αντιευρωπαϊκή και αντιμεταναστευτική ρητορική και τον άκρατο αντισυστημικό λαϊκισμό.

Αφετέρου γιατί -όπως και σε άλλες χώρες της Ευρώπης- το ακροδεξιό FPÖ έχει κανονικοποιηθεί συστημικά, έχοντας ήδη συμμετάσχει από το 2000 σε τρεις ομοσπονδιακούς κυβερνητικούς συνασπισμούς με το κεντροδεξιό Λαϊκό Κόμμα (ÖVP).

Για την ακρίβεια η Αυστρία αποτέλεσε το εκκολαπτήριο της κανονικοποίησης της ακροδεξιάς, σπάζοντας το «δημοκρατικό ανάχωμα» στην Ευρώπη στις αρχές του 21ου αιώνα.

Το ιδιότυπο διπλωματικό «εμπάργκο» που επέβαλε τότε η ΕΕ στη Βιέννη δεν κράτησε πολύ και πια έχει χαθεί στη λήθη, καθώς μέχρι και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανοίγει τώρα διάπλατα τις «αγκάλες» της στην ενισχυμένη ακροδεξιά.

Με προεξάρχουσα δε την γερμανική κυβέρνηση υπό τον Σοσιαλδημοκράτη Όλαφ Σολτς η Ευρώπη λέει σταδιακά «auf wiedersehen» στη Ζώνη Σένγκεν, τρέχοντας ασθμαίνουσα πίσω από το λαϊκιστικό αφήγημα της ακροδεξιάς περί «πολιτιστικών πολέμων».

Τον τόνο έχει δώσει πρώτη η μεταφασίστρια πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι, τώρα μάλιστα παρέχοντας… ταχύρυθμα μαθήματα για εξπρές απελάσεις ακόμη και στον Κιρ Στάρμερ, τον νεοεκλεγέντα κεντροαριστερό πρωθυπουργό της Βρετανίας του Brexit.

Η κυβέρνηση της Ολλανδίας -η πιο ακροδεξιά κυβέρνηση στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας, με βασικό εταίρο το «Κόμμα της Ελευθερίας» του Γκεερτ Βίλντερς- ζητά τώρα εξαίρεση από τους κανόνες της Ε.Ε. για το μεταναστευτικό.

Τις ίδιες αξιώσεις έχει και η -προεδρεύουσα το τρέχον εξάμηνο στην ΕΕ- Ουγγαρία του υπερεθνικιστή Βίκτορ Όρμπαν, μακροβιότερου εν ενεργεία πρωθυπουργού στις τάξεις των «27».

Η έτερη ηγετική φυσιογνωμία της νέας ακροδεξιάς ευρωομάδας «Πατριώτες για την Ευρώπη», η Μαρίν Λεπέν καλπάζει στις δημοσκοπήσεις για τις προεδρικές του 2027 και καταγγέλλει ως πολιτικά υποκινούμενη την εν εξελίξει δίκη της στο Παρίσι για υπεξαίρεση κονδυλίων της ΕΕ.

Αυτά ενώ στην κοινοβουλευτική στήριξη ή έστω ανοχή του ακροδεξιού κόμματός της ποντάρει τώρα η νέα κεντροδεξιά κυβέρνηση που διόρισε, κόντρα στο αποτέλεσμα της κάλπης του Ιουνίου, ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν.

Στην αδιέξοδα επαναλαμβανόμενη συζήτηση για την εκλογική άνοδο της ακροδεξιάς ανακυκλώνονται εν τω μεταξύ στη Γερμανία σενάρια για το ενδεχόμενο απαγόρευσης του ακροδεξιού κόμματος AfD, με φόντο την πρόσφατη εκτόξευση των εκλογικών ποσοστών του στα ανατολικά και στον ορίζοντα να κοντοζυγώνουν οι ομοσπονδιακές εκλογές του 2025.

Όμως, όπως δείχνει και η περίπτωση του FPÖ στην Αυστρία, οι πολιτικοί αφορισμοί δεν αρκούν στην Ευρώπη της πολυκρίσης.

Πολλώ μάλλον όταν τα «δημοκρατικά αναχώματα» κινδυνεύουν να πέσουν εκ των έσω, με επικίνδυνες πολιτικές ταλαντεύσεις συστημικών κομμάτων προς τα άκρα, αφήνοντας έτσι χώρο σε δεξιούς εξτρεμιστές να υπαγορεύουν μέρος της ατζέντας.

Στο επίκεντρο θα πρέπει αντίθετα να βρεθούν βιώσιμες λύσεις από τις δημοκρατικές δυνάμεις, ως απάντηση στη διεύρυνση των ανισοτήτων και στη διογκούμενη απογοήτευση του μέσου ψηφοφόρου.

Διαφορετικά συμβαίνει αυτό που περιγράφει ο Αυστριακός θεατρικός συγγραφέας Τόμας Κεκ στο άρτι εκδοθέν βιβλίο του, με τίτλο «Χρονικό των συνεχών εκτροχιασμών: Για τον ανεξέλεγκτο δεξιό λαϊκισμό στην Αυστρία και τη Γερμανία και την όξυνση των συζητήσεων».

«Η ιστορία επαναλαμβάνεται πάντα δύο φορές, σωστά; Την πρώτη φορά ως τραγωδία, τη δεύτερη φορά ως φάρσα», επισημαίνει.

«Στην Αυστρία η φάρσα επαναλαμβάνεται, κάποια στιγμή ξεχνά το πρόσωπό της και γίνεται μετά και πάλι φρικιαστική».