Κωνσταντίνος Παναγιωτόπουλος: «Το ταξίδι από το σκοτάδι στο φως, δεν τελειώνει ποτέ»
Ο Κωνσταντίνος Παναγιωτόπουλος άφησε πίσω του την Αθήνα και κατηφόρησε προς το Μπραίτον της Αγγλίας. Όμως η πρωτεύουσα που τρώει τα παιδιά της, δεν έφυγε ποτέ από την καρδιά του.
- Ο αντίπαλος της Starlink του Έλον Μάσκ έχει ευρωπαϊκή σφραγίδα
- Με τι δεν είναι ικανοποιημένοι οι εργαζόμενοι - Και δεν είναι ο μισθός η μεγαλύτερη ανησυχία τους
- Το ύστατο μήνυμα του Κώστα Χαρδαβέλλα στους θεατές του: Μέσα μας υπάρχει μία βόμβα χιλίων μεγατόνων, η ψυχή
- ΣΥΡΙΖΑ: Τα νέα μέλη του Εκτελεστικού Γραφείου και οι χρεώσεις στην Πολιτική Γραμματεία
«Είμαι ο έκπτωτος στο κέντρο της πλατείας Μεταξουργείου. Απέδρασα σα το Παλαιοκώστα από ό,τι με έκανε να νιώθω καλά. Εξαφανίστηκα και ακόμα με ψάχνουν οι πιο όμορφες στιγμές μου».
Ο ήλιος της πρωτεύουσας ζεματάει και τα κίτρινα τρόλεϊ με τις διαφημιστικές πινακίδες μεταφέρουν τους κατοίκους της πόλης προς άγνωστες κατευθύνσεις, ενώ παράλληλα, δύο κάμερες που ελέγχουν κάθε βήμα των Αθηναίων σε ένα κοκκινόμαυρο φόντο συνθέτουν την οπτική σύνοψη του νέου πρότζεκτ του Κωνσταντίνου Παναγιωτόπουλου, «Διεσταλμένες Κόρες», το οποίο εκτίθεται για πρώτη φορά τον Οκτώβριο στην PÁME Gallery.
«Διεσταλμένες Κόρες»
Ο Κωνσταντίνος από τη Νίκαια, του οποίου ο αγαπημένος ράπερ είναι ο ΛΕΞ όσο «κλισέ και αν ακούγεται» όπως μας είπε, επτά χρόνια νωρίτερα, όταν ήταν ακόμη 18, άφησε πίσω του την Ελλάδα και κατηφόρησε προς το Μπράιτον της Αγγλίας. Εκεί σπούδαζε επί τρία χρόνια, ενώ παράλληλα δούλευε. Όμως κάποια στιγμή, όπως χαρακτηριστικά αναφώνησε όταν τον συναντήσαμε σε ένα καφέ των Εξαρχείων, είπε «κάπου ώπα».
Τότε ξεκίνησαν όλα. Αποφάσισε να αρχίσει το μεταπτυχιακό του και να χαράξει έναν άλλο δρόμο, πιο καλλιτεχνικό, πιο σκοτεινό και κυρίως πιο πρωτευουσιάνικο.
«Μετά από επτά χρόνια είπα ότι θα κάνω το μεταπτυχιακό μου στην γραφιστική και το art direction. Οπότε κάπως έτσι ξεκίνησα και το κομμάτι του concept της έκθεσης. Ουσιαστικά είναι η πτυχιακή μου. Έτσι βρήκα τον χρόνο να ασχοληθώ με όλο αυτό, το δουλεύω ένα χρόνο τώρα το πρότζεκτ», μας λέει.
Οι «Διεσταλμένες Κόρες» αποτελούνται από καμβάδες και ένα βιβλίο με φωτογραφίες από κάθε γωνιά των δρόμων του κέντρου της Αθήνας, τις οποίες συνοδεύουν ποιήματα, αν και όπως μας λέει ο Κωνσταντίνος, δεν θεωρεί τον εαυτό του ποιητή.
«Είναι φουλ mixed media [το πρότζεκτ]. Το ‘19 ένιωσα την ανάγκη να ξεκινήσω απλά να γράφω σημειώσεις και σκέψεις στο κινητό μου. Όσο περνούσε ο καιρός κατέληξα να γεμίσω με αρκετά κείμενα αυτό τον φάκελο στο τηλέφωνο μου. Ξαφνικά γύρναγα, δυο – τρεις μήνες μετά [στις σημειώσεις], ώστε να τις [ξανά] διαβάσω και έλεγα «αυτό το πράγμα δεν το έχω γράψει εγώ, δεν είμαι εγώ αυτό». Οπότε ξέρεις μέσα από όλη τη διαδικασία του να γράφω ανακάλυψα πάρα πολλές πτυχές του Κωνσταντίνου, το πόσο πολυδιάστατος είναι, όπως όλοι οι άνθρωποι, απλά νομίζω ότι άλλοι το βρίσκουν μέσω της ψυχοθεραπείας, άλλοι μέσω της τέχνης, είτε είναι ποίηση, είτε είναι μουσική».
»Δεν μαρέσει να το αποκαλώ ποίηση, δεν είμαι ποιητής, το λύκειο το τελείωσα με 10,05 (γέλια). Ούτε οι σπουδές μου έχουν να κάνουν με αυτό. Απλά μπόρεσα και έγραψα τις σκέψεις μου. Αν κάποιος άλλος θέλει να το αποκαλέσει ποίηση ας το κάνει, εγώ προσωπικά δεν το βαφτίζω έτσι».
Αθήνα: η αρχή των πάντων
Παρόλο που ο Κωνσταντίνος μεγάλωσε στον Πειραιά, οι «Διεσταλμένες Κόρες» ενορχηστρώνουν μια οπτική αφήγηση για το κέντρο της πόλης. Οι αναφορές σε γεγονότα που το σημάδεψαν και συνεχίζουν να το χαρακτηρίζουν είναι πολλές. Κάμερες, 6η Δεκέμβρη, αστυνομία, τουρίστες, είναι μόνο μερικές από αυτές.
«Όταν συνέβη η δολοφονία του Γρηγορόπουλου εγώ ήμουν 8 χρονών. Οπότε ξέρεις, δεν είχα την αντίληψη να συνειδητοποιήσω τι πραγματικά συνέβη. Αυτό που έβλεπα, ήταν το πώς μια πόλη, η πόλη που μεγάλωσα, μπορεί να μετατραπεί σε warzone ουσιαστικα και όλο το κομμάτι με τη βία και τις φωτιές μέχρι το να σπανε, που δεν είναι απαραίτητα κάτι με το οποίο συμφωνώ».
»Άρχισε να λειτουργεί μέσα μου το κομμάτι της αντίδρασης. [Σκεφτόμουν] «γιατί αντίδραση;». Κάπου εκεί ξεκίνησα να χτίζω μια αντίληψη, αν θες μπορείς να το πεις πολιτική, αλλά ήταν περισσότερο κοινωνική. Και μετά, αυτό που με έκανε να σιγουρευτώ και να συνεχίσω να σκέφτομαι όπως με έκανε να σκέφτομαι αυτό το γεγονός [δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου], ήταν το ’13, όταν σκότωσαν τον Παύλο. Ήταν δίπλα στο σπίτι μου, ήταν στον χώρο του ραπ, τη μουσική που άκουγα, οπότε όλα αυτά έγιναν μέρος του πώς εκφράζομαι. Τώρα οι τουρίστες, δεν ξέρω, νομίζω έχουν κατακτήσει όλο τον κόσμο. Είμαστε και εμείς πολλές φορές τουρίστες όταν πάμε σε άλλες χώρες, δυστυχώς. Και λέω δυστυχώς, γιατί την έννοια του τουρίστα την χρησιμοποιώ με ένα αρνητικό πρόσημο. Βλέπε Airbnb, στην ίδια μας την πόλη δεν βρίσκουμε να μείνουμε».
Νοσταλγία
Η κυκλοφορία του πρότζεκτ δεν ήταν μια απόφαση που πήρε ελαφρά τη καρδία. Πιο πολύ ήταν η ανάγκη να ελευθερωθεί από τα δεσμά του. «Όταν μοιράζεσαι παύει να είναι και δικό σου και ουσιαστικά νιώθεις λίγο πιο ελεύθερος. Μου πήρε αρκετό χρόνο να πάρω την απόφαση να το βγάλω προς τα έξω. Σίγουρα δεν ήξερα πώς να το κάνω. Πώς να τα εκφράσω, πώς να τα παρουσιάσω. Κάπου εκεί, ήταν που ήρθε το κομμάτι της φωτογραφίας. Ξεκίνησα να ασχολούμαι με το φιλμ το ‘20, ‘21. Μου άρεσε αρκετά, έβγαζε αυτή τη νοσταλγία, αυτή την αισθητική που μου αρέσει. Οπότε σκέφτηκα ότι θα δημιουργήσω ένα βιβλίο που θα λέγεται «Διεσταλμένες Κόρες» που πιο πολύ είναι ένα ταξίδι από το σκοτάδι στο φως. Τα κείμενα στο βιβλίο έχουν μπει με μια σειρά που ξεκινούν από μια πιο σκοτεινή ατμόσφαιρα και καταλήγουν στην θάλασσα, αν χρησιμοποιήσουμε την θάλασσα του καλοκαιριού, την ήρεμη, με τον ήλιο. Καταλήγει προς τα εκεί. Αλλά εν τέλη ξέρεις, το ταξίδι από το σκοτάδι στο φως, δεν τελειώνει και ποτέ», μας λέει.
Στις «Διεσταλμένες Kόρες» συναντάμε κάτι το παράδοξο. Οι νοσταλγικές φωτογραφίες που αποπνέουν μια εσάνς χαράς, έρχονται σε αντιδιαστολή με ασπρόμαυρες λήψεις που ακροβατούν ανάμεσα στην αισθητική της Μαρτίν Φρανκ και την προσέγγιση του Έλιοτ Έργουιτ.
«Νομίζω ότι πολλά πράγματα γίνονται και χωρίς τη θέληση μας. Ξέρεις,σε πολλά πράγματα που υπάρχουν όχι μόνο στο βιβλίο αλλά και στους καμβάδες που έχω δημιουργήσει, πας με το υποσυνείδητο το οποίο πολλές φορές είναι πολύ πιο συγκεκριμένο από το συνειδητό και αυτό που ξέρεις και βλέπεις. Οπότε όταν κάτι το βλέπεις και σου κολλάει, that’s it, δεν χρειάζεται να το πολύ σκαλίζεις».
Στην έκθεση «Διεσταλμένες Kόρες», την οποία συνοδεύει ένα ινσταλέισιον δια χειρός Πέτρου Νικολίνταη, θα βρείτε τσάντες – θήκες του βιβλίου τις οποίες υπογράφει ο Γιώργος Παρέλλης.
Θα διαρκέσει από τις 4 Οκτωβρίου έως τη 1 Νοεμβρίου.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις