Η σημαντική αποδυνάμωση του άξονα Παρίσι-Βερολίνο, που ιστορικά καθοδηγεί τις μεγάλες αποφάσεις στην ΕΕ, δυσχεραίνει την υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου των 800 δισεκατομμυρίων ευρώ που προτείνει ο Μάριο Ντράγκι.

Το σχέδιο απαιτεί τη συνεργασία των δύο ισχυρότερων ευρωπαϊκών οικονομιών για μια μαζική έκδοση κοινής ευρωπαϊκής χρέους. Ωστόσο, η Γερμανία, αντιμετωπίζοντας εσωτερικές πολιτικές δυσκολίες και ανησυχίες για το χρέος, αντιδρά αρνητικά, ενώ η Γαλλία δεν έχει την οικονομική σταθερότητα να καλύψει το κενό.

Δεν χωράει πια καμία αμφιβολία ότι ο άξονας Παρίσι-Βερολίνο, η βασική κινητήρια δύναμη για τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διανύει περίοδο κρίσης σε μια καθοριστική στιγμή για την ΕΕ.

Επενδυτικό σχέδιο

Ο Μάριο Ντράγκι, πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προωθεί ένα φιλόδοξο επενδυτικό σχέδιο για να ενισχύσει την ευρωπαϊκή οικονομία και να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό από τις ΗΠΑ και την Κίνα. Ωστόσο, οι διαφορές στις προτεραιότητες και τα οικονομικά προβλήματα Γαλλίας και Γερμανίας αποτελούν σοβαρό εμπόδιο για την υλοποίηση του σχεδίου.

Η Γερμανία, που κάποτε θεωρούνταν ο «οικονομικός γίγαντας» της Ευρώπης, αντιμετωπίζει σοβαρές οικονομικές δυσκολίες.

Το ΑΕΠ της Γερμανίας σημείωσε συρρίκνωση το 2023 κατά 0,3%, και οι προβλέψεις δείχνουν πιθανή περαιτέρω μείωση το 2024. Η πολιτική αστάθεια και οι εσωτερικές αντιπαραθέσεις καθιστούν δύσκολη τη στήριξη μιας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής χρέους. Η Γερμανία παραδοσιακά αντιστέκεται στις εκδόσεις κοινής ευρωπαϊκής χρέους, όπως το προτεινόμενο στο σχέδιο Ντράγκι, με το επιχείρημα ότι αυτό αυξάνει το δημόσιο χρέος χωρίς να εγγυάται την οικονομική ανάπτυξη.

Η Γαλλία, υπό την ηγεσία του Εμανουέλ Μακρόν, υποστήριξε το σχέδιο Ντράγκι, αλλά αντιμετωπίζει και αυτή οικονομικές δυσκολίες. Το δημόσιο χρέος της Γαλλίας αυξήθηκε στο 112% του ΑΕΠ, γεγονός που έχει ανησυχήσει τις αγορές. Η Γαλλία βρίσκεται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος υπό την παρακολούθηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και πρέπει να λάβει μέτρα για να μειώσει το έλλειμμα της. Αυτό περιορίζει την ικανότητά της να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στην εφαρμογή του επενδυτικού σχεδίου.

Το πλάνο του Μάριο Ντράγκι

Το σχέδιο Ντράγκι προβλέπει την κινητοποίηση επενδύσεων ύψους 800 δισεκατομμυρίων ευρώ για την πράσινη ανάπτυξη και την ψηφιακή μετάβαση, στοιχεία που θεωρούνται κρίσιμα για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης απέναντι στις ΗΠΑ και την Κίνα. Ωστόσο, η έκδοση κοινού ευρωπαϊκού χρέους είναι απαραίτητη για την άντληση αυτών των κεφαλαίων, και χωρίς τη στήριξη της Γερμανίας και της Γαλλίας, το σχέδιο φαίνεται αδύνατο να υλοποιηθεί.

Η Γερμανία, που αντιστέκεται στην έκδοση χρέους, και η Γαλλία, που αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, δεν είναι σε θέση να ηγηθούν της προσπάθειας αυτής. Ο Ντράγκι έχει υποστηρίξει ότι η έκδοση κοινού χρέους είναι η μόνη ρεαλιστική λύση, αλλά η «αλλεργία» της Γερμανίας σε αυτήν την ιδέα και οι οικονομικές δυσκολίες της Γαλλίας καθιστούν την εφαρμογή του σχεδίου εξαιρετικά δύσκολη.

 Αντίκτυπος και κίνδυνοι

Αποτυχία υλοποίησης του σχεδίου Ντράγκι θα έχει σοβαρές επιπτώσεις για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η επένδυση στην πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι απαραίτητη για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ, ειδικά απέναντι στις ΗΠΑ, οι οποίες έχουν ήδη εφαρμόσει φιλόδοξα προγράμματα όπως ο νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού (Inflation Reduction Act). Η Ευρώπη κινδυνεύει να χάσει την πρωτοκαθεδρία σε κρίσιμους τομείς της οικονομίας και να μείνει πίσω σε θέματα όπως η κλιματική προστασία και η ψηφιακή τεχνολογία.

Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία, η ΕΕ κινδυνεύει να υποστεί σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις, καθώς η έλλειψη επενδύσεων μπορεί να οδηγήσει σε στασιμότητα και αδυναμία ανταγωνισμού στις παγκόσμιες αγορές. Επιπλέον, η έλλειψη συντονισμού μεταξύ των μεγάλων χωρών της ΕΕ μπορεί να αποδυναμώσει την πολιτική συνοχή της Ένωσης, αφήνοντας τα περιθώρια για γεωπολιτικές αναταραχές.

Η αποδυνάμωση του άξονα Παρίσι-Βερολίνο, σε συνδυασμό με τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης, θέτει σε κίνδυνο την υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου των 800 δισεκατομμυρίων ευρώ του Μάριο Ντράγκι. Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρές προκλήσεις, και η αποτυχία επίτευξης συμφωνίας για την έκδοση κοινού χρέους μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω οικονομική και πολιτική αποδυνάμωση της Ευρώπης στο παγκόσμιο σκηνικό.

Μεγαλύτερη αντιπολίτευση

Δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις για να υποστηριχθεί το σχέδιο Ντράγκι εάν η Γερμανία και η Γαλλία δεν το υποστηρίξουν. Δεν είναι μυστικό ότι υπάρχουν άλλες χώρες που είναι πολύ απρόθυμες να κινητοποιήσουν πόρους σε τόσο υψηλά ποσά που απαιτεί ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης.

Η ηγετική φωνή μεταξύ των λεγόμενων φειδωλών οικονομιών είναι η Ολλανδία, η οποία απορρίπτει κατηγορηματικά ότι αυτό το μονοπάτι θα μπορούσε να είναι πραγματικότητα εδώ και μήνες. Ωστόσο, η νότια Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Ισπανίας, βλέπει ευνοϊκά αυτήν την επιλογή.

Ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ επεσήμανε ότι αυτά τα 800 δισεκατομμύρια ευρώ «είναι συντηρητικό νούμερο», αφού δεν περιλαμβάνει στοιχεία όπως η προσαρμογή ή η προστασία του κλίματος, ούτε η εκπαίδευση για μελλοντικά επαγγέλματα. Σε κάθε περίπτωση, «η χρηματοδότηση θα πρέπει να γίνει σε παρόμοια στοιχεία από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, σε ισοζύγιο 50% και 50%», υπογράμμισε ο Ντράγκι.

Το επενδυτικό χάσμα μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ είναι ένα από τα στοιχεία στα οποία εφιστά την προσοχή  στην έκθεσή του. Το τεράστιο ποσό των επιδοτήσεων από τον νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού των ΗΠΑ έχει μείνει χωρίς αντίστοιχη από την ΕΕ, η οποία απαιτεί κίνητρα και επιδοτήσεις για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της έναντι της Ουάσιγκτον και του Πεκίνου. Επιπλέον, είναι απαραίτητο να ενθαρρυνθούν οι επενδύσεις να παραμείνουν στο ευρωπαϊκό έδαφος. Επίσης, πρέπει να αποφευχθεί η φυγή εταιρειών που, αναζητώντας κεφάλαια και μηχανισμούς για να κλιμακώσουν τις δραστηριότητές τους, παίρνουν την απόφαση να μετακομίσουν στην άλλη άκρη της λίμνης. Μια κατάσταση που δεν βοηθά ο κατακερματισμός της ενιαίας αγοράς ή οι διαφορετικοί εθνικοί κανονισμοί.