Αυτόματη η αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού – Ποια είναι τα κριτήρια
Τι προβλέπει το πόρισμα της επιστημονικής επιτροπή για την κύρωση της σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας
Τέσσερα κριτήρια θα καθορίζουν την αυτόματη αναπροσαρμογή – αύξηση του κατώτατου μισθού, μετά την κύρωση της από την χώρα μας ευρωπαϊκής οδηγίας για τους επαρκείς κατώτατους μισθούς.
Σύμφωνα με το πόρισμα της επιστημονικής επιτροπής την οποία συνέστησε το υπουργείο Εργασίας προκειμένου να προετοιμάσει τη διαδικασία εφαρμογής της οδηγίας, η αύξηση του κατώτατου μισθού θα καθορίζεται από τους εξής δείκτες:
Πρώτον, την αγοραστική δύναμη των μισθών, λαμβάνοντας υπόψη το κόστος διαβίωσης.
Δεύτερον, το γενικό επίπεδο και η κατανομή των μισθών.
Τρίτον, τον ρυθμό αύξησης των μισθών.
Και τέταρτον, τα μακροπρόθεσμα τα επίπεδα παραγωγικότητας.
Το πόρισμα παραδόθηκε χθες στην υπουργός Εργασίας κυρία Νίκη Κεραμέως από την επιστημονική επιτροπή και στη συνέχεια κοινοποιήθηκε στους κοινωνικούς εταίρους, προκειμένου να ενημερωθούν και να ακολουθήσει διάλογος πριν την κατάθεση του σχετικού νομοσχεδίου στη Βουλή.
Σύμφωνα με το πόρισμα θα υπάρξει σταδιακή μετάβαση στο νέο σύστημα καθορισμού του κατώτατου μισθού ακολουθώντας το παράδειγμα της Γαλλίας.
Πώς προκύπτει
Ειδικότερα, η αυτόματη αναπροσαρμογή προτείνεται με βάση συντελεστή που προκύπτει από το εξής άθροισμα:
Του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή μεταξύ της 1ης Ιουλίου του προηγούμενου έτους και της 30ης Ιουνίου του τρέχοντος για το χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κατανομής των νοικοκυριών
Και του ημίσεως του ετήσιου ποσοστού μεταβολής της αγοραστικής δύναμης του γενικού δείκτη μισθών κατά την ίδια χρονική περίοδο.
Εφόσον ο συντελεστής αυτός οδηγεί σε μείωση του νομοθετημένου κατώτατου μισθού ή του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου, δεν θα γίνεται αναπροσαρμογή.
Προβλέπεται επίσης η δυνατότητα να μην γίνει ανωτέρω αυτόματη αναπροσαρμογή του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου σε περίπτωση που η οικονομία βρίσκεται σε σημαντική ύφεση.
Η Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα παρακολουθεί την εφαρμογή της Οδηγίας με βάση έκθεση που υποβάλλει κάθε κράτος μέλος.
Η έκθεση παρέχει πληροφορίες για τα εξής στοιχεία:
1. Mε το ποσοστό και την εξέλιξη της κάλυψης από συλλογικές διαπραγματεύσεις.
2. Το επίπεδο του νομοθετικά καθοριζόμενου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου και το ποσοστό των εργαζομένων που καλύπτεται.
3. Περιγραφή των διαφοροποιήσεων του επιπέδου του νομοθετικά καθοριζόμενου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου (για να ελεγχθεί το θεμιτό των διαφοροποιήσεων και της τήρησης των αρχών της μη διάκρισης και της αναλογικότητας) και των κρατήσεων στις οποίες υπόκεινται (για να ελεγχθεί η διασφάλιση της επάρκειας αυτών).
Οι συλλογικές συμβάσεις
Ταυτοχρόνως, η υπό κύρωση οδηγία δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα, στην αύξηση της κάλυψης των εργαζομένων από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας με στόχο το 80%. Το ποσοστό κάλυψης από συλλογικές διαπραγματεύσεις στην Ελλάδα είναι πολύ χαμηλό. Η Οδηγία επιβάλλει να εκπονηθεί σχέδιο δράσης για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον καθορισμό των μισθών, ιδίως σε κλαδικό ή διακλαδικό επίπεδο.
Το σχέδιο δράσης πρέπει να επικαιροποιείται τουλάχιστον ανά πενταετία και, αν απαιτείται, να αναθεωρείται πριν από την πάροδο αυτής.
Η κατάρτιση, επικαιροποίηση και αναθεώρηση του σχεδίου δράσης γίνεται κατόπιν διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους ή σε συμφωνία με αυτούς ή κατόπιν αιτήματος των κοινωνικών εταίρων, ως προϊόν συμφωνίας τους.
Το σχέδιο δράσης κοινοποιείται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και δημοσιοποιείται. Το περιεχόμενο του σχεδίου δράσης αποτελεί μεν εθνική αρμοδιότητα, αλλά τα κράτη μέλη υπόκεινται στον έλεγχο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως προς το αν εφαρμόζουν ορθά την υποχρέωσή τους για ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τους μισθούς.
Πηγή: OT
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις