Δεν υπάρχει ίσως μορφή πιο συγγενική με το μαρτύριο της Σταύρωσης από τη φωτογραφία του νεκρού Τσε Γκεβάρα.


Ο αντάρτης – οικονομολόγος – γιατρός της Λατινικής Αμερικής, μετά τη σύλληψή του, εκτελέστηκε εν ψυχρώ στον ανακριτικό θάλαμο της φυλακής του, επειδή οι αρχές της Βολιβίας φοβόνταν πως κάθε λεπτό περισσότερο που ζούσε ο Τσε, βοηθούσε τη λατινοαμερικανική υπόθεση της επανάστασης.


Έτσι, βιάστηκαν να τελειώνουν μαζί του, αφού φυσικά δεν μπόρεσαν να του πάρουν ούτε μια λέξη, παρά μόνο την γεμάτη αγάπη κατανόησή του για τους ίδιους, τους βασανιστές.


Ξένες δυνάμεις κιόλας επεμβαίνοντας, Σίες και φασιστικά λατινοαμερικάνικα αποδέλοιπα (αφού οι περισσότεροι ναζήδες στη Λατινική Αμερική διάλεξαν να κρυφτούν) φέραν, με τον υπερβάλλοντα ζήλο για το ποιος θα έχει την τιμή να τον εκτελέσει, πιο γρήγορα την εκτέλεσή του απ’ ό,τι ίσως θα το ήθελε ο ίδιος ο Μπαριέντος (μακαρίτης τώρα, τότε πρωθυπουργός της βολιβιανής χούντας).


Στην φωτογραφία ο Τσε μοιάζει τόσο χαμογελαστός μες το θάνατο, σα να σηκώνεται λίγο για να σου μιλήσει, που όλοι τον παρομοίασαν με ένα σύγχρονο Εσταυρωμένο.


Ενώ οι σφαίρες στο κορμί του είναι ευδιάκριτες, έναστρες τρύπες στο μαύρο παλτό της νύχτας, τα μάτια του ανοιχτά κοιτούν όπως των τυφλών που δεν βλέπουν (γιατί είναι ήδη νεκρός), μ’ ένα τρόπο που πολλοί καλλιτέχνες εμπνεύστηκαν κι’ άνθρωποι των γραμμάτων γράψαν.


Τέτοιες μέρες, όταν το τυπολατρικό υπερκαλύπτει την ουσία, όπως σ’ εκείνους τους κακοτυπωμένους χάρτες όπου το πράσινο των βουνών καταπατά το γαλάζιο της θάλασσας, πρέπει να φέρνουμε στο νου μας των πραγμάτων το βάθος.


Όσο κι’ αν το κατεστημένο επιχείρησε να τον αποδυναμώσει, κάνοντάς τον πόστερ για δωμάτια ευαίσθητων κοριτσιών, όσο κι’ αν τον τύπωσε εμπριμέ σε μπλούζες «την-έιτζερς», όσο κι’ αν έγινε μόδα το γενάκι και το πούρο αλά Τσε, η φωτογραφία του, που μ’ αυτήν πέρασε στο Επέκεινα, παραμένει η πιο δραματική κι’ αξεπέραστη εικόνα του σύγχρονου μάρτυρα της νέας θρησκείας, που είναι ο μαρξισμός.


Οι καταπιεσμένοι των χωρών όλου του κόσμου έχουν στον Τσε Γκεβάρα έναν εμπειρικό επαναστάτη που δεν εφησύχασε με την επιτυχία της 1ης επανάστασης, όπως στην Κούβα, αλλά που, μετά από μια σύντομη ξεκούραση, ξεκίνησε πάλι για να μεταδώσει αλλού τη φλόγα.


Ο Ιούδας του στάθηκε ένας καθυστερημένος βοσκός απ’ τα ορεινά της Βολιβίας. Ο Πιλάτος του ένας δικαστής που, αντί να πλύνει τα χέρια του, προτίμησε να τα κόψει. Ο Σταυρωτής του ένας πρασινοσκούφης Βολιβιανός, εκπαιδευμένος από «μαρίνς» (πεζοναύτες) Αμερικανούς.


Στη Φλωρεντία μού έτυχε να δω, στο Μουσείο του Ντουόμο, έναν πίνακα του αναγεννησιακού ζωγράφου Τζιοβάνι ντελ Μπιόντο (1356-1392), που έφερε τον τίτλο «Τρίπτυχο του Μαρτυρίου του Αγίου Σεβαστιανού». Και να εμπνευστώ απ’ τον πίνακα αυτόν το παρακάτω ποίημα, τόσο συγγενικό με μια μέρα σαν κι’ αυτή:

«Στο σώμα του τα βέλη κι’ αν ανθίσαν
αυτός παρέμεινε χαμογελώντας,
ώσπου τα βέλη του μετάλλαξε σε εικόνα
και το χαμόγελό του σε κατηγορώ.

Δεν έτυχε ποτέ να ξαναδώ
τόσες σφαίρες στο γελαστό κορμί του,
παρά μονάχα στου Γκεβάρα
το μισοξαπλωμένο σώμα.

Όπως κι’ εκείνος έτσι κι’ ο Σεβαστιανός,
δέχτηκαν το μαρτύριο εν ειρήνη,
γιατί πολέμησαν πολύ».


Με τούτο το κείμενο, που είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Τα Νέα» στις 23 Απριλίου 1976, ημέρα Μεγάλη Παρασκευή, ο σπουδαίος Βασίλης Βασιλικός είχε τιμήσει τη μνήμη του θρυλικού επαναστάτη Τσε Γκεβάρα.


«ΤΑ ΝΕΑ», 23.4.1976, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Ο Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα, ο περίφημος Τσε Γκεβάρα, γεννήθηκε στην πόλη Ροσάριο (Ροζάριο) της Αργεντινής στις 14 Ιουνίου 1928 και απεβίωσε στη Λα Ιγκέρα της Βολιβίας στις 9 Οκτωβρίου 1967.