Καταναλωτές, κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και επενδυτές σε όλον τον κόσμο παρακολουθούν με αυξημένο ενδιαφέρον την εξέλιξη των τιμών στο πετρέλαιο, στον απόηχο της κλιμάκωσης του συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή.

Μια γενίκευση του πολέμου μεταξύ Ισραήλ και Ιράν  η οποία θα απειλούσε σοβαρά την ομαλή διάθεση πετρελαίου από τη Μέση Ανατολή, που παράγει το ένα τρίτο του παγκόσμιου αργού, είναι τόσο προφανής όσο και τρομακτική, εάν αναλογιστεί κανείς την τεράστια επιρροή του εμπορεύματος στην παγκόσμια οικονομία.

Το πετρέλαιο και οι αμερικάνικες εκλογές

Αλλά, και την πολιτική, αφού μπορεί να επηρεάσει ακόμα και τις αμερικανικές εκλογές, στον βαθμό που οι ψηφοφόροι αποδίδουν στην κυβέρνηση την ευθύνη για την εκάστοτε άνοδο του πληθωρισμού.

Η τιμή του πετρελαίου εκτινάχθηκε κατά 10% σε μια εβδομάδα, από την ώρα που το Ισραήλ επιτέθηκε στη Χεζμπολάχ και το Ιράν ανταπέδωσε με πυραυλική επίθεση στο Ισραήλ. Στις 7 Οκτωβρίου η άνοδος κορυφώθηκε με την τιμή να φτάθει στα 81 δολάρια το βαρέλι.

Πριν από δυόμισι χρόνια, μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, οι τιμές εκτινάχθηκαν πάνω από τα 120 δολάρια, καθώς οι κυρώσεις που επέβαλε η Δύση στη Ρωσία πυροδότησε φόβους για διατάραξη στον ομαλό εφοδιασμό από τον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα στον κόσμο.

Η υπερπροσφορά

Τι θα μπορούσε να συμβεί αυτήν τη φορά; Εάν η σύγκρουση κλιμακωθεί περαιτέρω, είναι πιθανό ένα σοβαρό πετρελαϊκό σοκ, επισημαίνει ο Economist.

Η διαφορά σε σχέση με το 2022 είναι ότι αυτήν τη στιγμή η αγορά χαρακτηρίζεται από υπερπροσφορά σε σύγκριση με τη ζήτηση. Συνεπώς, η αγορά πετρελαίου είναι λιγότερο ευάλωτη σε ένα τέτοιο σοκ.

Στις 3 Οκτωβρίου, ο Τζο Μπάιντεν επιβάρυνε το κλίμα, αφήνοντας ανοιχτό παράθυρο για μια επίθεση του Ισραήλ στην πετρελαϊκή υποδομή του Ιράν.

Αλλά, και πάλι, ακόμη και μια διαταραχή στην παραγωγή του Ιράν, που προμηθεύει την παγκόσμια αγορά με 2 εκατ. βαρέλια την ημέρα υπολείπεται σε βαρύτητα σε σχέση με τα 5 εκατ. βαρέλια ημερήσιων εξαγωγών της Ρωσίας.

Πέρα, όμως, από την παράμετρο αυτής καθεαυτής της προσφοράς, η παγκόσμια εικόνα διαφέρει σε σύγκριση με το 2022 ως προς το ότι δεν υπάρχει η ζήτηση που υπήρχε τότε, όταν οι οικονομίες σε όλον τον κόσμο ανέκαμπταν από τα lockdown για την Covid. Αυτό και μόνο ήταν αρκετό για να προκληθεί τέτοια ανησυχία ώστεε να «ξεφύγουν» οι τιμές.

Ο ΟΠΕΚ+…

Σήμερα ο κόσμος «κολυμπά στο πετρέλαιο», γράφει χαρακτηριστικά ο Economist. Ο ΟΠΕΚ+ προσπάθησε να διατηρήσει σε υψηλά επίπεδα τις τιμές, περικόπτοντας την παραγωγή. Αλλά αυτό το σχέδιο απέτυχε, με πετρελαιοπαραγωγούς χώρες μέλη του καρτέλ να κάνουν παρασπονδίες, παραβιάζοντας τη συμφωνία και αυξάνοντας την παραγωγή πάνω από τα συμφωνηθέντα. Τώρα, ο ΟΠΕΚ+ αλλάζει ρότα και προσανατολίζεται σε γενικευμένη αύξηση της παραγωγής από τον Δεκέμβριο.

Ακόμη και η Σαουδική Αραβία, που ηγείται του οργανισμού πετρελαιοπαραγωγών χωρών και τα έσοδα από το πετρέλαιο αποτελούν καίρια πηγή χρηματοδότησης των πολυδιαφημισμένων σχεδίων της  στο εσωτερικό της χώρας, συνθηκολόγησε: σύμφωνα με πληροφορίες, έριξε την τιμή «στόχου» των 100 δολαρίων το βαρέλι, ώστε να μπορέσει τουλάχιστον να ενισχύσει το ποσοστό της στην πίτα της παγκόσμιας αγοράς. Ο ΟΠΕΚ+ έχει πλεονάζουσα δυναμικότητα μεγαλύτερη από 5 εκατομμύρια bpd και μόνη η Σαουδική Αραβία μπορεί να αυξήσει την παραγωγή κατά 3 εκατομμύρια.

…και η απώλεια του μονοπωλίου

Πίσω από τις διαμάχες στους κόλπους του καρτέλ του πετρελαίου βρίσκεται μια λιγότερο φανερή αλλαγή που έχει συνελεστεί στα «θεμελιώδη»: σχεδόν το 60% του παγκόσμιου πετρελαίου προέρχεται πλέον από χώρες εκτός του καρτέλ και των συμμάχων του, έναντι 44% το 2019.

Οι πετρελαιοπαραγωγοί της Αμερικής έχουν εξελιχθεί στους μεγαλύτερους παγκοσμίως, με διαφορά. Η Βραζιλία, ο Καναδάς και η Γουιάνα αύξησαν επίσης την παραγωγή τους τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, η παραγωγή από χώρες εκτός ΟΠΕΚ θα αυξηθεί κατά 1,5 εκατ. bpd το επόμενο έτος.

Η «ασπίδα» στην άνοδο των τιμών

Ταυτόχρονα, η ζήτηση για πετρέλαιο είναι εδώ και καιρό χαμηλή. Μετά την ανάκαμψή τους από την πανδημία, οι οικονομίες της Αμερικής και της Ευρώπης επιβραδύνονται, αρχής γενομένης από τις αυξήσεις των επιτοκίων που επιβλήθηκαν για την αντιμετώπιση της εκτόξευσης του πληθωρισμού.

Η οικονομία της Κίνας δέχεται ισχυρή πίεση από την ύφεση στον άλλοτε κραταιό τομέα των ακινήτων της.

Στις 8 Οκτωβρίου η Υπηρεσία Ενεργειακών Πληροφοριών της Αμερικής αναθεώρησε προς τα κάτω την πρόβλεψή της για την παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου το 2025 ως αποτέλεσμα της επιβράδυνσης της βιομηχανικής δραστηριότητας σε όλο τον κόσμο.

Πριν από την τελευταία κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή, οι traders προέβλεπαν ότι οι τιμές θα έπεφταν κάτω από τα 70 δολάρια των βαρέλι το 2025, συνεπεία της αποδυνάμωσης της ζήτησης και της αύξησης της προσφοράς.

Η «ασπίδα» δεν είναι απροσπέλαστη

Η σημερινή άφθονη προσφορά παρέχει μια ασπίδα έναντι των γεωπολιτικών κραδασμών, αλλά όχι απροσπέλαστη.

Όπως εξηγεί ο Economist, εάν το Ισραήλ έπληττε τις πετρελαϊκές υποδομές του Ιράν, εκείνο με τη σειρά του θα μπορούσε να επιτεθεί σε παραγωγούς πετρελαίου που έχουν συνάψει οικονομικές συμφωνίες με το Ισραήλ, όπως το Μπαχρέιν ή τα ΗΑΕ ή θα μπορούσε να μπλοκάρει το στενό του Ορμούζ, μέσω του οποίου διέρχεται μεγάλο μέρος του πετρελαίου του Κόλπου.

Τότε, όντως, θα μπορούσε να εκτοξεύσει την τιμή του πετρελαίου κοντά στα υψηλά του 2022, γράφει ο Economist.

Ας σημειωθεί ότι ενώ ο ΟΠΕΚ, του οποίου de facto ηγείται η Σαουδική Αραβία, έχει αρκετή πλεονάζουσα χωρητικότητα πετρελαίου για να αναπληρώσει τυχόν απώλεια ιρανικών προμηθειών, μεγάλο μέρος αυτής της πλεονάζουσας δυναμικότητας βρίσκεται στην περιοχή του Κόλπου, οπότε αν στοχοποιηθούν και οι πετρελαϊκές εγκαταστάσεις στη Σαουδική Αραβία ή στα ΗΑΕ, ο κόσμος θα μπορούσε να αντιμετωπίσει σοβαρό πρόβλημα προμήθειας πετρελαίου.

Επίσης, σύμφωνα με την Υπηρεσία Ενεργειακών Πληροφοριών των ΗΠΑ (EIA), το 2022, η ροή πετρελαίου στα στενά του Ορμούζ ήταν κατά μέσο όρο 21 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, η οποία ισοδυναμεί με περίπου το 21% του παγκόσμιου εμπορίου αργού. Κατά συνέπεια, οποιαδήποτε διαταραχή στο συγκεκριμένο σημείο, μπορεί να εκτινάξει τις παγκόσμιες τιμές ενέργειας.

«Μην αφήσετε το Ισραήλ να “χτυπήσει” το πετρέλαιο του Ιράν»

Τα κράτη του Κόλπου ασκούν πιέσεις στην Ουάσιγκτον, προκειμένου να αποτρέψει το Ισραήλ από το να επιτεθεί σε πετρελαϊκές εγκαταστάσεις του Ιράν, φοβούμενα ότι σε μία τέτοια περίπτωση οι δικές του υποδομές θα μπορούσαν να βρεθούν στο στόχαστρο αντιποίνων εάν η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή κλιμακωθεί.

Σύμφωνα με πηγές τις οποίες επικαλείται το Reuters, στο πλαίσιο των προσπαθειών τους να αποφύγουν να εμπλακούν στην ευρύτερη σύγκρουση, τα κράτη του Κόλπου, συμπεριλαμβανομένης της Σαουδικής Αραβίας, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και του Κατάρ, αρνούνται παράλληλα να επιτρέψουν στο Ισραήλ να πετάξει πάνω από τον εναέριο χώρο τους για οποιαδήποτε επίθεση στο Ιράν, κάτι το οποίο έχουν μεταφέρει στην Ουάσιγκτον.

Το Ισραήλ έχει υποσχεθεί ότι το Ιράν θα πληρώσει για την πυραυλική του επίθεση την περασμένη εβδομάδα, ενώ η Τεχεράνη είπε ότι οποιοδήποτε πλήγμα θα αντιμετωπιστεί με τεράστια καταστροφή, αυξάνοντας τους φόβους για έναν ευρύτερο πόλεμο στη Μέση Ανατολή.

Οι κινήσεις των κρατών του Κόλπου έρχονται μετά από διπλωματική ώθηση από το μη αραβικό σιιτικό Ιράν να πείσει τους Σουνίτες γείτονές του στον Κόλπο να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους στην Ουάσιγκτον, εν μέσω αυξανόμενων ανησυχιών ότι το Ισραήλ μπορεί να στοχεύσει τις εγκαταστάσεις παραγωγής πετρελαίου του Ιράν.

Κατά τη διάρκεια συναντήσεων αυτή την εβδομάδα, το Ιράν προειδοποίησε τη Σαουδική Αραβία ότι δεν θα μπορούσε να εγγυηθεί την ασφάλεια των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων του βασιλείου του Κόλπου, εάν το Ισραήλ είχε οποιαδήποτε βοήθεια για να πραγματοποιήσει μια επίθεση, δήλωσαν στο Reuters ανώτερος Ιρανός αξιωματούχος και Ιρανός διπλωμάτης.

Ο Αλί Σιχάμπι, Σαουδάραβας αναλυτής κοντά στη βασιλική αυλή της Σαουδικής Αραβίας, δήλωσε: «Οι Ιρανοί έχουν δηλώσει: «Εάν τα κράτη του Κόλπου ανοίξουν τον εναέριο χώρο τους στο Ισραήλ, αυτό θα είναι πράξη πολέμου».

Ο διπλωμάτης είπε ότι η Τεχεράνη έστειλε ένα σαφές μήνυμα στο Ριάντ ότι οι σύμμαχοί της σε χώρες όπως το Ιράκ ή η Υεμένη ενδέχεται να απαντήσουν εάν υπάρξει οποιαδήποτε περιφερειακή υποστήριξη προς το Ισραήλ εναντίον του Ιράν.

Η «ασπίδα» δεν είναι απροσπέλαστη

Και ενώ ο κοινός νους θα οδηγούνταν στη λογική σκέψη ότι οι ηγέτες του θεοκρατικού καθεστώτος του Ιράν θα ήταν ανόητοι να κάνουν τέτοιες ενέργειες, οι οποίες θα μπορούσαν να εμπλέξουν περισσότερο την Αμερική στη σύγκρουση και να στρέφουν εναντίον του Ιράν τους εναπομείναντες φίλους του, όπως η Κίνα, ο μεγαλύτερος εισαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο.

Αλλά, στη Μέση Ανατολή, τα σενάρια εφιάλτη δεν μπορούν ποτέ να αποκλειστούν. Δεδομένου ότι η παραγωγή πετρελαίου εξακολουθεί να είναι συγκεντρωμένη σε λίγες χώρες, η προσφορά παραμένει ευάλωτη στις αποφάσεις κάποιω ολιγαρχών. Και όσο κι αν ακούγεται δυσάρεστο για έναν πλανήτη που προσπαθεί (;) να απεξαρτηθεί από αυτό, η ωμή αλήθεια είναι ότι το πετρέλαιο προς το παρόν παραμένει το καύσιμο της παγκόσμιας οικονομίας.

Πηγή: ΟΤ