Κυβέρνηση: Η «θεωρία» του χάους στα ποσοστά της ΝΔ και τί φέρνει ο δείκτης «ΠΑΣΟΚ»
Την κατάσταση στην αντιπολίτευση και πως επηρεάζει την πορεία της ΝΔ σχολιάζουν στο in ο κ. Ζαχαρίας Ζούπης (Opinion Poll) και ο κ. Νίκος Παπασπύρου (Αν. Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου ΕΚΠΑ).
Εξαιτίας της πολιτικής αδράνειας της αντιπολίτευσης αναδύεται στην επιφάνεια το ερώτημα κατά πόσο η ΝΔ επωφελείται και κατά πόσο μπορεί να επηρεάσει την πορεία του κόμματος η συνεχής απουσία αντιπάλου και η εικόνα χάους στο αντιπολιτευτικό σκηνικό. Ενόψει του δεύτερου γύρου εκλογών στο ΠΑΣΟΚ, για την ανάδειξη αρχηγού, η ΝΔ έχει τοποθετήσει ως αντίπαλο της τη Χαριλάου Τρικούπη, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι όντως το ΠΑΣΟΚ αποκτά ρεύμα, προσωπικότητα και αφήγημα.
Είναι εύλογη, λοιπόν, η υπόθεση εργασίας για το αν η κατάσταση στην αντιπολίτευση μπορεί να βοηθήσει το κυβερνών κόμμα να ανακτήσει το χαμένο έδαφος και η ΝΔ να επανέλθει σε ποσοστά του 2023.
Η διεύρυνση προς το κέντρο-την οποία έκανε η ΝΔ τα τελευταία χρόνια ανοίγοντας έτσι την κάνουλα ψηφοφόρων και από άλλες δεξαμενές- φαίνεται πως θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο από εδώ και στο εξής.
Με μία εκ των αριστερών της χαώδη κατάσταση η ΝΔ συγκρατεί προς ώρας τα ποσοστά της παρά τη φθορά του χρόνου και την πίεση που δέχεται από τα δεξιά. Αν το ΠΑΣΟΚ εμπνεύσει πολιτικά, δείξει σταθερότητα και έτσι γίνει μία αξιόπιστη πολιτική δύναμη, τότε η ΝΔ ενδέχεται να μπει σε νερά θολά.
Ως προς το αν η ΝΔ πετύχει τον στόχο στις εκλογές του 2027, η κυβέρνηση θέλει να ξεκαθαρίσει ότι αυτό θα εξαρτηθεί από την αποτελεσματικότητα της, ως προς την υλοποίηση του προγράμματος για το οποίο εκλέχτηκε το 2023. Και αυτό προφανώς είναι ένας από τους παράγοντες που θα κρίνουν τη δύναμη της ΝΔ.
Αν λάβουμε ως δεδομένο το παραπάνω, το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών- και οι μέχρι τώρα δημοσκοπήσεις- δείχνουν ότι ο κόσμος αποδοκιμάζει την αποτελεσματικότητά της κυβέρνησης.. Ως προς την υλοποίηση του προγράμματος η ΝΔ δέχεται κριτική και από το εσωτερικό του κόμματος με τις ερωτησεις – πίεση των βουλευτών προς τους υπουργούς.
Το χάος στην αντιπολίτευση επιτρέπει όμως στη ΝΔ να μην έχει μαζικές διαρροές.
Ως προς το ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, σημαντική είναι η πορεία του ΠΑΣΟΚ, από την Δευτέρα. “Να δούμε αν θα διατυπώσει μια κοστολογημένη εναλλακτική, χωρίς τη λογική που είχε μέχρι σήμερα, δυστυχώς, σε πάρα πολλές περιπτώσεις, μιμούμενο τον ΣΥΡΙΖΑ, του όχι σε όλα, της καταψήφισης εμβληματικών νομοσχεδίων που θα έπρεπε να ενώνουν τους βουλευτές μας και το πολιτικό σύστημα συνολικά, όπως τα μη κρατικά Πανεπιστήμια, όπως η επιστολική ψήφος, η επέκταση του Ταμείου Ανάκαμψης, δηλαδή προληπτικές εξετάσεις κατά του καρκίνου, ανακαίνιση Νοσοκομείων και Κέντρων Υγείας”.
Σχολιάζουν στο In
Το πρόσωπο του νέου προέδρου του ΠΑΣΟΚ θα κρίνει πολλά
Ζαχαρίας Ζούπης
Διευθυντής Ερευνών της OPINION POLL
O πρώτος γύρος εκλογών για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ έφερε ανέδειξε πρώτο τον Ν. Ανδρουλάκη με διαφορά 8.23% του δεύτερου Χ. Δούκα. Δεν πρόκειται για κάποια διαφορά ασφαλείας. Ο δεύτερος γύρος είναι μια νέα μάχη, έχει τα δικά της χαρακτηριστικά. Τα διλήμματα , θα τεθούν πιο άμεσα, πιο επιτακτικά. Έχει σημασία αυτό. Στην προεκλογική περίοδο οι στρατηγικές υποψηφίων θόλωσαν την εικόνα, οδηγούσαν σχεδόν να ξεχνιέται γιατί ασκήθηκε τόσο έντονη κριτική στον Ν. Ανδρουλάκη και γιατί Πολιτικό Συμβούλιο και Κ.Ο ζήτησαν με τεράστια πλειοψηφία εκλογές , απαίτηση που εκ των υστέρων έγινε αποδεκτή.
Τώρα έχουμε μια μάχη των δύο και η τράπουλα ξαναμοιράζεται. Άλλωστε περίπου το 50% των συμμετεχόντων στον πρώτο γύρο επέλεξε κάποιον άλλο από τους δύο πρώτους. Και οι δύο μονομάχοι βρίσκονται μπροστά σε ερωτήματα που πρέπει να απαντήσουν : Μπορεί ο Ν. Ανδρουλάκης να πείσει ότι άλλαξε στα σημεία που επικεντρώθηκε η εσωκομματική κριτική απέναντί του, ότι θα αγκαλιάσει νέες δυνάμεις, ότι μπορεί να ξεπεράσει το ταβάνι που του αποδίδουν και να διαμορφώσει ανοιχτή παράταξη; Μπορεί ο Χ. Δούκας να παντρέψει τα καθήκοντα του Δημάρχου και του Προέδρου, αποτελεί πραγματικά ένα στέλεχος που αν νικήσει μπορεί να κάνει προσαρμογές που θα επιτρέψουν στο ΠΑΣΟΚ να εκφράσει μια δυναμική , ορμητική πορεία; Σε κάθε περίπτωση και οι δύο θα συγκριθούν με κάποια βασικά κριτήρια. Ποιος τελικά συγκριτικά μπορεί να φέρει νέα ορμή στο ΠΑΣΟΚ ώστε να ξεφύγει από την στασιμότητα που εμφάνισε στις Ευρωεκλογές; Ποιος τελικά έχει σχέδιο για να ανεβάσει τα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ εκλογικά και όχι ίσως περιστασιακά λόγω κλίματος περιόδου δημοσκοπικά ; Ποιος μπορεί τελικά να αντιμετωπίσει και να νικήσει τον Κ. Μητσοτάκη και με ποια πολιτική κατεύθυνση και αντιπολιτευτική τακτική μπορεί να το πετύχει; Με τι πρόγραμμα και θέσεις θα πορευτεί;
Δεν πρέπει να υποτιμηθεί δε η επικράτηση τελικά ή όχι μιας θέλησης αλλαγής ηγεσίας που φαινόταν ισχυρή δημοκοπικά στα ευρήματα όλων των ερευνών όλων των εταιρειών σε ερώτηση που θέταμε και σύμφωνα με τα οποία το 60%-65% και στην κοινή γνώμη και στους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ ζητούσε εκλογή νέου Προέδρου. Μαζί μ΄αυτά το μέγεθος της αποχής , όπως και οι συνεργασίες θα διαδραματίσουν ρόλο. Ωστόσο, η μεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων των άλλων τεσσάρων υποψηφίων θα αποφασίσουν χωρίς να περιμένουν δημόσια εκφρασμένη ή υπόγεια γραμμή του υποψήφιου.
Πορευόμαστε σε μια αμφίρροπη μάχη που όλα αυτά θα παίξουν τον ρόλο τους, θα συσταθμιστούν θα καθορίσουν την τελική επιλογή πολλών χιλιάδων ψηφοφόρων. Γίνεται μια συζήτηση για το « καλό» και « κακό» σενάριο για την Ν.Δ και αυτή συνδέεται με πρόσωπα. Δεν νομίζω ότι έχει νόημα η παραπολιτική και οι εικασίες. Η πρόκληση είναι να ανταποκριθεί το ΠΑΣΟΚ με την νέα ηγεσία του στο χρέος του αξιοποιώντας τις δυνατότητες της συγκυρίας. Ήδη υπάρχει μια δημοσκοπική άνοδος , αν και πρέπει να επισημανθεί ότι σ΄αυτή απεικονίζεται η εικόνα διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ και η συνάντηση διαφορετικών προσδοκιών που συνδέονται με διαφορετικούς υποψήφιους. Στο μέλλον θα δούμε που θα κατασταλάξουν οι συσχετισμοί . Άλλωστε το 2021 το ΠΑΣΟΚ εμφανίστηκε με ποσοστά 17%-18% μετά την εκλογή Ν. Ανδρουλάκη, όταν λίγους μήνες πριν το ποσοστό του μετεωριζόταν γύρω στο 8% στην εκτίμηση ψήφου. Η συνέχεια είναι γνωστή. Το πιο σοβαρό είναι αν το ΠΑΣΟΚ δεν ζαλιστεί από τον ενθουσιασμό μιας εσωτερικής εκλογικής διαδικασίας, αλλά αν θα δείξει έμπρακτα πια ότι αποκτά χαρακτηριστικά αξιόπιστης εναλλακτικής πρότασης. Χρειάζεται έμπρακτες ηγετικές δεξιότητες, αξιόπιστο πρόγραμμα, στελέχη με σύγχρονο λόγο και ρήξεις που θα σηματοδοτήσουν το πέρασμα στην νέα εποχή. Με λίγα λόγια , για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή. Αν τα καταφέρει θα είναι ένα κακό μαντάτο για την Ν.Δ , διαφορετικά θα ξαναβρεθούμε σε μια από τα ίδια , άντε και με μια μικρή άνοδο ποσοστών και αυτό θα είναι μια καλή εξέλιξη για την Ν.Δ.
Οι εκλογές στο ΠΑΣΟΚ και η Κυβέρνηση
Νίκου Παπασπύρου
Αν. Καθηγητή Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ
Η διαδικασία εκλογής προέδρου στο ΠΑΣΟΚ συμπίπτει με την ανάγκη αποσαφήνισης ενός εναλλακτικού κυβερνητικού πόλου στη χώρα. Η σοβαρότητα με την οποία διεξήχθη η διαδικασία και η προσέλκυση στρωμάτων τόσο με κεντρώα όσο και με αριστερά χαρακτηριστικά, σε αντιπαραβολή με τις, ανεπίδεκτες σχολιασμού, εξελίξεις στο ΣΥΡΙΖΑ, παρέχουν μία σημαντική ευκαιρία στο ΠΑΣΟΚ, να καταστεί η de facto αξιωματική αντιπολίτευση στα πολιτικά πράγματα. Τι σημαίνει αυτό για την κυβερνώσα παράταξη; Και πώς επηρεάζεται από την επιλογή του δίδυμου Ανδρουλάκη-Δούκα στον δεύτερο γύρο;
Ι. Εκ πρώτης όψεως, μπορεί να προσδοκά κανείς την επάνοδο σε συνθήκες ισορροπίας στο πολιτικό σύστημα. Παραλλήλως, θα μπορούσε να ευνοηθεί από μία τέτοια εξέλιξη και η κυβέρνηση, νιώθοντας την ανάσα του ανταπαιτητή της εξουσίας και πιεζόμενη σε αυτό-βελτίωση. Θα μπορούσε να ευνοηθεί και παραπλεύρως, μέσα από την δημιουργία νέων συνθηκών πόλωσης. Δηλαδή, να επιδιωχθεί συγκράτηση των κεντρόφυγων τάσεων, υπό το φως της ανόδου του ιστορικού αντιπάλου της ΝΔ.
Αυτή η εκδοχή θα μπορούσε στον ιστορικό χρόνο να επιβεβαιωθεί. Ωστόσο, είναι εξίσου πιθανό, προς ώρας, να επικρατήσουν άλλες, βραχυχρόνιες σκέψεις και να παραμείνει η κυβερνητική αντίληψη και τακτική ως έχουν. Και αυτό για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι τα δημοσκοπικά δεδομένα εκ των πραγμάτων θέλουν το χρόνο τους για να μεταβληθούν. Ο δεύτερος είναι ότι ο αποκλεισμός Γερουλάνου και Διαμαντοπούλου από τον δεύτερο γύρο θα δώσουν το επιχείρημα στην κυβερνητική πλευρά να υποστηρίξει εντός των νεοδημοκρατικών τειχών ότι εξακολουθεί ο χώρος του κέντρου να είναι ευρέως προσβάσιμος σε αυτήν. Κατά συνέπεια, θα ισχυρισθούν, δεν δικαιολογείται αλλαγή φυσιογνωμίας της κυβερνήσεως. Η βασική στρατηγική θα παραμείνει η ίδια. Το ίδιο όμως και η αμφισβήτησή της από την διαμορφούμενη πλέον εσωκομματική αντιπολίτευση. Δεν γνωρίζουμε ποιο θα είναι το ισοζύγιο αυτής της εξέλιξης στο εκλογικό πεδίο, θεωρούμε ωστόσο ότι βραχυπρόθεσμα είναι η λιγότερο επικίνδυνη για τον ίδιο τον Πρωθυπουργό. Διότι κάθε άλλη επιλογή θα σημάνει περιχαράκωση σε επίπεδο δημόσιας πολιτικής και συνθηκολόγηση σε κομματικό επίπεδο.
Για τους ίδιους λόγους, ως προς τις σχέσεις της κυβερνήσεως με το ΠΑΣΟΚ, εκτιμούμε ότι θα ακολουθηθεί η ίδια προσέγγιση. Θα επιδιωχθεί δηλαδή η επικοινωνιακή πρόκληση προς το ΠΑΣΟΚ ενόψει (αληθών ή υποτιθέμενων- δεν λαμβάνουμε θέση) μεταρρυθμίσεων και, στη συνέχεια, η επιδίωξη απαξίωσης. Στο μεταξύ, το κυρίαρχο αφήγημα εκ μέρους των φιλοκυβερνητικών πηγών θα είναι ότι στον πρώτο γύρο του ΠΑΣΟΚ δεν κυριάρχησαν οι αστικές-εκσυγχρονιστικές δυνάμεις.
ΙΙ. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν αυτή η προσέγγιση απέναντι στο ΠΑΣΟΚ θα συνεχίσει να λειτουργεί ή κάποια στιγμή θα οδηγήσει σε αυτοπαγίδευση. Επειδή στην πολιτική κονίστρα διεξάγεται διαδραστικό παίγνιο, κρίσιμη θα είναι η απάντηση του ΠΑΣΟΚ και ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει κατανοητή στη δημόσια σφαίρα. Κατά τη γνώμη μας, το ΠΑΣΟΚ δεν πρέπει να θεωρήσει μειονέκτημα, αλλά αρετή το γεγονός ότι έχει τη δυνατότητα πρόσβασης τόσο σε αριστερά, όσο και σε κεντρώα ακροατήρια. Και έχει συμφέρον να επιλέξει πρόεδρο που να μπορεί ταυτόχρονα να μιλά και στα δύο! Βεβαίως, η εξέλιξη των πραγμάτων, και ιδίως ο νέος κόσμος που προσέλκυσαν οι μεγάλοι αποκλεισθέντες του πρώτου γύρου (Γερουλάνος-Διαμαντοπούλου), δείχνει την ανάγκη σε πρώτο χρόνο να διατηρηθεί το ενδιαφέρον αυτών των ψηφοφόρων. Αυτό όμως δεν πρέπει να μεταφραστεί ως «κεντρώα» στροφή, αλλά, ακριβέστερα, ως στροφή σε νεωτερικές/προοδευτικές ιδέες. Θυμίζουμε εδώ ότι ο κ. Κασσελάκης ψηφίστηκε για πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ διότι υποσχέθηκε ότι θα μεταφυτεύσει σε ένα νεομαρξιστικό κόμμα πολιτικές θέσεις του δημοκρατικού κόμματος των ΗΠΑ. Ανεξάρτητα από την (όπως είπαμε, ανεπίδεκτη σχολιασμού) εξέλιξη των πραγμάτων εκεί, το βέβαιο είναι ότι υπάρχει ζήτηση για νέες ιδέες που θα συμπληρώσουν την παραδοσιακή δεξαμενή της σοσιαλδημοκρατίας. Και αντιθέτως, η απογοήτευση πολλών από τον λεγόμενο (επίσης δεν λαμβάνουμε θέση) αυταρχικό νεοφιλελευθερισμό, δεν πρόκειται να βρει διέξοδο στην παραδοσιακή και ανεδαφική λογική της φορολόγησης και αναδιανομής (tax and transfer). Ούτε φυσικά έχει συμφέρον το ΠΑΣΟΚ να λειτουργήσει ως subwoofer της λαϊκής δεξιάς.
Δεν αρκεί όμως μόνο αυτό. Αν στόχος σου είναι να συνθέσεις αριστερές και κεντρώες ιδέες, πρέπει η σύνθεση να βγάζει νόημα. Η επικοινωνιακή επίθεση από την ΝΔ στο ΠΑΣΟΚ το πρώτο εξάμηνο του 2024 ήταν ότι το ΠΑΣΟΚ έχει ασαφείς ή έστω ασταθείς θέσεις. Αυτή η γραμμή υποθέτουμε θα επιδιωχθεί και στο μέλλον. Κατά τη γνώμη μας πάντως, πρόκειται περισσότερο για ζήτημα επικοινωνίας και λιγότερο ουσίας. Ας λάβουμε ως παράδειγμα εργασίας το ζήτημα των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης επιθυμεί, για διάφορους λόγους, να υπάρξει τέτοια δυνατότητα. Παράλληλα όμως, θα αρνείτο μία μαζική πανεπιστημιοποίηση των κολλεγίων. (Για να είμαστε δίκαιοι, πέραν των διδάκτρων, αυτό θα συνιστά μία παραλλαγή της πανεπιστημιοποίησης των ΤΕΙ που νομοθέτησε ο ΣΥΡΙΖΑ – όλοι δικαιούνται πανεπιστημιακό πτυχίο της επιλογής τους). Μία επομένως συγκροτημένη και συνεπής στάση θα μπορούσε να είναι ότι απαιτείται ένα πλαίσιο που θα εγγυάται τον ακαδημαϊκά υψηλό και μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα, και ότι αυτό μπορεί να διασφαλιστεί μόνο με αναθεώρηση του Συντάγματος και σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Και ότι σε κάθε περίπτωση το σχετικό νομοσχέδιο θα πρέπει να συνταχθεί διαφανώς από νομοπαρασκευαστική επιτροπή που θα συγκροτούν διακεκριμένοι πανεπιστημιακοί με ευρύ φάσμα απόψεων. Εκτιμούμε ότι μία τέτοια προσέγγιση είναι πολύ κοντά στη θέση την οποία διαμόρφωσε το ΠΑΣΟΚ. Το οποίο εξάλλου έκανε – διαφανώς- και επιστημονική ημερίδα για το ζήτημα. Ωστόσο, η εντύπωση που επικράτησε ήταν ότι οι θέσεις του κόμματος ήταν ασταθείς. Με την βοήθεια και εσωκομματικών αντιπάλων του κ. Ανδρουλάκη.
Όλα αυτά έχουν την αξία τους για τον εξής απλό λόγο: Διότι δεν μπορεί να προβλεφθεί εκ των προτέρων αν ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε έως σήμερα το ΠΑΣΟΚ από την κυβέρνηση, θα συνεχίσει να λειτουργεί στο μέλλον. Ή αν το ΠΑΣΟΚ, με προϊούσα την κόπωση όλων, θα οδηγήσει την κυβέρνηση σε αμφίπλευρη συμπίεση. Σε μία τέτοια περίπτωση, το επικίνδυνο για τη ΝΔ σενάριο θα ήταν να φοβηθεί ο συντηρητικός ψηφοφόρος … όταν όμως εκείνος θα έχει ήδη συμφιλιωθεί με την ιδέα της συνεργασίας με κάποιον φορέα της άπω δεξιάς.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις