Λήξη πολέμου στην Ουκρανία: Βρετανός καθηγητής θέτει 3 επιλογές βγαλμένες από την ιστορία
Γλυκόπικρες Βερσαλίες 1919, διαλυμένη Γερμανία 1945 ή άνευ προηγoυμένου ταπείνωση του Μπρέστ Λιτόφσκ (1918) για τη λήξη του πολέμου στην Ουκρανία;
- Η Μπλέικ Λάιβλι μηνύει για σεξουαλική παρενόχληση τον συμπρωταγωνιστή της,Τζάστιν Μπαλντόνι
- Δημήτρης Κόκοτας: Είμαστε αισιόδοξοι λέει η σύζυγός του
- Ζελένσκι: Είχαμε πολλές συναντήσεις με τον διευθυντή της CIA και είμαι ευγνώμων για τη βοήθειά του
- Νεκρός 16χρονος από χιονοστιβάδα σε χιονοδρομικό κέντρο - Τέσσερα άτομα τραυματίστηκαν
Το αργότερο μέχρι το 2025, ο Πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, δεσμεύτηκε να τερματίσει τον πόλεμο με τη Ρωσία, εάν βαδίσει βάσει του σχεδίου του: προμήθεια νέων ειδικών όπλων και άμεση ένταξη στο NATO. Η αισιοδοξία του όμως αυτή, δεν βρίσκει σύμφωνους πολλούς ειδικούς.
Ανάμεσά τους είναι ο Βρετανός ιστορικός στο Πανεπιστήμιο College Cork στην Ιρλανδία, Τζέφρι Ρόμπερτς, ειδικός στη σοβιετική διπλωματική και στρατιωτική ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ερευνώντας, λοιπόν, ο Ρόμπερτς τα δεδομένα από το πεδίο της μάχης στην Ανατολική Ουκρανία και το Κουρσκ, αντιλαμβάνεται ότι το Κίεβο, λόγω ηττών και υποχωρήσεων βρίσκεται αντιμέτωπο αρχικά με δυο μοιραίες επιλογή: να ζητήσει το ίδιο ειρήνη ή να πολεμήσει μέχρι τέλους και να καταστραφεί.
Υπενθυμίζεται ότι ακόμα δυτικά μέσα -και όχι ρωσικά- όπως οι New York Times αναφέρουν ότι ακόμα και τα εδάφη που κατέκτησε η Ουκρανία στο Κουρσκ μετά το καλοκαίρι ανακαταλαμβάνονται από τους Ρώσους, οι οποίοι προωθούνται στα νώτα της ουκρανικής παράταξης.
Αν και ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι φαίνεται να ακολουθεί το μονοπάτι του πολέμου, ο Βρετανός ιστορικός παρουσιάζει επιλογές, σκαλίζοντας τρία παραδείγματα του παρελθόντος που βρίσκουν κάποιες αναλογίες με αυτό που αντιμετωπίζει σήμερα η Ουκρανία.
«Καμία ιστορική αναλογία δεν είναι τέλεια, αλλά η ανακωχή της Γερμανίας με τις δυνάμεις της Αντάντ τον Νοέμβριο του 1918 είναι ένα διδακτικό παράδειγμα»
Αντί να ισοπεδωθεί η Ουκρανία, όπως η Γερμανία το 1945 (σίγουρα απευκταία επιλογή), ο Ρόμπερτς προκρίνει μια ανακωχή τύπου 1918 στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Μια τέτοια λύση, εδράζεται στην ειρηνευτική πρόταση του Προέδρου Πούτιν τον Ιούνιο: κατάπαυση του πυρός με αντάλλαγμα την ουδετερότητα της Ουκρανίας και την πλήρη απόσυρση των ενόπλων δυνάμεών της από τις τέσσερις επαρχίες -Ντόνετσκ, Λούγκανσκ, Χερσώνα και Ζαπορίζιε- που επισήμως ενσωματώθηκαν από τη Ρωσία τον Οκτώβριο του 2022, δηλαδή παραχωρήσεις που θα ακολουθούσαν στη συνέχεια λεπτομερείς ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, σύμφωνα με τον ίδιο.
«Καμία ιστορική αναλογία δεν είναι τέλεια» τονίζει ο ιστορικός, «αλλά η ανακωχή της Γερμανίας με τις δυνάμεις της Αντάντ τον Νοέμβριο του 1918 είναι ένα διδακτικό παράδειγμα ενός πολέμου που έληξε με νίκη μιας πλευράς αλλά με όρους που απείχαν πολύ από μια άνευ όρων παράδοση, όπως συνέβη στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο,
Υπενθυμίζεται πως όταν παραδόθηκε η Γερμανία το 1918, σταμάτησε όλες τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και απέσυρε τις ένοπλες δυνάμεις της από ξένα κατεχόμενα εδάφη. Σε αντίθεση με το 1945, η Γερμανία δεν καταλήφθηκε και της υποσχέθηκαν μια συνθήκη ειρήνης κατόπιν διαπραγματεύσεων. Μπορεί να άλλαξε το αυτοκρατορικό καθεστώς στη χώρα, αλλά αντικαταστάθηκε από δημοκρατία.
Σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης των Βερσαλλιών, που ακολούθησε το 1919, η Γερμανία έχασε εδάφη και αναγκάστηκε να αποστρατικοποιηθεί και να πληρώσει δισεκατομμύρια δολάρια ως αποζημιώσεις.
Μπορεί και τότε να διαμαρτυρήθηκαν οι Γερμανοί ότι τους επιβλήθηκε μια ταπεινωτική ειρήνη, αλλά, σε σύγκριση με την εξαφάνιση των συμμάχων τους, Οθωμανική Αυτοκρατορία και Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία, έπεσαν στα μαλακά.
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1920 η χώρα είχε ανακάμψει οικονομικά, αποκαταστάθηκε διεθνώς όντας μέλος της Κοινωνίας των Εθνών, ενώ οι ένοπλες δυνάμεις αναδιοργανώθηκαν. Ο καθηγητής υποστηρίζει εξάλλου, ότι ναζιστικός εφιάλτης της δεκαετίας του 1930 δεν ήταν τόσο συνέπεια των Βερσαλλιών, αλλά αποτέλεσμα της κατάρρευσης από το κραχ της Wall Street το 1929.
Έτσι, η ανακωχή του 1918 οδήγησε σε μια πικρή ειρήνη για τη Γερμανία στις Βερσαλλίες, αλλά έσωσε εκατομμύρια ζωές και διασφάλισε το μέλλον της χώρας.
Ο Τζέφρι Ρόμπερτς, σήμερα θεωρεί ότι η Ουκρανία βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση από τη Γερμανία του 1918.
Μπορεί να έχασε εδάφη, αλλά δεν αντιμετωπίζει ακόμη επικείμενη ήττα και κατοχή και μπορεί ακόμα να προκαλέσει βαριές ζημιά στον ρωσικό στρατό. Σε αντίθεση με τη Γερμανία στις Βερσαλλίες, η Ουκρανία δεν θα ήταν απομονωμένη σε καμία ειρηνευτική διάσκεψη, καθώς διαθέτει ισχυρούς δυτικούς υποστηρικτές και ισχυρή υποστήριξη ακόμα και από τον Παγκόσμιο Νότο, συμμάχους της Ρωσίας, που όμως θέλουν ειρήνη.
Εξάλλου, ο Πούτιν δεν έχει ουσιαστικές εδαφικές φιλοδοξίες πέρα αυτών που πρότεινε στην ειρηνευτική πρόταση του Ιουνίου. Η αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη, μάλιστα που θα απαιτήσει, ο Ρόμπερτς θεωρεί ότι θα μπορούσε να βολέψει και την Ουκρανία, ειδικά εάν έχει ως αποτέλεσμα την επιστροφή στην κυριαρχία του εδάφους που κατέχει αυτή τη στιγμή η Ρωσία.
Επίσης, η Ρωσία δεν θα πληρώσει αποζημιώσεις αλλά ούτε θα τις απαιτήσει, εκτός από την επιστροφή από τη Δύση των παγωμένων τραπεζικών περιουσιακών της στοιχείων. «Πράγματι, υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους η Ρωσία θα μπορούσε να βοηθήσει στη μεταπολεμική ανάκαμψη της Ουκρανίας, ιδίως σε σχέση με τον ενεργειακό εφοδιασμό της χώρας» υπογραμμίζει ο καθηγητής στο College Cork.
«Οι αιχμάλωτοι θα μπορούσαν να απελευθερωθούν, εκατομμύρια Ουκρανοί πρόσφυγες στη Ρωσία καθώς και στην Ευρώπη θα μπορέσουν να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Η Ρωσία θα απαιτούσε προστασία για τους εναπομείναντες συμπατριώτες της στην Ουκρανία και το Κίεβο τη διασφάλιση των συμφερόντων των πολιτών της στα ρωσικά κατεχόμενα εδάφη» λέει.
Το πιο σημαντικό, θα ήταν η διαπραγμάτευση μιας διεθνούς εγγύησης ασφάλειας για την προστασία της Ουκρανίας από μελλοντική εισβολή από τη Ρωσία. Μια τέτοια ειρηνευτική διευθέτηση θα επιτάχυνε με τη σειρά της την ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ, σύμφωνα με τον καθηγητή.
Όχι άλλο ένα Μπρεστ Λιτόφσκ
Βέβαια, ο Ρόμπερτς προτείνει και μια τρίτη ιστορική αναλογία του 1918, αυτή της συνθήκης ειρήνης του Μπρεστ-Λιτόφσκ τον Μάρτιο του 1918.
Έχοντας καταλάβει την εξουσία στη Ρωσία, στα τέλη του 1917 οι Μπολσεβίκοι επιδίωξαν μια ξεχωριστή ειρήνη με τη Γερμανία. Συμφωνήθηκε κατάπαυση του πυρός και άρχισαν οι διαπραγματεύσεις στο Μπρεστ-Λιτόφσκ.
Οι Μπολσεβίκοι όμως δεν διαπραγματεύτηκαν καλόπιστα, καθώς γι’ αυτούς ήταν ένα μέσο να κερδίσουν χρόνο ώστε να εδραιώσουν την ισχύ τους στο εσωτερικό και να προωθήσουν την επανάσταση στο εξωτερικό. Έτσι, οι σοβιετικοί αναγκάστηκαν να υπογράψουν μια συνθήκη που παραχωρούσε απίστευτα τεράστιες εκτάσεις και αποζημιώσεις στη Γερμανία.
Ο ίδιος ο Τρότσκι, παραδέχτηκε πως αν οι Μπολσεβίκοι ήταν εξαρχής ειλικρινείς για την ειρήνη, θα μπορούσαν να είχαν πετύχει μια πολύ καλύτερη συμφωνία.
Το 1918 οι Μπολσεβίκοι παρασύρθηκαν από την επαναστατική ρητορική τους, ενώ οι Γερμανοί αντιμετώπισαν την πραγματικότητα της επικείμενης στρατιωτικής τους ήττας, υπογραμμίζει ο Ρόμπερτς. Έτσι, για τον ίδιο, η ειρήνη που προτείνει ο Πούτιν, στα «πρότυπα» των Βερσαλιών, αν και «αποκρουστική», είναι σίγουρα «προτιμότερη από την ανοησία» μιας «μέχρις εσχάτων» Γερμανίας του 1945 ή ενός Μπρεστ Λιτόφσκ του 1918.
Οι Ουκρανοί πολίτες ίσως να βοηθήσουν τον Ζελένσκι τι να επιλέξει…
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις