[…]

Κυρία Παπανδρέου, η αντιμετώπιση των προβληματικών επιχειρήσεων με τους τρόπους και τις αντιλήψεις που εξαντλήσαμε έχει χαρακτηρισθεί σαν δεξιά στροφή της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης. Είναι δεξιά πολιτική;

Διατυπώνεται η άποψη ότι οι αποφάσεις που έχουμε πάρει να εξυγιανθούν κάποιες επιχειρήσεις και κάπως να οργανωθούμε καλύτερα σαν κοινωνία και σαν οικονομία αποτελεί «δεξιά στροφή». Δεν ξέρω αν αυτό είναι δεξιά στροφή και δεν ξέρω τι εννοούν αυτοί με αριστερή πολιτική. Η δεξιά πολιτική ταυτίζεται με προβληματικές στον χώρο τον ιδιωτικό, και για μένα η αριστερή πολιτική δεν θα ήταν να υποκαταστήσουμε τις ιδιωτικές προβληματικές με κρατικές ή με κοινωνικοποιημένες προβληματικές επιχειρήσεις. Αυτό νομίζω είναι το ίδιο δεξιά πολιτική. Αριστερή για μένα πολιτική είναι να κάνουμε μια οικονομία ανταγωνιστική, με υγιείς επιχειρήσεις, είτε αυτές είναι ιδιωτικές είτε είναι κρατικές είτε είναι κοινωνικοποιημένες. Και ο καθένας να αμείβεται σύμφωνα με την απόδοση και την προσφορά του, κι όχι σύμφωνα με κάποια κεκτημένα λεγόμενα δικαιώματα, τα οποία μερικές φορές είναι και κληρονομικά.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 10.8.1986, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η αριστερή πολιτική συνδυάζεται με το ποιος παίρνει τις αποφάσεις και ποιος καρπούται την υπεραξία που δημιουργείται στην παραγωγή. Που σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να έχουν πλεόνασμα, δηλαδή κέρδη. Αριστερή πολιτική δεν σημαίνει ούτε κοινωνικοποίηση ελλειμμάτων ούτε δημιουργία προβληματικών επιχειρήσεων. Γιατί τότε δεν έχουμε κοινωνικοποίηση υπεραξίας, αλλά επιβάρυνση του κοινωνικού συνόλου με τα ελλείμματα ορισμένων επιχειρήσεων.

Είπατε ότι μας λείπουν μάνατζερ, και σ’ αυτό έχει παίξει τον ρόλο της και η παιδεία, που δεν υπήρξε ποτέ συνδυασμένη με την ανάπτυξη. Αλλά μήπως δεν μας λείπουν και σύγχρονοι βιομήχανοι;

Υπάρχει οπωσδήποτε πρόβλημα και με την εκπαίδευση και με την ύπαρξη βιομηχάνων. Σήμερα οι απαιτήσεις σε γνώσεις είναι πολύ μεγαλύτερες απ’ ό,τι πριν μερικές δεκαετίες. Όποιος θέλει ν’ ασχοληθεί με οποιονδήποτε τομέα της οικονομίας θα πρέπει να έχει αρκετές γνώσεις και εξειδίκευση. Οι απαιτήσεις είναι ακόμη πιο έντονες στους τομείς νέας τεχνολογίας. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα έχει χρόνια προβλήματα. Δεν συνδέεται ακόμη σε ικανοποιητικό βαθμό με την παραγωγή. Παράγει άχρηστες ή κορεσμένων κλάδων ειδικότητες. Και δεν παράγει ειδικότητες απαραίτητες σήμερα για την αναπτυξιακή διαδικασία της χώρας. Αλλά υπάρχει κι ένα πρόσθετο πρόβλημα εκπαίδευσης, που θα γίνει ίσως πιο οξύ τα επόμενα χρόνια. Η εκπαίδευση γενικά είναι ένα μέσο για τη μείωση και εξάλειψη των ταξικών διαφορών. Το πτυχίο είναι μέσο για να σπάσει κανείς τα στεγανά των προνομίων των ανώτερων εισοδηματικά τάξεων.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 10.8.1986, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Αν όμως συνεχίσουμε όπως πάμε, φοβάμαι ότι το πτυχίο θα γίνει ένα μέσο για ενίσχυση των ταξικών διαφορών. Σήμερα χρειάζονται στελέχη με πολλές και εξειδικευμένες γνώσεις. Όταν ένα εκπαιδευτικό σύστημα δεν τα παράγει αυτά τα στελέχη, αυτοί που έχουν τις οικονομικές δυνατότητες θα αποκτήσουν αυτές τις γνώσεις σε κάποια πανεπιστήμια του εξωτερικού. Αυτούς αναγκαστικά θα τους χρησιμοποιήσει η κοινωνία αργότερα. Οπότε οι έχοντες σήμερα τις οικονομικές δυνατότητες να σπουδάσουν στο εξωτερικό θα είναι αύριο αυτοί που θα καταλάβουν τις οικονομικά αποδοτικότερες θέσεις, τις θέσεις, αν θέλεις, κλειδιά, σε μια αναπτυξιακή διαδικασία. Με τη νοοτροπία που μας κατέχει, να γίνεται δηλαδή η απόκτηση του πτυχίου όλο και ευκολότερη, είναι σαν να δημιουργούμε μια νέα ελίτ που θα προέρχεται από ξένα πανεπιστήμια. Είναι σαν να βοηθούμε την αναπαραγωγή της ταξικής διαφοροποίησης μεταξύ πτυχιούχων πλέον. Αν δεν προβληματιστούμε έγκαιρα σαν κοινωνία, τότε θα συμβεί το γνωστό: οι εύκολες λύσεις, οι βραχυπρόθεσμες, οδηγούν σε μεσο-μακροπρόθεσμα προβλήματα.


Τώρα, στο θέμα των βιομηχάνων. Στην Ελλάδα δεν είναι μόνον ότι δεν έχουμε πολλές και σωστές βιομηχανίες, αλλά δεν έχουμε και βιομήχανους. Με τον τρόπο που αναπτυχθήκαμε, δημιουργήθηκε μια μικρή ομάδα επιχειρηματιών βολεμένη καλά μέσα στο σύστημα που τους ανέθρεψε. Οι συνθήκες στην εσωτερική και διεθνή αγορά ήταν ευνοϊκές. Και μέσα στη μεγάλη θαλπωρή του συστήματος, οι βιομήχανοί μας, στην πλειοψηφία τους, δεν αισθάνθηκαν την ανάγκη να εκσυγχρονιστούν, να χρησιμοποιήσουν το δυναμισμό τους. Όπου υπάρχει μεγάλη θαλπωρή, συνήθως υπάρχει και αποδυνάμωση της πρωτοβουλίας.


Και σήμερα υπάρχει τεράστια ανάγκη στην ελληνική οικονομία για άτομα με σωστό επιχειρηματικό πνεύμα, και όχι για άτομα που θα κοιτάξουν να εκμεταλλευτούν ορισμένες περιστάσεις, συνθήκες, για το εύκολο κέρδος.


Η εποχή του εύκολου κέρδους έχει περάσει για όλους. Αν θέλουμε να επιβιώσουμε, πρέπει να δούμε ότι, πέρα από το «ελληνικό δαιμόνιο» που διαθέτουμε, χρειάζεται οργάνωση, συνέπεια και μεγάλη προσπάθεια. Υπάρχουν βέβαια ορισμένοι τέτοιοι επιχειρηματίες, ακόμη και νέοι. Το ενθαρρυντικό είναι ότι εμφανίζονται πτυχιούχοι, είτε οικονομικών είτε κυρίως πολυτεχνικών σχολών, οι οποίοι ασχολούνται με επιχειρηματικές και συχνά καινοτομικές δραστηριότητες. Ένα φαινόμενο πολύ ενθαρρυντικό για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Αλλά κι εδώ οι μηχανισμοί που υπάρχουν δεν ενθαρρύνουν πάντα αυτούς τους ανθρώπους, και σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα τους αποθαρρύνουν. Γιατί υπάρχει ακόμη η τάση να χρηματοδοτεί κανείς πιο εύκολα κάποιον που έχει οικονομική επιφάνεια, και αυτή όχι πάντα συνδεδεμένη με την επιχειρηματική του δραστηριότητα, αλλά με άλλες, εξωεπιχειρηματικές. Το σύστημα δύσκολα παίρνει το ρίσκο να ενισχύσει ανθρώπους που έχουν ιδέες, φαντασία, θέληση, ικανότητες, γνώσεις, και αποτελούν υπόσχεση για επιτυχημένους επιχειρηματίες. Κι αυτό πολλές φορές όχι από πρόθεση, αλλά απλώς γιατί δεν τους καταλαβαίνουν.

*Απόσπασμα από συνέντευξη που είχε παραχωρήσει η Βάσω Παπανδρέου στη δημοσιογράφο Λιάνα Κανέλλη και στην εφημερίδα «Το Βήμα» το καλοκαίρι του 1986. Ο τίτλος της συνέντευξης, που είχε δημοσιευτεί στο φύλλο της 10ης Αυγούστου 1986, ήταν ο εξής: «Βάσω Παπανδρέου: Για ποιους χτυπά η καμπάνα…»

Η Βάσω Παπανδρέου, πρώην υπουργός και προβεβλημένο άλλοτε στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, έφυγε σήμερα από τη ζωή, σε ηλικία 80 ετών.