Γιώργος Κακουλίδης: «Ήταν θέλημα Θεού να φάει η γάτα το χειρόγραφό μου»
Ένας γάτος που τρώει τα χειρόγραφα του Νίκου Καρούζου
Πώς μ’ έσωσε ο γάτος μου
Μεσάνυχτα, και ο ποιητής Νίκος Καρούζος μού χτύπησε την πόρτα. Ήμουν μαζί μ’ έναν φίλο, γνωστό με το παρατσούκλι Ευνούχος. Ο Καρούζος, χωρίς να χαιρετήσει, είπε:
«Πάω στοίχημα ότι εσείς οι νέοι δεν αντέχετε για τρέλες. Πώς θα σας φαινόταν να φεύγαμε τώρα για Άγιο Όρος, να γίνουμε ρασοευχήδες; Κύριοι, έχετε τα κότσια;»
Προς έκπληξή του, σηκωθήκαμε σαν μαγνητισμένοι από την πρόταση και είπαμε με μια φωνή: «Μέσα!»
Φτάσαμε στον Κηφισό αναζητώντας τολμηρό ταξιτζή —κανένας από μας δεν οδηγούσε— που θα ήταν διατεθειμένος να πάει τρεις παλαβούς στην Ουρανούπολη. Είδαμε έναν τύπο να μας κουνάει τα χέρια σαν ναυαγός. Ήταν ο άνθρωπός μας: σαλταρισμένος ταξιτζής, που μόλις είχε γυρίσει από σκυλάδικο!
«Φύγαμε» είπε.
Το ταξί ευρύχωρο, κυλούσε την Εθνική, με τον Καρούζο στο μπροστινό κάθισμα αμίλητο. Προφανώς ούτε εκείνος πίστευε αυτό που ζούσε, αφού δεν φανταζόταν ότι η πρόσκλησή του θα είχε θετική ανταπόκριση. Λέω στον Ευνούχο:
«Αν ο Καρούζος χρησιμοποιήσει την έκφραση βρίσκομαι στο χάος, την έχουμε βάψει…»
Και την είχαμε βάψει! Πλησιάζουμε στη Λαμία όταν ο Καρούζος γύρισε προς τον οδηγό: «Κάνε μια στάση, γιατί τα μάτια μου δεν είναι καλά. Πρέπει να βρούμε κολλύριο. Άντε πουλάκι μου, γιατί… βρίσκομαι στο χάος».
Φτάσαμε στην κεντρική πλατεία της Λαμίας τέσσερις τα ξημερώματα. Ποιος όμως σώφρων άνθρωπος θα άνοιγε το φαρμακείο του σε τρεις μαντράχαλους ξενύχτηδες; Κι όμως, ένας φαρμακοποιός που μας λυπήθηκε και μας φοβήθηκε (;) πέταξε μέσα από τα κατεβασμένα ρολά ένα μπουκαλάκι φωνάζοντας : «Φευγάτε, δεν θέλω λεφτά».
Έτσι, βρισκόμασταν πάλι στο δρόμο προς Ουρανούπολη, με το Άγιο Όρος… στην καρδιά μας.
Ο Ευνούχος, που ως συνήθως δεν καταλάβαινε τίποτα, άρχισε να απαγγέλλει ένα ποίημα του Σεφέρη.
Ο Νίκος Καρούζος
Στους πρώτους τρεις στίχους ακούγεται ένα «στοοοοοόπ», και ο Καρούζος, που έψαχνε αφορμή να τελειώνει μ’ αυτό το κακόγουστο αστείο που ο ίδιος είχε ξεκινήσει, σταματά το ταξί.
«Παρακαλώ τους κυρίους να κατέβουν από το αυτοκίνητο. Αμέσως. Εγώ σας πηγαίνω στο Άγιο Όρος κι εσείς μου μιλάτε για άλλον ποιητή!»
Δεν πιστεύαμε στα μάτια μας: το ταξί έκανε επιτόπου στροφή και έφυγε με κατεύθυνση Αθήνα. Έτσι μείναμε ο Ευνούχος κι εγώ χαράματα στην Εθνική οδό, να κάνουμε ωτοστόπ μήπως και κάποιος μας μαζέψει. Κι ευτυχώς μας λυπήθηκε στην αρχή ένας οδηγός τρακτέρ και στη συνέχεια μια δασκάλα χωρίς χρυσά μαλλιά…
Μέρες αργότερα ο Καρούζος τηλεφωνεί σαν να μη συμβαίνει τίποτα και μας καλεί στο σπίτι του:
«Λέω, βρε πουλάκι μου, αυτό που περάσαμε, χα, χα, χα, να το κάνει ο Ευνούχος μια ιστορία για το περιοδικό, την οποία εγώ θα προλογίσω».
Συμφωνούμε, και την επόμενη βδομάδα λαμβάνουμε διά χειρός του ποιητή τον πρόλογο μέσα σ’ ένα φάκελο που μοίρα σκληρή τον θέλει να είναι σκισμένος.
Το να χάσεις χειρόγραφο του Νίκου Καρούζου σήμαινε: άλλαξε πατρίδα κι εκεί που πας φρόντισε να μη σε γνωρίζει κανείς! Ήμασταν σε απελπισία. Καθόμασταν στο σπίτι μου, γύρω από το τραπέζι, ο Ευνούχος, μια Γερμανίδα φίλη, ο γάτος μου, εγώ και η ηρωίδα η γυναίκα μου. Και, αντί για εγκεφαλικό που περιμένω να με χτυπήσει, μου ’ρχεται μια ιδέα.
Παίρνω στο τηλέφωνο τον Καρούζο και μπροστά σε όλους του λέω: «Θαύμα, Νίκο μου, έγινε θαύμα! Ο γάτος μου έκανε κομματάκια το χειρόγραφό σου και το έφαγε! Να, μίλα και με τα παιδιά εδώ, που ήταν μπροστά».
Από την άλλη μεριά του σύρματος, σιωπή. Τον είχα αιφνιδιάσει. Τον είχα χτυπήσει με το δικό του όπλο, τη μεταφυσική.
Με διέταξε να παρουσιαστώ στο σπίτι του αμέσως.
Ο Καρούζος, σκυμμένος στη γραφομηχανή του και δίχως να με κοιτάξει, ψιθύρισε: «Δείξε μου πώς η γάτα έφαγε το χειρόγραφο».
Προσπάθησα — δεν ξέρω αν εκπροσώπησα καλά το έθνος των γατών, αλλά κρίνοντας από το αποτέλεσμα, θα πρέπει να έσκισα. Μετά την παράσταση ο Καρούζος μού είπε:
«Ήταν θέλημα Θεού να φάει η γάτα το χειρόγραφό μου» — αφού είχα αρχίσει κι εγώ να πιστεύω στο τέλος πως μπορεί και να το’ φαγε.
Χρόνια μετά, λίγο πριν πεθάνει, ο Νίκος με ρώτησε: «Είναι αλήθεια ότι τότε η γάτα έφαγε το χειρόγραφο;»
Κι εγώ του απάντησα πολύ φυσικά: «Μα βέβαια, Νίκο μου. Πώς σου πέρασε ποτέ απ’ το μυαλό το αντίθετο;»
*Από το βιβλίο του Γιώργου Κακουλίδη «Περί αλητείας» (εκδόσεις «Κέδρος», 2010).
Ο καισαριανιώτης Γιώργος Κακουλίδης, ο αξιόλογος λογοτέχνης, ο ζωγράφος, έφυγε από τη ζωή στις 17 Οκτωβρίου 2021, σε ηλικία 65 ετών, νικημένος από τον καρκίνο.
Γόνος καλλιτεχνών ποντιακής καταγωγής (ο παππούς του, ο Γιώργος, ήταν γλύπτης και ο πατέρας του, ο Δημήτρης, ζωγράφος), ο Κακουλίδης συνδέθηκε, μεταξύ άλλων, με τον Μίλτο Σαχτούρη, τον Νίκο Καρούζο και τον Κωστή Μοσκώφ.
Εμφανίστηκε πρώτη φορά στα γράμματα το 1979 με την ποιητική συλλογή «Λίμπερτυ». Έμελλε να ακολουθήσουν πολλές ποιητικές συλλογές, πεζογραφήματα και θεατρικά.
«Τα κείμενα του Γιώργου Κακουλίδη δεν είναι πορσελάνες. Είναι σκληρά διαμάντια. Που δεν τα κατεργάζεται με στόχο το κάλλος, αλλά μας τα πετάει στο πρόσωπο. Έχουν μιαν άγρια, δημιουργική ομορφιά, αλλά και πρακτική αξία: Βγάζουν τη γλώσσα στη ματαιότητα των πραγμάτων. Και αυτό το χρειαζόμαστε». Αυτά αναγράφονταν στο οπισθόφυλλο του τελευταίου βιβλίου του που κυκλοφόρησε, και ήταν οι «Καθωσπρέπει Σκέψεις» από τις εκδόσεις «Ερατώ» (2019).
Ποιήματα του Κακουλίδη μελοποίησε και ο Θάνος Μικρούτσικος, ο οποίος είχε πει γι’ αυτόν:
«Άρχισα να καταλαβαίνω ότι είχα να κάνω μ’ ένα πρόσωπο πρωτογενές στην ποίηση. Αρχικά τον κατέταξα στους έλληνες καταραμένους. Στον Ρώμο Φιλύρα, τον Γιαννόπουλο, τον Βιζυηνό τού Μετεβλήθη εντός μου και ο ρυθμός του κόσμου. Με τα χρόνια κατάλαβα ότι αυτή η σύγκριση ήταν ανεπαρκής. Και αν ακούγεται ως βλασφημία η συνάφεια με στίχους από το Μια εποχή στην κόλαση του μέγιστου Αρθούρου, εγώ θα την αποτολμήσω. Η κόλαση στον Κακουλίδη υπάρχει χωρίς δάνεια, αλλά με ένταση. Επιπροσθέτως, ο διάβολός του, παρότι περπατάει στη Φιλελλήνων, ξεβράστηκε εκεί αφού απέδρασε με περίτεχνο τρόπο από τον Ιερώνυμο Μπος και αφού έκανε μια στάση να τα πει με τον πανέξυπνο – μπαγαμπόντη Βιγιόν…»
Ο Κακουλίδης, ο οποίος κατά δήλωσίν του ήταν «με τους κόκκινους», υπήρξε επί μακρόν στενός συνεργάτης του «Ριζοσπάστη».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις