«Ανάκτηση του ελέγχου, εγγύηση της ασφάλειας -υιοθετήθηκε η μεταναστευτική στρατηγική», ανακοίνωσε μέσω Χ ο κεντροδεξιός πρωθυπουργός της Πολωνίας και πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, λίγες ώρες πριν από τη σύνοδο κορυφής της ΕΕ,  στο φόντο δύο πολέμων -στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή- και με επίκεντρο το μεταναστευτικό.

Έκανε λόγο για «μια δύσκολη απόφαση, αλλά πολύ αναγκαία και αναμενόμενη», εν μέσω κατακραυγής από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αντιδράσεων στον ίδιο τον φιλοευρωπαϊκό κυβερνητικό συνασπισμό της Βαρσοβίας, καθώς και στις Βρυξέλλες.

Τις είχε πυροδοτήσει από το περασμένο Σάββατο ο Πολωνός πρωθυπουργός, προαναγγέλλοντας -από βήματος διάσκεψης του κόμματός του, της Πλατφόρμας Πολιτών (PO)- μέτρα προσωρινής αναστολής του δικαιώματος ασύλου.

Εν μέσω ακροδεξιάς στροφής της «Ευρώπης των αξιών» (και) στο μεταναστευτικό, κάλεσε την ΕΕ να δώσει τις «ευλογίες» στο μέτρο, παρά το γεγονός ότι αντίκειται στο διεθνές δίκαιο, στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και στο ίδιο το πολωνικό Σύνταγμα.

«Δεν πρόκειται να σεβαστούμε ή να εφαρμόσουμε καμία ευρωπαϊκή ιδέα που παραβιάζει την ασφάλειά μας», διατράνωσε σε… ορμπανικούς τόνους ο -κατά τα λοιπά ευρωπαϊστής- Ντόναλντ Τουσκ.

«Εν προκειμένω», υπογράμμισε, «σκέφτομαι το Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου» της ΕΕ, που εγκρίθηκε μόλις την περασμένη άνοιξη.

Το απόγευμα της Δευτέρας απέκλεισε κάθε διαπραγμάτευση, αψηφώντας τις προειδοποιήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις «διεθνείς και ευρωπαϊκές υποχρεώσεις» της Πολωνία στην παροχή πρόσβασης στο άσυλο.

Μέχρι το βράδυ της Τρίτης, το διχασμένο υπουργικό συμβούλιο στη Βαρσοβία είχε ήδη εγκρίνει αυτό που η πολωνική κυβέρνηση ονομάζει «ολοκληρωμένη και υπεύθυνη στρατηγική μετανάστευσης για την Πολωνία για τα έτη 2025-2030».

Μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει τη δυνατότητα προσωρινής αναστολής της αποδοχής αιτημάτων ασύλου, προτάσσοντας λόγους εθνικής ασφάλειας.

Τουλάχιστον τέσσερις υπουργοί, όλοι από το κόμμα της Αριστεράς -μικρότερο εταίρο στον κυβερνητικό συνασπισμό υπό την Πλατφόρμα Πολιτών του Τουσκ, μαζί με τον κεντροδεξιό Τρίτο Δρόμο- εξέφρασαν την κάθετη αντίθεσή τους.

Παιδιά πίσω από τον φράχτη που έχει ορθώσει η Πολωνία κατά μήκος των συνόρων της με τη Λευκορωσία, στη διάρκεια της έξαρσης της μεταναστευτικής κρίσης στην περιοχή, το 2021 (Maxim Guchek/BelTA/Handout via REUTERS)

«Εδαφική αναστολή αποδοχής αιτήσεων ασύλου»

Το πλήρες έγγραφο της νέας σκληρής μεταναστευτικής πολιτικής της Πολωνίας δεν γνωστοποιήθηκε αμέσως.

Δόθηκε στη δημοσιότητα μια περίληψη, μέσω του κυβερνητικού ιστότοπου.

«Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα», αναφέρει, η Πολωνία έγινε «από χώρα εκπατρισμού σε χώρα μετανάστευσης», φιλοξενώντας σήμερα «περίπου 2,5 εκατομμύρια αλλοδαπούς, με σκοπό τη μακροχρόνια διαμονή».

«Η κυβέρνηση στοχεύει να σταματήσει την παράτυπη μετανάστευση στα ανατολικά σύνορα», προστίθεται στο κείμενο, κάνοντας λόγο για ροές που «οργανώνονται και ελέγχονται από τη Ρωσία και τη Λευκορωσία».

Σε αυτό το πλαίσιο, δε, καθιστά «την κρατική ασφάλεια προτεραιότητα ως προς το μεταναστευτικό».

Σκιαγραφεί επτά «τομείς κρατικής παρέμβασης»: πρόσβαση στην επικράτεια, πρόσβαση στην εθνική και διεθνή προστασία, προϋποθέσεις πρόσβασης στην αγορά εργασίας, εκπαιδευτική μετανάστευση, ένταξη, ιθαγένεια και επαναπατρισμός, πολωνική διασπορά.

Μακράν οι πιο αμφιλεγόμενες είναι οι αλλαγές στη διαδικασία ασύλου, «ώστε να μην μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε υβριδικές δραστηριότητες, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη την ανθρωπιστική διάσταση της κατάστασης στα πολωνικά σύνορα».

Πρόκειται για σαφή αναφορά στην κρίση που κορυφώθηκε το 2021 στη μεθόριο με τη Λευκορωσία, με τη άφιξη δεκάδων χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών -κυρίως από την Αφρική, την Ασία και τη Μέση Ανατολή.

Τόσο η Βαρσοβία, όσο και η ΕΕ την ενέταξαν στο πλαίσιο «υβριδικού πολέμου» της Ρωσίας κατά της Δύσης.

Τώρα, ως επιχείρημα για την ακραία αντιμεταστευτική πολιτική του, ο Τουσκ επικαλείται τα πεπραγμένα άλλων χωρών της ΕΕ.

Μνημονεύει ειδικά τον αμφιλεγόμενο νόμο που ενέκρινε πρόσφατα η Φινλανδία, δίνοντας στους συνοριοφύλακες την εξουσία να εμποδίζουν αιτούντες άσυλο που διέρχονται από τα κοινά σύνορα της χώρας με τη Ρωσία.

Σε αυτό το φόντο, στη νέα στρατηγική της πολωνικής κυβέρνησης για το μεταναστευτικό προβλέπεται «η προσωρινή και εδαφική αναστολή του δικαιώματος αποδοχής αιτήσεων ασύλου, εάν υπάρχει κίνδυνος αποσταθεροποίησης της χώρας από την εισροή μεταναστών».

Σε άλλο σημείο, δε, κάνει λόγο για «ένα σύστημα που θα βασίζεται σε μια επιλεκτική προσέγγιση της μεταναστευτικής πολιτικής».

Μετανάστες σε δασώδη περιοχή στη βορειοανατολική Πολωνία, τον περασμένο Ιούνιο, αφού πέρασαν τα σύνορα με τη Λευκορωσία (REUTERS/Kacper Pempel/File Photo)

Δημοκρατική διολίσθηση και «παιχνίδια» μικροπολιτικής

«Η μετανάστευση πρέπει να ρυθμίζεται λεπτομερώς και να ελέγχεται, όσον αφορά τον σκοπό άφιξης, την κλίμακα της εισροής και τις χώρες προέλευσης των αλλοδαπών», τονίζεται στο έγγραφο της πολωνικής κυβέρνησης.

Καθορίζει σχέδια για «διαδικασία ένταξης», που «δεν πρέπει να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην κοινωνική συνοχή στην Πολωνία και ταυτόχρονα θα επιτρέπει την αξιοποίηση του δυναμικού των μεταναστών».

Αυτά, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία της εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, στην Πολωνία ζουν σήμερα περίπου ένα εκατομμύριο Ουκρανοί και 100.000 Λευκορώσοι.

Κατά τη δε πολωνική συνοριοφυλακή, υπήρξαν φέτος 27.900 απόπειρες παράνομης διέλευσης των συνόρων με τη Λευκορωσία -ελαφρώς αυξημένες συγκριτικά με πέρυσι, αλλά σαφώς λιγότερες σε σχέση με την κρίση του 2021.

Τούτων δοθέντων, ένα χρόνο μετά την νίκη του φιλοευρωπαϊκού μετώπου στις βουλευτικές εκλογές είναι διάχυτη η αίσθηση ότι ο Ντόναλντ Τουσκ εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό ενόψει των προεδρικών εκλογών εντός του 2025.

Προς αλίευση ψήφων από ένα βαθιά συντηρητικό και ξενοφοβικό εκλογικό σώμα, πρακτικά υιοθετεί μέρος του αφηγήματος της εθνικιστικής και ακροδεξιάς νυν αντιπολίτευσης, τη θέση της οποίας στο παρελθόν στηλίτευε.

Διακινδυνεύει ωστόσο τώρα να τη δικαιώσει.

Πολλώ μάλλον εφόσον η νέα εθνική αντιμεταναστευτική «στρατηγική» προκαλέσει ρωγμές στην κυβερνητική πλειοψηφία -π.χ. με καταψήφιση στη Βουλή από την Αριστερά- και τελικά στηριχτεί από μέρος της αντιπολίτευσης.

Ο απερχόμενος πρόεδρος, Αντρέι Ντούντα -σύμμαχος του εθνικιστικού πρώην κυβερνώντος κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη- αναμένεται να υπογράψει χωρίς κωλυσιεργίες το επίμαχο νομοσχέδιο, προκειμένου να γίνει νόμος.

Τυχόν δε εφαρμογή της ρήτρας περί αναστολής του δικαιώματος ασύλου αναμένεται να φέρει την κυβέρνηση Τουσκ, από την πορεία επανευθυγράμμισης της Βαρσοβίας με τις Βρυξέλλες, σε τροχιά μετωπικής σύγκρουσης με την νέα -αν και ακραιφνώς δεξιόστροφη- Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα ευρωπαϊκά δικαστήρια.

Όχι τυχαία, ωστόσο, στο κυβερνητικό έγγραφο προστίθεται ότι οι σχετικοί νόμοι «θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τον μηχανισμό κοινοβουλευτικού ελέγχου, τις ευάλωτες ομάδες και την εμπειρία άλλων χωρών».

Φωτογραφία από τα νεοσύστατα «κέντρα υποδοχής» στην Αλβανία, όπου η Ιταλία άρχισε ήδη να μεταφέρει αιτούντες άσυλο, βάσει διμερούς συμφωνίας (REUTERS/Florion Goga)

Επικίνδυνο ντόμινο, με «ορμπανοποίηση» της Ευρώπης

Στο φόντο της πολωνικής ακραίας μεταστροφής είναι μια Ευρώπη όλο και πιο βαθιά διχασμένη στο μεταναστευτικό.

Η μια μετά την άλλη, χώρες προχωρούν σε μονομερή μέτρα.

Στο όνομα της καταπολέμησης της παράτυπης μετανάστευσης, η Γερμανία επέβαλε από τον Σεπτέμβριο και για τουλάχιστον έξι μήνες αυστηρούς ελέγχους στα χερσαία σύνορά της, σε μια de facto μονομερή κατάργηση της Συμφωνίας του Σένγκεν.

Η ακροδεξιά κυβέρνηση στην Ολλανδία και η εθνικιστική κυβέρνηση του Βίκτορ Όρμπαν στην Ουγγαρία -προεδρεύουσα για το τρέχον εξάμηνο στην ΕΕ- έχουν ζητήσει εξαίρεση από την κοινή μεταναστευτική πολιτική.

Η νέα κεντροδεξιά κυβέρνηση της Γαλλίας ετοιμάζει νέο νομοσχέδιο αυστηροποίησης της μεταναστευτικής πολιτικής της, «κλείνοντας το μάτι» στη λεπενική ακροδεξιά.

Η μεταφασίστρια πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι, προβάλει την διμερή αμφιλεγόμενη συμφωνία της χώρας της με την (υπό ενταξιακές διαπραγματεύσεις πλέον με την ΕΕ) Αλβανία για τη μεταφορά εκεί  αιτούντων άσυλο και την επεξεργασία των αιτημάτων τους, ενώ θα είναι έγκλειστοι σε «κέντρα υποδοχής».

«Θα μπορέσουμε να αντλήσουμε διδάγματα από αυτήν την εμπειρία στην πράξη», ανέφερε χαρακτηριστικά η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σε επιστολή της προς τους ηγέτες των «27», ενόψει της συνόδου κορυφής της ΕΕ, στις 17 και 18 Οκτωβρίου, στις Βρυξέλλες.

Άφησε ορθάνοιχτη την προοπτική δημιουργίας «κόμβων επιστροφής» εκτός ΕΕ, με στόχο τις απελάσεις εξπρές.

Μια ιδέα που εφαρμόζει η Μελόνι, αλλά λάνσαρε ο Όρμπαν, ενόσω η ΕΕ εμφανίζεται πλέον έτοιμη να κάνει «λάστιχο» -μαζί με τις δημοκρατικές αξίες της- τη λίστα τρίτων χωρών που χαρακτηρίζει «ασφαλείς».