Βαθιά κάτω από το Παρίσι, οι νεκροί λένε την τελευταία τους λέξη.

Αφηγούνται 1.000 χρόνια θανάτου στην πόλη: πόσοι είναι θαμμένοι στον λαβύρινθο των σηράγγων που αποτελούν τις Κατακόμβες (Les Catacombes) , τι τους σκότωσε και πώς εξελίχθηκαν οι ασθένειες που τους έπλητταν στην την πάροδο των αιώνων.

Μία έρευνα που ταξιδεύει 1.000 χρόνια πίσω

Στην πρώτη επιστημονική μελέτη του χώρου, μια ομάδα αρχαιολόγων, ανθρωπολόγων, βιολόγων και γιατρών εξετάζει μερικούς από τους σκελετούς περίπου 5-6 εκατομμυρίων ανθρώπων, τα οστά των οποίων πετάχτηκαν κυριολεκτικά σε φρεάτια λατομείων στα τέλη του 18ου αιώνα και στις αρχές του 19ου.

«Όσο εκπληκτικό κι αν φαίνεται, δεν έχει υπάρξει ποτέ μέχρι τώρα σοβαρή επιστημονική μελέτη των κατακομβών», δήλωσε ο Φιλίπ Σαρλιέ , ο οποίος ηγείται του προγράμματος.

Σταματήστε! Αυτή είναι η αυτοκρατορία του θανάτου.

«Η έρευνά μας εξετάζει 1.000 χρόνια ιστορίας της δημόσιας υγείας στο Παρίσι και τα προάστιά του. Πρόκειται για την ιστορία της ιατρικής, των χειρουργικών επεμβάσεων στις οποίες υποβλήθηκαν οι άνθρωποι και των ασθενειών που υπέστησαν.

«Υπάρχουν και άλλα οστεοφυλάκια στον κόσμο, αλλά αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο, οπότε είναι μοναδικό. Είναι το ιδανικό μέρος για να πραγματοποιηθεί μια ανθρωπολογική και παλαιοανθρωπολογική μελέτη».

Μια πινακίδα στην είσοδο του «Les Catacombes», ενός δικτύου σηράγγων 300 χιλιομέτρων186, 20 μέτρα κάτω από τη γη, προειδοποιεί με κεφαλαία γράμματα τους 550.000 ετήσιους επισκέπτες του χώρου: «Σταματήστε! Αυτή είναι η αυτοκρατορία του θανάτου».

Το ταξίδι των νεκρών

Στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, οι αρχές της πόλης αποφάσισαν να εκταφιάσουν τα πτώματα που είχαν ταφεί στο κεντρικό Παρίσι, καθώς και από άλλα υπερπλήρη νεκροταφεία της πόλης, δήθεν για λόγους υγείας.

«Η ιστορία λέει ότι οι άνθρωποι έπιναν, έτρωγαν και χόρευαν σε μια υπόγεια ταβέρνα, όταν ένας τοίχος κατέρρευσε και πτώματα σε αποσύνθεση έπεσαν πάνω τους. Φανταστείτε τη σκηνή», δήλωσε ο Σαρλιέ.

«Τότε ήταν που οι αρχές συνειδητοποίησαν ότι τα νεκροταφεία του Παρισιού δεν μπορούσαν πλέον να απορροφήσουν τον αριθμό των νεκρών που θάβονταν. Αποφάσισαν ότι η δυσωδία ήταν επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία και έτσι συστάθηκε μια επιτροπή για να αποφασίσει τι θα γίνει με τα πτώματα».

Η επίσημη αιτιολόγηση που αναφέρεται ήταν η δημόσια υγεία όπως αναφέρθηκε. Ωστόσο υπάρχουν υποψίες ότι με τη δημογραφική πίεση που παρατηρείται εκείνη την περίοδο στο  Παρίσι υπήρχε πραγματικό οικονομικό  συμφέρον να γίνει μία έμμεσηα απαλλοτρίωση και να χρησιμοποιηθεί η γη για ιδιοκτησία.

Το 1788 ξεκίνησε μια υπόγεια επιχείρηση για την απομάκρυνση εκατομμυρίων θαμμένων σωμάτων. Τα ξέθαψαν και τα φόρτωσαν σε κάρα που κυκλοφορούσαν σε όλη την πόλη συνοδευόμενα από έναν ιερέα .

«Τους έριχναν απλώς στα εγκαταλελειμμένα φρεάτια των λατομείων που είχαν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν για να φέρουν την πέτρα με την οποία κτίστηκε το Παρίσι. Εκεί τους άφηναν στοιβαγμένους όπου έπεφταν», είπε ο Σαρλιέ.

Ο τοίχος των οστών

Το 1810, ο γενικός επιθεωρητής των λατομείων, ο ευγενής Λουί-Ετιέν Ερικάρ ντε Θουρί, αποφάσισε ότι έπρεπε να επιδειχθεί κάποιος σεβασμός στους νεκρούς και τοποθέτησε κρανία και μακριά οστά σε διακοσμητικούς τοίχους, γνωστούς ως «hagues».

Ο Θουρί τους μετέτρεψε σε ένα μέρος που θα μπορούσε να επισκεφθεί κανείς, όχι μόνο οι τουρίστες, αλλά ένα είδος φιλοσοφικού θαλάμου με χαραγμένες επιγραφές.

Ωστόσο πίσω από τις επιμελώς τοποθετημένες προσόψεις τα υπόλοιπα οστά βρίσκονταν σε ένα χάος που έμοιαζε με μπάζα.

Σε κάνει να σκέφτεσαι τη δική μας θνησιμότητα και ότι καταλήγουμε όλοι έτσι

Σήμερα, σε ένα άλλο τμήμα του λαβύρινθου των σηράγγων, οι μάστορες που έχουν προσληφθεί από την Catacombes de Paris, η οποία διαχειρίζεται το μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς, επιδιορθώνουν ένα τμήμα της στοάς που έχει καταρρεύσει λόγω διαρροής νερού.

«Είναι η ίδια τεχνογνωσία που χρησιμοποιείται στην κατασκευή ενός ξηρού τοίχου», δήλωσε ο Φλοράν Μπασταρόλι καθώς τοποθετούσε μικρότερα οστά ανάμεσα σε σχολαστικά τακτοποιημένες σειρές μεγαλύτερων οστών και κρανίων.

«Σε κάνει να σκέφτεσαι τη δική μας θνησιμότητα και ότι καταλήγουμε όλοι έτσι».

Τι μπορούμε να μάθουμε από τους νεκρούς

Μετά την κατάρρευση μιας από τις στοές το 2022, δόθηκε η ευκαιρία στην ομάδα του Σαρλιέ από το Πανεπιστήμιο των Βερσαλλιών και του Saint-Quentin-en-Yvelines να μελετήσει τον χώρο.

Εκτός από την εξέταση των ακρωτηριασμών, των τεμαχισμών, των αυτοψιών και των ταριχεύσεων που υπέστησαν οι νεκροί, η μελέτη περιλαμβάνει αυτό που οι επιστήμονες αποκαλούν παλαιοπαθολογία.

Πρόκειται δηλαδή για την μελέτη που έχει σκοπό να προσδιοριστούν οι ασθένειες και οι παρασιτικές λοιμώξεις που υπέστησαν, καθώς και οι δηλητηριάσεις από βαρέα μέταλλα, όπως ο μόλυβδος, ο υδράργυρος, το αρσενικό και το αντιμόνιο.

Ο Σαρλιέ λέει ότι οι ασθένειες που αφήνουν ίχνη στα ανθρώπινα οστά, όπως η ραχίτιδα, η σύφιλη και η λέπρα, είναι πιο εύκολο να εντοπιστούν, αλλά η εξαγωγή DNA από τα δόντια τους επιτρέπει να εντοπίσουν μολυσματικούς παράγοντες όπως η πανούκλα που σκοτώνουν πολύ γρήγορα για να αφήσουν ίχνη.

«Μπορούμε επίσης να δούμε, για παράδειγμα, αν η σύφιλη που σκότωσε κάποιον τον 16ο αιώνα είναι η ίδια με τη σύφιλη του σήμερα ή αν ο μολυσματικός παράγοντας της νόσου έχει μικρο-εξελιχθεί», πρόσθεσε.

Μέχρι στιγμής, η ομάδα του Σαρλιέ σαρώνει οστά και λαμβάνει δείγματα. Λέει ότι η ραδιοχρονολόγηση, την οποία δεν έχουν ακόμη πραγματοποιήσει, θα τους επιτρέψει να καθορίσουν την ηλικία των οστών, ενώ η απλή καταμέτρηση θα δώσει μια πιο ακριβή εκτίμηση του αριθμού των σωμάτων στις κατακόμβες. Αναμένει ότι ο αριθμός θα ξεπεράσει τα 6 εκατομμύρια.

Η παρακαταθήκη

Το έργο βρίσκεται πλέον στο τρίτο έτος και η ομάδα θα παρουσιάσει τα πρώτα προκαταρκτικά ευρήματα πριν από το τέλος του έτους.

Ο Σαρλιέ προβλέπει ότι το έργο θα διαρκέσει περισσότερο από την καριέρα του.

«Το έργο είναι τεράστιο. Είναι μια μελέτη χωρίς τέλος. Νομίζω ότι τα παιδιά των μαθητών μου θα το συνεχίσουν και αυτό είναι καλό», δήλωσε.

Ο αριστοκράτης κόμης ντε Θουρί προτίμησε να μην κοιτάξει πολύ μακριά στο μέλλον.

Όπως υπενθυμίζει στους επισκέπτες μία από τις επιγραφές που τοποθέτησε στις κατακόμβες:

«Σκεφτείτε το πρωί ότι μπορεί να μην τα καταφέρετε μέχρι το βράδυ και το βράδυ ότι μπορεί να μην τα καταφέρετε μέχρι το πρωί».