Τι θα μας συμβεί εάν το υπουργείο Δικαιοσύνης διαλύσει τη Google;
Ειδικός από το Πανεπιστήμο του Λάνκαστερ (Ηνωμένο Βασίλειο) εξηγεί τι σημείναι στην πράξη η διάλυση της Google σε κομμάτια
Υπό την άμεση απειλή διάλυσής της βρίσκεται αντιμέτωπος η Google καθώς το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ θέλει να τιθασεύσει τον τεχνολογικό γίγαντα που έχει εξελιχθεί σε πανίσχυρο πόλο εξουσίας.
Αν και αυτό είναι ακόμα μια μακρινή προοπτική, εξετάζεται μετά από μια σειρά αποφάσεων στις ΗΠΑ και την ΕΕ που υποδηλώνουν ότι οι ρυθμιστικές αρχές ανησυχούν όλο και περισσότερο από την ισχύ που συγκεντρώνουν οι εταιρείες αιχμής στην τεχνολογία.
Σύμφωνα με τον Λέκτορα Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Λάνκαστερ, Ρενό Φουκάρ, εάν η αμερικανική κυβέρνηση προχωρήσει και περάσει αυτό και από τα δικαστήρια, θα μπορούσε να σημαίνει ότι η εταιρεία θα χωριστεί σε ξεχωριστές οντότητες -μηχανή αναζήτησης, διαφημιστική εταιρεία, ιστότοπος βίντεο, εφαρμογή χαρτογράφησης (google map)- που δεν θα επιτρέπεται να μοιράζονται δεδομένα μεταξύ τους
Τι θα πετύχαινε όμως η διάλυση αυτών των τεχνολογικών κολοσσών για τους καταναλωτές; Ο Φουκάρ υποστηρίζει με άρθρο στο The Conversation πως όσοι τάσσονται υπέρ του «σεισμού» στη Silicon Valley, με αυτόν τον τρόπο υποστηρίζουν ότι θα οδηγούσε σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό και περισσότερες επιλογές.
Το καλύτερο σενάριο θα μπορούσε υπάρχει διαλειτουργικότητα ανάμεσα σε διαφορετικά συστήματα και εφαρμογές πχ. WhatsApp. Εξάλλου, η αποστολή και λήψη μηνυμάτων από διαφορετικές εφαρμογές είναι πλέον τόσο συνηθισμένη που μόλις και μετά βίας το παρατηρείτε.
Με τον ίδιο τρόπο που θα μπορούσατε να στείλετε ένα email από το Gmail στο Hotmail το 2024, μπορείτε πλέον να επιλέξετε από μια σειρά εφαρμογών κοινωνικών μέσων -μαζί με το Instagram, το TikTok και το Snapchat- με κείμενο, φωτογραφίες και βίντεο που δημοσιεύονται σε ένα δίκτυο εύκολα προσβάσιμα μέσω άλλου.
Η έρευνα δείχνει επίσης ότι η ύπαρξη ανταγωνιστικών εφαρμογών κάνει τους καταναλωτές λιγότερο «τεμπέληδες»…
«Επιλέγετε μια εφαρμογή επειδή σας αρέσει η εμφάνισή της ή ο τρόπος που φιλτράρει και παρουσιάζει περιεχόμενο – όχι μόνο επειδή όλοι οι άλλοι συμμετέχουν σε αυτήν.
Επίσης, η επιλογή ενός εστιατορίου θα μπορεί να διευκολύνεται από τις κριτικές που έχουν κάνει άλλα άτομα ανεξαρτήτως της εφαρμογής που χρησιμουποιούνε.
Η διαφήμιση προϊόντων και το περιεχόμενο που δημιουργείται από τεχνητή νοημοσύνη δεν υπάρχε πρακτικά, καθώς η εφαρμογή χαρτογράφησης δεν θέλει να διακινδυνεύσει να δώσει συμβουλές που δεν θέλει ο χρήστη. «Εάν το έκανε, απλώς θα μεταβείτε σε έναν ανταγωνιστή που παρέχει ανώτερη υπηρεσία».
«Αυτό το αυξημένο επίπεδο ανταγωνισμού είναι κεντρικό για όσους υποστηρίζουν τη διάλυση της μεγάλης τεχνολογίας» συνεχίζει ο Φουκάρ. «Αντί οι προγραμματιστές εφαρμογών να πρέπει να πληρώνουν το 30% των πωλήσεών τους στην Google ή την Apple, θα υπάρχουν πολλά διαθέσιμα καταστήματα εφαρμογών, όλα ανταγωνίζονται για να προσφέρουν τις καλύτερες εφαρμογές μειώνοντας τα περιθώρια κέρδους τους. Η θεωρία είναι ότι η αγορά εφαρμογών -και η τεχνολογική καινοτομία- θα ευδοκιμήσουν ως αποτέλεσμα».
Η έρευνα δείχνει επίσης ότι η ύπαρξη ανταγωνιστικών εφαρμογών κάνει τους καταναλωτές λιγότερο τεμπέληδες και αναγκάζει τις επιχειρήσεις να προσφέρουν καλύτερα προϊόντα και καλύτερη σχέση ποιότητας/τιμής.
Καλά νέα για την ιδιωτικότητα
Σήμερα η Google κατέχει τα δεδομένα των χρηστών της τα οποία μπορεί να πουλάει σε επιχειρήσεις. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Φουάρ, μεγάλη επιπλέον αλλαγή που θα μπορούσε να προέλθει από τη διάλυση μεγάλων τεχνολογιών είναι ότι μπορεί τελικά να γίνουμε οι μοναδικοί κάτοχοι των δεδομένων.
«Δυνητικά, θα είστε ο μόνος με πλήρη πρόσβαση στο ιστορικό περιήγησής σας – τα προϊόντα που αναζητήσατε, αυτά που αγοράσατε και αυτά που σχεδόν αγοράσατε. Θα σας ανήκουν οι πληροφορίες σχετικά με το πού πήγατε για μεσημεριανό γεύμα, τι παραγγείλατε και πόσα ξοδέψατε» λέει ο λέκτορας.
Σε αυτές τις πληροφορίες εντάσσονται βίντεο που μας κάνουν να γελάμε, τη βιβλία που αφήσαμε στη μέση, ή ο δρόμος που παίρνουμε για τη δουλειά μας, ή αν γνωρίζαμε την/τον σύντροφό μας από το διαδίκτυο από το τραπέζι προσθέτοντας και πληροφορίες όπως ο τρόπος μετακίνησής μας, .
Σε έναν τέτοιο φανταστικό σενάριο ο Φουκάρ αναφέρει ότι «θα διατηρούσατε αυτά τα δεδομένα σε έναν κρυπτογραφημένο διακομιστή και διαφορετικές εταιρείες θα πρόσφεραν εφαρμογές για να σας βοηθήσουν να οργανώσετε και να διαχειριστείτε τις πληροφορίες σας. Όποτε το θέλατε, μπορείτε να αποφασίσετε να χρησιμοποιήσετε τα δεδομένα σας για δικούς σας σκοπούς».
Ο χωρισμός είναι δύσκολο να γίνει
Ωστόσο, ο ίδιος σημειώνει ότι η διάσπαση μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας δεν είναι χωρίς κινδύνους. Μια προφανής συνέπεια είναι ότι αυτές οι μεγάλες εταιρείες θα ήταν λιγότερο κερδοφόρες.
Αυτήν τη στιγμή, η Google και η Meta κερδίζουν (πολλά) χρήματα από τη διαφήμιση και αυτό είναι δυνατό μόνο επειδή κατέχουν τόσες πολλές πληροφορίες για εμάς. Εάν δεν το έκαναν, μπορεί να καταλήξουν να χρεώνουν τους χρήστες για τις υπηρεσίες που παρέχουν.
Η διαλειτουργικότητα και ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός μπορεί επίσης να παρέχουν περισσότερο χώρο στους χειριστές εφαρμογών που είναι όμως απάτη, αναφέρει ο ειδικός. «Και ενώ περισσότερες επιλογές σχετικά με τις εφαρμογές μπορεί να είναι καλές για μερικούς, μπορεί να είναι προβληματικό για όσους βρίσκουν ήδη τη σύγχρονη τεχνολογία αρκετά προκλητική» λέει.
Ωστόσο, προειδοποιεί ότι για τις ρυθμιστικές αρχές, η πρόκληση της σύγχρονης τεχνολογίας φαίνεται να είναι η αίσθηση της αδυναμίας. «Και αν αποφασίσουν να κάνουν τη ριζοσπαστική επιλογή και να διαλύσουν κυρίαρχες εταιρείες, θα μπορούσε να κάνει μεγάλη διαφορά στον διαδικτυακό κόσμο για όλους μας» καταλήγει.
- Χριστουγεννιάτικα πάρτι: Οδηγός επιβίωσης στις βαρετές συγκεντρώσεις
- Η καλύτερή μου φίλη εδώ και 40 χρόνια έχει μια στρεβλή εντύπωση για μένα – Θα το λύσουμε;
- Economist: Οι εργαζόμενοι αγαπούν τον Τραμπ, τα συνδικάτα πρέπει να τον φοβούνται
- Φάρμακα για απώλεια βάρους: Γιατί στέλνουν τους Αμερικανούς στον γιατρό
- Η βασίλισσα Ελισάβετ θα έχει πάντα μια θέση στο σπίτι -και την καρδιά- του Ντέιβιντ Μπέκαμ
- Eπίθεση στο Μαγδεμβούργο: Συγκλονίζουν οι μαρτυρίες – «Παιδιά κραύγαζαν, φώναζαν τη μαμά τους»