Διαλέξεις σε σχολεία για να μιλήσει σε παιδιά για τα κατορθώματά της στον Μέγα Πατριωτικό Πόλεμο, μετάλλια ανδρείας, μια φήμη για γυναίκα δίχως προηγούμενο και μια υποδειγματική οικογένεια:  Όλα θα κατέρρεαν όταν ένα ολόκληρο έθνος, η πανίσχυρη ΕΣΣΔ, θα μάθαινε την αλήθεια για το «τέρας» που τιμούσε για δεκαετίες σαν ηρωϊδα.

Η Αντονίνα Μακαρόβα γεννήθηκε σε ένα μικρό χωριό στο Σισιόβσκι Ουγιέζ, στην περιοχή του Σμολένσκ. Το όνομα με το οποίο γεννήθηκε ήταν Αντονίνα Πανφιλόβα. Την πρώτη της μέρα στο σχολείο, το όνομα της Πανφιλόβα γράφτηκε ως Μακαρόβα, από το μικρό όνομα του πατέρα της, Μακάρ. Ήταν ντροπαλή ως παιδί και είχε ξεχάσει το επίθετό της.

Η Μακαρόβα σπούδασε στη Μόσχα και όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, εντάχθηκε στον Κόκκινο Στρατό και έγινε εθελόντρια νοσοκόμα. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής της θητείας, η Μακαρόβα έμαθε μάλιστα να χρησιμοποιεί ένα πολυβόλο.

Η Αντωνίνα Μακαρόβα με τα δύο μικρά παιδιά της.

Το 1945, η Μακαρόβα παντρεύτηκε έναν Ρωσοεβραίο βετεράνο πολέμου ονόματι, Βίκτορ Γκίνσμπουργκ, του οποίου ολόκληρη η οικογένεια είχε εκτελεστεί από Γερμανούς και σοβιετικούς συνεργάτες κατά τη διάρκεια του πολέμου.

Οι δύο τους εγκαταστάθηκαν στην πόλη Lepiel, στη σοβιετική Λευκορωσία και απέκτησαν δύο κόρες, τη μία το 1947, και την άλλη λίγα χρόνια αργότερα. Ήταν ένα υποδειγματικό ζευγάρι, απολαμβάνοντας τις τιμές και τα προνόμια βετεράνων πολέμου, ενώ η Αντωνίνα κάποτε είχε προσκληθεί σε ένα σχολείο για να μιλήσει σε μαθητές.

To 1961, η ίδια εργαζόταν στο ίδιο εργοστάσιο με τις κόρες της και τον σύζυγό της σε εργοστάσιο ως επιθεωρήτρια ποιότητας ελέγχου.

Βρείται το κορίτσι με το πολυβόλο

Όσο η Αντωνίνα ζούσε μια ονειρεμένη σοβιετική ζωή, οι διαβόητες σοβιετικές υπηρεσίες προσπαθούσαν να λύσουν έναν γρίφο: Έψαχναν λυσασμένα να εντοπίσουν τους ενόχους ενός από τα μεγαλύτερα ανεξιχνίαστα εγκλήματα του πολέμου: Όταν τα σοβιετικά στρατεύματα εισήλθαν προς τα τέλη του πολέμου στην περιοχή του Lokot, βρήκαν τα λείψανα περίπου 1.500 ανθρώπων.

Η «Δημοκρατία του Λοκότ» ήταν μια αυτόνομη δημοκρατία στα κατεχόμενα εδάφη των σοβιετικών περιφερειών Μπριάνσκ, Οριόλ και Κουρσκ από τα γερμανικά στρατεύματα. Πρόκειται για την περιοχή που εισέβαλαν οι Ουκρανοί τον Αύγουστο του 2024 στον πόλεμο εναντίον των Ρώσων.

Τα σοβιετικά στρατεύματα συνέλαβαν και σκότωσαν πολλούς συνεργάτες των Ναζί, αλλά κάποιοι ξέφυγαν και κυρίως η διαβόητη «Τόνια, το κορίτσι με το πολυβόλο». Ήταν μια νέα Ρωσίδα που είχε εκτελέσει με εκπληκτική άνεση-πίνοντας βότκα- εκατοντάδες σοβιετικούς παρτιζάνους και μέλη των οικογενειών τους, χρησιμοποιώντας ένα ρωσικό πολυβόλο M1910 Maxim. Δεν αστοχούσε ποτέ, ενώ στη συνέχεια έδινε πάντα τη χαριστική βολή με ένα πιστόλι σε όποιον δύσμοιρο «σάλευε».

Η σοβιετική στρατιωτική υπηρεσία αντικατασκοπείας, SMERSH, άνοιξε έρευνα για την Τόνια αμέσως μετά την απελευθέρωση της περιοχής Μπριάνσκ. Οι σοβιετικές υπηρεσίες κρατούσαν την υπόθεση ανοιχτή για χρόνια, καθώς από τη μία δε μπορούσαν να ταυτοποιήσουν ποια ήταν η Τόνια, και από την άλλη υπήρχε ένα κενό στις δραστηριότητες της Αντονίνα Μακαρόβα το διάστημα 1941-1943.

Όταν εισέβαλαν οι Γερμανοί το φθινόπωρο του 1941, η Μακαρόβα αποκόπηκε από τα σοβιετικά στρατεύματα. Και έπειτα τα ίχνη της φαίνεται να χάνονται.

Το κουβάρι ξετυλίγεται

Για χρόνια μετά τον πόλεμο, ο φάκελος της υπόθεσης της Τόνια περνούσε από τα χέρια διαδοχικών ερευνητών της KGB χωρίς αποτέλεσμα. Αυτό άλλαξε το 1976, όταν ο φάκελος της υπόθεσης ενός αξιωματικού με το όνομα Πανφίλοβ πέρασε από έναν έλεγχο ρουτίνας. Πριν φύγει για αποστολή στο εξωτερικό έπρεπε να καταγραφούν όλοι οι συγγενείς του. Αποκαλύφθηκε ότι όλοι στην οικογένειά του είχαν το επίθετο Πανφίλοβ εκτός από ένα: μια γυναίκα που ονομαζόταν… Αντωνίνα Μακαρόβα.

Αποδείχθηκε ότι στα σχολικά της χρόνια η Αντονίνα ήταν πολύ ντροπαλή για να πει το επίθετό της δυνατά, έτσι οι συμμαθητές της είχαν πει κατά λάθος στη δασκάλα της ότι λέγοταν Μακαρόβα (από το μικρό όνομα του πατέρα της Μακάρ).

Έτσι, μπορεί να εκδόθηκαν έγγραφα με αυτό το όνομα, αλλά στο ληξιαρχείο ήταν καταχωρημένη με το κανονικό της όνομα, Μακαρόβα. Αυτό εξηγούσε γιατί, μεταξύ των 250 γυναικών με το όνομα Αντωνίνα Μακαρόβα που βρέθηκαν και ελέγχθηκαν από την KGB, η καταζητούμενη «Τόνια, το κορίτσι με το πολυβόλο» ήταν περιέργως απούσα.

1976 αναγνώριση της Μακαρόβα (καθισμένη δεξιά) σε έλεγχο της αστυνομίας.

Η ηρωϊδα που ήταν όμως προδότρα

Τότε άρχισαν να μπαίνουν ψίλοι στα αυτιά των σοβιετικών υπηρεσιών. Όταν ρωτήθηκε ποιοι ήταν οι διοικητές της στη διάρκεια του πολέμου, εκείνη ισχυρίστηκε ότι δεν θυμόταν λόγω των πολλών ετών που παρήλθαν. Το μυστήριο άρχισε να κορυφώνεται, αλλά η KGB αντιλαμβανόταν ότι δεν μπορούσε να συκοφαντήσει άδικα έναν βετεράνο πολέμου και να βιώσει δημόσια ταπείνωση η υπηρεσία.

Έτσι, για έναν χρόνο παρακολουθούσαν προσεκτικά την σοβιετική γυναίκα. Έφεραν ανθρώπους στο Lepiel που γνώριζαν και μπορούσαν να ταυτοποιήσουν τη γυναίκα που ήταν γνωστή ως… «Τόνκα το κορίτσι με το πολυβόλο». Ήταν πρώην εραστές της και συνεργάτες της που είχε περάσει από τα γκουλάγκ, λόγω των εγκλημάτων τους στη διάρκεια του πολέμου.

Τον Ιανουάριο του 1942, στρατολογήθηκε από τις τοπικές αρχές στην πόλη Lokot, η οποία ήταν η πρωτεύουσα της «Δημοκρατίας του Lokot», ενός συνεργαζόμενου κράτους που ιδρύθηκε από τους Ναζί τον Οκτώβριο του 1941.

Η Μακαρόβα δείχνει στις διωκτικές αρχές το σημείο που διέπραξε τα εγκλήματά της δίχως δισταγμό.

Οι Γερμανοί ανέθεσαν στην Mακαρόβα -ως εξαιρετική χειρίστρια πολυβόλου- να εκτελεί Ρώσους αιχμαλώτους και παρτιζάνους, καθώς και τις οικογένειές τους. Τα βράδια η Μακαόβα περνούσε χρόνο με Γερμανούς αξιωματικούς μαζί με ντόπιες γυναίκες που δούλευαν ως ιερόδουλες. Το καλοκαίρι του 1943, οι Γερμανοί ανακάλυψαν ότι η Mακαρόβα και οι άλλες γυναίκες είχαν σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα και στάλθηκαν σε ένα νοσοκομείο στα μετόπισθεν.

Τότε ήταν που η ίδια αντιλαμβανόταν που φυσούσε ο άνεμος του πολέμου και ότι οι Ναζί θα έχαναν. Έτσι, όταν εισήλθαν οι σοβιετικοί  «Δημοκρατίας του Lokot» η Μακαρόβα είχε εξαφανιστεί.

Έτσι για τα επόμενα χρόνια, παρά τις προσπάθειες του τοπικού πληθυσμού, τις ανακρίσεις αιχμαλώτων συνεργατών και τις εξετάσεις πολλών εγγράφων, δεν μπόρεσαν οι σοβιετικές αρχές να εντοπίσουν τίποτα σχετικά με τη γέννηση ή τους συγγενείς της Mακαρόβα.

Αφού οι μάρτυρες επιβεβαίωσαν τις υποψίες τους, η KGB τη συνέλαβε τον Σεπτέμβριο του 1978. Ο σύζυγός της έπεσε σε μεγάλη σύγχυση με τη σύλληψή της και επέμεινε ότι οι κατηγορίες έπρεπε να ήταν λάθος. Αφού οι ανακριτές του έδειξαν ότι τα στοιχεία της ενοχής της ήταν συντριπτικά, εκείνος έπεσε σε κατάθλιψη.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάκρισής της, η Μακάροβα παρέμεινε ήρεμη, πιστεύοντας ότι λόγω της παρέλευσης του χρόνου, θα εκτίσει μόνο μερικά χρόνια στη φυλακή. Ωστόσο, καταδικάστηκε για προδοσία για το ρόλο της σε 168 εκτελέσεις και καταδικάστηκε σε θάνατο τον Νοέμβριο του 1978. Η Μακάροβα εκτελέστηκε με πυροβολισμό στις 11 Αυγούστου 1979.