Το ατιμώρητο έγκλημα του δοσιλογισμού – μια πληγή που δεν έκλεισε ποτέ
Οι εκφραστές του δοσιλογισμού στην Ελλάδα ουδέποτε τιμωρήθηκαν, πλην ελάχιστων περιπτώσεων. Αντιθέτως, στελέχωσαν τον κρατικό μηχανισμό και ο ακροδεξιός σπόρος τους ανθεί ως σήμερα.
Καμία πληγή δεν μπορεί να επουλωθεί αν προηγουμένως δεν υπάρξει κάθαρση. Το γεγονός ότι η Ιστορία έχει καταγράψει μέσα από διάφορες πηγές και μελετητές της ότι το έγκλημα του δοσιλογισμού στην Ελλάδα της τριπλής Κατοχής έμεινε όχι μόνο ατιμώρητο, αλλά και οι εκφραστές του «ξεπλύθηκαν» και νομιμοποιήθηκαν στη συνέχεια ως εργαλεία αντιμετώπισης του «κομμουνιστικού κινδύνου», κάνει την πληγή ακόμα πιο βαθιά και το αίτημα για δικαίωση, περισσότερο επίκαιρο παρά ποτέ.
Αντίθετα ίσως με όσα θεωρούν πολλοί, τη λέξη «δωσίλογος» δεν τη συναντάμε πρώτη φορά στην περίοδο της Κατοχής. Είχε ήδη χρησιμοποιηθεί κάποια χρόνια νωρίτερα – με νομική υπόσταση – αμέσως μετά την Μικρασιατική καταστροφή όταν και συστάθηκε η «ανακριτική επιτροπή δωσίλογων Μικράς Ασίας», που είχε ως στόχο να αποδοθούν οι ευθύνες για την εθνική τραγωδία και οι υπεύθυνοι γι’ αυτήν να δώσουν λόγο.
Εκφραστές του δοσιλογισμού
Η Ελλάδα είναι ίσως η μοναδική χώρα απ΄ όσες ενεπλάκησαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου οι λέξεις που περιγράφουν τους εγχώριους συνεργάτες των κατακτητών είναι ουκ ολίγες. Ενώ π.χ. στην Ευρώπη οι όροι που επικράτησαν ήταν «συνεργάτες» ή απλώς «προδότες», στην Ελλάδα οι αντίστοιχες περιπτώσεις περιγράφονται ως «δωσίλογοι», «γερμανοτσολιάδες», «ταγματασφαλίτες», «ράλληδες», «χίτες» κλπ.
Ανεξάρτητα από τις οργανώσεις που συγκροτήθηκαν εκείνη την περίοδο – ή που σε κάποιες περιπτώσεις προϋπήρχαν του πολέμου – και τις πολιτικές καταβολές τους (φιλοβασιλικοί, φασίστες ή δεξιοί), ο κοινός τόπος συνάντησής τους ήταν ένας: η δίωξη του κομμουνισμού.
Ο «κομμουνιστικός κίνδυνος»
Ήδη από το πραξικόπημα Μεταξά του 1936, το οποίο όπως σημειώνουν πολλοί ιστορικοί είχε τη στήριξη των ανακτόρων και του τότε βασιλιά Γεωργίου του Β’, ο βασικός στόχος είναι ο κομμουνισμός.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει εκείνη την περίοδο ο Ιωάννης Μεταξάς στην εισηγητική του έκθεση προς το παλάτι, «ο κομμουνισμός επωφελείται της πολιτικής αναρχίας, την οποία εδημιούργησαν οι αθεράπευτες έριδες των πολιτικών κομμάτων, καθώς και της αχαλίνωτης δημαγωγικής και αποσυνθετικής αρθρογραφίας μερίδας του Τύπου» (Χάγκεν Φλάισερ, «Στέμμα και Σβάστικα: H Ελλάδα της Κατοχής και της Αντίστασης, Α’ τόμος, σελ. 75).
Γεώργιος Α΄, όπως Γεώργιος Παπαδόπουλος
Στις παραινέσεις του Σουηδού πρέσβη προς τον Γεώργιο τον Α’, ότι οι Έλληνες δεν πρόκειται να δεχθούν μόνιμα ένα αυταρχικό καθεστώς, ο βασιλιάς τον διαβεβαιώνει ότι η δικτατορία αντίκειται και στις δικές του – υποτίθεται φιλελεύθερες- αρχές, υποστηρίζοντας παράλληλα ότι κάποια στιγμή το παρόν σύστημα (σ.σ. της δικτατορίας) θα μπορούσε ν΄ αντικατασταθεί «μ’ ένα κοινοβουλευτικό καθεστώς με ορισμένες βαλβίδες ασφαλείας».
Μέχρι να συνέβαινε αυτό, θα βρισκόταν «στην ίδια θέση, όπως κάποιος με ένα πόδι σάπιο, από γάγγραινα, που πρέπει οπωσδήποτε να το ακρωτηριάσουν». (Χάγκεν Φλάισερ, στην ίδια σελίδα με την ανωτέρω παραπομπή).
Ποιός θα πίστευε ότι 31 χρόνια μετά από αυτά τα λόγια του βασιλιά και σε μια αντίστοιχη περίπτωση, το πραξικόπημα των συνταγματαρχών, ο επικεφαλής της Χούντας Γεώργιος Παπαδόπουλος, θα χρησιμοποιούσε μια παρόμοια φράση: «Βρισκόμαστε ενώπιον ενός ασθενούς ο οποίος βρίσκεται επί της χειρουργικής κλίνης».
Ο ίδιος, λίγο καιρό αργότερα κι ενώ η Χούντα έχει προχωρήσει το…θεάρεστο έργο της, συνομιλώντας με ξένους ανταποκριτές, λέει τη φράση: «Ας προσευχηθούμε να μην χρειάζεται ξανά γύψος. Αν χρειάζεται πάντως, θα τον ξαναβάλωμεν. Το μόνο που μπορώ να σας υποσχεθώ είναι να σας καλέσω για να δείτε το πόδι χωρίς γύψο».
Όπως αντιλαμβάνεται κανείς από τα λόγια τόσο του Γεωργίου του Α’, το 1936, όσο και του Γεωργίου Παπαδόπουλου το 1967, η ιδεολογική μήτρα ήταν ακριβώς η ίδια.
ΕΣΠΟ και Τάγματα Ασφαλείας
Το Φθινόπωρο του 1941 ιδρύεται στην Αθήνα η ΕΣΠΟ (Εθνική Σοσιαλιστική Πατριωτική Οργάνωση), η οποία χρηματοδοτείται από τους Ναζί. Ανάμεσα στους στόχους της -πέρα από το να συνεργάζεται με τους κατακτητές, να προδίδει αντιστασιακούς και να κάνει προπαγάνδα υπέρ του Γ’ Ράιχ – ήταν και η δημιουργία μιας «Ελληνικής Λεγεώνας», η οποία θα βοηθούσε τους Γερμανούς στην κατάληψη της κομμουνιστικής Ρωσίας.
Σύμφωνα με τα ιστορικά τεκμήρια η ΕΣΠΟ είχε εγγράψει χιλιάδες υποστηρικτές, ωστόσο, η πορεία της λήγει άδοξα. Ένα χρόνο μετά την ίδρυσή της ανατινάζονται τα γραφεία της στη συμβολή των οδών Πατησίων και Γλάδστωνος. Δράστης είναι η η ΠΕΑΝ (Πανελλήνιος Ένωσις Αγωνιζομένων Νέων), αντιστασιακή οργάνωση με κεντρώο πολιτικό προσανατολισμό.
Ένα χρόνο αργότερα, η κατοχική κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη (πατέρα του μετέπειτα πρωθυπουργού της ΝΔ Γεωργίου Ράλλη), ιδρύει τα «Τάγματα Ασφαλείας» με το νόμο 260/1943. Είχε προηγηθεί η ιταλική συνθηκολόγηση και μεγάλο μέρος του οπλισμού των Ιταλών στην Ελλάδα, είχε περάσει στα χέρια των Αριστερών και του ΕΑΜ που ήδη αποτελούσε τη μεγαλύτερη αντιστασιακή οργάνωση στη χώρα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι για τη δημιουργία τους συμφωνούν και «κεντρώοι» πολιτικοί εκείνης της περιόδου, όπως ο Στυλιανός Γονατάς και ο Θεόδωρος Πάγκαλος (παππούς του μετέπειτα – «όλοι μαζί τα φάγαμε» – υπουργού του ΠΑΣΟΚ).
Απέναντι στο ΕΑΜ
Η δημιουργία τους έχει έναν και μόνο λόγο. Να αντιπαρατεθούν με το ΕΑΜ με πρόσχημα τον «κομμουνιστικό κίνδυνο». Προς τούτο, υπάγονται απευθείας στη γερμανική διοίκηση Κατοχής. Αρχικά τελούν υπό τη διοίκηση του στρατηγού των Waffen SS Γιούργκεν Στροπ και εν συνεχεία τη διοίκηση αναλαμβάνει ο υποστράτηγος Βάλτερ Σιμάνα που υπήρξε στρατιωτικός διοικητής των Ναζί στην Ελλάδα από τον Οκτώβριο του 1943 έως τον Οκτώβριο του 1944.
Σύμφωνα με μαρτυρία του Κρις Μόνταγκιου Γούντχαους, βρετανού στρατιωτικού που μαζί με τον Έντι Μάγιερς συμμετείχαν στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου «…ο Ράλλης έβλεπε τα Τάγματα Ασφαλείας σαν γέφυρα για το πέρασμα της Ελλάδας από τη γερμανική κατοχή στην απελευθέρωση της από τους Συμμάχους χωρίς να μεσολαβήσει το χάος».
»Ο Ράλλης υπολόγιζε ότι οι Σύμμαχοι θα ήταν ευγνώμονες σε αυτόν, επειδή κράτησε την κυβερνητική μηχανή σε λειτουργία κατά τα τελευταία στάδια της κατοχής με τέτοιον τρόπο ώστε κατά την επάνοδό τους να βρουν μια Ελλάδα σε κατάσταση πολιτικής τάξης και όχι διαλυμένη εντός ενός χάους εκ του οποίου μόνον οι κομμουνισταί θα είχαν να ωφεληθούν».
Ο Κρις Γουντχάους δεν ήταν μια τυχαία περίπτωση. Συμμετείχε στο αντάρτικο στα ελληνικά βουνά, εν συνεχεία ήταν επικεφαλής των Βρετανικών δυνάμεων στην Ελλάδα και ήταν εκείνος στις αναφορές του στον τότε πρωθυπουργό Ουίνστον Τσόρτσιλ, επεσήμανε τον κίνδυνο να «πέσει» η Ελλάδα στη σοβιετική επιρροή μετά το πέρας του πολέμου.
Ο Ιωάννης Ράλλης παραιτήθηκε στις 12 Οκτωβρίου του 1944, μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Αθήνα. Σχεδόν αμέσως συνελήφθη και στις 21 Φεβρουαρίου 1945 προσήχθη σε δίκη ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου Δοσιλόγων Αθηνών, μαζί με άλλους επιφανείς συνεργάτες των Γερμανών, κατά τη διάρκεια της Κατοχής.
Ήταν από τους ελάχιστους που καταδικάστηκαν σε ισόβια με την κατηγορία της «εθνικής αναξιότητας» και πέθανε στη φυλακή ένα χρόνο αργότερα, από καρκίνο του πνεύμονα.
Αλλά ο Ιωάννης Ράλλης ήταν μια από τις ελάχιστες περιπτώσεις καταδικασθέντων. Σύμφωνα με τον επίκουρο καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, Δημήτρη Κουσουρή, συγγραφέα του βιβλίου «Οι δίκες των δωσίλογων», εκδ. Πόλις), οι εκφραστές του δοσιλογισμού στην Ελλάδα μετριόνται σε κάποιες «εκατοντάδες χιλιάδες».
«Το ποιοι εντέλει θεωρήθηκαν δωσίλογοι εξαρτήθηκε από την οικονομική επιφάνεια, τα ερείσματα και τις διασυνδέσεις που διέθετε ο καθένας στο εσωτερικό της κρατικής μηχανής και στο πολιτικό προσωπικό που διαχειρίστηκε τη μετάβαση στον μεταπολεμικό κόσμο», αναφέρει ο κ. Κουσουρής σε συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» τον Δεκέμβριο του 2014.
Ήταν μια περίοδος που η λέξη «γερμανοτσολιάδες» είχε γίνει και πάλι της μόδας, με αφορμή τα Μνημόνια και την εφαρμογή τους στην Ελλάδα. Εκείνη η περίοδος όμως, έχει κι άλλο ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον στοιχείο που αποτελεί σύνδεση της εποχής των Μνημονίων με την Κατοχή.
Η μαρτυρία Μιχαλολιάκου
Λίγο πριν τις εκλογές του 2012, ο Νίκος Μιχαλολιάκος, ο Έλληνας «Φύρερ» της Χρυσής Αυγής, γνωρίζοντας ότι η νεοναζιστική οργάνωση είναι έτοιμη να εκφράσει ένα κομμάτι της κοινωνικής δυσαρέσκειας εξαιτίας των δυσβάσταχτων μέτρων των δανειστών, δεν κρατιέται από τη… χαρά του και ομολογεί δημόσια: «Εμείς είμαστε η σπορά των νικημένων του 1945. Αυτοί είμαστε! Οι εθνικιστές, οι εθνικοσοσιαλιστές! Οι φασίστες!».
Μόνο που ο Μιχαλολιάκος κάνει λάθος σ’ ένα πράγμα. Η «σπορά των νικημένων» μπορεί να ηττήθηκε στο πεδίο της μάχης, ωστόσο αφομοιώθηκε πλήρως από το μεταπολεμικό πολιτικό σύστημα και βρέθηκε να κατηγορεί την Αριστερά και τους εκφραστές της για προδοσία στα χρόνια που ακολούθησαν.
Γράφει σχετικά ο ιστορικός Χάγκεν Φλάισερ: «Με προκλητικό τρόπο, οι αρχιδοσίλογοι φωνασκούν -τουλάχιστον έως τη μεταπολίτευση του 1974- πιο κραυγαλέα απ’ όλους, κατηγορώντας συχνά ως προδότες τους πρωταγωνιστές της Αντίστασης….»
»….Γενικότερα, η χουντική επταετία παρουσίασε αξιοσημείωτες ομοιότητες με αντίστοιχα φαινόμενα της Κατοχής. Οι άλλοτε δοσίλογοι και επίγονοί τους έσπευσαν να βολευτούν στις ανάλογες συνθήκες της δικτατορίας με εκπληκτικά ανάλογους τρόπους προσαρμογής». (Στέμμα και Σβάστικα: Η Ελλάδα της Κατοχής και της Αντίστασης, Α’ τόμος, σελ. 365).
Η διαχρονική επικαιρότητα του δοσιλογισμού
Ογδόντα χρόνια μετά την «άνθιση» του δοσιλογισμού, ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε το 2023, σημείωσε αναπάντεχη εκδοτική επιτυχία. «Οι δωσίλογοι» του ιστορικού Μενέλαου Χαραλαμπίδη που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια, επανάφερε στη δημόσια συζήτηση ένα μάλλον ξεχασμένο θέμα, και σίγουρα ένα θέμα-ταμπού για την πολιτική της ορθότητας, των ίσων αποστάσεων κι εν τέλει της λήθης.
Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Lifo σε σχέση με το βιβλίο και τα ευρήματά για την τύχη των εκφραστών του δοσιλογισμού στην Ελλάδα, ανέφερε μεταξύ άλλων πως «υπάρχουν απαλλακτικά βουλεύματα γι’ αυτούς που είχαν οικονομικές σχέσεις με τους Γερμανούς, οπότε αυτές οι υποθέσεις δεν έφτασαν στα δικαστήρια – αυτό ήταν το πρώτο φίλτρο».
»Σε μια δεύτερη φάση, όσοι έφτασαν στα δικαστήρια αθωώθηκαν, και αυτοί οι λίγοι που καταδικάστηκαν πήραν χάρη από αντίστοιχα συμβούλια ή τον βασιλιά. Αυτό που προκύπτει από την έρευνα είναι ότι στα δύο μεγαλύτερα δικαστήρια της χώρας, Αθηνών και Πειραιά, έχουμε δύο εκτελεσμένους ως συνεργάτες των Ες-Ες, που δεν ήταν καν ψηλά στην ιεραρχία».
«Ελληνική Κατοχή»
Κι ενώ έως σήμερα ήταν γνωστό ότι η χώρα τελούσε υπό τριπλή Κατοχή εκείνη την περίοδο (Γερμανία, Ιταλία, Βουλγαρία), ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης εισάγει κι έναν νέο όρο, την «ελληνική Κατοχή». Όπως σημειώνει: «Οι ελληνικές δυνάμεις ασφαλείας πρωτοστατούν σε μπλόκα, εφόδους και έρευνες σε σπίτια…συνάντησα πολλούς ανθρώπους, που δεν είναι πια στη ζωή, οι οποίοι μιλώντας για την Κατοχή στο μυαλό τους δεν είχαν τόσο τους Γερμανούς όσο τα Τάγματα Ασφαλείας και τη Χωροφυλακή».
Το τραύμα του δοσιλογισμού
Γιατί δεν επουλώθηκε ποτέ το τραύμα του δοσιλογισμού; Σύμφωνα με τον κ. Χαραλαμπίδη, επειδή πολύ απλά οι ελληνικές μεταπολεμικές κυβερνήσεις φρόντισαν να «εξαφανίσουν» τα αρχεία και τα ντοκουμέντα. Αυτή είναι μια άποψη με την οποία συμφωνεί και ο πανεπιστημιακός κ. Κουσουρής:
«Το 85% των καταγγελιών αρχειοθετήθηκε. Στις υποθέσεις που έφτασαν στο ακροατήριο μόνο το 45% των κατηγορουμένων καταδικάστηκε. Συνολικά εκτελέστηκαν 25 δωσίλογοι στην Ελλάδα. Την ίδια πενταετία, από το 1944 έως το 1949 εκτελούνται από τα έκτακτα στρατοδικεία 3.500 κομμουνιστές ή συμπαθούντες τον Κομμουνισμό. Γενικότερα πάντως στην Ελλάδα καταδικάστηκαν οι οικονομικά ασθενέστεροι δωσίλογοι, τα μικρά ψάρια».