Γεννημένος στο Πουέρτο Ρίκο, ο ηθοποιός Χοακίν Φίνιξ μεγάλωσε με τους γονείς του, Αρλίν και Τζον Λι Μπότομ, oι οποίοι γνωρίστηκαν κάνοντας οτοστόπ και παντρεύτηκαν λίγο αργότερα.

Οι Μπότομ, όντας απογοητευμένοι από το πολιτικό στερέωμα, έφυγαν από την Καλιφόρνια για να εξερευνήσουν τη Νότια Αμερική. Εκεί, μεγάλωσαν τα πέντε παιδιά τους – Ρίβερ, Ρέιν, Χοακίν, Λίμπερτι και Σάμερ – ακολουθώντας έναν αντισυμβατικό τρόπο ζωής. Εντάχθηκαν στην θρησκευτική ομάδα «Παιδιά του Θεού» στην οποία πέρασαν χρόνια κηρύττοντας, ενώ ζούσαν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας.

Τελικά διέκοψαν τους δεσμούς τους με την ομάδα, αφού έλαβαν μια επιστολή από τον ηγέτη της, Ντέιβιντ Μπεργκ, που προέτρεπε τα μέλη να κάνουν σεξ με όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους για να στρατολογήσουν οπαδούς.

«Ήταν ιδεαλιστές»

Τα «Παιδιά του Θεού» ήταν μια επικίνδυνη σέκτα που καταζητείτο από την Ιντερπόλ, ενώ ηγέτης της ήταν ένας άνδρας – ο Ντέιβιντ Μπεργκ – ο οποίος κατηγορούνταν για φόνο.

«Νομίζω ότι οι γονείς μου θεωρούσαν ότι είχαν βρει μια κοινότητα που συμμερίζονταν τα ιδανικά τους(…) αλλά νομίζω ότι τη στιγμή που συνειδητοποίησαν ότι υπήρχε κάτι άλλο πίσω από αυτό, αποχώρησαν», δήλωσε ο Φίνιξ στο περιοδικό Playboy το 2014.

«Δεν αντιμετώπιζα τον κόσμο ή τον εαυτό μου με τον τρόπο που ήθελα. Ήμουν ηλίθιος, τριγύριζα, έπινα, προσπαθούσα να γ@μήσω ανθρώπους, πήγαινα σε ηλίθια κλαμπ»

Μετά από το γράμμα του Ντέιβιντ Μπεργκ, οι Μπότομς άλλαξαν το επώνυμό τους σε Φίνιξ, προς τιμήν του πτηνού της μηθολογίας, και επέστρεψαν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Φίνιξ δεν τους έκρινε ποτέ και δεν πιστεύει ότι ήταν «απρόσεκτοι».

«Ήταν ιδεαλιστές και πίστευαν ότι βρίσκονταν με μια ομάδα που ασπάζονταν τις πεποιθήσεις τους και τις αξίες τους. Νομίζω ότι πιθανότατα έψαχναν για ασφάλεια και οικογένεια» δήλωσε στο Vanity Fair το 2019.

«Στιγμιαία χαρά»

Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στη Νότιο Αμερική, τα παιδιά έβγαζαν τα προς το ζην τραγουδώντας και χορεύοντας, και αυτό οδήγησε τη μητέρα τους να έρθει σε επαφή με έναν ατζέντη του NBC, ο οποίος είδε το ταλέντο τους. Ο Χοακίν – που τότε ονομάζονταν «Leaf»- έκανε το ντεμπούτο του στην οθόνη στην τηλεοπτική σειρά «Seven Brides for Seven Brothers», έχοντας στο πλευρό του τον αδερφό του, Ρίβερ.

Ο Χοακίν περιέγραψε αυτή την πρώτη εμπειρία στην κάμερα ως «στιγμιαία χαρά».

«Για κάποια παιδιά, είναι η πρώτη φορά που σπάνε μια μπάλα ή βάζουν γκολ. Για μένα, ήταν αυτό», δήλωσε στην εφημερίδα The Guardian. «Ήξερα ότι μου άρεσε, η αίσθηση ήταν ακραία έντονη. Αυτό είναι το συναίσθημα που κυνηγάω από τότε».

Οι εικασίες έδιναν και έπαιρναν: είχε χάσει την επαφή του με την πραγματικότητα, ή ήταν αυτή η καλύτερη εμφάνισή του; Ο φίλος του και τότε κουνιάδος του Κέισι Άφλεκ, ο οποίος τον βιντεοσκοπούσε συνεχώς, έδωσε ένα στοιχείο

Μετά από αυτό το ντεμπούτο, ο Χοακίν είχε δευτερεύοντες ρόλους σε σειρές όπως το Murder, She Wrote και το Hill Street Blues, καθώς και σε μερικές ταινίες που απευθύνονταν στη νεολαία και οι οποίες ήταν ελάχιστα δημοφιλείς. Ο πρώτος του σημαντικός ρόλος ήρθε με την ταινία Parenthood (1989) του Ρον Χάουαρντ, στην οποία ο χαρακτήρας του θα ενσαρκωνόταν αργότερα από τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο στην τηλεοπτική μεταφορά.

Όλα για την αγάπη (2003)

«Θα γίνεις πιο επιτυχημένος ηθοποιός από εμένα» είπε κάποτε ο Ρίβερ στον Χοακίν Φίνιξ

Ωστόσο, καθώς η φήμη του Ρίβερ εκτοξεύτηκε, ο Χοακίν απορρίφθηκε από τη βιομηχανία ως «ο δεύτερος πιο διάσημος Φίνιξ». Απογοητευμένος, έκανε ένα διάλειμμα και πέρασε χρόνο στο Μεξικό με τον πατέρα του. Όταν επέστρεψε στο Λος Άντζελες, ο Ρίβερ τον ενθάρρυνε να επιστρέψει στην υποκριτική, λέγοντάς του: «Θα γίνεις πιο επιτυχημένος ηθοποιός από εμένα».

Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ο Ρίβερ Φίνιξ ήταν ήδη σταρ, αναγνωρισμένος για τον ρόλο του νεαρού Ιντιάνα Τζόουνς στην ταινία «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και η τελευταία σταυροφορία» (1989) και για την ερμηνεία του ως εργάτης του σεξ στην ταινία «Το δικό μου Αϊντάχο» (1991) του Γκας Βαν Σαντ, για την οποία κέρδισε το Κύπελλο Βόλπι στη Βενετία.

Το 1993, λίγες μέρες μετά τα 19α γενέθλια του Χοακίν, ο Ρίβερ πέθανε από υπερβολική δόση ναρκωτικών έξω από το The Viper Room στο Λος Άντζελες. Ήταν μόλις 23 ετών, αλλά είχε ήδη γίνει είδωλο. Η οικογένεια μετακόμισε στην Κόστα Ρίκα για να θρηνήσει μακριά από τα ενοχλητικά μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η πρώτη φορά που ο Χοακίν επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν για να συμμετάσχει στο casting της ταινίας «Έτοιμη για όλα» (1995).

Ο σκηνοθέτης της ταινίας, Γκας Βαν Σαντ, στενός φίλος του Ρίβερ, φέρεται να ξέσπασε σε κλάματα όταν τον είδε.

Ο ρόλος του στο πλευρό της Νικόλ Κίντμαν στην ταινία «Έτοιμη για όλα» την κινηματογραφική μεταφορά του αστυνομικού δράματος της Πάμελα Σμαρτ, τράβηξε την προσοχή του σκηνοθέτη Τζέιμς Γκρέι, ο οποίος έμελλε να αποτελέσει κομβικό σημείο στην καριέρα του Φίνιξ. Ο Γκρέι έγραψε μάλιστα ένα άρθρο στους New York Times δηλώνοντας ότι είναι ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς του 21ου αιώνα, υποστηρίζοντας ότι «είναι απίστευτα καλός στο να μεταφέρει [στο κοινό] τον εσωτερικό του κόσμο χωρίς διάλογο».

Ήταν όλα μέρος ενός σχεδίου, αλλά τι είδους;

Η ερμηνεία του Φίνιξ στο ρόλο του μοχθηρού αυτοκράτορα Κόμμοδου στον Μονομάχο (2000) κέρδισε τελικά ακόμη και τους σκεπτικιστές. Ανάμεσα στους θαυμαστές του δεν ήταν άλλος από τον Τζόνι Κας, τον οποίο ο Φίνιξ θα υποδυόταν αργότερα στη βιογραφική ταινία Walk the Line (2005), η οποία επικεντρώνεται στο ταραχώδες ειδύλλιο του τραγουδιστή με την Τζουν Κάρτερ.

Εκείνη την εποχή, ο Φίνιξ διένυε μια ταραχώδη περίοδο: «Δεν αντιμετώπιζα τον κόσμο ή τον εαυτό μου με τον τρόπο που ήθελα. Ήμουν ηλίθιος, τριγύριζα, έπινα, προσπαθούσα να γ@μήσω ανθρώπους, πήγαινα σε ηλίθια κλαμπ», εξομολογήθηκε.

Το 2005, ο Φίνιξ μπήκε σε κέντρο αποτοξίνωσης και μήνες αργότερα, ενεπλάκη σε ένα περίεργο τροχαίο ατύχημα στο Λος Άντζελες, από το οποίο τον έσωσε ο Γερμανός σκηνοθέτης Βέρνερ Χέρτζογκ

Λίγο αργότερα άρχισαν να κυκλοφούν φήμες ότι σκεφτόταν να εγκαταλείψει την υποκριτική. Στη συνέχεια συνέβη το απίστευτο: ανακοίνωσε το σχέδιό του να γίνει καλλιτέχνης του χιπ-χοπ υπό την καθοδήγηση του Diddy. Η βιομηχανία έμεινε άναυδη όταν εμφανίστηκε αποπροσανατολισμένος -ή και μαστρουρωμένος- στο The David Letterman Show.

Οι εικασίες έδιναν και έπαιρναν: είχε χάσει την επαφή του με την πραγματικότητα, ή ήταν αυτή η καλύτερη εμφάνισή του; Ο φίλος του και τότε κουνιάδος του Κέισι Άφλεκ, ο οποίος τον βιντεοσκοπούσε συνεχώς, έδωσε ένα στοιχείο. Ήταν όλα μέρος ενός σχεδίου, αλλά τι είδους;

Οι ηθοποιοί Κέισι Άφλεκ και Χοακίν Φοίνιξ ποζάρουν για τους φωτογράφους στο Davies Symphony Hall στο Σαν Φρανσίσκο, Καλιφόρνια 27 Οκτωβρίου 2008 | REUTERS/Robert Galbraith

Ένα παράξενο εγχείρημα

Το «I’m Still Here» (2010) κατέγραψε τον Φίνιξ καθώς βυθιζόταν στο χάος – σνιφάροντας ναρκωτικά, ενεργώντας βίαια και προσλαμβάνοντας σεξεργάτριες.

Τι θα μπορούσε να οδηγήσει έναν ηθοποιό που είναι δύο φορές υποψήφιος για Όσκαρ να ρισκάρει τόσο θεαματικά την καριέρα του; Σύμφωνα με τον Φίνιξ, το «I’m Still Here» προοριζόταν να είναι «μια ταινία που εξερευνούσε τη φήμη, που εξέταζε τη σχέση μεταξύ των μέσων ενημέρωσης και των καταναλωτών και των ίδιων των διασημοτήτων».

Αυτό το παράξενο εγχείρημα, το οποίο τώρα αποκαλεί «το καλύτερο πράγμα που έκανα από την άποψη ότι με βοήθησε να εξελιχθώ ως ηθοποιός και να αποκτήσω μια βαθύτερη εκτίμηση για την υποκριτική», όχι μόνο δεν κατέστρεψε την καριέρα του – τον οδήγησε σε δύο από τους πιο αξιέπαινους ρόλους του: The Master (2012) και Δικό της (2013).

Ο Φίνιξ πιστεύει ότι, αφού είδε το ντοκιμαντέρ, ο σκηνοθέτης του The Master, Πολ Τόμας Άντερσον, κατάλαβε ότι ήταν διατεθειμένος να φτάσει σε οποιοδήποτε σημείο για την τέχνη του.

Και ήταν. Χρόνια πολλά υπέρτατε Χοακίν Φίνιξ.

*Με πληροφορίες από: El Pais | Eva Güimil | New York Times | The Guardian