Μόνος τη νύχτα περπατώ…
Χαμηλές τάσεις για το υποκειμενικό αίσθημα ασφάλειας που βιώνουν τα άτομα όταν περπατούν μόνα τους τη νύχτα στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης – Ποια η κατάσταση στην Ελλάδα.
Πόσο ασφαλείς νιώθουν οι άνθρωποι να περπατούν μόνοι τους τη νύχτα στην Ευρώπη; Μια από τις έρευνες στη «Γηραιά ήπειρο» ανέδειξε απροσδόκητα ευρήματα.
Σύμφωνα με το Adventourely και με δεδομένα του 2024, όσον αφορά την αντιληπτή ασφάλεια, η Κροατία προηγείται με αξιοσημείωτο ποσοστό ασφάλειας 75,21, ακολουθούμενη από τη Σλοβενία με 74,38. Η Ισλανδία είναι τρίτη με 71,83, ενώ η Εσθονία και η Τσεχία συμπληρώνουν την πρώτη πεντάδα με ποσοστά 69,46 και 68,91 αντίστοιχα.
Η Γαλλία βρίσκεται στο τέλος της λίστας με ποσοστό ασφάλειας 35,28 και ακολουθεί το Βέλγιο με 40,88. Η Λευκορωσία είναι τρίτη χειρότερη με ποσοστό 41,05 και το Ηνωμένο Βασίλειο και η Σουηδία τερματίζουν την τελευταία πεντάδα με ποσοστά 42,26 και 43,4 αντίστοιχα, με βάση το Numbeo.
Η θέση της Ελλάδας
Προς το τέλος της λίστας βρίσκεται η Ελλάδα με 49,05 βαθμούς (έναντι 49.26% το 2023). Οι κάτοικοι στη χώρα μας νιώθουν σχετικά ασφαλείς, αλλά υπάρχουν περιοχές όπου η αίσθηση αυτή είναι χαμηλότερη, κυρίως λόγω τοπικών προβλημάτων αστυνόμευσης και κοινωνικών συνθηκών.
Η πραγματική εγκληματικότητα είναι χαμηλότερη από τις αντιλήψεις που έχουν οι πολίτες και αυτή η αντίθεση αντικατοπτρίζεται στα στοιχεία. Η Ελλάδα δεν συγκαταλέγεται στις πιο ασφαλείς χώρες, αλλά δεν είναι και στις χαμηλότερες θέσεις.
Η πραγματική ασφάλεια αναφέρεται στα στατιστικά δεδομένα εγκληματικότητας, δηλαδή στον πραγματικό αριθμό περιστατικών που καταγράφονται σε μια περιοχή. Η αντιληπτή ασφάλεια, από την άλλη, αφορά το πώς αισθάνονται οι πολίτες για την ασφάλεια, ανεξάρτητα από τα στατιστικά.
Οι διαφορές αυτές μπορεί να οφείλονται σε διάφορους παράγοντες, όπως τα μέσα ενημέρωσης, προσωπικές εμπειρίες ή φήμες, που μπορεί να δημιουργούν φόβους ακόμα και σε περιοχές με χαμηλή εγκληματικότητα. Αντίστοιχα, οι πολίτες σε περιοχές με υψηλή εγκληματικότητα μπορεί να νιώθουν ασφαλείς λόγω υψηλής αστυνόμευσης ή άλλων κοινωνικών παραγόντων.
Οι καθοριστικοί παράγοντες
Παράγοντες που επηρεάζουν αυτή την αντίληψη περιλαμβάνουν κοινωνικές συνθήκες, όπως το επίπεδο της εγκληματικότητας, η εμπιστοσύνη στην αστυνομία και οι οικονομικές ανισότητες. Οι κάτοικοι σε χώρες με χαμηλή εγκληματικότητα μπορεί να αισθάνονται ασφαλείς, ενώ σε άλλες, οι πολιτιστικές ή κοινωνικές εντάσεις επηρεάζουν την αίσθηση ανασφάλειας.
Η Γερμανία με 51,51 βαθμούς είναι μόλις στη μέση της λίστας. Παρά το ότι είναι γενικά μια χώρα με υψηλό επίπεδο αστυνόμευσης και χαμηλή εγκληματικότητα, η αντίληψη των πολιτών διαφέρει. Αυτό μάλλον οφείλεται σε παράγοντες όπως η αυξημένη κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης για εγκλήματα, η αστικοποίηση και οι κοινωνικές ανησυχίες σε μεγάλα αστικά κέντρα όπως το Βερολίνο ή το Αμβούργο. Επίσης, το μεταναστευτικό ζήτημα και η οικονομική ανισότητα επηρεάζουν την αίσθηση ασφάλειας.
Η Γαλλία είναι η χειρότερη. Τα αστικά κέντρα της, όπως το Παρίσι και η Μασσαλία, έχουν υψηλότατα ποσοστά εγκληματικότητας και κοινωνικές εντάσεις. Επιπλέον, η γαλλική κοινωνία έχει επηρεαστεί από περιστατικά τρομοκρατικών επιθέσεων και πολιτικής αστάθειας, γεγονός που ενισχύει την αίσθηση ανασφάλειας στους πολίτες. Οι συνεχείς διαμαρτυρίες και απεργίες για κοινωνικά θέματα συμβάλλουν επίσης αρνητικά, ακόμα και όταν τα στατιστικά εγκληματικότητας δεν είναι τόσο ανησυχητικά.
Αύξηση της εγκληματικότητας
Η εγκληματικότητα στην Ευρώπη έχει αυξηθεί σε ορισμένες περιοχές τα τελευταία χρόνια, ωστόσο η κατάσταση διαφέρει σημαντικά από χώρα σε χώρα και εξαρτάται από τον τύπο εγκλήματος. Σύμφωνα με στατιστικά δεδομένα και έρευνες από οργανισμούς όπως η Eurostat και η Europol, παρατηρούνται συγκεκριμένες τάσεις:
Τα βίαια εγκλήματα, όπως οι επιθέσεις, οι ανθρωποκτονίες και οι ληστείες, έχουν αυξηθεί σε ορισμένα μεγάλα αστικά κέντρα, κυρίως σε χώρες όπως η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία. Αυτή η αύξηση συνδέεται συχνά με κοινωνικές εντάσεις, ανισότητες και μεταναστευτικές ροές, καθώς και με προβλήματα στην αστυνόμευση σε συγκεκριμένες περιοχές. Ωστόσο, σε πολλές άλλες χώρες, η εγκληματικότητα αυτού του είδους έχει μείνει σταθερή ή και μειωθεί.
Κλοπές και Ληστείες
Οι κλοπές και οι ληστείες παραμένουν ένα από τα πιο συνηθισμένα είδη εγκλήματος στην Ευρώπη. Σε χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Γαλλία, οι τουριστικές περιοχές έχουν δει αύξηση των κλοπών, ειδικά κατά τη διάρκεια περιόδων τουριστικής αιχμής.
Παράλληλα, αυξήσεις στις ληστείες έχουν παρατηρηθεί και σε οικονομικά δυσμενέστερες περιοχές.
Το κυβερνοέγκλημα είναι μια από τις κατηγορίες εγκλημάτων που έχουν αυξηθεί κατακόρυφα σε ολόκληρη την Ευρώπη. Σύμφωνα με την Europol, τα κυβερνοεγκλήματα, όπως η απάτη, οι επιθέσεις ransomware και η παραβίαση δεδομένων, έχουν γίνει πιο συχνά, ειδικά μετά την πανδημία COVID-19. Οι εγκληματίες εκμεταλλεύονται την αυξημένη χρήση διαδικτυακών υπηρεσιών και ψηφιακών συναλλαγών, γεγονός που καθιστά τους πολίτες και τις επιχειρήσεις πιο ευάλωτους σε τέτοιες επιθέσεις.
Οργανωμένο Έγκλημα
Το οργανωμένο έγκλημα έχει αυξηθεί σε ορισμένες περιοχές της Ευρώπης, ειδικά με την εμπλοκή διεθνών εγκληματικών δικτύων. Η διακίνηση ναρκωτικών, η εμπορία ανθρώπων και η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες είναι μερικά από τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αρχές, με τα εγκληματικά δίκτυα να λειτουργούν διακρατικά.
Αντίληψη Εγκληματικότητας
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αντίληψη της εγκληματικότητας από τους πολίτες συχνά διαφέρει από την πραγματική κατάσταση. Σε ορισμένες χώρες, όπως η Γαλλία και το Βέλγιο, οι πολίτες αισθάνονται μεγαλύτερη ανασφάλεια, ακόμα και αν τα πραγματικά δεδομένα δείχνουν ότι η εγκληματικότητα δεν έχει αυξηθεί σημαντικά.
Σύμφωνα με την Eurostat, ο συνολικός αριθμός εγκλημάτων σε ορισμένες κατηγορίες, όπως οι ανθρωποκτονίες, έχει μειωθεί σταθερά τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, άλλες κατηγορίες εγκλημάτων, όπως οι επιθέσεις και οι σεξουαλικές επιθέσεις, έχουν παρουσιάσει αύξηση σε ορισμένες χώρες.
Η Europol αναφέρει επίσης ότι το οργανωμένο έγκλημα παραμένει μία από τις μεγαλύτερες απειλές για την ασφάλεια στην Ευρώπη, με τα δίκτυα εγκληματιών να εκμεταλλεύονται την παγκοσμιοποίηση και τις διακρατικές συναλλαγές.
Συνολικά, η εικόνα της εγκληματικότητας στην Ευρώπη είναι σύνθετη, με αυξήσεις σε ορισμένα είδη εγκλημάτων και μειώσεις σε άλλα. Τοπικοί παράγοντες, όπως η αστικοποίηση, η οικονομική ανισότητα και η μετανάστευση, παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των τάσεων αυτών.
Η κατάσταση στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, η εγκληματικότητα έχει αυξηθεί σε συγκεκριμένες κατηγορίες εγκλημάτων, κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, αλλά παραμένει σε σχετικά χαμηλά επίπεδα συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η Ελλάδα δεν κατατάσσεται μεταξύ των χωρών με υψηλά ποσοστά βίαιων εγκλημάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι ανθρωποκτονίες και οι σοβαρές επιθέσεις παραμένουν σπάνιες σε σύγκριση με άλλες χώρες. Ωστόσο, περιστατικά βίας, όπως ληστείες με τη χρήση βίας, έχουν αυξηθεί σε περιοχές με υψηλή οικονομική ανισότητα και κοινωνική αναταραχή.
Η μικροεγκληματικότητα, όπως οι κλοπές και οι διαρρήξεις, έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, ειδικά σε τουριστικές περιοχές και αστικά κέντρα. Οι τσάντες, τα πορτοφόλια και άλλα μικροαντικείμενα κλέβονται πιο συχνά σε δημόσιους χώρους με πολύ κόσμο, όπως τα μέσα μαζικής μεταφοράς και τα τουριστικά αξιοθέατα.
Το οργανωμένο έγκλημα στην Ελλάδα αφορά κυρίως τη διακίνηση ναρκωτικών, τη λαθρομετανάστευση και το λαθρεμπόριο. Τα δίκτυα αυτά λειτουργούν συχνά διακρατικά, και η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, είναι συχνά πέρασμα για τη διακίνηση ναρκωτικών από τη Μέση Ανατολή και την Ασία προς την Ευρώπη. Η αστυνομία έχει καταφέρει να διαλύσει αρκετά τέτοια δίκτυα, αλλά το πρόβλημα παραμένει.
Η κυβερνοεγκληματικότητα έχει αυξηθεί στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Οι ηλεκτρονικές απάτες, η παραβίαση δεδομένων και οι επιθέσεις ransomware έχουν γίνει συχνότερα προβλήματα, ιδιαίτερα μετά την πανδημία COVID-19. Οι επιθέσεις αυτές συχνά στοχεύουν τόσο ιδιώτες όσο και επιχειρήσεις, με τις αρχές να προσπαθούν να καταπολεμήσουν αυτά τα φαινόμενα μέσω νέων νόμων και συνεργασίας με διεθνείς οργανισμούς.
Η αντίληψη της ασφάλειας στην Ελλάδα είναι σε σχετικά καλό επίπεδο, αν και υπάρχει μια διαφορά μεταξύ της πραγματικής εγκληματικότητας και του φόβου για εγκλήματα. Οι Έλληνες πολίτες νιώθουν συχνά ανασφαλείς λόγω προβλημάτων όπως η κακή αστυνόμευση σε ορισμένες περιοχές, η ανεργία και η οικονομική ανισότητα, αλλά τα στατιστικά δείχνουν ότι η χώρα παραμένει σχετικά ασφαλής σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Σύμφωνα με επίσημα στατιστικά στοιχεία από την Ελληνική Αστυνομία, η εγκληματικότητα στην Ελλάδα παραμένει σταθερή ή ελαφρώς μειωμένη τα τελευταία χρόνια σε κατηγορίες όπως οι ανθρωποκτονίες και οι ληστείες, αλλά αυξάνεται σε άλλα είδη εγκλημάτων, όπως οι κλοπές και οι κυβερνοεπιθέσεις. Οι αρχές προσπαθούν να καταπολεμήσουν αυτές τις τάσεις μέσω αυξημένης αστυνόμευσης και ενισχυμένων μέτρων ασφάλειας.
Η εγκληματικότητα και στην Ελλάδα επηρεάζεται από διάφορους κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες, όπως η ανεργία, η φτώχεια και η μεταναστευτική κρίση. Αυτοί οι παράγοντες δημιουργούν πιέσεις στις κοινωνικές δομές και προκαλούν προβλήματα στην αστυνόμευση, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Συμπερασματικά, η εγκληματικότητα στην Ελλάδα είναι ελεγχόμενη, αλλά παραμένουν προβλήματα σε συγκεκριμένες κατηγορίες εγκλημάτων και περιοχές. Οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες επηρεάζουν την ασφάλεια, αλλά η χώρα συνεχίζει να θεωρείται σχετικά ασφαλής σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις