Θανάσης Βαλτινός: Διαπραγμάτευση μοναξιάς και απόγνωσης
Η αυταπάτη της συντροφικότητας
[…]
1967, 1968, 1969. Οι συγγραφείς σωπαίνουν. Δεν εκδίδουν, δεν κάνουν δημόσιες εμφανίσεις. Η απόφαση ήταν περίπου αυθόρμητη. Με το χρόνο έγινε συνειδητή ενέργεια. «Αρχίσαμε σιγά σιγά να μετράμε ποιοι δεν γράφουν» λέει ο Αλέξανδρος Κοτζιάς. Οι κύκλοι των διανοουμένων που ζουν στην Ελλάδα βρίσκονται σιγά σιγά μεταξύ τους, υπερβαίνοντας τις διαφορές που τους χώριζαν στο παρελθόν.
Στρατής Τσίρκας, Τάκης Σινόπουλος, Αλέξανδρος Κοτζιάς, Αλέξανδρος Αργυρίου, Τάκης Κουφόπουλος και άλλοι επικοινωνούν με τον Μανόλη Αναγνωστάκη στη Θεσσαλονίκη, έρχονται σε επαφή με τον Ρόδη Ρούφο και τον κύκλο του (Θ. Δ. Φραγκόπουλο και άλλους). «Δεξιοί», «αριστεροί», «κεντρώοι» ιδεολογικά, άνθρωποι με διαφορετική κοινωνική προέλευση και αντιπαραθέσεις στα λογοτεχνικά ζητήματα, συναντώνται σε ένα κοινό πεδίο: να βρουν τρόπους να εκφράσουν την αντίθεση των πνευματικών ανθρώπων στη δικτατορία. Δεν συγκροτούν αυτό που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ομάδα. Ωστόσο, έχουν συναποφασίσει έναν πρώτο τρόπο αντίστασης: τη «σιωπή των διανοουμένων». Η σιωπή αυτή ενοχλούσε τη χούντα, η οποία ήθελε να επιδείξει και την «πνευματικότητά» της. Γι’ αυτό αποφασίζει να δημοσιεύουν οι εφημερίδες και τα περιοδικά υποχρεωτικά ένα διήγημα από την ανθολογία του Ρένου Αποστολίδη. «Πνευματικά δώρα της κυβερνήσεως», όπως αναφέρονταν.
«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 5.7.1990, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ήδη το 1969 άρχισε να σπάει η σιωπή. Πρώτα με μικρές εκδηλώσεις, λογοτεχνικές κυρίως, σε αίθουσες ξένων ινστιτούτων, όπου δεν επιβαλλόταν προληπτική λογοκρισία. Στις 29 Μαρτίου ο Γ. Σεφέρης με δήλωσή του στρέφεται ανοιχτά κατά του καθεστώτος των συνταγματαρχών.
Στις 23 Απριλίου 18 συγγραφείς από την Αθήνα —συμπτωματικά ο ίδιος αριθμός με τους συγγραφείς των «18 Κειμένων»— υπογράφουν δήλωση, διαμαρτυρόμενοι για τη δημοσίευση κειμένων χωρίς την έγκρισή τους. Η δήλωση όμως παίρνει ευρύτερο χαρακτήρα. […] Περνάμε πλέον σε μια φάση επιθετική. Αυτό συνδέεται και με την κατάργηση της προληπτικής λογοκρισίας τον Σεπτέμβρη του ’69. Παρά το ότι αντικαταστάθηκε μ’ έναν αυστηρό νόμο περί Τύπου, η απουσία της προληπτικής λογοκρισίας άφηνε κάποια περιθώρια έκφρασης. Έτσι, το κείμενο με τις υπογραφές ακολουθείται από την έκδοση των «18 Κειμένων».
Ο τόμος, φρεσκοτυπωμένος, βρίσκεται ένα πρωί, στις 10 Ιουλίου του 1970, στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων. Και πριν απ’ όλα στον «Κέδρο», τον εκδοτικό οίκο – βιβλιοπωλείο της Νανάς Καλλιανέση. Εκεί, στη μικρή στοά της οδού Πανεπιστημίου, τόπο συνάντησης των αντιστασιακών λογοτεχνών και τόπο καθημερινής συνάθροισης των… ασφαλιτών. Άλλωστε, το να σου ζητούν ταυτότητα όταν πήγαινες στον «Κέδρο» ήταν μια καθημερινή πρακτική. Το βιβλίο στη βιτρίνα αιφνιδιάζει την Ασφάλεια, δεν αιφνιδιάζει όμως καθόλου αυτούς που περίμεναν πώς και πώς την έκδοσή του. Εκατοντάδες αντίτυπα των «18 Κειμένων» πωλούνται τις πρώτες ημέρες. Η κυκλοφορία του βιβλίου ξεπερνάει τις 15 χιλιάδες αντίτυπα, μέσα σε μία χρονιά ο τόμος έχει ανατυπωθεί πέντε φορές.
Φθινόπωρο 1971, ο Στρατής Τσίρκας (αριστερά) και ο Θανάσης Βαλτινός στο σπίτι του πρώτου
«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 5.7.1990, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ένα από τα πρώτα αντίτυπα αγοράζεται άρον άρον από την Ασφάλεια. Στην οδό Μπουμπουλίνας το ξεφυλλίζουν οι υπεύθυνοι του «Πνευματικού Τμήματος» (ευφημισμός για την υπηρεσία που ασχολείται με τον έλεγχο και τη δίωξη του πνευματικού κόσμου) και στο εξώφυλλο διαβάζουν τα ονόματα των συγγραφέων: Γιώργος Σεφέρης, Μανόλης Αναγνωστάκης, Νόρα Αναγνωστάκη, Αλέξανδρος Αργυρίου, Θανάσης Βαλτινός, Λίνα Κάσδαγλη, Νίκος Κάσδαγλης, Αλέξανδρος Κοτζιάς, Τάκης Κουφόπουλος, Μένης Κουμανταρέας, Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, Σπύρος Πλασκοβίτης, Ρόδης Ρούφος, Τάκης Σινόπουλος, Καίη Τσιτσέλη, Στρατής Τσίρκας, Θ. Δ. Φραγκόπουλος, Γιώργος Χειμωνάς.
Ανοίγοντας ο στίχος του Διονυσίου Σολωμού:
«Αλλά Θεά, δεν ημπορώ ν’ ακούσω τη φωνή σου».
Και ακολουθεί ο πρόλογος, όπου οι δεκαοκτώ μεταξύ των άλλων αναφέρουν:
«Ύστερα από ώριμη στάθμιση, επιχειρούμε να επαναλάβουμε, με τον εκφραστικό μας τρόπο ο καθένας, την πίστη μας σε κάποιες θεμελιακές αξίες, με πρώτη ανάμεσά τους το δικαίωμα της ελεύθερης πνευματικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας, που δεν θα παύσουμε να διεκδικούμε και που συνδέεται αναπόσπαστα με το σεβασμό της γνώμης και της αξιοπρέπειας όλων ανεξαίρετα των δημιουργών, αλλά και του κάθε ανθρώπου».
[…]
Στην έκδοση των «18 Κειμένων» παρατηρούνται κάποια στοιχεία εντυπωσιακά, όπως η συγκέντρωση συγγραφέων από ευρύ πολιτικό και ιδεολογικό φάσμα και η συστέγαση σε έναν τόμο λογοτεχνών με διαφορετικό βαθμό ωρίμανσης και καταξίωσης.
Τα ανωτέρω είναι ένα τμήμα από εκτενές δημοσίευμα του «Ταχυδρόμου» της 5ης Ιουλίου 1990, που έφερε τον τίτλο «Το θέμα είναι τώρα τι λες…»
Το πολύ ενδιαφέρον αυτό άρθρο, που έφερε την υπογραφή του δημοσιογράφου Θανάση Σκαμνάκη, είχε συνταχθεί με αφορμή τη συμπλήρωση είκοσι ετών από την έκδοση των περίφημων «Δεκαοχτώ Κειμένων», του συλλογικού τόμου που είχε κυκλοφορήσει τον Ιούλιο του 1970, μεσούσης της δικτατορίας των συνταγματαρχών.
«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 5.7.1990, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ο «Ταχυδρόμος», όπως διαβάζουμε στο κείμενο του Σκαμνάκη, είχε διοργανώσει μια επετειακή συνάντηση, στην οποία είχαν παραστεί οι περισσότεροι από τους Δεκαοχτώ (τέσσερις είχαν ήδη φύγει από τη ζωή: Γιώργος Σεφέρης, Ρόδης Ρούφος, Στρατής Τσίρκας, Τάκης Σινόπουλος).
Μάλιστα, οι συγκεντρωθέντες κατόπιν της πρωτοβουλίας του «Ταχυδρόμου» (στις 19 Ιουνίου 1990 είχε λάβει χώρα η συνάντησή τους) είχαν κληθεί να απαντήσουν στο ερώτημα που είχε τεθεί μέσα από τους στίχους ενός ποιήματος του «Στόχου», της συλλογής που είχε δημοσιεύσει ο Μανόλης Αναγνωστάκης στα «Δεκαοχτώ Κείμενα»:
«Το θέμα είναι τώρα τι λες
Καλά φάγαμε καλά ήπιαμε
Καλά τη φέραμε τη ζωή μας ως εδώ
Μικροζημιές και μικροκέρδη συμψηφίζοντας
Το θέμα είναι τώρα τι λες»
Ένας από όσους είχαν τοποθετηθεί ήταν και ο Θανάσης Βαλτινός, ο οποίος έφυγε χθες από τη ζωή, πλήρης ημερών. Ιδού πώς είχε απαντήσει ο Βαλτινός:
Είκοσι χρόνια είναι είκοσι χρόνια. Χωρίς αμφιβολία εκείνη η εποχή ήταν διαφορετική από τη σημερινή — θα την αποκαλούσα γραφική. Συχνά, στην ανάμνησή της, νιώθω μια περίεργη νοσταλγία να πλημμυρίζει την καρδιά μου. Υπήρχε φυσικά το βίαιο γεγονός της δικτατορίας, αυτό όμως ήταν το προσόν, το ψυχολογικό προσόν, εννοώ, για μας. Ο αντίπαλος ήταν παρών, είχε πρόσωπο, ήταν εκεί. Ήταν μαχητός. Μια τέτοια σαφής κατάσταση είναι αφάνταστα αναπαυτική. Δε δημιουργεί διλήμματα, απαλλάσσει από ενοχές —και τύψεις—, απαλύνει την αίσθηση της ματαιοπονίας και κυρίως —ενώ πρόκειται μονάχα για το μοίρασμα ενός κινδύνου, πραγματικού ή φανταστικού— σφυρηλατεί την αυταπάτη της συντροφικότητας.
Σήμερα, και το σήμερα θα πρέπει να επεκταθεί τουλάχιστον μια πενταετία προς τα πίσω, ποιος θα μπορούσε να διανοηθεί αυτές τις συνθήκες πολυτελείας;
Όσο για τον ρόλο των συγγραφέων, και θα περιοριστώ μονάχα σ’ αυτούς, είναι δύσκολο να τον ορίσει κανείς χωρίς να τον «περιγράψει». Αυτή η διαπραγμάτευση μοναξιάς και απόγνωσης κυρίως, που δεν είναι αναγκαστικά μια πράξη απαισιοδοξίας, σίγουρα παρεμβαίνει θετικά στη ζωή. Μόνο που ο ρυθμός λειτουργίας της είναι απελπιστικά βραδύς. Τόσο βραδύς που τα αποτελέσματά της δε θα τα δει ποτέ του ο ίδιος ο συγγραφέας. Κάτι που είναι άλλωστε και η βαθύτερη τραγωδία του.
Ο συγγραφέας Θανάσης Βαλτινός, τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών από το 2008 (και πρόεδρος αυτής το 2016), είχε γεννηθεί στον Καράτουλα (Καστρί) Κυνουρίας το 1932.
Σπούδασε κινηματογράφο στην Αθήνα.
Ο Βαλτινός έγραψε διηγήματα, μυθιστορήματα και σενάρια για τον κινηματογράφο, ενώ μετέφρασε αρχαίους τραγικούς για το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν.
Τα βιβλία του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες.
Το 1990 ο Βαλτινός τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος για το έργο του «Στοιχεία για τη δεκαετία του ’60».
Τιμήθηκε, επίσης, με το Βραβείο Ιδρύματος Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών, με το Διεθνές Βραβείο Καβάφη, καθώς και με το Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Τιμής της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις