Ο Θανάσης Βαλτινός πίστευε πως ο έρωτας υπάρχει για να ξεπερνιέται η προσωρινότητα της ζωής
Ο Θανάσης Βαλτινός έχει στο ιστορικό του κορυφαία διηγήματα, κινηματογραφικά σενάρια σε σκηνοθεσία Θ. Αγγελόπουλου και μεταφράσεις αρχαίων τραγωδιών που πήραν σάρκα και οστά από τον Κάρολο Κουν.
- Σοκ στην Πάρο: Άγρια επίθεση ανήλικων με μαχαίρι σε βάρος δύο ανδρών
- «Υπάρχει θέμα» με το «De Grece» – Πυρά κομμάτων με το επίθετο που διάλεξαν οι Γλύξμπουργκ
- Βίντεο ντοκουμέντο λίγο μετά τη δολοφονία της Ράνιας στην Κρήτη - «Σκότωσα τον πατέρα μου» έλεγε ο δράστης
- «Συνεργαζόταν με Τούρκους για να με σκοτώσουν» - 10 μέρες σχεδίαζε τη δολοφονία του 52χρονου ο δράστης
«Επανερχόμαστε πάντοτε στην εφηβεία μας, είτε το αρθρώνουμε είτε το αποσιωπούμε, είτε το αφήνουμε να φανεί είτε όχι. Ισχύει αυτό και στη ζωή και στη λογοτεχνία. Υπό μία έννοια, η επαναφορά αυτή διατρέχει και ένα αξιοπρόσεχτο μέρος του έργου μου».
Αυτά τα λόγια ανήκουν στον συγγραφέα Θανάση Βαλτινό, ο οποίος το 2022 μίλησε στον δημοσιογράφο Γρηγόρη Μπέκο της εφημερίδας «ΤΟ ΒΗΜΑ» με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου «Νέα Σελήνη: Ημέρα πρώτη» του οποίου το εξώφυλλο κοσμεί ένα γυμνό γυναικείο σώμα το οποίο θυμίζει την ανυπέρβλητη ελαιογραφία του Γκυστάβ Κουρμπέ, «Η προέλευση του κόσμου».
Από την παιδικότητα, η κουβέντα των δυο ανδρών μεταφέρθηκε στον έρωτα και τον θάνατο που φαίνεται να έχουν ένα κοινό σημείο: το προσωρινό.
«Κοιτάξτε, έρωτας και θάνατος είναι ίδια ύλη. Λέω ύλη για να μην πω κάτι που δεν θα ήταν δόκιμο. Ο θάνατος κρύβεται μέσα στη ζωή, άρα και μέσα στον έρωτα που είναι αναπόσπαστο τμήμα της. Ο έρωτας υπάρχει για να ξεπερνιέται η προσωρινότητα της ζωής», πίστευε ο Βαλτινός, ο οποίος άφησε την τελευταία του πνοή σήμερα (30/10/2024) σε ηλικία 92 ετών.
Θανάσης Βαλτινός: συστήθηκε στο κοινό με το «Κατακαλόκαιρο»
Ο μεταπολεμικός πεζογράφος Θανάσης Βαλτινός, γεννηθείς στο Καστρί Κυνουρίας τον Δεκέμβριο του 1932, έζησε στο πετσί του με μια βαλίτσα στο χέρι, το πώς η ελληνική κοινωνία, και δη η επαρχία άλλαξε ριζικά έπειτα από το πέρας των γεγονότων που σημάδεψαν τη χώρα – για αυτό δεν αποτελεί έκπληξη το ότι στα έργα του έδωσε την αίσθηση βιογραφίας την οποία όμως προσέγγισε ως παρατηρητής-.
Στα χρόνια της κατοχής και του εμφυλίου, έζησε σαν νομάς: με την οικογένεια του μετακινούνταν από επαρχία σε επαρχία, μέχρι που το 1950 εγκαταστάθηκε στην πρωτεύουσα όπου και σπούδασε κινηματογράφο.
Το 1958 συστήθηκε στο λογοτεχνικό στερέωμα με τη βράβευση του διηγήματός του «Κατακαλόκαιρο» από το περιοδικό Ταχυδρόμος, ενώ το 1963 δημοσίευσε στο περιοδικό «Εποχές» το αριστουργηματικό αφήγημά του «Η κάθοδος των εννιά» (το οποίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1984 σε σκηνοθεσία Χρίστου Σιοπάχα). Ένα χρόνο αργότερα δημοσίευσε στο περιοδικό «Ταχυδρόμος» το «Συναξάρι Αντρέα Κορδοπάτη».
Μετέπειτα ακολούθησαν πολλές κυκλοφορίες, όπως: «Τρία ελληνικά μονόπρακτα» (1978), «Εθισμός στη νικοτίνη» (1984), «Στοιχεία για τη δεκαετία του ’60» (1990) για το οποίο τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος, Φτερά μπεκάτσας (1992), Θα βρείτε τα οστά μου υπό βροχήν (1992) και τέλος, το αμφιλεγόμενο «Ορθοκωστά» (1994) για το οποίο κατηγορήθηκε ότι υπερασπίζεται τους ταγματασφαλίτες και πως επαναπροσδιορίζει και οικειοποιείται όρους όπως Εθνική Αντίσταση, αντάρτες, λευκή τρομοκρατία και αριστερός, παραχαράσσοντας την ιστορία. Η διαμάχη με την ελληνική αριστερά συνεχίστηκε μέχρι και το 2012 όταν υπέγραψε από κοινού με άλλους ανθρώπους του πνεύματος το κείμενο «Τολμήστε!» το οποίο απέρριπτε τις διαδηλώσεις στις πλατείες.
Ο ίδιος σε μεταγενέστερες συνεντέυξεις του, μιλώντας για την κακή κριτική που απέσπασε το έργο του «Ορθοκωστά», δήλωσε αριστερός, υπό την έννοια της ελευθερίας και όχι της ιδεολογίας, ενώ το 2021 σε ερώτηση του δημοσιογράφου της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ» Νίκου Κουρμούλη για το αν θεωρεί ότι η ντόπια λογοτεχνία «κοίταξε τον εμφύλιο στα μάτια», απάντησε:
«Νομίζω πως δεν έχει αντιμετωπιστεί ο Εμφύλιος στις σωστές του διαστάσεις. Τον έχουν κάνει ένα ψευδεπίγραφο πράγμα. Διαχρονικά τον αντιμετώπισαν λανθασμένα. Χωρίς αλήθεια, δίχως γενναιότητα. Εγιναν λαθροχειρίες. Δυσκολευόμαστε να απαγκιστρωθούμε από αφόρητα κλισέ. Ο,τι έλεγαν τα κιτάπια. Για τον λαό, για το έθνος. Ποιο λαό, αναρωτιέμαι. Κακογράφτηκε η Ιστορία τότε. Ολα αυτά δεν έχουν σχέση με τον χειμαζόμενο άνθρωπο και τις πραγματικές ανυπέρβλητες δυσκολίες. Τα είχαμε συζητήσει όλα αυτά και με τον Στρατή Τσίρκα. Τότε ο Τσίρκας ήταν στην Ελλάδα όχι παράνομος, αλλά, πώς να το πω, χωρίς βίζα, χωρίς διπλωματικά χαρτιά. Μπορούσαν να τον διώξουν οποιαδήποτε στιγμή. Απέφευγε να ανακατεύεται, τους έμπαινε στο ρουθούνι έτσι κι αλλιώς, αλλά σκέφτονταν τι θα πει ο κόσμος έτσι και τον έδιωχναν».
Ο κινηματογράφος και το θέατρο
Πέραν της λογοτεχνικής του μαεστρίας, κατά τη διάρκεια της μακράς σταδιοδρομίας του που χαρακτηρίζεται από ελευθερία ως προς την προσέγγιση, αμεσότητα και ποικιλομορφία, κατάφερε να αφήσει το στίγμα του σε αυτό που ονομάζουμε έβδομη τέχνη. Υπέγραψε -από κοινού με άλλους συγγραφείς- το σενάριο των ταινιών «Μέρες του ’36» (1972), «Ενώ σφύριζε το τραίνο» (1961) και «Το μετέωρο βήμα του πελαργού» (1991), ενώ το 1984 τιμήθηκε με το Βραβείο Σεναρίου στο Φεστιβάλ των Καννών για την ταινία του Θεόδωρου Αγγελόπουλου «Ταξίδι στα Κύθηρα» (1984) η οποία ακολουθεί την ιστορία ενός κομμουνιστή (Μάνος Κατράκης) ο οποίος έπειτα από τρεις δεκαετίες στην εξορία επιστρέφει στον τόπο του, όπου και αντικρίζει τους συγχωριανούς του να πωλούν τη γη τους για ένα ξεροκόμματο.
Ο πολυσχιδής Θανάσης Βαλτινός διέπρεψε και στο θεατρικό σανίδι, όντας συνεργάτης του θεατρανθρώπου Καρόλου Κουν. Αξιοσημείωτο είναι δε, πως για λογαριασμό του θρυλικού Θεάτρου Τέχνης, μετέφρασε την τραγωδία του Ευριπίδη «Τρωαδίτισσες» και την «Ορέστεια» του Αισχύλου, οι οποίες παρουσιάστηκαν αμφότερες από το Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν» στα Επιδαύρια (1979-1980), σε σκηνοθεσία του ίδιου του Καρόλου Κουν.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις