Στην Ελλάδα ασχολούμαστε «τόσο όσο» με τις εκλογικές αναμετρήσεις σε χώρες κλειδιά και πάντα με γνώμονα το πως θα επηρεάσουν τη χώρα μας και τον συσχετισμό δύναμης κυρίως ως προς την Τουρκία.

Ακόμη και στο πλαίσιο αυτής της μάλλον μικρόνοης ελληνοκεντρικής προσέγγισης, τα πεδία που θα έπρεπε να μας αφορούν είναι οι σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας, το μέλλον της Mέσης Ανατολής, το μπρα ντε φερ της Δύσης με την Κινα είναι όμως και κάτι ακόμη που μοιάζει να μην μας αγγίζει, πολύ πιο πυρηνικό, πολύ πιο πολιτικό και πολύ πιο ουσιαστικό και δεν είναι άλλο από την κανονικοποίηση ενός λόγου που δεν είναι απλά διχαστικός, απλά τοξικός, απλά επιθετικός.

Αναφέρομαι στην κανονικοποίηση του φασιστικού λόγου. Ο Ντόναλντ Τραμπ πληροί τις προϋποθέσεις για να θεωρείται φασίστας -όχι από τους πολέμιους του, που ο ίδιος κατηγορεί πως έχουν «εύκολες» τις ταμπέλες- από τους ίδιους τους μελετητές του φασισμού.

Είναι αξιοσημείωτο πως ο αμερικανός ιστορικός Ρούπερτ Πάξτον που εξειδικεύεται στην ευρωπαϊκή ιστορία του 20ου αιώνα ενώ το 2017 προειδοποιούσε ότι χρειάζεται προσοχή στη χρήση της πιο τοξικής των ταμπελών (σ.σ. αυτής του φασίστα) παρότι αναγνώριζε στον Τραμπ τους θεατρινισμούς του Μουσολίνι και στοιχεία φασισμού, αποφεύγοντας να του αποδώσει τον χαρακτηρισμό.

Ο ίδιος άνθρωπος το 2021 με παρέμβαση του στο Newsweek μετά την εισβολή στο Καπιτώλιο όχι μόνο άλλαξε γνώμη αλλά και απέσυρε οποιαδήποτε ένσταση του στην απόδοση της ταμπέλας του φασίστα στον Τραμπ. Ο ομότιμος καθηγητής του Columbia, σήμερα, στα 92 του χρόνια, τονίζει στους New York Times πως «για να ριζώσει ο φασισμός χρειάζεται να υπάρξει άνοιγμα στο πολιτικό σύστημα, να πάψουν να είναι ελκυστικά τα παραδοσιακά κόμματα. Πρέπει να υπάρξει πραγματική κατάρρευση» και συνεχίζει «το φαινόμενο Τραμπ μοιάζει σαν να έχει μια πολύ πιο σταθερή κοινωνική βάση που δεν θα διέθεταν ούτε ο Μουσσολινι ούτε ο Χίτλερ».

Την περασμένη εβδομάδα, το The Atlantic ανέφερε ότι ο Τραμπ, ενώ βρισκόταν στον Λευκό Οίκο, είχε εκφράσει θαυμασμό για την πίστη των ναζιστών στρατηγών του Αδόλφου Χίτλερ. Αυτή η αναφορά επιβεβαιώνεται από τον Τζον Κέλι, προσωπάρχη του Τραμπ από το 2017 έως το 2019, ο οποίος μιλώντας στους New York Times είπε «Ασφαλώς ο πρώην πρόεδρος βρίσκεται στον ακροδεξιό χώρο, ασφαλώς είναι αυταρχικός, θαυμάζει ανθρώπους που είναι δικτάτορες — το έχει πει αυτό. Επομένως, ασφαλώς ανταποκρίνεται στον γενικό ορισμό του φασίστα, σίγουρα».

Την περασμένη Κυριακή – σαν εικόνα από το μέλλον- ο Τραμπ και οι υποστηρικτές του στο κέντρο της Νέας Υόρκης και στο Madison Square Garden «τερμάτισαν» τον ακροδεξιό, σεξιστικό, ρατσιστικό λόγο. Δεν είναι μόνο ο «κωμικός» Τόνι Χίντσκλιφ που αποκάλεσε το Πουέρτο Ρίκο «νησί από σκουπίδια». Ο ίδιος επέμεινε πως οι μετανάστες από την Αίτή τρώνε τα κατοικίδια στο Σπρινγκφιλντ του Οχάιο, δηλαδή την ίδια ανοησία που είχε ισχυριστεί στο ντιμπέιτ ο Τραμπ, έκανε ρατσιστικά σχόλια για τους μαύρους και δεν άφησε ούτε τους αποδεκατισμένους Παλαιστίνιους.

Άλλος ομιλητής, πρώην παρουσιαστής του Fox, μιντιακού προπυργίου του Τραμπ, υποστήριξε ότι η Κάμαλα Χάρις έχει χαμηλό δείκτη νοημοσύνης λόγω της καταγωγής της, ενώ προσέβαλε τα τρανς άτομα για να κλείσει την συγκέντρωση ένας πρώην σύμβουλος του Τραμπ, ο Στήφεν Μίλερ πως «η Αμερική είναι για Αμερικανούς και μόνο Αμερικανούς».

Συνέπεια του κλίματος μίσους που καλλιεργούν ο Τραμπ και οι Ρεπουμπλικανοί είναι η πυρπόληση ψηφοδόχων με εκατοντάδες πρόωρες ψήφους στο Όρεγκον και τη Ουάσιγκτον. Ποτέ στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία, δεν έχουν χρησιμοποιηθεί τόσο επίμονα, έντονα κι εμφατικά οι όροι «φασίστας» και «δικτάτορας» για υποψήφιο πρόεδρο, πόσο μάλλον από πρώην συμβούλους του υποψηφίου.

Αυτό που συμβαίνει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, δεν έχει να κάνει με το πως θα χειριστεί τις ελληνοτουρκικές σχέσεις ο Λευκός Οίκος, ούτε με το αν θα χειροκροτηθεί σε μια ομιλία για τη δημοκρατία έλληνας πρωθυπουργός στο Κογκρέσο, δεν έχει καν να κάνει με τον διαγκωνισμό μας με την Τουρκία για τα F35, έχει να κάνει με το μέλλον μιας χώρας που επηρεάζει πολλαπλώς τον πλανήτη.

Δικαίως προοδευτικοί πολίτες απαιτούν αλλαγή στάσης από τη Χάρις για τη γενοκτονία στη Γάζα. Μπορεί αυτή η δίκαιη και συνεχιζόμενη κριτική, με την άσκηση διαρκούς πίεσης, να αμβλύνει τις θέσεις της; Θα πρέπει να συμβεί άμεσα, γιατί όσο καθυστερεί χάνεται εντελώς κάθε έννοια του διεθνούς δικαίου για την Παλαιστίνη κι όλον τον κόσμο. Το αντίθετο ενδεχόμενο όμως, της εκλογής Τραμπ, δημιουργεί φαινόμενο ντόμινο για κάθε επίπεδο της δημοκρατίας στις ΗΠΑ -και συνιστά μία πλήρη εκτροπή.