Γερμανικές αποζημιώσεις: Κάποια στιγμή, στο μέλλον, ίσως…
Η Γερμανία θεωρεί λήξαν το θέμα για τις αποζημιώσεις που οφείλει στην Ελλάδα για τις θηριωδίες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Την ίδια ώρα η ελληνική πλευρά παραπέμπει το θέμα στις καλένδες.
«Οι νομικές μας θέσεις για το ζήτημα των επανορθώσεων διαφέρουν. Εμείς είμαστε της άποψης ότι νομικά αυτό το θέμα θεωρείται λήξαν». Τα λόγια αυτά ανήκουν στον Πρόεδρο της Γερμανίας Φρανκ Βάλτερ Στάινμαγερ όταν η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου έθιξε -κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους προ ολίγων ημερών- ένα ζήτημα που απασχολεί διαχρονικά την Ελλάδα: τις γερμανικές αποζημιώσεις.
Συγγνώμη
Στο ίδιο θέμα αναφέρθηκε αργότερα και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, υποδεχόμενος τον κ. Στάινμαγερ στο Μέγαρο Μαξίμου, χωρίς να λάβει απάντηση. Ο Γερμανός Πρόεδρος δεν είπε κουβέντα επί του θέματος ούτε κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στη μαρτυρική Κάντανο, όπου ζήτησε «συγγνώμη» για τις θηριωδίες των Ναζί. Αντίστοιχη «συγγνώμη» είχε εκφράσει και κατά τη διάρκεια της προηγούμενης επίσημης επίσκεψής του -επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- όταν είχε επισκεφτεί το Χαϊδάρι.
Για τις αποζημιώσεις, κουβέντα
Για την ταμπακιέρα όμως, τις γερμανικές αποζημιώσεις, δεν είπε τίποτε. Αυτή η στάση δεν προκαλεί βέβαια καμία έκπληξη, η άρνηση να εισέλθει η γερμανική πλευρά στην οποιαδήποτε διαπραγμάτευση για τις αποζημιώσεις αποτελεί πάγια θέση της χώρας.
Αντίστοιχη στάση, δηλώνοντας «αναρμόδιος», είχε εκφράσει και ο πρώην Πρόεδρος της Γερμανίας, Γιόακιμ Γκάουκ, επισκεπτόμενος το 2014 το χωριό Λιγκιάδες Ιωαννίνων, ζητώντας επίσης «συγγνώμη» για τις θηριωδίες του Γ’ Ράιχ εκεί κατά την περίοδο της Κατοχής.
Βέβαια, η απλή «συγγνώμη» όταν δεν συνοδεύεται με ουσιαστικές αποδείξεις αποτελεί επί της ουσίας κενό γράμμα.
Εντυπώσεις
Αυτό που προκαλεί πάντως έκπληξη είναι η στάση των ελληνικών κυβερνήσεων διαχρονικά που ναι μεν εγείρουν ζήτημα αποζημιώσεων, αλλά εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι οι σχετικές δηλώσεις -στην πλειονότητά τους- γίνονται καθαρά για λόγους εντυπώσεων και μόνο. Χαρακτηριστικά ήταν άλλωστε και τα λόγια του κ. Μητσοτάκη, την ώρα που υποδεχόταν τον Γερμανό Πρόεδρο:
«Το ζήτημα των επανορθώσεων και ειδικά το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο, αυτά τα ζητήματα είναι ακόμα πολύ «ζωντανά» και ελπίζουμε ότι κάποια στιγμή θα τα επιλύσουμε». Αυτό το «κάποια στιγμή» περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο τη διάθεση της Ελλάδας απέναντι στο θέμα.
Βέβαια, για να είμαστε ακριβείς, κινήσεις έχουν γίνει. Οι πιο κομβικές έγιναν από ιδιώτες αλλά και από το Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης Γερμανικών Οφειλών (ΕΣΔΓΟ) , ενώ σε πολιτικό επίπεδο είχε ιδιαίτερη σημασία το ψήφισμα της Ολομέλειας της Βουλής τον Απρίλιο του 2019 (πέρασε με ευρύτατη πλειοψηφία) και με το οποίο το Σώμα καλούσε «την ελληνική κυβέρνηση να προβεί σε όλες τις ενδεδειγμένες διπλωματικές και νομικές ενέργειες για τη διεκδίκηση και την πλήρη ικανοποίηση όλων των αξιώσεων του Ελληνικού Κράτους από τον Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο».
Έκτοτε οι κινήσεις με τις οποίες εξουσιοδοτήθηκε η ελληνική κυβέρνηση εξαντλήθηκαν κατά κύριο λόγο σε επίπεδο δηλώσεων και μόνο. Από την πλευρά τους το ΕΣΔΓΟ εξακολουθεί ν’ αναρωτιέται γιατί οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν επιτρέπουν την εκτέλεση της απόφασης του Άρειου Πάγου επί της προσφυγής που είχαν καταθέσει οι κάτοικοι του μαρτυρικού Διστόμου.
Το χρονικό μιας δικαστικής μάχης
Πιο συγκεκριμένα, το 1995 ο δικηγόρος και πρώην νομάρχης Βοιωτίας και πρώην ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Γιάννης Σταμούλης καταθέτει ομαδική αγωγή των επιζώντων και των συγγενών των θυμάτων της σφαγής του Διστόμου, κατά του γερμανικού δημοσίου.
Δύο χρόνια αργότερα έρχεται η πρώτη δικαίωση από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Λειβαδιάς, το οποίο επιδικάζει ποσό αποζημίωσης ύψους 23 εκατ. ευρώ στους ενάγοντες. Με απλά λόγια οι ενάγοντες θα μπορούσαν να διεκδικήσουν την οποιαδήποτε περιουσία του γερμανικού δημοσίου στη χώρα μας. Για να γινόταν όμως εκτελεστή η απόφαση καθώς αφορούσε σε περιουσία αλλοδαπού κράτους στην Ελλάδα, έπρεπε να υπογράψει γι’ αυτήν ο υπουργός Δικαιοσύνης.
Το γερμανικό δημόσιο ασκεί έφεση και η υπόθεση πηγαίνει στο Εφετείο. Οι ενάγοντες κερδίζουν και εκεί, με αποτέλεσμα η Γερμανία να προσφύγει στον Άρειο Πάγο. Η λογική της προσφυγής βασίζεται στην «ετεροδικία»: η γερμανική πλευρά υποστήριζε ότι δεν γίνεται να δικάζεται σε ξένη χώρα για εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο παρελθόν.
Απόρριψη
Το 2000 και με ψήφους 16 υπέρ και 4 κατά ο Άρειος Πάγος απορρίπτει τη γερμανική προσφυγή. Παρ’ όλα αυτά το γερμανικό κράτος αρνείται να πληρώσει τα ποσά που έχουν επιδικαστεί και προβαίνει σε ανακοπή, η οποία και γίνεται δεκτή από τον Άρειο Πάγο.
Εννέα χρόνια μετά την πρώτη δικαίωση ο κ. Σταμούλης έχοντας πάρει την απόφαση ότι οι ενάγοντες δεν πρόκειται να δικαιωθούν στην Ελλάδα, επικαλείται τον κανονισμό 44/2001 του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σύμφωνα με τον οποίο η αμετάκλητη απόφαση του δικαστηρίου της Λιβαδειάς μπορεί να κηρυχτεί εκτελεστή σε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε.
Ο κ. Σταμούλης προσφεύγει στην Ιταλία, όπου τα δικαστήρια έχουν κάνει δεκτές αντίστοιχες αγωγές Ιταλών εναγόντων κατά του γερμανικού δημοσίου. Το 2008 καταφέρνει να κηρυχθεί εκτελεστή η απόφαση των ελληνικών δικαστηρίων στην Ιταλία και ζητά κατάσχεση της βίλας Βιγκόνι, στην Φλωρεντία, η οποία ανήκε στο γερμανικό δημόσιο.
Στη Χάγη
Η γερμανική πλευρά προχωρά σε προσφυγές σε ανώτερα ιταλικά δικαστήρια, τις οποίες και χάνει. Η Γερμανία ακολούθως προσφεύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Εκεί δικαιώνεται όσον αφορά στο δικαίωμα της «ετεροδικίας», με αποτέλεσμα όλες οι αντίστοιχες αποφάσεις ιταλικών δικαστηρίων για το συγκεκριμένο θέμα των αποζημιώσεων να θεωρούνται πλέον άκυρες.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις