Είναι ομολογουμένως από τις πιο δραματικές εκλογές στην αμερικανική ιστορία. Οι κάλπες ανοίγουν σήμερα στην Αμερική με τις δημοσκοπήσεις να δίνουν διαφορές στα όρια του στατιστικού λάθους ανάμεσα στην Κάμαλα Χάρις και τον Ντόναλντ Τραμπ, τόσο ως προς τη συνολικό ψήφο όσο και ως προς την ψήφο στις κρίσιμες Πολιτείες όπου εξαιτίας και του συστήματος των εκλεκτόρων θα κριθεί το τελικό αποτέλεσμα.

Και το δράμα δεν βρίσκεται στο ότι ο επόμενος ένοικος του Λευκού Οίκου μπορεί να είναι ο Ντόναλντ Τραμπ, δηλαδή ένας πολιτικός που στις προηγούμενες εκλογές αμφισβήτησε με κάθε τρόπο το αποτέλεσμα των εκλογών και έφτασε μέχρι του σημείου να εξωθήσει έναν όχλο να εισβάλει στο κτίριο του Καπιτωλίου σε μια από τις πιο τραυματικές στιγμές της πρόσφατης αμερικανικής ιστορίας.

Το πραγματικό δράμα είναι η ίδια η συνολική εικόνα των εκλογών αυτών. Δηλαδή, το γεγονός ότι οι ψηφοφόροι της μεγαλύτερης οικονομίας του πλανήτη και της μόνης πραγματικής στρατιωτικής υπερδύναμης, καλούνται να διαλέξουν ανάμεσα σε έναν πολιτικό που δεν έχει κανένα πρόβλημα να κάνει τις πιο αλλοπρόσαλλες λαϊκιστικές δηλώσεις εάν εκτιμήσει ότι «περνάνε» στο κοινό του και επιδεικνύει την πιο μεγάλη περιφρόνηση σε διάφορους θεσμούς και μια πολιτικό που το βασικό που έχει να πει είναι ότι «δεν είναι ο Τραμπ» και που δεν έχει καταφέρει να πείσει ότι έχει ένα διαφορετικό όραμα για μια επόμενη μέρα που να μην είναι απλώς η συνέχεια της σημερινής κατάστασης.

Το πραγματικό δράμα είναι ότι οι ΗΠΑ εξελίσσονται σε μια χώρα όλο και πιο διαιρεμένη με έναν ακήρυκτο εμφύλιο πόλεμο που τις τέμνει σε διάφορα επίπεδα με αποτέλεσμα συχνά να νομίζει κανείς ότι έχουμε να κάνουμε με δύο διαφορετικές χώρες. Πράγμα που σημαίνει ότι όποιος και να εκλεγεί και ο ενδημικός συστημικός ρατσισμός θα διατηρηθεί – με αποκορύφωμα το ότι μια χώρα που χτίστηκε από μετανάστες τώρα κυρίως θέλει να υψώσει τείχη και φράχτες στα σύνορά της– το ίδιο και οι μεγάλες ανισότητες που κάνουν την πιο πλούσια χώρα του κόσμου να μην μπορεί να προσφέρει πλήρη ιατροφαρμακευτική κάλυψη σε όλους τους πολίτες της, αλλά και οι πολώσεις και συγκρούσεις γύρω από τον ρόλο που πρέπει να έχει η θρησκεία σε ένα υποτίθεται ανεξίθρησκο κράτος.

Το πραγματικό δράμα είναι ότι την ώρα που η Αμερική θα πρωτοπορεί στις εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, δικαστικά και νομοθετικά σώματα θα συζητούν το εάν θα περιοριστεί το δικαίωμα στην άμβλωση ή θα επεκταθούν μορφές λογοκρισίας ως προς το τι θα διδάσκεται στο εκπαιδευτικό σύστημα.

Το πραγματικό δράμα είναι ότι η Αμερική παραμένει στην κορυφαία θέση του παγκόσμιου συστήματος χωρίς όμως να μπορεί να δώσει πραγματική ηγεσία και ένα όραμα για την επόμενη μέρα διαφορετικό από την κλιμάκωση μιας παγκόσμιας σύγκρουσης που ολοένα και περισσότερο χάνει τα χαρακτηριστικά του «Ψυχρού Πολέμου».

Το πραγματικό δράμα της Αμερικής δεν θα σταματήσει στις εκλογές, όποιος και εάν εκλεγεί. Γιατί αυτό που λείπει από αυτή τη μεγάλη χώρα είναι μια πραγματική επίγνωση των εσωτερικών αντιφάσεων και των ανοιχτών πληγών που έχει, από μια αυτοκτονική κουλτούρα βίας και λατρείας της οπλοκατοχής έως το γεγονός ότι ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας», οδήγησε σε περισσότερα προβλήματα από αυτά που επεδίωξε να λύσει.

Γιατί χρόνια τώρα η Αμερική αρνείται να κοιταχτεί στον καθρέφτη. Αρνείται να δει τη βαθιά κρίση της. Αρνείται να στοχαστεί γιατί εξελίσσεται, σε τελική ανάλυση, σε μια χώρα που επιτρέπει στον Τραμπ να είναι διεκδικητής της εξουσίας με αξιώσεις. Αρνείται να αναλογιστεί ότι εάν ολοένα και μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη δεν στρέφεται προς τη Δύση ως πρότυπο, αυτό έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με αυτό που εκπέμπουν οι ΗΠΑ.

Όλα αυτά δεν θα γίνουν στις εκλογές στις ΗΠΑ. Όποιο αποτέλεσμα και εάν υπάρξει.

Και έτσι το Αμερικανικό δράμα θα συνεχιστεί, με ορατό τον κίνδυνο να γίνει και παγκόσμια τραγωδία.