Τα κτίρια του Ερνέστου Τσίλλερ – Τοπόσημα της Αθήνας
Όλα αρχίζουν το 1834, όταν η Αθήνα ανακηρύσσεται πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Μέσα σε λίγα χρόνια, από το λασποχώρι με τα λιγοστά χαμόσπιτα μετατρέπεται σε μία όμορφη ευρωπαϊκή πόλη.
Το ύφος του εκλεκτικό στα πλαίσια του νεοκλασικισμού, εμπνεύστηκε από την Αρχαιότητα, το Βυζάντιο, την Αναγέννηση και τα βορειοευρωπαϊκά ρεύματα.
Υπέροχα κτίρια, πεντελικά μάρμαρα, γρύπες, σφίγγες, ιωνικοί κίονες, χρυσοποίκιλτες διακοσμήσεις συνθέτουν το παζλ μιας πόλης που τόσο άδικα και επιπόλαια κατέστρεψε την αισθητική της.
Με κύριο διαμορφωτή της τον Ερνστ Τσίλλερ, τον Γερμανό αρχιτέκτονα που απαρνήθηκε τη γενέτειρά του τη Σαξονία υιοθετώντας ως δεύτερη πατρίδα του την Αθήνα.
Σύμφωνα με τον ίδιο ο ήλιος, ο αττικός ουρανός και τα μνημεία της Αθήνας οδήγησαν το ταλέντο και έδωσαν πνοή στα έργα του.
Η Αθήνα έμελλε να είναι η πόλη που το έδωσε δόξα, φήμη και χρήμα αλλά και αυτή όπου πέρασε τις τελευταίες ώρες της ζωής του πάμφτωχος και χρεοκοπημένος.
Ο πολυμήχανος Ερνστ Τσίλλερ, ο μέγας αρχιτέκτονας, ο δεξιοτέχνης, ο σχεδιαστής, ο τεχνικός που γνώριζε καλά το μάρμαρο, το ξύλο, τον ασβεστόλιθο, ο ερευνητής αρχαιοτήτων κατάφερε να αφήσει ανεξίτηλη την αρχιτεκτονική του σφραγίδα στην πόλη μας.
Ο Ερνέστος Τσίλλερ άφησε ανεξίτηλο το αποτύπωμα του στην φυσιογνωμία του ελληνικού αστικού χώρου των τελών του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα
Η Αθήνα τέλη του 19ου αιώνα, αρχές του 20ου
Μερικά από τα κτίρια της πόλης που φέρουν την υπογραφή του Ερνέστου Τσίλλερ
Προεδρικό Μέγαρο
Οι εργασίες για το κτίριο ξεκίνησαν το 1891 με αφορμή τη γέννηση του διαδόχου Κωνσταντίνου, γιού του βασιλιά Γεωργίου Α’, το 1868.
Το έργο ολοκληρώθηκε το 1897. Την παραμονή των Χριστουγέννων του 1909 πυρκαγιά ξέσπασε και κατέστρεψε σημαντικό μέρος των παλαιών ανακτόρων στα οποία διέμενε ο Γεώργιος A’, δηλαδή της σημερινής βουλής με αποτέλεσμα η βασιλική οικογένεια να μεταφερθεί στο ανάκτορο.
Το 1913 έγινε επίσημη βασιλική κατοικία μετά τη δολοφονία του Γεωργίου A’ και την άνοδο στον θρόνο του Κωνσταντίνου.
Το 1924 μετά τη διακήρυξη της δημοκρατίας έπαψε, προσωρινά, να φιλοξενεί τη βασιλική οικογένεια, χρησιμοποιήθηκε ως Προεδρικό μέγαρο έως το 1935 όταν έγινε η παλινόρθωση της δημοκρατίας κι έπειτα από το 1974 με τη μεταπολίτευση απέκτησε την οριστική του μορφή ως έδρα της Προεδρίας της δημοκρατίας και κατοικία του εκάστοτε πρόεδρου.
Από αρχιτεκτονική άποψη το Προεδρικό μέγαρο αποτελεί ένα νεοκλασικό τριώροφο κτίριο με λιτή και αυστηρή πρόσοψη ενώ η είσοδος του κτιρίου διαθέτει πρόστυλο με κίονες ιωνικού ρυθμού.
Εθνικό Θέατρο
Το Εθνικό Θέατρο άρχισε να κτίζεται ως Βασιλικό θέατρο το 1891 από τον Ερνέστο Τσίλλερ, ο οποίος εμπνευσμένος από τον αναγεννησιακό ρυθμό σχεδίασε την πρόσοψη έχοντας ως πρότυπο την βιβλιοθήκη του Αδριανού.
Το κεντρικό τμήμα είναι εξαιρετικά πλούσιο σε διακοσμητικά στοιχεία με κιονοστοιχία κορινθιακού ρυθμού, ενώ τα δύο πλευρικά τμήματα αποτελούν τυπική νεοκλασσική σύνθεση.
Οι αρχικές εσωτερικές εγκαταστάσεις σκηνής, φωτισμού και θέρμανσης ήταν από τις πιο προηγμένες της εποχής.
Το κτίριο ανακαινίστηκε για πρώτη φορά το 1930-31, υπό την εποπτεία του σκηνογράφου Κλεόβουλου Κλώνη.
Σήμερα βρίσκεται σε μία πλήρως ανακαινισμένη μορφή με δύο προστιθέμενα τμήματα, αναβάθμιση και νέα διαρρύθμιση η οποία ολοκληρώθηκε τον Οκτώβρη του 2009.
Ξενοδοχείο «Μπάγκειον»
Το ξενοδοχείο Μπάγκειον βρίσκεται επί της πλατείας Ομονοίας, την παλαιότερη πλατεία της Αθήνας, η οποία ως το 1930 ήταν το κέντρο της κοσμικής ζωής και της εμπορικής κίνησης της πόλης.
Το τετραόροφο διατηρητέο κτήριο του ιστορικού ξενοδοχείου Μπάγκειον αποτελεί εξαιρετικό δείγμα αστικής αρχιτεκτονικής της Αθήνας το οποίο χρονολογείται στα τέλη του 19ου αιώνα.
Έργο του αρχιτέκτονα Ερνέστου Τζίλλερ οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1890-1894 κατόπιν δωρεάς του Ιωάννη Μπάγκα (ή Πάγκα).
Το ξενοδοχείο Μπάγκειον στην Ομόνοια στέγαζε στο υπόγειό του καφενείο-λουκουματζίδικο με θαμώνες από όλα τα κοινωνικά στρώματα, που έβρισκαν εκεί την ελευθερία από τον συντηρητισμό της εποχής.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1920 το Μπάγκειον μετατρέπεται σε πνευματικό καταφύγιο νεαρών λογοτεχνών: Μήτσος Παπανικολάου, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Τέλλος Άγρας, Μίνος Ζώτος, Νίκος Σαράβας και εξελίσσεται σε ένα από τα σημαντικότερα σημεία διαμόρφωσης της νέας λογοτεχνικής γενιάς της περιόδου.
Μέγαρο Σταθάτου/Μουσείο Κυκλαδικής τέχνης
Το Μέγαρο Σταθάτου αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα δείγματα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής της Αθήνας.
Είναι ένα τετραώροφο κτίριο το οποίο χτίστηκε το 1895 ως κατοικία-στέγαση των επιχειρήσεων του Αθηναϊκού ζεύγους, Ιθακήσιου στην καταγωγή, Όθωνος και Αθηνάς Σταθάτου, στη συμβολή των οδών Βασιλίσσης Σοφίας και Ηροδότου.
Στο οικοδόμημα από το 1937 δηλαδή μετά τον θάνατο της Αθηνάς Σταθάτου χρησιμοποιήθηκε άλλοτε ως πρεσβεία , άλλοτε ως Στρατιωτική Λέσχη ή ως ξενώνας Βασιλέων και Αρχηγών χωρών.
Μετά από πολλές προσπάθειες της συλλέκτριας έργων τέχνης Αικατερίνης Γουλανδρή να αναδείξει το εκθεσιακό πρόβλημα της Αθήνας, η τότε Υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη αποφάσισε να στεγάσει στο κτίριο το Μουσείο Κυκλαδικής τέχνης και στις 20 Ιανουαρίου του 1896 τελέσθηκαν τα εγκαίνια.
Το κτίριο αποτελείται από δύο πτέρυγες κατά μήκος των δύο δρόμων που ορίζουν το γωνιακό οικόπεδο.
Όπως τα περισσότερα νεοκλασικά κτίρια , γίνεται προσπάθεια για συμμετρική σύνθεση μολονότι η ανάγκη να ακολουθηθεί η οικοδομική γραμμή του περιβάλλοντα αστικού χώρου καθώς και η λειτουργικότερη διαμόρφωση του εσωτερικού οδήγησαν σε λιγότερο συμμετρική διάταξη.
Παρ’ όλα αυτά το τελικό αποτέλεσμα παραμένει ιδιαίτερα αρμονικό.
Το κτίριο θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί νεοκλασικό λόγω των αρμονικών γεωμετρικών χαράξεων και της τριπλής διάρθρωσης των όψεων με βάση, κορμό και στέψη , ωστόσο η πιο ελεύθερη αντιμετώπιση των ρυθμών (τόσκανο-δωρικοί κίονες με ιωνικό θριγκό για παράδειγμα) καθώς και το χαρακτηριστικό πρόπυλο συμβάλλουν ώστε να συμπεριληφθεί το έργο σε αυτά του εκλεκτικιστικού κινήματος.
Οικία Σλήμαν-Ιλίου Μέλαθρον/Νομισματικό Μουσείο
Ο Ερνστ Τσίλλερ σχεδίασε την οικία του ερευνητή, που ανακάλυψε το θησαυρό της αρχαίας Τροίας, Ερρίκου Σλήμαν, το 1878 στην οδό Πανεπιστημίου. Η κατασκεύη του κτιρίου ολοκληρώθηκε το 1881 και αποτέλεσε μία από τις πιο εντυπωσιακές κατοικίες της περιόδου.
Σήμερα στο Ιλίου Μέλαθρον στεγάζεται το Νομισματικό Μουσείο Αθηνών.
Ο Σλήμαν επιθυμούσε να αποκτήσει ένα πλούσιο αρχοντικό κι ο Τσίλλερ επέλεξε τον αναγεννησιακό ρυθμό συνδυάζοντας τον με τις διατάξεις του ελληνικού ώριμου κλασικισμού. Παράλληλα Βαυαροί και Βιεννέζοι ζωγράφοι πραγματοποίησαν τις Πομπηϊανές τοιχογραφίες και τις ζωγραφικές συνθέσεις τόσο του εσωτερικού όσο και των δύο εξωστών.
Η βασική σύλληψη του διακόσμου έγινε από τον Τσίλερ, ο οποίος εμπνεύστηκε από τα τρωϊκά και τα μυκηναϊκά ευρήματα για την τοποθέτηση των μωσαϊκών πατωμάτων. Οι τοιχογραφίες, τα πήλινα αγάλματα που ήταν αντίγραφα αρχαίων ελληνικών αγαλμάτων, τα μωσαϊκά δάπεδα και οι πολλές επιγραφές σε διάφορα σημεία του κτιρίου, επελέχθησαν από τον Τσίλλερ με σκοπό να αναδείξουν την αγάπη του Σλήμαν για την Ελλάδα.
Τα εγκαίνια του κτιρίου πραγματοποιήθηκαν στις 30 Ιανουαρίου του 1881 ενώ το συνολικό κόστος που δαπανήθηκε για την ανέγερσή του ξεπέρασε τις 435.000 δραχμές.
*Στις 12 Νοεμβρίου του 1923 πεθαίνει ο Γερμανός αρχιτέκτονας Ερνστ Τσίλλερ (Ernst Ziller), που με τα κτίρια που δημιούργησε άφησε όσο λίγοι το αποτύπωμά του στη νέα Ελλάδα.
*Με στοιχεία από action-plus.gr / anaskaptontas.blogspot.com / urbanlife.gr | Αρχική Φωτό: touristorama.com
- Βαρδής Βαρδινογιάννης: Από τους Καλούς Λιμένες, στην ναυτιλιακή αυτοκρατορία
- Τα επόμενα βήματα του Στέφανου Κασσελάκη
- Μηνύματα ή κλήσεις: Τι προτιμάει η Gen Z;
- Ισραήλ: Τραγικά ανεπαρκής η ανθρωπιστική βοήθεια προς τη Γάζα – «Συνεργός στη γενοκτονία οι ΗΠΑ» λέει η Χαμάς
- COP29: Ρυπαίνω και αντισταθμίζω – Οι πιστώσεις άνθρακα προβληματίζουν
- Συνταγή: Ριζότο μανιταριών