MAGA: H σκοτεινή πλευρά ενός συνθήματος
Το MAGA -Make America Great Again- δεν είναι απλά ένα σύνθημα που ξεσήκωσε τη συντηρητική Αμερική υπέρ του Τραμπ. Είναι η επιστροφή σε ένα σκοτεινό παρελθόν και σε ένα αβέβαιο μέλλον.
- Σε κρίσιμη κατάσταση έφηβος που μολύνθηκε από τη γρίπη των πτηνών
- Αλλαγή ευρωπαϊκής πολιτικής για τις αμυντικές δαπάνες – Τι θα γίνει με τα Ταμεία Συνοχής
- Οι αναρτήσεις της Ειρήνης μετά το θάνατο κάθε παιδιού στην Αμαλιάδα
- Πολεμικά αεροσκάφη του Ισραήλ βομβαρδίζουν την Βηρυτό, η Χεζμπολάχ χτυπάει το Τελ Αβίβ
Στον προεκλογικό αγώνα του 2016, το σύνθημα του Ντόναλντ Τραμπ «Make America Great Again – (MAGA)» έκανε αίσθηση στους Αμερικανούς πολίτες που αισθάνονταν να βρίσκονται στο περιθώριο και να βιώνουν τις συνέπειες μιας οικονομικής κρίσης που λίγα χρόνια πριν είχε ταράξει συθέμελα τη χώρα τους. Έκτοτε το MAGA πέρα από πολιτικό σύνθημα μετατράπηκε σε πολιτική κίνηση. Επανήλθε δριμύτερο στις εκλογές του 2024 και κυριάρχησε με την επανεκλογή Τραμπ.
Ο εμπνευστής του MAGA
Αρχικός εμπνευστής του συνθήματος ήταν ο Ρόναλντ Ρέιγκαν, o 40ος πρόεδρος των ΗΠΑ. Η πολιτική του καμπάνια για την εκλογή του το 1980 είχε ως βασικό σύνθημα το «Let’s Make America Great Again». Για τους ειδικούς της πολιτικής επικοινωνίας, το σύνθημα αυτό ήταν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της αποκαλούμενης «loaded language».
Στα ελληνικά θα μπορούσαμε να το αποδώσουμε ως ένα «φορτισμένο» σύνθημα που έχει στόχο να δημιουργήσει ισχυρό συναίσθημα στους ακροατές του, εν προκειμένω μια δυναμική μεγαλείου και δόξας.
Το MAGA θεωρείται ένα κλασικό παράδειγμα αυτού που στην πολιτική επικοινωνία ονομάζεται «dog whistle politics». Ακριβώς όπως συμβαίνει με τους εκπαιδευμένους σκύλους που είναι οι μοναδικοί που ακούνε την ειδική σφυρίχτρα όταν τη χρησιμοποιεί το αφεντικό τους, έτσι και στην πολιτική επικοινωνία, αυτός που εκπέμπει το μήνυμα γνωρίζει ότι απευθύνεται σ’ ένα «εκπαιδευμένο» κοινό που θα τον ακούσει.
Αμερικανικός εθνικισμός
Οικογένεια, πατρίδα, θρησκεία, αλλά και υπεροχή – πολιτική, οικονομική και στρατιωτική περιλαμβάνονται στο συγκεκριμένο μήνυμα και μιλάνε κατευθείαν στην καρδιά του μέσου Αμερικανού ή για την ακρίβεια στ’ αυτιά του. Πρόκειται για έννοιες έντονα συνυφασμένες με την παραδοσιακή αμερικανική κουλτούρα που βρίσκει τις ρίζες της στον αμερικανικό εθνικισμό.
Ανατρέχοντας στην ιστορία των ΗΠΑ διαπιστώνουμε ότι ο πρώτος νόμος πολιτογράφησης του 1790 που ψηφίστηκε από το Κογκρέσο και τον πρόεδρο Τζορτζ Ουάσιγκτον όρισε την αμερικανική ταυτότητα και υπηκοότητα σε φυλετικές γραμμές, δηλώνοντας ότι μόνο «ελεύθεροι λευκοί άνδρες καλού χαρακτήρα» θα μπορούσαν να γίνουν πολίτες, αρνούμενος ταυτόχρονα την ιθαγένεια σε σκλαβωμένους μαύρους και σε οποιονδήποτε που προερχόταν από μη ευρωπαϊκό γένος.
Μπορεί στα χρόνια που ακολούθησε η Αμερική να εξελίχθηκε σε μια φιλελεύθερη κοινωνία και σ’ ένα «χωνευτήρι» ανθρώπων απ’ όλον τον κόσμο, η ατζέντα ωστόσο του αμερικανικού εθνικισμού επανερχόταν από καιρό σε καιρό. Στις αρχές του 20ου αιώνα, ένας από τους πιο γνωστούς υποστηρικτές του αμερικανικού εθνικισμού ήταν ο Θίοντορ Ρούσβελτ.
Οι πολιτικές του, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, οι οποίες έγιναν γνωστές ως «Νέος Εθνικισμός», περιλάμβαναν ένα στοιχείο ισχυρής εθνικής ταυτότητας. Επέμεινε ότι κάποιος έπρεπε να είναι 100% Αμερικανός» για να έχει τα δικαιώματα του πολίτη.
Ο καλός Αμερικανός
Σε ομιλία του το 1915 στο Κάρνεγκι Χολ στη Νέα Υόρκη, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Ο μόνος απολύτως βέβαιος τρόπος για να καταστρέψουμε αυτό το έθνος, να αποτρέψουμε κάθε πιθανότητα να συνεχίσει να είναι έθνος, θα ήταν να του επιτρέψουμε να γίνει ένα κουβάρι αντιμαχόμενων εθνοτήτων, ένας περίπλοκος κόμπος Γερμανοαμερικανών, Ιρλανδοαμερικανών, Αγγλοαμερικανών, Γαλλοαμερικανών, Σκανδιναβοαμερικανών ή Ιταλοαμερικανών, καθένας από τους οποίους διατηρεί τη χωριστή εθνικότητά του, ο καθένας κατά βάθος αισθάνεται περισσότερη συμπάθεια για τους Ευρωπαίους αυτής της εθνικότητας. από ό, τι με τους άλλους πολίτες της Αμερικανικής Δημοκρατίας». Και κατέληξε λέγοντας: «Ο μόνος άνθρωπος που είναι καλός Αμερικανός είναι ο άνθρωπος που είναι Αμερικανός και τίποτα άλλο».
Ο Ντόναλντ Τραμπ χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το σύνθημα το 2012 και το 2105 κυκλοφόρησε ένα βιβλίο με το όραμά του για την Αμερική χρησιμοποιώντας το ξανά, ως τίτλο αυτή τη φορά. Το 2016 το τυπώνει σε καπελάκια και το πουλάει στις προεκλογικές του ομιλίες, το επαναφέρει το 2020 και το διατηρεί ατόφιο έως το 2024 όπου και κερδίζει τις εκλογές.
Από το σύνθημα στο κίνημα
Στο μεσοδιάστημα και λίγο μετά τις χαμένες εκλογές του 2020 κι αφού έχουν συμβεί τα γεγονότα στο Καπιτώλιο με την εισβολή των υποστηρικτών του Τραμπ, ο ίδιος σε συνομιλίες με συμβούλους του ανακοινώνει ότι σκέφτεται τη δημιουργία ενός τρίτου κόμματος, πέρα από τους παραδοσιακούς σχηματισμούς των Ρεπουμπλικάνων και των Δημοκρατικών. Το ονομάζει Make America Great Again Party και κάπως έτσι το σύνθημα μετατρέπεται σιγά, σιγά σε κίνημα.
Θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς για ποιους λόγους ο Τραμπ σκεφτόταν την ίδρυση ενός τρίτου κόμματος, κάτι που ήταν εντελώς ξένο στην αμερικανική κουλτούρα. Η απάντηση είναι απλή. Ήταν μια περίοδος που ο Τραμπ βρισκόταν αντιμέτωπος με τη Δικαιοσύνη για «υποκίνηση εξέγερσης», αναφορικά με όσα είχαν συμβεί στο Καπιτώλιο. Τα γεγονότα του Ιανουαρίου του 2021 είχαν ενοχλήσει και αρκετούς Ρεπουμπλικάνους.
Με την απειλή δημιουργίας του MAGA, ο Τραμπ έστελνε μήνυμα στους γερουσιαστές του Ρεπουμπλικανικού κόμματος που σκέφτονταν να ψηφίσουν εναντίον του, ότι ήταν έτοιμος ακόμα και να προχωρήσει σε μια «διάσπαση», αν δεν είχε την κάλυψή τους.
Τελικά το κίνημα δεν πήρε ποτέ τη μορφή κόμματος, ωστόσο παραμένει ζωντανό γύρω από τον Τραμπ. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε προεκλογική ομιλία του πέρυσι, απευθυνόμενος στον κόσμο που τον χειροκροτούσε, τους αποκάλεσε magadonians.
H ρατσιστική και θρησκευτική όψη ενός συνθήματος
To MAGA ως κίνημα ιδρύθηκε πάνω σε συγκεκριμένες απόψεις, οι οποίες κατά καιρούς έχουν εκφραστεί από τον ίδιο τον Τραμπ. Βασίστηκε με λίγα λόγια στην πεποίθηση ότι οι ΗΠΑ ήταν κάποτε μια «μεγάλη» χώρα αλλά έχασαν αυτό το καθεστώς λόγω της ξένης επιρροής, τόσο εντός των συνόρων τους (εξαιτίας της μετανάστευσης και της πολυπολιτισμικότητας), όσο και εκτός αυτών, εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης.
Στόχος του MAGA ήταν και παραμένει η αντιστροφή αυτής της πτώσης. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο το γεγονός ότι τόσο η ρητορική όσο και η πολιτική του Τραμπ ήταν κατά των μεταναστών και ειδικά των μουσουλμάνων, αλλά και της παγκοσμιοποίησης.
Η υπεροχή της λευκής φυλής έναντι των υπολοίπων είναι επίσης ένα θέμα που απασχολεί τους υποστηρικτές του Τραμπ, κατά συνέπεια και το MAGA. Υπό το ίδιο πρίσμα στην εξίσωση μπορεί να μπει και το θέμα της θρησκευτικής συνείδησης.
Το επιτελείο του Τραμπ έχει καλλιεργήσει για τον ίδιο την εικόνα του καλού, λευκού Χριστιανού. Ένα από τα πιο γνωστά αμερικανικά στερεότυπα είναι ότι ο Θεός αγαπάει την Αμερική και την ευλογεί – από εκεί προέρχεται και η φράση God bless America. Είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς ότι η αλληλουχία είναι πολύ συγκεκριμένη προς όφελος του Τραμπ.
Το ίδιο χαρακτηριστική ήταν εξάλλου η «πειραγμένη» φωτογραφία που ανέβασε στο Χ η εγγονή του Κάι, λίγο μετά την εκλογή του. Σε αυτήν ο Τραμπ κάθεται στο γραφείο του και πίσω του ο Ιησούς τον αγκαλιάζει, με φόντο τη σημαία των ΗΠΑ.
Σε άλλη ανάρτηση της εγγονής Τραμπ, ο 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ εμφανίζεται να κρατάει ένα χαρτί που πάνω του είναι γραμμένη η φράση «Ο Χριστός πέθανε για σας». Στο ίδιο πλαίσιο, χαρακτηριστική ήταν και η εικόνα από την πολιτεία του Κεντάκι, στην οποία θριάμβευσε ο Τραμπ, με ταμπέλα στην οποία αναγραφόταν η φράση «Real Christians vote for Trump», δηλαδή οι «αληθινοί Χριστιανοί ψηφίζουν Τραμπ».
Εργαλειοποίηση της θρησκείας
Αλλά η εργαλειοποίηση της θρησκείας προς όφελος του Τραμπ δεν αναλώνεται μόνο σε κάποιες αναλύσεις στο διαδίκτυο. Ένας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του από το 2016 είναι ο τηλε-ευαγγελιστής πάστορας Μαρκ Μπερνς, ο οποίος τυγχάνει να είναι και μαύρος. Σύμφωνα με το περιοδικό Time, o Μπερνς ήταν ανάμεσα στους 16 πιο «επιδραστικούς ανθρώπους» στην εκλογική αναμέτρηση του 2016 όταν ο Τραμπ εκλέχτηκε για πρώτη φορά.
Με ανάρτησή του στο X έσπευσε να δώσει συγχαρητήρια στον Τραμπ για την επανεκλογή του αποκαλώντας τον ως «τον σπουδαιότερο πρόεδρο της εποχής μας». Παλαιότερα τον είχε αποκαλέσει «ευλογημένο από τον Θεό».
Αξίζει μια αναφορά στο βιογραφικό του Μπερνς, από τη στιγμή που πιάστηκε να λέει ψέματα τόσο για τις σπουδές του όσο και για το πόσο «πραγματικός πατριώτης» είναι. Πριν ιδρύσει τη δική του εκκλησία στην πολιτεία της Νότιας Καρολίνας -η οποία εννοείται πως ψήφισε τον Τραμπ- ήταν υπάλληλος σε γνωστή αλυσίδα φαστ φουντ. Υποστήριζε ότι έχει πανεπιστημιακό πτυχίο και πως είχε υπηρετήσει για έξι χρόνια στην εφεδρεία του αμερικανικού στρατού.
Ρεπορτάζ του CNN κατέρριψε αυτούς τους ισχυρισμούς. Ο Μπερνς ουδέποτε έλαβε πανεπιστημιακό πτυχίο και είχε υπηρετήσει για 4 χρόνια στην Εθνοφρουρά και μόνο. Ο ίδιος παραδέχθηκε αργότερα τα ψέματά του, υποστηρίζοντας ωστόσο ότι η επίθεση στο πρόσωπό του έγινε λόγω του χρώματός του!
Έως και πέρυσι ο Μπερνς ήταν μέλος στο Δ.Σ. μιας οργάνωσης που έχει τις ευλογίες του MAGA και φέρει τον τίτλο Pastors for Trump. Eπικεφαλής αυτής της οργάνωσης που επεκτείνεται σε 50 πολιτείες των ΗΠΑ, είναι ο πάστορας Τζάκσον Λαμέγιερ, διαπρύσιος υπερασπιστής του αποκαλούμενου «χριστιανικού εθνικισμού».
Ο πάστορας Λαμέγιερ έχει μείνει γνωστός για αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και δημόσιες τοποθετήσεις του, όπως «Βγάλτε στους δρόμους τα τανκς, μορατόριουμ στη μετανάστευση», και «είμαστε σε πόλεμο σε αυτή τη χώρα. είναι ένας πνευματικός πόλεμος μεταξύ καλού και κακού», όπου το «κακό» είναι οι δημοκρατικοί.
Ο Τραμπ τον ευχαρίστησε δημόσια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για την υποστήριξή στο πρόσωπό του, με τον πάστορα να απαντάει πως «όλοι οι προτεστάντες οφείλουν να τον στηρίξουν στον δρόμο για την εκλογή».
Ξαναξυπνώντας την Αμερική
Από το 2021 ο Λαμέγιερ συμμετέχει ενεργά σε μια καμπάνια σε όλη τη χώρα με τίτλο «Ξαναξυπνώντας την Αμερική – Reawaken America Tour». Αρχικοί εμπνευστές και δημιουργοί του εν λόγω κινήματος είναι ένας επιχειρηματίας από την Οκλαχόμα, ο Κέι Κλαρκ και ο Μάικλ Φλιν, πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Ντόναλντ Τραμπ.
Το κίνημα ανήκει στο χώρο του «χριστιανικού εθνικισμού» και της ακροδεξιάς. Ο Κέι Κλαρκ υπήρξε βασικός ομιλητής των διαμαρτυρόμενων οπαδών του Τραμπ μια μέρα πριν την εισβολή στο Καπιτώλιο. Ανάμεσα στα όσα έχει πει ξεχωρίζουν ότι η πανδημία του covid 19 ήταν σχεδιασμένη από τον Μπιλ Γκέιτς και άλλους προκειμένου να δημιουργήσουν μια «νέα φυλή ανθρώπων».
Επίσης, έχει αναφέρει ότι μόλις ξεκίνησε η πανδημία μίλησε ο ίδιος με τον Θεό και τον ρώτησε «τί μπορώ να κάνω για να σταματήσω τις καραντίνες, τις απαγορεύσεις κυκλοφορίας, τις εντολές, τα lockdown;». Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Θεός τού απάντησε να δημιουργήσει το κίνημα, προκειμένου να αφυπνίσει την Αμερική.
Το χέρι του Θεού
Έπειτα απ’ όλη αυτή τη στήριξη δεν είναι τυχαίο ότι ο Τραμπ σε προεκλογική ομιλία του στη Βόρεια Καρολίνα στα τέλη Οκτωβρίου είπε πως «το χέρι του Θεού με έσωσε για ένα σκοπό» -αναφερόμενος στην απόπειρα δολοφονίας εναντίον του το περασμένο καλοκαίρι.
«Η πίστη μου απέκτησε νέο νόημα στις 13 Ιουλίου στο Μπάτλερ της Πενσυλβάνια, όπου ένιωσα να με ρίχνει στο έδαφος κάτι που φαινόταν σαν υπερφυσικό χέρι και θα ήθελα να πιστεύω ότι ο Θεός με έσωσε για έναν σκοπό, και αυτός είναι να κάνει τη χώρα μας μεγαλύτερη από ποτέ», είπε εν μέσω επευφημιών.
Την ίδια ώρα υποστήριζε ότι μια ενδεχόμενη εκλογή της Χάρις θα περιόριζε τις θρησκευτικές ελευθερίες και πως πράκτορες του FBI «εισβάλλουν σε εκκλησίες καθολικών», καθώς τους θεωρούν «εγχώριους δυνητικούς τρομοκράτες».
Την ίδια ώρα, ένθερμοι υποστηρικτές του, όπως ο ευαγγελιστής πάστορας και αυτοανακηρυχθείς «απόστολος» Γκιγιέρμο Μαλντονάδο, δήλωνε ότι οι εκλογές «είναι πέρα από τον πόλεμο μεταξύ αριστεράς και δεξιάς. Είναι μεταξύ του καλού και του κακού. Υπάρχει ένας μεγάλος αγώνας αυτή τη στιγμή που επηρεάζει τη χώρα μας και πρέπει να την πάρουμε πίσω».
Στη δική του παρέμβαση ο Μπεν Κάρσον, πρόεδρος της εκστρατείας Εθνικής Πίστης για τις εκλογές του 2024, απέρριψε κατηγορηματικά την ιδέα μιας κοσμικής κοινωνίας: «αυτές οι εκλογές αφορούν το αν είμαστε ένα κοσμικό έθνος ή ένα έθνος υπό τον Θεό», είπε, απηχώντας τους στόχους των χριστιανών εθνικιστών που βλέπουν τις ΗΠΑ ως ένα χριστιανικό έθνος που πρέπει να επιστρέψει στον Θεό.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Αμερικανικός Φονταμενταλισμός, του Μανούσου Μαραγκουδάκη, εκδ. Παπαζήση
Εναντίον της Δημοκρατίας, Τζέισον Μπρέναν, εκδ. Παπαδόπουλος
Το Γκρίζο Κύμα – η νέα Ακροδεξιά και οι συνεργοί της, του Πέτρου Παπακωνσταντίνου, εκδ. Τόπος
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις