Οι Έλληνες του LSE: Πρωθυπουργοί, μεγάλοι επιχειρηματίες και διανοούμενοι
Αφιέρωμα στους εξέχοντες Έλληνες που πέρασαν ως φοιτητές, καθηγητές και χορηγοί την πύλη του βρετανικού εμβληματικού πανεπιστημίου LSE με την παγκόσμια αίγλη και επιρροή, φιλοξενεί το Πρώτο Θέμα.
- ΣΥΡΙΖΑ – Νέα Αριστερά χωρίς συγκολλητική ουσία – Φόρμουλα συνεννόησης από Φάμελλο – Κοτζιά
- Πρεμιέρα για το «Καλάθι του Αϊ Βασίλη» – Τι περιλαμβάνει, που κυμαίνονται οι τιμές
- «Είναι σαν μια νέα αρχή» - Γυναίκα υπεβλήθη σε μεταμόσχευση νεφρού από χοίρο
- City break προορισμός η Αθήνα - Πόσο απέχει από Λονδίνο
Περισσότερο και από τη δύναμη της γνώσης, πιθανότατα, είναι η γνώση της δύναμης που ενώνει μεταξύ τους, κατά κανόνα με ισόβιους δεσμούς, τους ανθρώπους του London School of Economics (LSE), σημειώνει το Πρώτο Θέμα σε αφιέρωμά του. Διότι το LSE αποτελεί μια εντελώς ιδιότυπη περίπτωση μεταξύ των κορυφαίων πανεπιστημίων του κόσμου, μια κατηγορία αριστείας στην οποία δικαιωματικά κατατάσσεται. Από τη μία πλευρά το LSE ταυτίζεται διαχρονικά με την επιστημονική πρωτοπορία, ενώ ταυτόχρονα λειτουργεί ως μία κιβωτός παιδείας που έχει ρίξει άγκυρα πίσω στον χρόνο, με εμμονική σχεδόν πίστη στις αρχές του Διαφωτισμού και την επιδίωξη της ολοκληρωμένης ανθρωπιστικής βελτίωσης μέσω των πνευματικών κατακτήσεων. Το χαρακτηριστικό, όμως, που κάνει το LSE να ξεχωρίζει είναι κυρίως ότι αναπαράγει και δυναμώνει διαρκώς αυτό που σήμερα βαφτίζεται “networking”, στην πραγματικότητα όμως είναι η αίσθηση του ανήκειν, η ένταξη και η διά βίου συμμετοχή σε μία κοινότητα κλειστή και την ίδια στιγμή οικουμενική.
Αυτή είναι η κοινότητα όσων καθ’ οιονδήποτε τρόπο εμπλέκονται με το London School of Economics, πέρα από πτυχία μεταπτυχιακούς τίτλους και PhD, διδακτορικές έδρες ή οτιδήποτε συναφές και τυπικό. Στο LSE ομολογουμένως και για μία σειρά από λόγους, μορφωτικούς και υλικούς, δεν είναι διόλου εύκολο να γίνει δεκτός και να φοιτήσει οποιοσδήποτε. Εάν όμως περάσει την πύλη του campus, κατ’ ουσίαν δεν φεύγει, δεν αποκόπτεται ποτέ. Αλλωστε, είναι χαρακτηριστικό ότι τα εγγεγραμμένα μέλη του Ελληνικού Συλλόγου Αποφοίτων LSE ξεπερνούν τα 4.000 από το 1980 έως σήμερα.
Σπουδές και αμοιβές
Ένα πανεπιστήμιο σχετικά νέο (ιδρύθηκε μόλις το 1895, ενώ, π.χ., της Οξφόρδης τον 11ο αιώνα), σχετικά μικρό – εφόσον δεν διαθέτει βασικές σχολές όπως Ιατρική, Αρχιτεκτονική, Πολυτεχνείο, ούτε καν Πληροφορική, το LSE έχει παρ’ όλα αυτά οδηγήσει περίπου 20 δικούς του επιστήμονες στο βραβείο Νόμπελ. Μάλιστα, το τελευταίο Νόμπελ για τα επιτεύγματα τους στην επιστήμη της Οικονομίας απονεμήθηκε από κοινού σε δύο στελέχη του LSE, τον Ντάρον Ατζέμογλου και τον Τζέιμς Ρόμπινσον. Επίσης, πάνω από 40 πολιτικοί ηγέτες, από τον Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι (JFK) έως την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τον Κώστα Σημίτη και τον Γιώργο Α. Παπανδρέου υπήρξαν φοιτητές του LSE. Κι από τον περιβόητο μεγαλοεπενδυτή Τζορτζ Σόρος ως τον αρχέτυπο ροκ σταρ Μικ Τζάγκερ (έστω κι αν εγκατέλειψε πρόωρα τις σπουδές του για να γίνει frontman των Rolling Stones) πάνω από 240.000 άνθρωποι, από 146 χώρες του πλανήτη, έχουν γίνει κατά καιρούς κοινωνοί της ιδιαίτερης προσέγγισης του LSE στην Ανώτατη Εκπαίδευση.
Το LSE δικαιολογημένα υπερηφανεύεται ότι η πτυχιούχοι του, σε ποσοστό 93%, εντός 15 μηνών από την τελετή αποφοίτησής τους είτε γίνονται αμέσως για μεταπτυχιακές σπουδές είτε βρίσκουν απευθείας επαγγελματική απασχόληση. Και δη με ετήσιες απολαβές 43.000 ευρώ κατά μέσο όρο. Το LSE δηλώνει, ασφαλώς, εξίσου περήφανο για την εξαιρετικά αποτελεσματική και πολυδιάστατη “δικτύωση” που, σαν ένα προνόμιο-bonus μαζί με την αποφοίτησή τους, αποκομίζουν αυτομάτως στις σπουδαστές. Η δικτύωση αυτή. πολύτιμη και περιζήτητη, επιτυγχάνεται ακριβώς μέσα από τις δεκάδες εθνικές ενώσεις των αποφοίτων του ανά την υφήλιο. Μεταξύ αυτών, η ελληνική κοινότητα του LSE, ένας κύκλος ατόμων με συμπυκνωμένη δύναμη επιρροής, απείρως πολλαπλάσια του αριθμητικού μεγέθους του, που βοηθά στην κατανόηση του γενικότερου “φαινομένου London School of Economics”.
Οι εξέχοντες Έλληνες
Ένας πρόχειρος βραχύς κατάλογος με μερικούς από τους πλέον επιφανείς Έλληνες αποφοίτους του London School of Economics θα περιελάμβανε τους δύο πρώην πρωθυπουργούς Κώστας Σημίτη και Γιώργο Παπανδρέου, τουλάχιστον έναν εν ενεργεία υπουργό, τον Νίκο Δένδια, καθώς και τους πάλαι ποτέ τσάρους της οικονομίας Γιώργο Αλογοσκούφη και Γιώργο Παπακωνσταντίνου. Και οπωσδήποτε, ορισμένες από τις πλέον εμβληματικές προσωπικότητες του επιχειρείν, όπως η Μαριάννα Λάτση και ο Σπύρος Λάτσης, ο Ευάγγελος Μυτιληναίος, ο Αθανάσιος Λασκαρίδης, ο Τέλης Μυστακίδης, και πάρα πολλούς ακόμη επιτυχημένους επαγγελματικά Έλληνες. Αν δε, συμπεριληφθούν στην ίδια περίοπτη κατηγορία οι Ελληνοκύπριοι Στέλιος Χατζηιωάννου και Χριστόφορος Πισσαρίδης, βραβευμένος με Νόμπελ καθηγητής Οικονομικών, τότε ήδη το άτυπο Top- 15 ή οτιδήποτε παρόμοιο αποδεικνύεται υπερβολικά στενό και περιορισμένο, ακόμη και για μια ενδεικτική καταγραφή όσων Ελλήνων και Κυπρίων πέρασαν κατά καιρούς από τα έδρανα του LSE για να διαπρέψουν εφεξής στον τομέα που ο καθένας επέλεξε να δραστηριοποιηθεί. Για παράδειγμα, αν περιοριστεί κανείς στις σελέχη και συνεργάτες της τρέχουσας κυβέρνησης, ο υφυπουργός Έρευνας και Τεχνολογίας Χρίστος Δήμας είναι απόφοιτος του LSE. Το ίδιο και ο καθηγητής Ανδρέας (Αντρίκος) Παπανδρέου, ο νεαρός βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Μανώλης Χριστοδουλάκης, καθώς και δημοσιογράφοι, υψηλόβαθμα στελέχη δημοσίων οργανισμών και ιδιωτικών επιχειρήσεων κ.ά.
Ωστόσο, με δεδομένο ότι το ελληνικό στοιχείο διαδραματίζει εξέχοντα και οργανικό ρόλο στο πλαίσιο της ανώτατης εκπαίδευσης που παρέχει το LSE, κυρίως χάρη στο Ελληνικό Παρατηρητήριο (Hellenic Observatory Center for Research on Contemporary Greece and Cyprus) οι δεσμοί του πανεπιστημίου με τους Έλληνες θα πρέπει να αναλυθούν υπό ένα ευρύτερο πρίσμα, όχι μόνο εστιάζοντας αυστηρά στους κατά κυριολεξίαν αποφοίτους. Για παράδειγμα, ο Γιάννης Στουρνάρας, ο Γκίκας Χαρδούβελης, ο Λουκάς Παπαδήμος, ο Γεώργιος Προβόπουλος, ο Θεόδωρος Καρατζάς, ο Νικόλαος Γκαργκάνας, ο Σπύρος Φιλάρετος, μεταξύ αρκετών άλλων, είχαν άπαντες κομβική συμβολή στη διαμόρφωση της οικονομικοπολιτικής πραγματικότητας εν Ελλάδι τις τελευταίες δύο δεκατετίες. Ο καθένας τους ως υπουργός (και πρωθυπουργός υπηρεσιακής κυβέρνησης, μάλιστα, στην περίπτωση Παπαδήμου), με θητεία διοικητή σε μεγάλους τραπεζικούς οργανισμούς εντός και εκτός Ελλάδας κ.ο.κ. μοιράζονται κάτι κοινό: την ιδιότητα του μέλους στην επιτροπή συμβούλων του Ελληνικού Παρατηρητηρίου στο London School of Economics. Στο ίδιο συμβούλιο μετέχουν καθηγητές του LSE, όπως ο Ηλίας Μόσιαλος, ο οποίος υπήρξε και ο πρωτεργάτης για την ίδρυση του Ελληνικού Παρατηρητηρίου, ο έξοχος μελετητής της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής Κέβιν Φέδερστοουν, καθώς και ορισμένοι από τους προαναφερθέντες αποφοίτους, όπως οι Σπύρος Λάτσης, Ευάγγελος Μυτιληναίος, Αθανάσιος Λασκαρίδης κ.ά. Και αν ο κύκλος των Ελλήνων στο LSE διευρυνθεί ακόμη περισσότερο, συμπεριλαμβάνοντας τους διδάσκοντες νυν και πρώην τακτικούς ή επισκέπτες, τότε προστίθενται προσωπικότητες όπως ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Πάνος Τσακλόγλου, οι διατελέσαντες υπουργοί και υφυπουργοί Γιάννος Παπαντωνίου, Νίκος Χριστοδουλάκης, Λούκα Κατσέλη, Ιωάννης Βαληνάκης, οι καθηγητές Στάθης Καλύβας, Μαριλένα Σημίτη, Αντιγόνη Λυμπεράκη και Θανάσης Διαμαντόπουλος – σε μια αναφορά ονομάτων που μοιάζει απέραντη, ενώ κατ’ ανάγκην παραμένει απλώς ενδεικτική.
Οι ανταλλαγές γνώσης
Ο Κώστας Καραμανλής, ο Γιώργος Παπανδρέου, ο Αλέξης Τσίπρας καθώς και ο Κυριάκος Μητσοτάκης αλλά το 2017, προτού αναλάβει τη διακυβέρνηση, είναι τέσσερις από τους πρωθυπουργούς της Ελλάδας που προσκλήθηκαν σχετικά πρόσφατα από το Ελληνικό Παρατηρητήριο του LSE προκειμένου να δώσουν το στίγμα της αντίληψης που ο καθένας τους είχε για την πολιτική, κοινωνική και οικονομική κατάσταση της χώρας, μιλώντας συνήθως σε κατάμεστα αμφιθέατρα. Εκτός των προηγουμένων, προσωπικότητες από την πρώτη γραμμή της εγχώριας πολιτικής σκηνής, όπως η Ντόρα Μπακογιάννη, ο Άδωνις Γεωργιάδης, η Άννα Διαμαντοπούλου, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο Γιάννης Μπουτάρης, αλλά ακόμα και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος ή ο Πολ Τόμσεν ως εκπρόσωπος της τρόικας των δανειστών κατέθεσαν διά ζώσης τις απόψεις τους για τις διαφορετικές πτυχές της οικονομικής κρίσης που έπληττε την Ελλάδα, καθώς το Παρατηρητήριο ενέτεινε θεαματικά τη δραστηριότητά του κατεξοχήν την περίοδο 2009-2019, λόγω του ενδιαφέροντος που παρουσίαζε η ελληνική υπόθεση στην εποχή των μνημονίων από τη σκοπιά των κοινωνικών επιστημών και την ιδιαίτερη οπτική του LSE.
Το Hellenic Observatory Center, ως τμήμα του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου του LSE, έχει εξελιχθεί στον ομφαλό της ελληνικής παρουσίας, ένα κέντρο εξειδικευμέν00ων σπουδών, μελέτης και παραγωγής πρωτότυπων εργασιών, όπως το εξαιρετικά ενδιαφέρον το δοκίμιο “Έλληνες πρωθυπουργοί, Το παράδοξο της εξουσίας”, που συνέγραψε ο Κέβιν Φέδερστοουν, διευθυντής επί 22 χρόνια (2002-2024) του Ελληνικού Παρατηρητηρίου. Παρεμπιπτόντως, ο καθηγητής Φέδερστοουν, εκτός του ότι θεωρείται πλέον παγκόσμια αυθεντία στο γνωστικό πεδίο το Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών, έχει τιμηθεί επανειλημμένως στην Ελλάδα για το επιστημονικό έργο του, ενώ έχει δώσει, επίσης, τον όρκο του Έλληνα πολίτη ενώπιον του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, αποδεχόμενος την ελληνική ιθαγένεια.
«Ελευθέριος Βενιζέλος»
Τον Φέδερστόουν, ο οποίος παραμένει ως ερευνητής του Ελληνικό Παρατηρητήριο και εξακολουθεί να παράγει μελέτες γύρω από τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης, διαδέχθηκε ο καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και κάτοχος της έδρας “Ελευθέριος Βενιζέλος” Βασίλης Μοναστηριώτης. Όσο για το ίδιο το Παρατηρητήριο, οφείλει την ύπαρξή του στον Ηλία Μόσιαλο, ο οποίος και είχε την ιδέα για την ίδρυσή του αρχικά το 1992. Ο ίδιος ανέλαβε την πρωτοβουλία να προτείνει στη διοίκηση του LSE την ίδρυσή του, ως σχετικά αυτόνομου κέντρου, εστιασμένου στην Ελλάδα. Το σχέδιο εγκρίθηκε, κατόπιν η χρηματοδότηση εξασφαλίστηκε χάρη σε ενέργειες του καθηγητή Μόσιαλου, κυρίως με δωρεές από ελληνικές τράπεζες και, εν τέλει, το Ελληνικό Παρατηρητήριο γεννήθηκε το 1994. Ο Ηλίας Μόσιαλος ήταν ο πρώτος υπεύθυνος λειτουργίας του, προτού παραχωρήσει τη θέση του σε έναν άλλο Έλληνα πανεπιστημιακό, τον καθηγητή Λουκά Τσούκαλη.
H αποστολή του Ελληνικού Παρατηρητηρίου, στο πλαίσιο του LSE, είναι να προωθεί της ελληνικές σπουδές, διοργανώνοντας τακτικά εκδηλώσεις στο Λονδίνο, την Ελλάδα και την Κύπρο. Προσεγγίζοντας διάφορες πτυχές της σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας δημιουργεί μία ζύμωση ιδεών και επιστημονικού διαλόγου, σε συνεργασία με ελληνικά ΑΕΙ, πολιτικά πρόσωπα κ.λπ. Εμμέσως, η χώρα επωφελείται από την προβολή και τη διατήρησή της στην επικαιρότητα – ιδιαίτερα, βέβαια, όταν δεν απασχολεί τους κοινωνικούς επιστήμονες εξαιτίας στον εσωτερικών προβλημάτων της.
Μια ελληνική «παροικία»
Το Ελληνικό Παρατηρητήριο, στη διάρκεια της 30ετούς λειτουργίας του, έχει συσπειρώσει και συστηματοποιήσει το ελληνοκεντρικό ενδιαφέρον του LSE. Όμως, ακόμη και πριν από την ίδρυσή του, το LSE έδινε πρόθυμα βήμα σε Έλληνες πανεπιστημιακούς και πολιτικούς που κατήγγειλαν τη χούντα των συνταγματαρχών στη διεθνή κοινότητα. Χαρακτηριστική περίπτωση από αυτήν την άποψη, ήταν η επίσκεψη του Ανδρέα Παπανδρέου τον Φεβρουάριο του 1968. Ο μετέπειτα ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ και πρωθυπουργός της Ελλάδας έγινε πρωτοσέλιδο στην εφημερίδα “Beaver” (“Κάστωρ”), ένα έντυπο που εξέδιδε η ένωση φοιτητών του LSE. Τη φωτογραφία του 49χρονου Παπανδρέου, τότε καθηγητή Οικονομικών σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ, της Σουηδίας και της Βρετανίας, συνόδευε κείμενο που, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι “ο καθηγητής Ανδρέας Παπανδρέου, γιος του πρώην πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, παρέστη στη δεξίωση που διοργάνωση προς τιμήν του η Ελληνική Εταιρεία στη βιβλιοθήκη Shaw. Στο πλαίσιο μια σύντομης ομιλίας που εξεφώνησε, ο κ. Παπανδρέου εξέφρασε την εκτίμησή του για τις προσπάθειες οι οποίες καταβλήθηκαν και χάρη του, κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του από το δικτατορικό καθεστώς στην Ελλάδα. Ωστόσο, τόνισε με έμφαση ότι η στρατιωτική χούντα δεν έχει στέρεα θεμέλια και ότι ο ίδιος αισιοδοξεί ότι η κατάλυση της δημοκρατίας δεν θα εξελιχθεί σε μόνιμη κατάσταση. Κάλεσε τους Έλληνες που δραπέτευσαν από την πατρίδα τους να μη μένουν απαθείς έναντι όσων συμβαίνουν στην Ελλάδα, με τις διώξεις πολιτικών, διανοούμενων κ.λπ. Απατώντας σε σχετική ερώτηση από το κοινό, ο καθηγητής Παπανδρέου εξήγησε ότι μπορεί μεν πολλές κυβερνήσεις να έχουν αναγνωρίσει επίσημα τη χούντα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι αναγνωρίζεται ως νόμιμη η εξουσία που κατέλαβαν οι συνταγματάρχες με το πραξικόπημά τους”.
Οι Έλληνες στο London School of Economics έχουν τη δική τους ιστορία, η οποία όμως δεν έχει καταγραφεί συστηματικά ακόμα στην εντέλειά της – ιδιαίτερα πριν από το 1980 όταν και ιδρύθηκε ο Ελληνικός Σύλλογος Αποφύτων LSE. Ως εκ τούτου, δεν γνωρίζουμε φερ’ ειπείν ποιος ήταν ο πρώτος Έλληνας σπουδαστής και ο εντοπισμός του θα πετούσε ειδική αναδίφηση στα μητρώου του πανεπιστημίου. Δεν είναι σαφές όμως, ούτε ποιος ανέλαβε την πρωτοβουλία για τη δημιουργία του εν Ελλάδι Συλλόγου Αποφοίτων – αν και, όπως αναφέρει στο “ΘΕΜΑ”, η επίτιμη πρόεδρος Μαρία Ξυτάκη, πρωταγωνιστικό ρόλο στην αρχική φάση του Συλλόγου διαδραμάτισε ο κ. Γιάννης Πλατσιδάκης. Ο γνωστός εφοπλιστής, διακεκριμένος ως ένας από τους 100 πιο επιδραστικούς ανθρώπους στον κλάδο της ναυτιλίας από το Lloyd’s List, είναι ιδρυτικό στέλεχος του Ελληνικού Συλλόγου Αποφοίτων LSE και επί μακρόν πρόεδρός του – από το 1981 έως το 2005. Διετέλεσε, επίσης, μέλος του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του Ελληνικού Παρατηρητηρίου την περίοδο 1997-2006.
Το 2006, την προεδρία του Συλλόγου ανέλαβε ο δικηγόρος Δημήτρης Παρασκευάς, ο οποίος και συνέταξε καταστατικό βάσει του οποίου η θητεία του επικεφαλής είναι διετής και μπορεί να παραταθεί με την επανεκλογή του μόνο για ακόμη δύο χρόνια. Την ιδιότητα του μέλους στον Ελληνικό Σύλλογο αποκτά αυτομάτως κάθε απόφοιτος του LSE – αν και το δικαίωμα εκλέγειν και εκλέγεσθαι προϋποθέτει ότι δεν έχει αμελήσει να καταβάλει το τίμημα της προβλεπόμενης συνδρομής, ύψους 30 ευρώ ετησίως.
Ο Ελληνικός Σύλλογος Αποφοίτων LSE, ο μεγαλύτερος και πιο ισχυρός στην κατηγορία του ως προς το πλήθος των μελών (πάνω από 4.000 άτομα), προσφάτως διεξήγαγε αρχαιρεσίες για την ανάδειξη νέας διοίκησης. Η κατάληξη των εκλογών ήταν η ανανέωση της θητείας του κ. Θοδωρή Καλαμπόκη, επιχειρηματία και πρώην υποψήφιου ευρωβουλευτή με τη Νέα Δημοκρατία ως προέδρου για τα επόμενα δύο χρόνια. Σε ό,τι αφορά τις δραστηριότητές του, πέρα από εκδηλώσεις προβληματισμού και διαλόγου, στο περιθώριο των οποίων είθισται να τιμούνται διακεκριμένα μέλι, όπως ο Sir Στέλιος Χατζηιωάννου κ.ά., ίσως η πιο σημαντική συμβολή του συλλόγου είναι η δημιουργία ενός think tank, μιας δεξαμενής ιδεών και στοχασμού γύρω από το ευρύ κοινωνικό γίγνεσθαι της σημερινής Ελλάδας. Από τις διεργασίες του thing tank έχει παραχθεί μία σειρά από κείμενα, επιστημονικές εργασίες που κατηγοριοποιούνται ως “κείμενα θέσεων”, στα οποία αποτυπώνεται η μεθοδολογία και η αντίληψη του LSE επί ζητημάτων σχετικών με την οικονομία, την πολιτική, τη δημόσια διοίκηση, την ψηφιοποίηση και την τεχνολογία κ.ά., ενώ δίνεται η ευκαιρία στους νέους αποφοίτους να εφαρμόσουν τις γνώσεις τους στη σύνταξη εξειδικευμένων μελετών. Το υλικό αυτό παραχωρείται δωρεάν από τον Ελληνικό Σύλλογο Αποφοίτων LSE σε αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, με την ελπίδα ότι θα χρησιμεύσει για την ποιοτική αναβάθμιση του δημόσιου τομέα στη χώρα μας. Ενέργειες όπως αυτή εκτιμώνται ιδιαίτερα από τη διοίκηση του LSE, εξ ου και η πρώην πρόεδρος του Ελληνικού Συλλόγου Μαρία Ξυτάκη ήταν η πρώτη που τιμήθηκε με το βραβείο Εξέχουσας Εθελοντικής Προσφοράς το 2017, από την τότε πρύτανη του πανεπιστημίου, Μινούς Σαφίκ, μία από τους κορυφαίες οικονομολόγους στον κόσμο.
Μπιλ Κλίντον: Αυτό είναι το LSE
Μεταξύ των αστέρων της διεθνούς πολιτικής, της επιστήμης, της τεχνολογίας κ.ο.κ. που έχουν φιλοξενηθεί κατά καιρούς σε πάνελ συζητήσεων στο LSE ίσως ήταν ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Μπιλ Κλίντον, εκείνος που κατάφερε να συμπυκνώσει την ουσία του τι πραγματικά αντιπροσωπεύει το London School of Economics and Political Science. Ο ίδιος, βεβαίως, δεν υπήρξε φοιτητής εκεί – εν αντιθέσει με τη Μόνικα Λεβίνσκι, την πρωταγωνίστρια ενός σκανδάλου που στιγμάτισε για πάντα την υπόληψη του Κλίντον. Η Λεβίνσκι ολοκλήρωσε μάστερ Ψυχολογίας στο LSE, αν και κάπως όψιμα, το 2007, περίπου μια δεκαετία μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου που συντάραξε τον Λευκό Οίκο.
Πάντως, το 2001, σε μία από τις δύο επισκέψεις του στο LSE ως VIP προσκεκλημένου, ο Μπιλ Κλίντον έγινε στόχος ενός αιχμηρού πειράγματος εκ μέρους ενός εκ των οικοδεσποτών και συνομιλητών του. Συγκεκριμένα, ο καθηγητής Μεγκνάντ Ντεζάι πίκαρε τον Κλίντον επισημαίνοντας ότι “κύριε Πρόεδρε, στην καριέρα σας κάνατε δύο μεγάλα λάθη: Το πρώτο ήταν ότι προτιμήσατε να σπουδάσετε στην Οξφόρδη αντί για το LSE. Το δεύτερο σφάλμα σας ήταν ότι στείλατε και την κόρη σας ως φοιτήτρια στην Οξφόρδη. Η απάντηση του Κλίντον ήταν ότι “ίσως επανορθώσω απόψε γι’ αυτά τα σφάλματα. Το London School of Economics ήταν για μένα ένα μέρος μυθικό στη φαντασία μου. Διότι εδώ σπούδασε ο πρόεδρος Κένεντι, ο JFK, το καλοκαίρι του 1935, στο αποκορύφωμα της αντιπαράθεσης ανάμεσα στη σχολή του LSE και σε εκείνη του Κέιμπριτζ γύρω από την ανάλυση των νόμων που διέπουν την παγκόσμια οικονομία, δηλαδή ανάμεσα στους καθηγητές Φρίντριχ Χάγεκ και Τζον Μέιναρντ Κέινς αντιστοίχως. Οι δύο αυτοί κολοσσοί άλλαξαν τον τρόπο που οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τον κόσμο. Επίσης, ένας άλλος φοιτητής του LSE, ο Μικ Τζάγκερ, άλλαξε τον κόσμο με το δικό του τρόπο. Περιφρονώντας τη συμβουλή ενός καθηγητή του, ο οποίος του έλεγε ότι δεν πρόκειται να βγάλει λεφτά από τη μουσική”. Ο Κλίντον συνέχισε τον διθύραμβο για το LSE, τονίζοντας ότι “για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα ολόκληρη η ανθρωπότητα περίμενε από το LSE να της προσφέρει τα επιστημονικά εφόδια για να κατανοήσει κάθε νέα εποχή που ανέτειλε”. Ο Φρίντριχ Χάγεκ τον οποίο μνημόνευσε ο Μπιλ Κλίντον, ανακαλώντας την τιτάνια μονομαχία του με τον Τζον Μέιναρντ Κέινς από τη δεκαετία του 1930 και σχεδόν επ’ άπειρον έκτοτε, είναι ένας από τους νομπελίστες καθηγητές του LSE. Μοιράζεται το πάνθεον του ιδρύματος με άλλους 19 επιστήμονες, στη συντριπτική πλειονότητά τους οικονομολόγους, οι οποίοι επελέγησαν για την ανώτατη διάκριση από τη Σουηδική Ακαδημία. Μεταξύ αυτών συναντά κάποιος πραγματικούς θρύλους, όπως έναν εκ των ιδρυτών του LSE, τον Τζορτζ Μπέρναρντ Σο (Νόμπελ λογοτεχνίας 1925), τον φιλόσοφο Μπέρτραν Ράσελ (Λογοτεχνίας, 1950), τον Σερ Τζον Χικς (Οικονομίας, 1972) και αργότερα τον Πολ Κρούγκμαν (Οικονομίας, 2018) τον Χριστόφορο Πισσαρίδη (Οικονομίας, 2010) κ.ά. Και ενώ τύποις πρόκειται για το LSE, η σφραγίδα του έχει χαρακτηρίσει σχολές σκέψεις πέρα από τα οικονομικά, ακόμη και σε εντελώς θεωρητικά αντικείμενα, όπως η φιλοσοφία της επιστήμης, με σκαπανείς τους σπουδαίους στοχαστές Καρλ Πόπερ και Ιμρε Λάκατος.
Το κόστος και το όφελος
Στη σκιά τέτοιων γιγάντων της σκέψης οι Έλληνες φοιτητές -και κάπως αναλογικά οι Έλληνες διδάσκοντες- έκαναν συν τω χρόνω περισσότερο αισθητή την ύπαρξή τους στους κόλπους του LSE. Και ενώ έως τις αρχές της δεκαετίας ‘90 οι Έλληνες που ανήκαν στο διδακτικό-ερευνητικό προσωπικό του LSE μετρώνταν στα δάκτυλα του ενός χεριού, σήμερα αντιστοιχούν σε μία λίαν υπολογίσιμη ομάδα, αποτελούμενη από περίπου 30 πανεπιστημιακούς δασκάλους. Συμβάλλουν και αυτοί στην αίγλη και τη σαγήνη που περιβάλλουν το London School of Economics για χιλιάδες σπουδαστές από όλο τον πλανήτη -και μεταξύ αυτών αναμφίβολα ένα μεγάλο αριθμό νεαρών Ελλήνων- οι οποίοι οραματίζονται τη φοίτησή τους στο περίφημο LSE. Το καλύτερο ΑΕΙ του Λονδίνου και της Βρετανίας (σύμφωνα με την κατάσταση των “Sunday Times” και του “Guardian”) kai 6oy παγκοσμίως στον τομέα των Κοινωνικών Επιστημών.
Στην πράξη, κάθε χρόνο εγγράφονται στο LSE περίπου 70 Έλληνες πρωτοετείς και ενδεικτικά, κατά το ακαδημαϊκό έτος 2022-2023, η κοινότητα του LSE αριθμούσε συνολικά πάνω από 12.000 άτομα, μοιρασμένους σχεδόν εξίσου σε προ και μεταπτυχιακούς φοιτητές. Εξυπακούεται δε, ότι μετά το Βrexit, το κόστος φοίτησης κατέστησε απαγορευτική οποιαδήποτε σχετική φιλοδοξία για όσες οικογένειες δεν θα άντεχαν να καταβάλουν ετησίως τα 60.000 ευρώ συνολικά, προκειμένου να καλύψουν τα δίδακτρα των παιδιών και τη διαμονή τους στο Λονδίνο.
Η αναγκαστική αναπροσαρμογή στην πολιτική τιμών του LSE εξαιτίας του Brexit σχεδόν τετραπλασίασε το κόστος φοίτησης. Οπωσδήποτε, πάντα υπάρχει η επιλογή της διεκδίκησης μίας από τις πολλές υποτροφίες που εξασφαλίζουν μία θέση φοιτητή για τους αριστούχους πλην μη έχοντες, καθώς και οι διευκολύνσεις που προβλέπονται από το ίδιο το πανεπιστήμιο η δυνατότητα επ’ αβοιμή απασχόλησης εντός LSE σε βοηθητικές ή και χειρονακτικές εργασίες κ.λπ.
“Έμαθα πολλά στο London School of Economics που με βοήθησαν στην κατανόηση της σύνθετης κοινωνικής και οικονομικής πραγματικότητας και των εξελίξεων του κόσμου μας τις τελευταίες δεκαετίες”, είχε δηλώσει το 2022 η κ. Μαριάννα Λάτση σε ομιλία κατά την τελετή βράβευσής από τον Σύλλογο Ελλήνων Αποφοίτων LSE για τη διαρκή φιλανθρωπική δράση της.
Η κ. Λάτση, αναφέροντας ότι “διδάχτηκα πολλά από τους πεφωτισμένους καθηγητές μας, που μου επέτρεψαν να παρακολουθώ και να κατανοώ το σύνθετο επιχειρηματικό περιβάλλον μέσα στο οποίο δραστηριοποιείται ο πολυσχιδής όμιλός μας, παρέπεμπε εμμέσως σε κάτι πολύ σημαντικό: την κατά LSE προσέγγιση της γνώσης, ένα στοιχείο εκπαιδευτικού DNA που λειτουργεί σαν πυξίδα και μαγνήτης ταυτόχρονα, διαμορφώνοντας έναν συγκεκριμένο συλλογικό χαρακτήρα, ιδιαίτερα στους αποφοίτους του.
30 διαλέξεις την ημέρα
Αυτό δημιουργείται, σε μεγάλο βαθμό, μέσω της ιδιαίτερης όσμωσης κατά τη διδακτική διαδικασία, καθώς η φοίτηση εκεί υπερβαίνει το εκάστοτε γνωστικό αντικείμενο. Καθημερινά πραγματοποιούνται 20-30 διαλέξεις για κάθε είδους θέμα, διαθέσιμες ελεύθερα προς όλους τους σπουδαστές, ενώ στα αμφιθέατρα οι διδάσκοντες είναι υποχρεωμένοι να παρουσιάζουν ότι πιο προωθημένο υπάρχει στην επιστημονική έρευνα. Στην ίδια κατεύθυνση κατατείνουν επίσης τα πολυάριθμα και ποικίλα σεμινάρια, καθώς και η αξιολόγηση των φοιτητών, η οποία δεν περιορίζεται στο γραπτό των τελικών εξετάσεων αλλά διενεργείται καθ’ όλη τη διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους. Επιπλέον, προβλέπεται η αντίστροφη αξιολόγηση, από τους φοιτητές για τους διδάσκοντες, η οποία λαμβάνεται σοβαρά υπ’ όψιν.
Ασφαλώς, αρκετά από αυτά δεν αποτελούν αποκλειστικότητα του LSE. Εντούτοις, σε αντιδιαστολή με τα περισσότερα πανεπιστήμια περιωπής τύπου Χάρβαρντ, Οξφόρδη, Κέιμπριτζ, ΜΙΤ κ.λπ., το London School of Economics ασκεί μια σχεδόν ακατανίκητη κεντρομόλο έλξη σε έναν εκτεταμένο αριθμό ατόμων που από φοιτητές γίνονται διδάσκοντες ή μέλη συμβουλίων που εποπτεύουν ερευνητικά προγράμματα ή ακόμη και χορηγοί.
Οι ιδιότητές τους μπορεί να αλλάζουν, αλλά οι ίδιοι οι άνθρωποι μένουν πάντα εντός βεληνεκούς του LSE. Εξάλλου, η προγραμματική και θεμελιώδης φιλοδοξία του LSE συνίσταται στο να μη φεύγει κανείς από το campus μόνο με έναν τίτλο για το επαγγελματικό βιογραφικό του – όσο επίζηλος και αν είναι αυτός. Το ιδανικό είναι να παραμένει σε αλληλεπίδραση με το LSE, αναζητώντας αενάως τη rerum cognoscere causas, το αληθινό νόημα πριν από τις τρεις λέξεις στον θυρεό του, το να γνωρίζει κανείς την αιτία των πραγμάτων που συμβαίνουν γύρω του.
Εφημερίδα Πρώτο Θέμα
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις