Υπήρχαν ή όχι νέοι άνθρωποι νεκροί και τραυματίες στο Πολυτεχνείο; Κατάφερε τίποτε εκείνη η γενιά; Γιατί 51 χρόνια αργότερα επιπλέει επιμένοντας ένα αφήγημα που υποτιμά την εμβληματική εξέγερση των δημοκρατικών νέων;

Η απάντηση είναι στη νεότητα. Στα νιάτα του κόσμου. Και εξηγούμαι: η αντιπάθεια απέναντι στο Πολυτεχνείο δεν είναι μόνο πολιτική ως προς το περιεχόμενο της εξέγερσης. Δηλαδή, δεν είναι λόγος η πολιτική υποστήριξη του φασιστικού καθεστώτος. Η αντιπάθεια απέναντι στο Πολυτεχνείο υπάρχει εξαιτίας της διαχρονικότητας. Της διαρκούς επισήμανσης της δυνατότητας των εξεγέρσεων.

Το Πολυτεχνείο που «δεν είχε νεκρούς»

Το πρώτο αφήγημα, δηλαδή περί της εξέγερσης που νεκρούς, αναγκαστικά «στρογγυλεύτηκε», εξαιτίας κυβερνητικών θώκων που ανέλαβαν πολλοί δημοφιλείς εκφραστές του.

Έτσι, από το «Πολυτεχνείο που λέει ψέματα, νεκροί δεν υπήρχαν», μεταπηδήσαμε στο «νεκροί δεν υπήρχαν εντός του Πολυτεχνείου, μόνο στα γύρω στενά». Πράγμα επουσιώδες, ως διευκρίνιση, καθώς το ζήτημα δεν είναι χωροταξικό. Το «Πολυτεχνείο» είναι η μνήμη της εξέγερσης κι επομένως δεν περιορίζεται στον προαύλιο χώρο του ακαδημαϊκού κτιρίου. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι υπήρξαν νεκροί κι από τη πόρτα που έριξε το τανκ εντός της σχολής, όπως υπήρξαν νεκροί κι από τις αδέσποτες σφαίρες των ελεύθερων σκοπευτών εκτός της σχολής.

Γιατί ήταν σημαντικό το αφήγημα περί μη ύπαρξης νεκρών στο Πολυτεχνείο; Όχι για να αποδειχθεί πως η χούντα δε σκότωνε. Ποτέ δεν ειπώθηκε ότι στους τόπους εξορίας, για παράδειγμα, δεν υπήρχαν νεκροί. Η διαφορά είναι αυστηρά βιοπολιτική κι αυτό επειδή το Πολυτεχνείο ξεκίνησε ως φοιτητική εξέγερση των προοδευτικών, αγωνιστών νεών και μετατράπηκε σε παλλαϊκή. Και πανελλαδική.

Καθώς την εξέγερση δεν την έκαναν ποινικοί ή διωκόμενοι πολιτικά άνθρωποι, το συναίσθημα λειτούργησε και λειτουργεί αλλιώς. Στο Πολυτεχνείο ήταν νέοι άνθρωποι, ακόμη κι ανήλικοι. Και η κοινωνία έχει συνήθως την ανάγκη να προστατεύσει τους νέους. Ή, έστω, να συγκινηθεί περισσότερο με το θάνατο νέων, μορφωμένων, προερχόμενων από «κανονικές» κοινωνικές συνθήκες και οικογένειες ανθρώπων.

Το Πολυτεχνείο δεν το έκαναν παιδιά ενός άλλου κόσμου. Το έκαναν οι νέοι της διπλανής πόρτας. Μια τέτοια παραδοχή δίνει κάτι που δεν επιτρέπεται να έχει απέναντί του ένα συντηρητικό μπλοκ: τη δύναμη να νομιμοποιείται η αντίδραση. Να γίνεται κανονική, ένα σενάριο ρεαλιστικό που, μάλιστα, μπορεί να αφορά τον καθένα πολίτη.

Η γενιά του Πολυτεχνείου που «ξεπουλήθηκε»

Αμέσως επόμενο επιχείρημα εις βάρος της εξέγερσης, είναι η αντιπάθεια προς τη γενιά του Πολυτεχνείου που «ξεπουλήθηκε». Εννοούνται, φυσικά, αγωνιστές και αγωνίστριες της εξέγερσης που η πολιτική τους σταδιοδρομία εξελίχθηκε με, κατά την κρίση και την κριτική, συμβιβασμούς.

Πράγμα όχι ιδιαίτερα σημαντικό. Συναισθηματικό ίσως, αλλά σε επίπεδο συμβολισμού δε σημαίνει απολύτως τίποτα. Οι άνθρωποι γενικώς μεγαλώνουν, Κάποιοι αλλάζουν, συμβιβάζονται, σκέφτονται αλλιώς, αλλάζουν ως κι ιδέες. Συμβαίνει.

Όμως το Πολυτεχνείο, η εξέγερση εκείνη, δεν είναι οι άνθρωποι του παρόντος, είναι οι νέοι της εποχής τους. Προεξοφλώντας πως οι νέοι θα μεγαλώσουν, θα συμβιβαστούν, θα «ξεπουληθούν», διαμορφώνεται ένα κλίμα που απαγορεύει την πραγματοποίηση της αντίδρασης στο παρόν.

Δηλαδή, το επιχείρημα των «ξεπουλημένων» -με όλα τα εισαγωγικά- είναι επιχείρημα κατά των νέων που εξεγέρθηκαν. Συλλήβδην. Είτε πολιτικοποιήθηκαν σε άλλες κατευθύνσεις, είτε όχι. Είτε πιστεύουν ακόμη ότι θα αλλάξουν τον κόσμο, είτε όχι.

Μια ολόκληρη εξέγερση θα χαρακτηριστεί ως υποκρισία, επειδή το μέλλον διαρκεί πολύ, οι άνθρωποι αλλάζουν ή, ακόμη κι αν δεν αλλάζουν, παύουν να είναι νέοι απέναντι στη χούντα.

Χούντα δεν υπάρχει πια. Υπάρχει, όμως, ιστορία κι η εξέγερση είναι κομμάτι της.

Το μίσος προς τους νέους

Αν το Πολυτεχνείο είναι πάντοτε κάτι, αυτό είναι η νιότη του κόσμου. Η έμπνευση προς τις επόμενες γενιές να μπορούν να πιστεύουν ότι η αντίδρασή τους και θα αφήσει ιστορία και θα την αλλάξει.

Αν το δούμε με κουκίδες στο μετέπειτα ιστορικό χάρτη, το Πολυτεχνείο έγινε σύνθημα των νέων στις καταλήψεις του ’92, σε εκείνες του ’98, στο φοιτητικό κίνημα του 2006, στην εξέγερση του 2008, στο κίνημα των πλατειών του 2011 και παραμένει σύνθημα ακόμη.

Πράγμα που σημαίνει πως πέτυχε παραπάνω από ένα σκοπό. Κέρδισε τη διαχρονική θέση στην έμπνευση για αντιδράσεις, αντιστάσεις και κινήματα. Πενήντα και ένα χρόνια αργότερα, το Πολυτεχνείο είναι επίκαιρο, τιμάται, διδάσκεται στα σχολεία, υπενθυμίζεται στους δρόμους κάθε πόλης.

Φυσικά και είναι μία αντιπαθητική επέτειος, αν ανήκει κάποιος σε συντηρητικές έως ακραίες ομάδες. Πώς να μην είναι αντιπαθητική η διαρκής υπενθύμιση της επιθυμίας και της δύναμης των νέων να αλλάξουν τον κόσμο;