Ο Δημήτρης Κυριακόπουλος ήταν οικοδόμος από τα Καλάβρυτα. Κατέβηκε στο Πολυτεχνείο στις 15 Νοεμβρίου 1973. Ένας από τους πολλούς ανθρώπους που παρότι δεν ήταν φοιτητές πήγαν να αγωνιστούν μαζί με τους φοιτητές. Το βράδυ της 16ης Νοεμβρίου 1973 ήταν στις μεγάλες συγκρούσεις έξω από το Πολυτεχνείο. Εισέπνευσε μεγάλη ποσότητα δακρυγόνων και χτυπήθηκε «με συμπαγείς ράβδους» από αστυνομικούς. Πήγε σπίτι του γιατί φοβόταν τη σύλληψη, εάν πήγαινε σε νοσοκομείο. Όμως, το βράδυ της 19ης Νοεμβρίου η κατάσταση είχε πια επιδεινωθεί και προσπάθησαν να τον μεταφέρουν στο Πρώτων Βοηθειών με ένα ταξί. Εξέπνευσε μέσα στο ταξί. Η νεκροψία έδειξε οξεία ρήξη της θωρακικής αορτής.  Οι αστυνομικοί τον είχαν χτυπήσει με τόση δύναμη ώστε να του προκαλέσουν ένα τραύμα που συνήθως συμβαίνει σε τροχαία ατυχήματα. Ποτέ δεν μάθαμε ποιοι ήταν. Δεν τιμωρήθηκαν και συνέχισαν να υπηρετούν για πολλά χρόνια στην Αστυνομία Πόλεων και αργότερα στην ΕΛΑΣ.

Ο 17χρονος Διομήδης Κομνηνός επίσης κατέβηκε στο Πολυτεχνείο και ήταν ανάμεσα στους διαδηλωτές που βρίσκονταν το βράδυ της 16ης Νοεμβρίου 1973 κοντά στο υπουργείο Δημοσίας Τάξεως στο κτίριο όπου σήμερα στεγάζονται τα γραφεία του Εργατικού Κέντρου Αθήνας. Βοηθούσε άλλους διαδηλωτές χτυπημένους από τη φρουρά του υπουργείο. Στη διασταύρωση των οδών Αβέρωφ και Μάρνη δέχτηκε πυρά αστυνομικών από τη φρουρά του υπουργείου, την ώρα που προσπαθούσε να βοηθήσει έναν τραυματία στο μέσο της οδού Αβέρωφ. Μάλιστα, πηγαίνοντας προς τα εκεί, φώναξε στους αστυνομικούς «Αν είστε άντρες, ελάτε να μας χτυπήσετε». Μία σφαίρα 38΄΄, προερχόμενη από τον τυπικό ατομικό οπλισμό των αστυνομικών της εποχής, τον χτύπησε κατευθείαν στην καρδιά. Παρότι ο πλήρης κατάλογος της φρουράς του υπουργείου Δημόσιας Τάξεων ήταν διαθέσιμος και οι ονομαστικοί κατάλογοι των «ανδρών επιφυλακής» τμήμα της έρευνας, ποτέ δεν τιμωρήθηκαν οι αυτουργοί για τη δολοφονία του.

Ο 47χρονος εργάτης Ευστάθιος Κολινιάτης βρέθηκε στο Πολυτεχνείο στις 18 Νοεμβρίου 1973, δεύτερη μέρα των διάσπαρτων διαδηλώσεων μετά την βίαιη εκκένωση. Χτυπήθηκε από αστυνομικούς και υπέστη κάταγμα του κρανιακού θόλου. Απεβίωσε στο Ρυθμιστικό στις 21 Νοεμβρίου 1973.

Η 22χρονη Τόριλ Μαργκρέτε Ένγκελαντ, φοιτήτρια Ιστορίας της Τέχνης από τη Νορβηγία, που βρισκόταν στην Αθήνα εκείνες τις ημέρες πήγε την Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 1973 να συμπαρασταθεί στους φοιτητές στο Πολυτεχνείο, δέχτηκε πυρά από το δώμα του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως κοντά στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείου και πέθανε. Και σε αυτή την περίπτωση ουδείς φυσικός αυτουργός διώχθηκε, παρότι υπήρξαν αρκετές μαρτυρίες για τα συγκεκριμένα μέλη της φρουράς του υπουργείου που έκαναν χρήση όπλων.

Αντίστοιχα, δεν μάθαμε ποτέ για τους περισσότερους από τους αυτουργούς που επιβαίνοντας στα τεθωρακισμένα ιδίως το πρωί της 17ης Νοεμβρίου πυροβολούσαν κυριολεκτικό στο ψαχνό στην Πατησίων και σε άλλα σημεία στην πόλη.

Κάποιοι είναι αλήθεια ότι καταδικάστηκαν. Ο ανθυπολοχαγός Ιωάννης Λυμπέρης, που βρισκόταν στην ταράτσα του παλαιού κτιρίου του ΟΤΕ στην  Πατησίων 85 καταδικάστηκε για τις δολοφονίες του Μάρκου Καραμανή και του Αλέξανδρου Σπαρτίδη. Ο συνταγματάρχης Νικόλαος Ντερτιλής, που παρότρυνε τους στρατιώτες υπό τις διαταγές του να «πυροβολούν στο ψαχνό», καταδικάστηκε για τη δολοφονία του Μιχάλη Μυρογιάννη, κυρίως χάρη στη μαρτυρία του οδηγού του Αντώνη Αγριτέλη. Καταδικάστηκαν επίσης οι Ιωαννίδης και Παπαδόπουλος ως ηθικοί αυτουργοί όπως και ο αντιστράτηγος Σταύρος Βαρνάβας καθώς και ένας αριθμός ανώτατων αξιωματικών, κυρίως για ηθική αυτουργία. Ορισμένοι σε δεύτερο βαθμό θα αθωωθούν. Πέραν των Ντερτιλή και Λυμπέρη, ως αυτουργοί καταδικάστηκαν σε μικρές ποινές μόνο ορισμένοι από όσους συμμετείχαν στις βάναυσες βιαιοπραγίες σε βάρος τραυματιών στο Ρυθμιστικό.

Όμως, ο μεγαλύτερος αριθμός των αυτουργών ουδέποτε εντοπίστηκε, ταυτοποιήθηκε και διώχθηκε, ούτε για τους φόνους που διέπραξε, ούτε για τις πολύ περισσότερες απόπειρες ανθρωποκτονίας και τις βαριές σωματικές βλάβες που υπέστησαν εκατοντάδες άνθρωποι εκείνες τις ημέρες.

Συνέχισαν να ζούν ανάμεσά μας, πιθανώς σε μεγάλη ηλικία αρκετοί να ζουν ακόμη. Υπηρέτησαν στην Αστυνομία, στο Στρατό, ή – για τους εφέδρους  – σε άλλες πλευρές της ζωής.

Δεν κλήθηκαν ποτέ να δώσουν εξηγήσεις, να απολογηθούν στα θύματά τους, να ζητήσουν συγχώρεση. Εκμεταλλεύτηκαν τη συγκάλυψη από το καθεστώς αλλά και την απροθυμία των μεταπολιτευτικών πολιτικών και φυσικών ηγεσιών των σωμάτων ασφαλείας και των ενόπλων δυνάμεων να κάνουν πραγματική κάθαρση και απόδοση ευθυνών. Πρυτάνευσε, άλλωστε, μια ιδιότυπη «συνέχεια του κράτους», που θεωρούσε ότι ούτως ή άλλως δουλειά αυτών των μηχανισμών είναι η καταστολή.

Μόνο που έτσι το νήμα του αυταρχισμού και της βαναυσότητας, που είχε βαθιές ρίζες μέχρι πίσω στον Εμφύλιο, ουδέποτε έσπασε, ιδίως στα σώματα ασφαλείας. Απλώς πήρε διαφορετικές μορφές. Έως και σήμερα…

 Τα στοιχεία προέρχονται από δύο ιδιαίτερα σημαντικές εκδόσεις. Το βιβλίο του Λεωνίδα Καλλιβρετάκη «Το Πολυτεχνείο έξω από το Πολυτεχνείο. Οι αφανείς πρωταγωνιστές της εξέγερσης του 1973» (εκδ. Θεμέλιο, 2023) και το βιβλίο του Ιερώνυμου Λύκαρη, «Πολυτεχνείο 1973. Το αίμα το αδικαίωτο ποτέ δεν ησυχάζει» (εκδ. Καστανιώτη, 2023).