Ξετυλίγοντας τα μυστήρια της μαγικής μαντλέν του Μαρσέλ Προυστ
Η μαντλέν του Μαρσέλ Προυστ έχει περάσει στην κοινή γλώσσα όπως και το τσάι του. Τι χάνουμε όμως όταν αναφέρουμε το διάσημο λογοτεχνικό εργαλείο;
Τον Απρίλιο του 2020, το Celtic Star -ενημερωτικό δελτίο της ποδοσφαιρικής ομάδας της Γλασκώβης, Celtic Rangers FC- δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Μια στιγμή μαντλέν που απλώθηκε για 11 δευτερόλεπτα στο Πόρτο». Ο δημοσιογράφος, προφανώς, εφάρμοσε το πιο διάσημο λογοτεχνικό τρικ της Γαλλίας για ένα γκολ του 2003 εναντίον της Σεβίλλης. Η στιγμή της μαντλέν -ή το φαινόμενο Μαρσέλ Προυστ- αφορούσε «την ικανότητα της μνήμης να καλείται ακούσια αφού προηγουμένως είχε μπλοκαριστεί».
Το συγγραφικό αυτό εύρημα ήταν εμπνευσμένο από το μυθιστόρημα Αναζητώντας το Χαμένο Χρόνο του Μαρσέλ Προυστ, ενός από τους πιο διάσημους και «βάιραλ» Γάλλους συγγραφείς του20ού αιώνα.
Στο Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο, ο Μαρσέλ Προυστ δημιούργησε όχι απλώς ένα μυθιστόρημα, αλλά ένα σύμπαν, ζωντανό και εξαίσιο, που αποδίδεται με 1.267.069 λέξεις, οι οποίες είναι τόσο αξιοσημείωτες για την ψυχολογική τους ακρίβεια όσο και για την περιεκτικότητά τους.
Ο Προυστ κι η ανάμνηση της θείας Λεονί
Όπως παρατήρησε ο μυθιστοριογράφος και θεατρικός συγγραφέας, Γκράχαμ Γκριν, «για όσους άρχισαν να γράφουν στα τέλη της δεκαετίας του 1920 ή στις αρχές της δεκαετίας του ’30, υπήρχαν δύο μεγάλες αναπόφευκτες επιρροές -ο Προυστ και ο Φρόιντ, οι οποίοι αλληλοσυμπληρώνονται».
Ωστόσο, στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου -ακόμα και στους περισσότερους κατοίκους της γενέτειράς του, του Κομπρέ, όπου ο αέρας είναι γεμάτος από τη μυρωδιά των φρεσκοψημένων μαντλέν- ο Προυστ είναι γνωστός για τις ζαχαροπλαστικές του αδυναμίες, χάρη σε μια σκηνή στην αρχή του βιβλίου, όταν μια μπουκιά από «εκείνα τα μικρά, τοσοδούλικα, παχουλά μικρά κέικ, που μοιάζουν σαν να έχουν διαμορφωθεί στο αυλακωτό χτένι του κελύφους ενός προσκυνητή» ξεκλειδώνει την ανάμνηση του πρωταγωνιστή από τη θεία του Λεονί, η οποία τα πρωινά της Κυριακής τον τάιζε «ένα μικρό κομμάτι από μαντλέν βουτώντας το πρώτα στο δικό της φλιτζάνι τσάι».
Ένα συναίσθημα με το οποίο είμαστε όλοι βαθιά εξοικειωμένοι
Κατά κάποιο τρόπο η υπεροχή αυτής της σκηνής είναι δικαιολογημένη. Είναι τόσο ενσωματωμένη στη γαλλική γλώσσα και κουλτούρα όσο η κουνελότρυπα του Λιούις Κάρολ στα αγγλικά.
Στη Γαλλία, η μαντλέν του Προυστ (madeleine de Proust) είναι μια κοινή έκφραση που αναφέρεται σε μια μυρωδιά, μια γεύση ή έναν ήχο που ανασύρει μια χαμένη ανάμνηση.
Όταν ο Μαρσέλ Προυστ έγραφε για τη μεθυστική διαδοχή των αναμνήσεων που απορρέουν από «το ζεστό υγρό και τα ψίχουλα της μαντλέν» -το υπνοδωμάτιο της θείας, το παλιό γκρίζο σπίτι τους, τον κήπο, ακόμη και «τα νούφαρα στη Βιβόν και τους καλούς ανθρώπους του χωριού και τις μικρές κατοικίες τους και την ενοριακή εκκλησία και ολόκληρο το Κομπρέ»- διατύπωνε ένα συναίσθημα με το οποίο είμαστε όλοι βαθιά εξοικειωμένοι.
Το βλέπουμε στην ταινία της Disney, Ο Ρατατούης, όταν ο κριτικός τροφίμων Αντόν Ίγκο τρώει το ομώνυμο πιάτο και μεταφέρεται αυτομάτως στην κουζίνα της μητέρας του.
Ο σεφ Ίστον Μπλούμενταλ δημιούργησε ένα ολόκληρο εστιατόριο, το Fat Duck, γύρω από την ιδέα αυτή.
Ήταν η ακρίβεια και η φωτεινή ποιότητα της περιγραφής του Μαρσέλ Προυστ που έδωσε σε αυτή την οικουμενική εμπειρία το όνομά του.
Στη Γαλλία, η μαντλέν του Προυστ (madeleine de Proust) είναι μια κοινή έκφραση που αναφέρεται σε μια μυρωδιά, μια γεύση ή έναν ήχο που ανασύρει μια χαμένη ανάμνηση
Η παρεξηγημένη μαντλέν του Μαρσέλ Προυστ
Ωστόσο, όπως κάθε λογοτεχνικό ή κινηματογραφικό μέσο που αποκτά μια δική του ζωή πέρα από το πλαίσιο του αρχικού έργου, υπάρχει ο κίνδυνος υπεραπλούστευσης ή παρεξήγησης της μαντλέν.
Η σημασία της σκηνής της μαντλέν δεν έγκειται στην ίδια τη μαντλέν, λέει ο Πάτρικ Φφρεντς καθηγητής γαλλικών στο King’s College του Λονδίνου, αλλά στο τσάι: «Είναι τα ψίχουλα στο τσάι, και η αίσθηση αυτού, που κάνει τον Μαρσέλ Προυστ να ανατριχιάζει και τον γεμίζει με εξαιρετική ευχαρίστηση. Είναι λοιπόν λίγο παράδοξο».
Επιπλέον, αν και η αφθονία των γλυκακίων μαντλέν που θα βρείτε σήμερα στη γενέτειρα του Προυστ υποδηλώνει το αντίθετο, δεν είναι η θέα του ίδιου του γλυκού που συγκινεί τον συγγραφέα, αλλά το πώς μοιάζει η γεύση του: «ίσως επειδή έβλεπα τόσο συχνά, τόσα πολλά, χωρίς να τα δοκιμάσω, στους δίσκους στις βιτρίνες των ζαχαροπλαστείων, η εικόνα τους είχε αποστασιοποιηθεί από εκείνες τις ημέρες του Κομπρέ».
Όπως επισημαίνει η Ντενίζ Γκιγκάντε, καθηγήτρια Αγγλικών στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, η όραση «είναι η πιο γνωστική από όλες τις αισθήσεις, οπότε έχει λιγότερη δύναμη να διαπεράσει το συνειδητό παρόν».
Κατά κάποιο τρόπο η υπεροχή αυτής της σκηνής είναι δικαιολογημένη. Είναι τόσο ενσωματωμένη στη γαλλική γλώσσα και κουλτούρα όσο η κουνελότρυπα του Λιούις Κάρολ στα αγγλικά
Η γεύση απέναντι στην όσφρηση
Από την άλλη πλευρά, η όσφρηση – και όταν μιλάμε για γεύση εννοούμε στην πραγματικότητα την όσφρηση, καθώς το άρωμα αντιπροσωπεύει το 75% έως 95% αυτού που νομίζουμε ότι «δοκιμάζουμε» – έχει μια ιδιαίτερη ικανότητα να ενεργοποιεί αναμνήσεις, επειδή μυρίζουμε πριν σκεφτούμε.
Όπως εξηγεί ο Μπάρι Σμιθ, φιλόσοφος και ιδρυτικός διευθυντής του Κέντρου για τη Μελέτη των Αισθήσεων, το να μυρίσουμε κάτι σημαίνει ότι προβάλλουμε άμεσα στην αμυγδαλή – «το κέντρο του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για τη μνήμη και τη διέγερση».
Ο λόγος για τον οποίο η όσφρηση λείπει από τη σκηνή του Προυστ -ή, μάλλον, δεν είναι συνδεδεμένη με την περιγραφή της γεύσης και της υφής του τσαγιού και των μουσκεμένων ψίχουλων του κέικ – είναι γιατί είναι πιο δύσκολο να οριστεί.
«Οι άνθρωποι δεν έχουν ονόματα για τις μυρωδιές», λέει ο Μπάρι Σμιθ.
«Έχουν ονόματα για τις πηγές των οσμών ή για τις γεύσεις, αλλά υπάρχουν λίγες λέξεις για να περιγράψουν την ποιότητα των οσμών.
»Αυτό σημαίνει ότι οι μυρωδιές κατακάθονται στη μνήμη μας με έναν τρόπο που δεν παρεμβαίνει – δεν τις φουσκώνουμε με το να μιλάμε γι’ αυτές».
«Ο συγγραφέας πασχίζει να θυμηθεί το παρελθόν του και δεν μπορεί να ξεπεράσει ένα συγκεκριμένο σημείο, οπότε το εγκαταλείπει… δηλώνοντας ότι η παιδική του πόλη, το Κομπρέ είναι “για μένα στην πραγματικότητα νεκρή. Μόνιμα νεκρή; Πολύ πιθανόν”. Τότε παρεμβαίνει η μαντλέν
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Wrong Hands (@wrong.hands)
Οι επιπόλαιοι αναγνώστες του Μαρσέλ Προυστ
Βέβαια, υπάρχει ένας πολύ απλός λόγος για τον οποίο η μαντλέν αποτελεί το σύνολο των γνώσεων των περισσότερων ανθρώπων για τον Μαρσέλ Προυστ.
Μπορεί να εκτείνεται σε επτά τόμους και να είναι το μεγαλύτερο σε διάρκεια μυθιστόρημα στην ιστορία, αλλά η σκηνή της μαντλέν εμφανίζεται στις πρώτες σελίδες: ακόμη και οι πιο επιπόλαιοι αναγνώστες του Προυστ γνωρίζουν αυτή τη σκηνή.
Στην πραγματικότητα, πολλοί μελετητές υποστηρίζουν ότι είναι η πραγματική αρχή του βιβλίου. «Ένας τρόπος να το σκεφτεί κανείς είναι ότι το μυθιστόρημα έχει μια λανθασμένη αρχή, λέει ο Φφρεντς.
«Ο συγγραφέας πασχίζει να θυμηθεί το παρελθόν του και δεν μπορεί να ξεπεράσει ένα συγκεκριμένο σημείο, οπότε το εγκαταλείπει… δηλώνοντας ότι η παιδική του πόλη, το Κομπρέ είναι “για μένα στην πραγματικότητα νεκρή. Μόνιμα νεκρή; Πολύ πιθανόν”. Τότε παρεμβαίνει η μαντλέν.
»Είναι το αφηγηματικό μέσο για να ξεκινήσει το μυθιστόρημα στ’ αλήθεια».
Το καθημερινό «φαινόμενο Προυστ»
Πράγματι, αν κάτι σε αυτή τη σκηνή έχει παραμορφωθεί με τον χρόνο και την αναδιήγηση, είναι η σημασία του κέικ, συμφωνεί η Γκιγκάντε: «αυτά τα πράγματα τείνουν να περιορίζονται στον μικρότερο κοινό παρονομαστή, αλλά δεν νομίζω ότι είναι τα αντικείμενα που χρειαζόμαστε για να απελευθερώσουμε το παρελθόν τόσο πολύ όσο η αίσθηση που προκαλούν: η μυρωδιά, η γεύση, ο ήχος του τραγουδιού, που πυροδοτεί το μυαλό να απελευθερώσει τα φαντάσματά του».
Η πραγματική ομορφιά του «φαινομένου Προυστ» είναι ότι ποτέ δεν ξέρεις πού μπορεί να το βρεις- το σάντουιτς με μαρμελάδα ενός ανθρώπου μπορεί να έχει την ίδια μεταμορφωτική δύναμη με τη μαντλέν ενός άλλου.
*O Μαρσέλ Προυστ πέθανε στις 18 Νοεμβρίου του 1922, στο Παρίσι. Οι μαντλέν του συνεχίζουν το αιώνια ταξίδι τους.
*Με στοιχεία από penguin.co.uk
- Έτσι θα γίνουν οι εκλογές στον ΣΥΡΙΖΑ – Το αντίτιμο και οι ώρες διεξαγωγής
- Sohmer Piano Building: Το εμβληματικό ρετιρέ της Νέας Υόρκης διατίθεται προς πώληση
- Jerusalem Post: Γυναίκες έστειλε στη μάχη το Ισραήλ – Ποια η αποστολή τους
- Λάκης Λαζόπουλος: Μετωπική σάτιρα – Το Τσαντίρι προς όλους, πάντα απέναντι, χωρίς φόβο, χωρίς πάθος
- Τιμωρία επτά αγωνιστικών στον Μπεντανκούρ για την ρατσισική επίθεση στον Σον
- Ρωμανός σε Τσουκαλά: Το ΠΑΣΟΚ έχει μακρά παράδοση στο «όχι σε όλα» με καταστροφικές συνέπειες