Ο Δημήτρης Τζιόβας αναλύει τη σχέση ιστορίας και μυθιστοριογραφίας
Στη μελέτη «Ιστορία, έθνος και μυθιστόρημα στη Μεταπολίτευση» ο Δημήτρης Τζιόβας προσεγγίζει τη σχέση λογοτεχνίας και έθνους μέσα από τις μεταμορφώσεις του λεγόμενου «ιστορικού μυθιστορήματος», της μνήμης και των τραυμάτων
- Πού βρίσκεται η Ahoo Daryaei; - «Αν την έχουν πειράξει θα πάρουν φωτιά οι δρόμοι»
- Όσα συνέβησαν μέσα στην έπαυλη του Φρανκ Σινάτρα – Τζόγος και κρυφές ερωτικές συναντήσεις
- Νέες ισραηλινές σφαγές σε Βηρυτό και Γάζα που παραπέμπει στην «Αποκάλυψη»
- Πόλεμος Ρωσίας - Ουκρανίας: Μήπως είναι πολύ αργά για να αλλάξει η πορεία του;
Μπορούμε να μάθουμε Ιστορία μέσα από τα μυθιστορήματα; Έχει νόημα να αναζητούμε την αλήθεια ή πολλαπλές αλήθειες μέσα από τις διαθλάσεις της μνήμης, των μεμονωμένων «τραυμάτων» και του ιστορικού αρχείου; Ποιος ελληνισμός αναδύεται μέσα από την «Πριγκιπέσσα Ιζαμπώ» και ποιος μέσα από τους «Φιλέλληνες» της Μιμίκας Κρανάκη ή του Αλέξη Πανσέληνου; Αν τα ερωτήματα ακούγονται ενδιαφέροντα έστω και ως ένα σημείο, θα είχε σημασία ο ενημερωμένος αναγνώστης να αναζητήσει το πιο πρόσφατο βιβλίο που μας έδωσε ο Δημήτρης Τζιόβας, ομότιμος καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, το οποίο κυκλοφορεί από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης (επιμέλεια Ειρήνη Λυδάκη). Ο τίτλος περιέχει τα συστατικά του ενδιαφέροντος -«Ιστορία, έθνος και μυθιστόρημα στη Μεταπολίτευση»- και ο υπότιτλος δηλώνει το πεδίο έρευνας: «Τραύμα, μνήμη και μεταφορά».
Ο Τζιόβας τοποθετεί στο επίκεντρο της μελέτης του το ιστορικό μυθιστόρημα. Μέσα από αυτό και τις συνεχείς μεταμορφώσεις του διαβάζει τη σχέση της λογοτεχνίας με το έθνος. Μέσα από ένα «υβριδικό είδος», όπως θα καταλήξει να το χαρακτηρίσει: «Το παλαιότερο ιστορικό μυθιστόρημα επιδίωκε την αρραγή συνύφανση παρελθόντος και παρόντος, μυθοπλασίας και πραγματικότητας, ιστορίας και λογοτεχνίας, ενώ σήμερα η έμφαση στρέφεται στη διαλογική τους σχέση η οποία παράγει υβριδικές αφηγήσεις» (σ.394). Αφήνει με αυτόν τον τρόπο στην άκρη άλλα μεθοδολογικά κριτήρια, όπως οι περίφημες «γενιές» της λογοτεχνίας ή τα ξένα ρεύματα, και επικεντρώνεται στις «σιωπές» και τα τραύματα της εθνικής Ιστορίας, στην υπέρβαση των συνόρων και τη διεθνική διεύρυνση.
Κυρίαρχη εδώ είναι η έννοια της μνήμης και της «μνημοϊστορίας», ο τρόπος δηλαδή που το παρελθόν διαμορφώνεται από το παρόν και το μέλλον. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα πρωταρχικά γεγονότα (βυζαντινός χρόνος, Τουρκοκρατία, Μικρασιατική Καταστροφή, Κατοχή, Εμφύλιος κ.ά) δεν έχουν σημασία, αλλά ότι κυρίως μας ενδιαφέρει πώς μεταφράζονται μέσα στον χρόνο δίνοντας τη δυνατότητα στις μελλοντικές κοινότητες (π.χ της Μεταπολίτευσης) να αποκτήσουν τη δική τους ταυτότητα. Το ερμηνευτικό σχήμα μάλιστα που προτείνει ο συγγραφέας είναι ακριβώς η υβριδικότητα, όπου συνυπάρχουν ο ιστορισμός και ο παροντισμός ή ο εθνορομαντισμός και ο αναθεωρητισμός, με τον ίδιο να δίνει βαρύτητα στο δεύτερο στοιχείο. Δεν προκρίνει, αντιθέτως τον πολιτισμικό δυϊσμό του Νικηφόρου Διαμαντούρου (ανάμεσα σε νεωτερική Ελλάδα και underdog κουλτούρα) ή τη θεωρία του εκκρεμούς (οπισθοδρόμηση – εκσυγχρονισμός). Ενδεχομένως πάντως μία μεικτή μέθοδος που θα αντλούσε εργαλεία απ’ όλα τα ερμηνευτικά σχήματα να οδηγούσε σε διαφορετικά συμπεράσματα (στην ερμηνεία π.χ. για την επιτυχία των μυθιστορημάτων του Νίκου Θέμελη ο ίδιος ο Τζιόβας υπερβαίνει την γενικώς αποδεκτή άποψη περί «λογοτεχνικού μανιφέστου του εκσυγχρονισμού»).
Τα μυθιστορήματα
Το βασικό σώμα της μελέτης απαρτίζεται από επιμέρους παραδείγματα μυθιστορημάτων που έχουν απασχολήσει την κριτική τα τελευταία 50 χρόνια σε ένα τόξο που εκτείνεται -χονδρικά- από τον Άρη Αλεξάνδου, τον Αλέξανδρο Κοτζιά και τον Θανάση Βαλτινό έως τον Μιχάλη Μοδινό, τον Δημοσθένη Παπαμάρκο, τη Σώτη Τριανταφύλλου κ.ά. Το name dropping δεν έχει νόημα στο πλαίσιο του σημειώματος, αλλά αξίζει να σταθούμε ενδεικτικά σε ορισμένες επισημάνσεις του Τζιόβα σε μια απόπειρα απόδοσης του «ύφους του βιβλίου»:
- «Η αφήγηση του Γκουρογιάννη [στο «Κόκκινο στην Πράσινη γραμμή» του 2009, όπου ένας σύλλογος βετεράνων της ΕΛΔΥΚ επισκέπτεται την Κύπρο 33 χρόνια μετά την εισβολή] συνιστά μια υπαρξιακή διερεύνηση παρά ένα ιστορικό ντοκουμέντο. Προέχουν οι εκδοχές και όχι οι βεβαιότητες, όπως παραδέχεται και ο πρωταγωνιστής…». Αρκεί να θυμίσουμε ίσως εδώ ότι μετά την κυκλοφορία του βιβλίου ακολούθησαν αντιδράσεις, κυρίως «εθνοκεντρικής» κοπής άνευ αντικειμένου.
- «Υπάρχουν και βυζαντινόθεμα μυθιστορήματα της δεκαετίας του 1990 που υιοθετούν μια παραδοσιακή και εθνοκεντρική προσέγγιση, προβάλλοντας στερεότυπες αντιλήψεις για το Βυζάντιο, όπως συμβαίνει με τα έργα της Μαρίας Λαμπαδαρίδου – Πόθου… γραμμένα με πρόθεση διδακτισμού και παραδειγματισμού». Σημειωτέον ότι τα σημεία όπου ο Τζιόβας προβαίνει σε αξιολογικές κρίσεις είναι από τα καλύτερα του έτσι κι αλλιώς χρήσιμου βιβλίου.
- «Ένα βιβλίο που προκάλεσε σάλο και ο συγγραφέας του απειλήθηκε με μηνύσεις για προσβολή της μνήμης τεθνεώτων ήταν Η συκοφαντία του αίματος (1997) του Βασίλη Μπούτου με θέμα την εκτόπιση των Εβραίων της Κέρκυρας από τους Γερμανούς… Ανεξάρτητα από το ζήτημα της ιστορικής ακρίβειας, το μυθιστόρημα φέρνει στο προσκήνιο ένα θέμα που δεν είχε απασχολήσει σχεδόν καθόλου μέχρι τότε την ελληνική πεζογραφία, ιδιαίτερα σε σχέση με τη Θεσσαλονίκη, όπου ζούσε η μεγαλύτερη εβραϊκή κοινότητα της χώρας».
- [Η «Ορθοκωστά» (1994) του Θανάση Βαλτινού, που αναφέρεται στην καταστροφή του χωριού του συγγραφέα στην περιοχή της Κυνουρίας στην Αρκαδία το καλοκαίρι του 1944 από τον ΕΛΑΣ… διαβάστηκε και κρίθηκε με όρους ιστορικής αλήθειας και πολιτικής ορθότητας. Ωστόσο, αυτό που πρότεινε ήταν μια εναλλακτική θεώρηση της ιστορίας, βασισμένη στις εκδοχές της και τις προφορικές μαρτυρίες, μια ανθρωπολογική ιστορία από τα κάτω, που καταγράφει τον παραλογισμό της βίας και το παράδοξο της αντίστασης εναντίον της Αντίστασης».
- «Στη Μεταπολίτευση ο Εμφύλιος εξακολουθεί να απασχολεί τους πεζογράφους, που ανανεώνουν τους τρόπους προσέγγισής του, ενώ η Μικρασιατική Καταστροφή δεν προκάλεσε ανάλογο πεζογραφικό ενδιαφέρον…»
Μία από τις βασικές θέσεις του Τζιόβα είναι ότι στη Μεταπολίτευση δεν αλλάζει απλώς η μορφή του ιστορικού μυθιστορήματος, αλλά και ο τρόπος ανάγνωσης των παλαιότερων. Αλλιώς διαβάζουμε πλέον τον Άγγελο Τερζάκη ή τον «Αυθέντη του Μωρέως» του Α.Ρ. Ραγκαβή. Επανέρχεται, εξάλλου, ένα ερώτημα που αφορά το παλίμψηστο της γραφής: κατά πόσο ένα ιστορικό μυθιστόρημα ανήκει στην υπό διερεύνηση κατηγορία; Κάτω από τη φόρμα και το κέλυφος συνυπάρχουν διαφορετικά στρώματα ανάγνωσης (όπως στο «Η Ζαΐδα ή Η καμήλα στα χιόνια» του Αλέξη Πανσέληνου από το 1996).
Αξίζει για το τέλος του σημειώματος μία παρατήρηση του Μαρκ Πόστερ την οποία ο Δ.Τζιόβας εισάγει ήδη στην αρχή του βιβλίου: «Αν παλαιότερα η ιστορία είχε εμμονή με το πραγματικό, τώρα καλείται να διαχειριστεί το εικονικό και το διαδικτυακό και εμείς να σκεφτούμε το πώς παράγουμε, αποθηκεύουμε και καταναλώνουμε ιστορία αλλά και μυθοπλασία». Από εδώ ξεκινάει πιθανότατα μια καινούρια μελέτη.
INFO
Δημήτρης Τζιόβας, «Ιστορία, έθνος και μυθιστόρημα στη Μεταπολίτευση: τραύμα, μνήμη και μεταφορά», Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2024
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις