Θα «σπάσει» η Ελλάδα το καλούπι του δεξιού λαϊκισμού στην ΕΕ;
Ενώ η Ελλάδα αντιστάθηκε στην εξτρεμιστική και εθνικιστική πολιτική που παρατηρείται αλλού στην ΕΕ, αντιμετωπίζει εσωτερικές προκλήσεις - πολιτικό κατακερματισμό και ανάγκη αποτελεσματικής ηγεσίας
Μία διαφορετική ανάλυση της ελληνικής πολιτικής σκηνής δημοσίευσε πρόσφατα το αμερικανικό περιοδικό «The Globalist», το οποίο χαρακτηρίζει την Ελλάδα ως μία αξιοσημείωτη εξαίρεση στην Ευρώπη, για λόγους που – αυτή τη φορά – δεν είναι δυσάρεστοι, αντίθετα, θα έλεγε κανείς πως είναι κολακευτικοί.
Υπενθυμίζει πως η χώρα μας είναι το λίκνο της Δημοκρατίας, τονίζοντας πως αυτός είναι ένας δίκαιος ισχυρισμός, καθώς πολλοί από τους βασικούς κανόνες της Δημοκρατίας – μυστικές ψηφοφορίες, ανοιχτές συζητήσεις, νόμοι και πραγματείες για την πολιτική φιλοσοφία – τέθηκαν στην Αθήνα πριν από 2.500 χρόνια.
Επισημαίνει, μάλιστα, πως η Ελλάδα έχει ανατρέψει την τάση της πολιτικής του 21ου αιώνα. Τιμωρήθηκε ανοιχτά και σκληρά από την Άνγκελα Μέρκελ, η οποία ήταν απελπισμένη να σώσει τις γερμανικές τράπεζες και τους βιομηχανικούς ομίλους, «που είχαν διαφθείρει Έλληνες πολιτικούς και αξιωματούχους πολύ πριν η Ελλάδα ανταλλάξει τη δραχμή με το ευρώ», όπως υποστηρίζει.
Δεν έκανε στροφή στην εθνικιστική, αντί-ΕΕ δημαγωγία
Αλλά η Ελλάδα είναι το σπάνιο κράτος μέλος της ΕΕ, που δεν έχει υποτροπιάσει σε μία εξτρεμιστική, εθνικιστική, ξενοφοβική ή αντιευρωπαϊκή δημαγωγία, με τον τρόπο της Λεπέν στη Γαλλία, του Φάρατζ στην Αγγλία, του Σαλβίνι στην Ιταλία ή του Βίλντερς στην Ολλανδία.
Ούτε επέτρεψε, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των αιτούντων άσυλο που φτάνουν από μεσογειακά και αραβικά μουσουλμανικά κράτη, στην ανοιχτή πολιτική φυλετικού μίσους να κερδίσει και να διατηρήσει μεγάλη βάση στο κοινοβούλιό της – όπως συνέβη στην Αυστρία, την Σουηδία, την Ελβετία ή σε περιφερειακά κοινοβούλια της ανατολικής Γερμανίας.
Η άλλη όψη του νομίσματος
Ωστόσο, με άλλους τρόπους, σημειώνει το αμερικανικό περιοδικό, η Ελλάδα αντικατοπτρίζει την ακραία αστάθεια της πολιτικής των αρχών του 21ου αιώνα. Εξάλλου, ο ΣΥΡΙΖΑ – «ένας συνασπισμός ανανεωτικής αριστεράς, παλαιών μαρξιστών, αντισυστημικού και πανεπιστημιακού ακτιβισμού» – κέρδισε την εξουσία και κυβέρνησε την Ελλάδα πριν από μια δεκαετία.
Τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα, η Ευρώπη είδε ένα κύμα νέων κομμάτων στα αριστερά και στα δεξιά – ΣΥΡΙΖΑ, Die Linke, Ποδέμος, Momentum Labor και Πέντε Αστέρια στην αντι-σοσιαλδημοκρατική αριστερά, και Λέγκα, Reconquéte, UKIP, Jobbik, Vlaams Belang και Chega στα δεξιά.
Υπάρχουν και άλλοι, αλλά λίγοι έχουν πραγματική δύναμη να παραμείνουν «ζωντανοί» στην πολιτική σκηνή. Η Τζόρτζια Μελόνι, ηγέτης του κόμματος «Αδέλφια της Ιταλίας», που δεν κρύβει τους στενούς δεσμούς των ιδρυτικών του μελών με τον Μουσολίνι και τον ιταλικό φασισμό, έγινε πρωθυπουργός της Ιταλίας, αλλά υπό την επίβλεψη του κεντρώου τεχνοκράτη Μάριο Νντράγκι.
Να σημειωθεί ότι η Μελόνι, όπως και η Μαρίν Λεπέν, έχει πλέον εγκαταλείψει όλη την αντιευρωπαϊκή ρητορική τής εθνικιστικής δεξιάς.
Η επιστροφή της Αριστεράς
Η κεντροαριστερά επέστρεψε στο Ηνωμένο Βασίλειο, με 501 βουλευτές να εκλέγονται για τους Εργατικούς, τους LibDems, το SNP και τους Πράσινους, μετά από μια σαφή αποκήρυξη από τους ψηφοφόρους της σκληρής δεξιάς πολιτικής.
Σε ορισμένες χώρες, η δημοκρατική μεταρρυθμιστική αριστερά έχει συμμαχήσει με πιο ακραία αριστερά κόμματα όπως οι Ποδέμος στην Ισπανία ή η Ανυπότακτη Γαλλία του Ζαν-Λικ Μελανσόν.
Οι προβλέψεις για κυριαρχία της ακροδεξιάς έπεσαν έξω
Ωστόσο, η θέση που προωθήθηκε πριν από μια δεκαετία από πολλούς ακαδημαϊκούς, όπως ο Cas Mudde, και δημοσιογράφους, ότι η Ευρώπη επρόκειτο να καταληφθεί από την ακροδεξιά, ευτυχώς, δεν βγήκε αληθινή – όχι ολοκληρωτικά τουλάχιστον.
Η ρατσιστική, εθνικιστική, λαϊκιστική δεξιά είναι ισχυρή, αλλά όχι αρκετά δυνατή για να σχηματίσει κυβερνήσεις ή, μέχρι στιγμής, να αναλάβει κράτη όπως ο ιταλικός, γερμανικός ή ισπανικός και πορτογαλικός φασισμός στα χρόνια του Μεσοπολέμου.
Εν ολίγοις, η ευρωπαϊκή πολιτική είναι ένα καλειδοσκόπιο, σε αντίθεση με τον 20ό αιώνα, με δύο μεγάλους αριστερούς και δεξιούς μονόλιθους, με λίγο χώρο για φιλελεύθερους. Σήμερα, η ευρωπαϊκή πολιτική είναι επίσης πολύ ασταθής, με τα κόμματα να εμφανίζονται δυναμικά αλλά στη συνέχεια να εξαφανίζονται γρήγορα.
Ελλάδα: Μία αξιοσημείωτη εξαίρεση
Η Ελλάδα έχει με κάποιο τρόπο ξεφύγει από την κατάρα του εθνικιστικού λαϊκισμού, που έχει παραμορφώσει την ευρωπαϊκή πολιτική για μεγάλο μέρος αυτού του αιώνα, σημειώνει το Globalist.
Παρά το γεγονός ότι δέχεται πολλούς οικονομικούς μετανάστες και όσους γλιτώνουν από την πολιτική καταστολή από χώρες της Αφρικής και του μουσουλμανικού κόσμου, που καταφεύγουν στην Ευρώπη, και παρά το γεγονός ότι άνοιξε τις πόρτες της σε ένα εκατομμύριο Αλβανούς μετανάστες – εργάτες για να κάνουν τη χαμηλά αμειβόμενη εργασία, που οι Έλληνες δεν προτιμούν, η χώρα έχει μέχρι στιγμής αποφύγει να κατακλυστεί από ξενοφοβικά και αντιμεταναστευτικά κόμματα, που έχουν κερδίσει εκατομμύρια ψήφους, αν όχι κυβερνητική δύναμη, βόρεια των Άλπεων.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης «σε δυσμένεια»
Τώρα, όμως, φαίνεται ότι είναι η σειρά του Κυριάκου Μητσοτάκη, «του άπταιστα αγγλόφωνου, μορφωμένου στις ΗΠΑ Έλληνα πρωθυπουργού, να πέσει σε δυσμένεια», γράφει χαρακτηριστικά το διαδικτυακό αμερικανικό περιοδικό.
Όπως θυμίζει, το 2019 και το 2023, ο Μητσοτάκης, ο οποίος ηγείται μίας από τις τρεις μεγάλες οικογενειακές δυναστείες που ελέγχουν τη δεξιά πολιτική στην Ελλάδα, κέρδισε με το εντυπωσιακό 40% του συνόλου των ψήφων.
Όμως, όσο περισσότερο παρέμεινε στην εξουσία, τόσο περισσότερο επανήλθε στην παλιά ελληνική πολιτική ευνοιοκρατίας, στην περίπτωσή του υπέρ της Νέας Δημοκρατίας, υπογραμμίζει, κάτι που «είχε ως αποτέλεσμα την επιβράβευση των μελών της οικογένειας, των δωρητών και των υποστηρικτών, με κυβερνητικές συμβάσεις και θέσεις-κλειδιά στην κυβέρνηση».
Το Γραφείο του Πρωθυπουργού έχει στελεχωθεί με μέλη της οικογένειάς του, μερικά από τα οποία διερευνώνται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για παράνομες υποκλοπές Ελλήνων ευρωβουλευτών της αντιπολίτευσης, σημειώνει χαρακτηριστικά το περιοδικό, αναφερόμενο στον Γρηγόρη Δημητριάδη.
Η λάμψη του Μητσοτάκη ξεθώρισασε και η κατάταξή του στις δημοσκοπήσεις μειώθηκε στο 22%, λιγότερο από τη δύναμη που συγκεντρώνει συνδυαστικά η ψήφος στην Κεντροαριστερά στην Ελλάδα.
Αυτή είναι μια μεγάλη τροπή των γεγονότων για το αφίσα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος – της ομάδας των κεντροδεξιών κομμάτων που ελέγχουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και κυριαρχούν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Όλα εξαρτώνται από τη διαίρεση εντός Αριστεράς
Η ικανότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη να διατηρήσει την εξουσία εξαρτάται από τη διαίρεση εντός της Αριστεράς, όπως τονίζεται.
Και ενώ σημειώνεται πως το αντιρεφορμιστικό αριστερό κόμμα ΣΥΡΙΖΑ, που κυβέρνησε την Ελλάδα πριν από σχεδόν μια δεκαετία και ήρθε στην εξουσία ως απάντηση στην οργή που επικρατούσε στην Ελλάδα για τους σκληρούς όρους λιτότητας που επέβαλε η Άνγκελα Μέρκελ, η πιο μισητή γυναίκα στη χώρα, στο πλαίσιο της κρίσης της ευρωζώνης, αυτές τις μέρες, οι περισσότεροι Έλληνες παρατηρητές, «ακόμη και ιδρυτικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, όπως η πρώην Ευρωπαία Επίτροπος, Μαρία Δανάκη», συμφωνούν ότι το κόμμα είχε τη στιγμή του και δεν θα επιστρέψει…
Η (επ)άνοδος του ΠΑΣΟΚ και η κεντροαριστερή σύμπραξη
Το ΠΑΣΟΚ – το ελληνικό σοσιαλιστικό κόμμα του 20ού αιώνα, που ιδρύθηκε όταν ανατράπηκε η στρατιωτική χούντα της Ελλάδας το 1974 – έχει ξεπεράσει τον ΣΥΡΙΖΑ στις κάλπες.
Όπως η Νέα Δημοκρατία στα δεξιά, έτσι και το ΠΑΣΟΚ στα αριστερά ελέγχεται επίσης από μια οικογενειακή δυναστεία, αναφέρεται. Πρώτα, ήταν ο Γεώργιος Παπανδρέου, μετά ο γιος του, Ανδρέας Παπανδρέου και αργότερα ο εγγονός του Γιώργος.
Αν και το κόμμα έχει ανέβει από τα «τάρταρα» που το έριξαν οι χειρισμοί του μετά την κρίση της ευρωζώνης, έχει επίσης αποδυναμωθεί από προσωπικές φιλοδοξίες και ανταγωνισμούς.
Χαρακτηριστικό είναι, όπως σημειώνεται για τον Χάρη Δούκα, πως ο δήμαρχος Αθηναίων έχασε την προσπάθειά του να αντικαταστήσει τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, ενώ για τον Νίκο Ανδρουλάκη αναφέρεται πως είναι ένας πρώην ευρωβουλευτής, «που είναι ειλικρινής, αλλά χωρίς χάρισμα σε ένα έθνος που επινόησε το θέατρο – και επομένως, αναμένει από τους πολιτικούς του αρχηγούς να είναι ηθοποιοί και ρήτορες, καθώς και ικανοί κυβερνήτες».
Εάν το ΠΑΣΟΚ βρει έναν ηγέτη όπως οι Εργατικοί στο Ηνωμένο Βασίλειο βρήκαν έναν στον Κιρ Στάρμεν, υποστηρίζει το Globalist, τότε η κυριαρχία των δεξιών οικογενειακών δυναστειών στην Ελλάδα μπορεί σύντομα να τελειώσει.
Όσο για το συμπέρασμα που εξάγει για ένα καλύτερο πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά μέλλον, επισημαίνει πως για να υπάρχει ένας αποτελεσματικός πολιτικός ανταγωνισμός «στη χώρα που προσφέρει τον καλύτερο δρόμο προς τα εμπρός, η Ελλάδα χρειάζεται σύγχρονους ηγέτες στα αριστερά, που μπορούν να φέρουν το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ κάτω από μια στέγη και να προσεγγίσουν όλους τους Έλληνες που θέλουν να εκσυγχρονίσουν το έθνος και την οικονομία του».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις