Πριν καλά-καλά συμπληρωθεί ένα δεκαήμερο από τη σαρωτική εκλογική νίκη του, στις 5 Νοεμβρίου, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη καταστήσει σαφές -εντός και εκτός των αμερικανικών συνόρων- ότι στη δεύτερη προεδρική θητεία του σκοπεύει να λειτουργήσει ως απόλυτος ηγεμόνας.

Πιθανόν πολύ περισσότερο από «δικτάτορας μόνο κατά την πρώτη ημέρα»

Ως 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ θα έχει ένα Κογκρέσο υπό τον απόλυτο έλεγχο των Ρεπουμπλικανών -τουλάχιστον μέχρι τις ενδιάμεσες εκλογές του 2026.

Θα έχει επίσης ένα άκρως φιλοτραμπικό Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, όπου τρεις από τους έξι υπερσυντηρητικούς δικαστές (έναντι μόλις τριών προοδευτικών) έχουν διοριστεί στο παρελθόν από τον ίδιο.

Πρωτίστως όμως θα έχει μια κυβέρνηση στελεχωμένη από πειθήνιους προβοκάτορες και ακραίους «χρήσιμους ηλίθιους» στα πιο νευραλγικά πόστα.

Έπειτα από οκτώ χρόνια μεθοδικής οικοδόμησης του κινήματος MAGA (Make America Great Again), τους είχε ήδη έτοιμους, σε αντίθεση με την πρώτη εκλογή του στον Λευκό Οίκο, το 2016.

Τότε είχε φτάσει μέσα Δεκεμβρίου μέχρι να ανακοινώσει ονόματα -κυρίως από το ρεπουμπλικανικό κατεστημένο- για τις θέσεις που έχει τώρα ήδη καλύψει.

Πρόδηλα, αυτή τη φορά βασικό -ίσως το μοναδικό για την ακρίβεια- κριτήριο είναι η τυφλή πίστη στον ίδιο και στο MAGA όραμά του.

Στο νέο, επικίνδυνα θολής ατζέντας «Τμήμα Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας» -επισήμως με αντικείμενο την εξάλειψη της γραφειοκρατίας και δραστικές περικοπές στον προϋπολογισμό- ο Τραμπ τοποθέτησε δύο πολιτικά παντελώς άπειρους επιχειρηματίες.

Τον μεγιστάνα της τεχνολογίας -ιδιοκτήτη του Χ, της Tesla και της SpaceX- Έλον Μασκ και τον πολυεκατομμυριούχο της βιοτεχνολογίας Βίβεκ Ραμασουάμι.

Ουδείς εκ των δύο χρειάζεται την έγκριση της Γερουσίας για τον διορισμό του.

Δεν συμβαίνει το ίδιο με έτερες, εξίσου επίμαχες επιλογές του Ντόναλντ Τραμπ.

Τον -προερχόμενο από τους Δημοκρατικούς- συνωμοσιολόγο αντιεμβολιαστή Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ για το υπουργείο Υγείας.

Την επίσης πρώην Δημοκρατική και ακραίων θέσεων Τούλσι Γκάμπαρντ ως νέα Διευθύντρια των Υπηρεσιών Πληροφοριών (DNI) των ΗΠΑ, με μηδενική σχετική εμπειρία.

Τον θιασώτη της «λευκής υπεροχής» και τηλεπαρουσιαστή του υπερσυντηρητικού δικτύου Fox News, Πιτ Χέγκσεθ, για το υπουργείο Άμυνας, με μοναδική σχετική εμπειρία τις θητείες του στο στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν και στο κολαστήριο του Γκουαντάναμο ως πρώην ταγματάρχης πεζικού.

Πιο εξωφρενική όλων θεωρείται πάντως η επιλογή του Ματς Γκέιτς για το υπουργείο Δικαιοσύνης.

Ενός ακροδεξιού Ρεπουμπλικανού βουλευτή από τη Φλόριντα, που έχει πει ότι θέλει να καταργήσει το FBI, ενώ βρίσκεται στο επίκεντρο πλείστων όσων ερευνών: από sex trafficking ανηλίκων και παράνομη χρήση ναρκωτικών, έως παρεμπόδιση ερευνών.

Βολικά για τον ίδιο, παραιτήθηκε από βουλευτής με την ανακοίνωση της υποψήφιότητάς του ως υπουργού Δικαιοσύνης στη δεύτερη κυβέρνηση Τραμπ, αποτρέποντας έτσι τη δημοσιοποίηση έκθεσης της Επιτροπής Δεοντολογίας της Βουλής των Αντιπροσώπων.

Τούτων λεχθέντων, είναι ήδη προφανές ότι στη δεύτερη προεδρική θητεία του ο Ντόναλντ Τραμπ αντιμετωπίζει την αμερικανική κυβέρνηση σαν τις επιχειρήσεις του, επιλέγοντας «πιστά σκυλιά» στις εντολές του.

Αποτελεί κοινή πλέον πεποίθηση ότι, σε αντίθεση με την πρώτη διακυβέρνηση Τραμπ, αυτή τη φορά λείπουν οι «ενήλικες από το δωμάτιο». Και δη στο υπουργικό συμβούλιο.

Μένει να φανεί εάν αυτό θα ισχύσει στο ακέραιο και στο λεγόμενο σύστημα «checks and balances» των ΗΠΑ, των ελέγχων και ισορροπιών μεταξύ της εκτελεστικής, της νομοθετικής και της δικαστικής εξουσίας.

Περισσότερο από όλες τις ήδη ανακοινωθείσες υποψηφιότητες για το νέο υπουργικό συμβούλιο των ΗΠΑ, οι προαναφερθείσες επιλογές ερμηνεύονται ως ένα τραμπικό «δόγμα του σοκ» για το αμερικανικό κατεστημένο, συμμάχους και εχθρούς, αλλά και τους ίδιους τους Ρεπουμπλικανούς.

Κοντή γιορτή, για τους τελευταίους θα φανεί «πόσα απίδια βάζει ο σάκος» κατά τις ακροάσεις στη Γερουσία για την έγκριση των υπουργικών υποψηφιοτήτων.

Σε μια πρώτη μίνι εσωκομματική εξέγερση, οι Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές -πλειοψηφία πια και σε αυτό το νομοθετικό σώμα του Κογκρέσου- μόλις εξέλεξαν ως επικεφαλής τους τον Τζον Θουν από τη Νότια Ντακότα.

Ήταν μια πρώτη μικρή ήττα για τον Ντόναλντ Τραμπ, πριν καν επιστρέψει στον Λευκό Οίκο.

Ο εκλεγείς 47ος πρόεδρος είχε ως εκλεκτό για τη θέση τον γερουσιαστή της Φλόριντα, Ρικ Σκοτ, που καταψηφίστηκε.

Όμως αυτό το μικρό εσωκομματικό αντάρτικο ήταν οιονεί εκ του ασφαλούς.

Η σχετική ψηφοφορία δεν ήταν ονομαστική, σε αντίθεση με ότι θα ισχύσει οσονούπω με τις υπουργικές ακροάσεις.

Εκεί θα φανεί εάν το εναπομείναν κομματικό κατεστημένο των Ρεπουμπλικανών θα ορθώσει ανάστημα -π.χ. με την απόρριψη της υποψηφιότητας του Ματς Γκέιτς για το υπουργείο Δικαιοσύνης- ή εάν θα αφήσει τον επιθανάτιο ρόγχο του, υποκλινόμενο στο επερχόμενο «σοκ και δέος» της εποχής Τραμπ 2.0.