Γράφει ο Αθανάσιος Πλατιάς*

«Ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος έχει ήδη ξεκινήσει», δήλωσε πριν τρεις εβδομάδες ο Jamie Dimon, διευθύνων σύμβουλος του αμερικανικού τραπεζικού κολοσσού  JP Morgan Chase.

Αναφερόταν τότε στους πολέμους δι αντιπροσώπων που λαμβάνουν χώρα στην Ουκρανία και την Μέση Ανατολή μεταξύ των δυο αντιμαχόμενων συνασπισμών, του ωκεάνιου συνασπισμού (ΗΠΑ , ΕΕ, Ιαπωνία ) και του ηπειρωτικού  Ευρασιατικού συνασπισμού (Ρωσία, Κίνα, Ιράν).

Πρόσφατα όμως η αντιπαράθεση στην Ουκρανία πήρε μια ανέλπιστη τροπή που μας φέρνει πιο κοντά σε πυρηνικό ολοκαύτωμα. Ας δούμε, πώς κλιμακώθηκε ο εκεί πόλεμος.

Καμία πλευρά δεν έχει τρόπο να νικήσει

Στο μέτωπο της Ουκρανίας καμία πλευρά δεν φαίνεται να έχει  τρόπο να νικήσει (θεωρία νίκης). Η Ουκρανία παρά την τεράστια βοήθεια που έχει λάβει από την Δύση δεν μπορεί  να εκδιώξει τη Ρωσία από το 20% των εδαφών που έχει καταλάβει και ενσωματώσει στην Ρωσική Ομοσπονδία.

Ούτε η Ρωσία  έχει την δυνατότητα να ηγεμονεύσει μια τόσο μεγάλη και πολυπληθή χώρα όπως η Ουκρανία εγκαθιστώντας φιλορωσική κυβέρνηση στο Κιέβο.

Οι εξελίξεις στο μέτωπο βέβαια ευνοούν την ποσοτικά υπέρτερη Ρωσία, αλλά αυτό δεν αλλάζει την βασική εκτίμηση ότι καμμία πλευρά δεν μπορεί να επιβάλει πλήρως την θέληση της στην άλλη.

Η κόπωση όλων των πρωταγωνιστών   δημιουργεί ένα ευνοϊκό πλαίσιο για τον τερματισμό του πολέμου, πόσο μάλλον που η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση Τραμπ φαίνεται να επιθυμεί τον άμεσο τερματισμό του πολέμου, ώστε να επικεντρωθεί στην αντιμετώπιση της Κίνας, που θεωρεί ως την πρωτεύουσα απειλή εθνικής ασφαλείας .

Όμως, αντί για αποκλιμάκωση έχουμε κλιμάκωση;

Τι φταίει; Τι μεσολάβησε;

Τους τελευταίους  μήνες οι Ουκρανοί είχαν ζητήσει από την κυβέρνηση Μπάιντεν να τους παραχωρήσει οπλικά συστήματα (ATACMS) που θα τους επέτρεπαν να χτυπήσουν στόχους μέσα στην Ρωσία  σε βάθος 300 περίπου χιλιομέτρων,  στόχους, όπως κέντρα διοίκησης και πληροφοριών , κέντρα διοικητικής υποστήριξης και  εφοδιαστικής αλυσίδας, και κρίσιμες τηλεπικοινωνιακές και ενεργειακές   υποδομές.

Η κυβέρνηση  Μπάιντεν μέχρι πριν λίγες μέρες είχε αρνηθεί υποστηρίζοντας  ότι κάτι τέτοιο θα αποτελούσε ανεπίτρεπτη πρόκληση και θα μπορούσε να οδηγήσει σε πυρηνική κλιμάκωση.

Άλλωστε κάποιοι από αυτούς τους στόχους αποτελούν μέρος του ρωσικού πυρηνικού οικοσυστήματος και συνεπώς  μια τέτοια επίθεση θα μπορούσε να θεωρηθεί από τη Ρωσία ότι σκοπεύει να αποδυναμώσει την  πυρηνική της αποτροπή.

Η αντίδραση της Μόσχας

Η Μόσχα από τη δική  της πλευρά διακήρυξε ότι η παροχή τέτοιων πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς  στην Ουκρανία θα αποτελούσε κόκκινη γραμμή.

Όμως η Ρωσική απειλή δεν θεωρήθηκε αξιόπιστη, γιατί και άλλες φορές στο παρελθόν η Ρωσία απείλησε με κλιμάκωση, αλλά όταν η κόκκινη γραμμή παραβιάστηκε, δεν έδωσε συνέχεια.

Αυτό έγινε σε τουλάχιστον τρεις περιπτώσεις:  όταν δόθηκαν στην Ουκρανία συστήματα εκτόξευσης πυραύλων  HIMARS, τανκς τύπου Abrams, και  αεροσκάφη F-16. Έτσι οι Ρωσικές απειλές και αυτή τη φορά θεωρήθηκαν «κούφιες» (empty talk) και ο Λευκός Οίκος ανέλαβε το ρίσκο της κλιμάκωσης.

Αυτή τη φορά όμως, η Μόσχα αντέδρασε στην αμερικανική «στρατηγική του σαλαμιού».

Πέρασε από τα  λόγια στις πράξεις.  Άλλαξε άμεσα το πυρηνικό δόγμα της χώρας κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να επιτρέπει χρήση πυρηνικών όπλων κατά των χωρών που προμηθεύουν επιθετικά όπλα στη Ουκρανία.

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η Μόσχα  διατηρεί το δικαίωμα να ξεκινήσει πυρηνικό πόλεμο κατά του ΝΑΤΟ μετά από κάθε επίθεση της Ουκρανίας στο έδαφός της.

Ταυτόχρονα έστειλε ένα ισχυρό  αποτρεπτικό σήμα (signaling) πυρηνικής “αποκάλυψης” χρησιμοποιώντας κατά της Ουκρανίας   διηπειρωτικούς υπερηχητικούς   πυραύλους που φέρουν πολλαπλές κεφαλές.

Τέτοια όπλα είναι σχεδιασμένα να φέρουν πυρηνικές  κεφαλές,  αλλά σε αυτή την περίπτωση χρησιμοποιήθηκε συμβατική γόμωση. Τέτοιοι διηπειρωτικοί  πύραυλοι εμβέλειας 6,000 χιλιομέτρων  (που βαφτίστηκαν σκοπίμως και  για επικοινωνιακούς λόγους ως «πύραυλοι μέσου βεληνεκούς»)  χρησιμοποιούνται για πρώτη φορά σε πεδίο μάχης και σηματοδοτούν κλιμάκωση.

Οι ΗΠΑ δοκιμάζουν τα όρια του Πούτιν

Σε αντίθεση με την κρίση της Κούβας κατά τον ψυχρό πόλεμο, όπου οι δυο τότε αντίπαλοι έμειναν σε απειλές, στην Ουκρανία παίζεται ένα πυρηνικό σκάκι. Οι ΗΠΑ δοκιμάζουν τα όρια του Πούτιν.

Ο Λευκός Οίκος φαίνεται να πιστεύει ότι ο Πούτιν μπλοφάρει, ότι δεν έχει κυρίαρχη στρατηγική σε κλιμάκωση (escalation dominance) και ότι στο τέλος θα τον συγκρατήσουν οι Κινέζοι. Έτσι παίρνει αδιανόητα ρίσκα  με κίνδυνο πυρηνικού πολέμου.

Η επόμενη ερώτηση είναι, σε τι  αποσκοπούν αυτά τα ρίσκα που αναλαμβάνουν οι ΗΠΑ, τη στιγμή που οι αμερικανικοί πύραυλοι ATACMS (και ορισμένοι παρόμοιοι αγγλικοί)  που διαθέτουν οι Ουκρανοί  δεν πρόκειται να κάνουν τη διαφορά  στο μέτωπο του πολέμου και απλώς στοχεύουν να προβοκάρουν την Ρωσία.

Μια πρώτη ερμηνεία είναι ότι ο Μπάιντεν προσπαθεί να αποτρέψει την κατάρρευση της Ουκρανίας όσο έχει ο ίδιος  την ευθύνη της διακυβέρνησης των ΗΠΑ και σε περίπτωση που τελικά η Ουκρανία καταρρεύσει να μπορεί να ισχυριστεί ότι την βοήθησε όσο αυτό ήταν εφικτό. Μια δεύτερη ερμηνεία υποστηρίζει οτι ο Λευκός Οίκος  προσπαθεί οδηγήσει την Μόσχα σε υπεραντίδραση ώστε να την  εμπλέξει σε πόλεμο με το ΝΑΤΟ.

Κάτι τέτοιο θα εξανάγκαζε  τη νέα κυβέρνηση Τραμπ  να υποστηρίξει την Ουκρανία σε αντίθεση με την πρόθεση του νεοεκλεγέντος προέδρου  Τραμπ να  συμβάλει στον τερματισμό του πολέμου. Αυτή ήταν άλλωστε από την αρχή του πολέμου η στρατηγική των Ουκρανών  και ήταν η μοναδική «θεωρία νίκης» που διέθεταν.  Αυτή η θεωρία βέβαια πάσχει κατά το ότι  η «ισορροπία θέλησης» (balance of resolve) ευνοεί την Ρωσία και όχι το ΝΑΤΟ.

Ο Τραμπ κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας κατηγόρησε την κυβέρνηση Μπάιντεν ότι οδηγεί τις ΗΠΑ σε τρίτο παγκόσμιο πόλεμο. Δεν αποκλείεται να αποδειχθεί σωστή η πρόβλεψή του.

Οι επικίνδυνες 60 μέρες μέχρι την αλλαγή στο Λευκό Οίκο

Σε κάθε περίπτωση οι επόμενες 60 μέρες μέχρι την αλλαγή φρουράς στον Λευκό Οίκο θα είναι επικίνδυνες. Το ρίσκο πυρηνικής κλιμάκωσης έχει αυξηθεί, αφού  παίζεται η τύχη του πλανήτη σε  ρωσική ρουλέτα.  Από την  πλευρά της, πάντως,  η Μόσχα έχει κάθε λόγο  να δείξει αυτοσυγκράτηση μέχρι την αλλαγή σκυτάλης στον Λευκό Οίκο, ώστε να διαπιστώσει στην πράξη τις προθέσεις του νέου προέδρου. Ποιος θα το φανταζόταν ότι θα περιμέναμε να αναλάβει ο Τραμπ την διακυβέρνηση των ΗΠΑ, για να μειωθεί ο κίνδυνος πυρηνικού πολέμου.

*Ο Αθανάσιος Πλατιάς είναι ομότιμος καθηγητής Στρατηγικής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς και Πρόεδρος του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων

Ο Αθανάσιος Πλατιάς