Financial Times: Γιατί η Ευρώπη θα ζοριστεί να τα βάλει με τη ρωσική «αρκούδα» χωρίς τις ΗΠΑ;
Εάν αθροίσει κανείς τα αμυντικά προβλήματα των Ευρωπαίων που καταγράφουν οι Financial Times, τότε η Ρωσία είναι μάλλον πιο ετοιμοπόλεμη από την Ευρώπη.
«Πρέπει να είμαστε σε θέση να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας», είπε πρόσφατα ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, προειδοποιώντας ότι η Ευρώπη δεν πρέπει να γίνει ο αδύναμος «φυτοφάγος» που περιβάλλεται από «σαρκοφάγα». Νωρίτερα, ο Γερμανός υπουργός Άμυνας, Μπόρις Πιστόριους, είχε τονίσει ότι «σε κάθε περίπτωση, πρέπει να κάνουμε περισσότερα». Το ερώτημα είναι εάν οι Ευρωπαίοι έχουν περάσει στην πράξη.
Οι τολμηρές αυτές δηλώσεις έρχονται με φόντο τις προειδοποιήσεις του ανώτατου διοικητή του ΝΑΤΟ, στρατηγού Κρίστοφερ Καβόλι, ότι ο ρωσικός στρατός θα βγει από τον πόλεμο στην Ουκρανία «πιο δυνατός από αυτόν είναι σήμερα».
Επιπλέον, οι ένοπλες δυνάμεις της Ρωσίας «θα βρίσκονται στα σύνορα της Συμμαχίας μας»…διοικούνται από τους ίδιους ανθρώπους που μας βλέπουν ήδη ως εχθρούς», είπε. «Θα έχουμε έναν αντίπαλο με πραγματικές ικανότητες, πλήθος στρατευμάτων και ξεκάθαρες προθέσεις».
Το πρόβλημα όμως, όπως υπογραμμίζουν οι Financial Times, είναι ότι ενώ για 75 χρόνια, οι ΗΠΑ διαδραμάτισαν μεγάλο ρόλο στο ΝΑΤΟ, πλέον η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο έχει εγείρει το φάσμα ενός πολέμου στην Ευρώπη, που οι νατοϊκοί σύμμαχοι μπορεί να μην μπορούν πλέον να βασίζονται στην πλήρη υποστήριξη των ΗΠΑ.
«Μέχρι στιγμής, οι ευρωπαϊκές πράξεις δεν ταιριάζουν με τη ρητορική» αναφέρει η βρετανική εφημερίδα. «Μερικοί ιθύνοντες στην άμυνα σκέφτονται ακόμη και τη δεκαετία του 1970 – την τελευταία φορά που το ΝΑΤΟ, προκειμένου να αντισταθμίσει την ελλιπή συμβατική του αποτροπή, κατέστησε σαφές στη Μόσχα ότι εάν της επιτεθεί θα χρησιμοποιούσε πρώτα πυρηνικά όπλα».
«Ω ναι, θα είναι πολύ, πολύ δύσκολο», ο βρετανικός στρατός, ο παραδοσιακά ο δεύτερος σημαντικότερος παράγοντας του ΝΑΤΟ μετά τις ΗΠΑ, έχει «εξασθενήσει»
«Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να σηκώσουν περισσότερο το βάρος [άμυνας]», παραδέχεται ένας ανώτερος αξιωματούχος της ευρωπαϊκής ασφάλειας. «Το ερώτημα είναι αν αυτή θα είναι μια διαχειριζόμενη διαδικασία ή μια χαοτική διαδικασία».
Υπάρχουν τρία βασικά ερωτήματα που θα έπρεπε να αντιμετωπίσει το ΝΑΤΟ εάν οι ΗΠΑ άφηναν την Ευρώπη μόνη της στρατιωτικά, σύμφωνα με τους Financial Times. Τι πρέπει να κάνει η Ευρώπη, ποια θα είναι η πρώτη της κίνηση και ποιο θα είναι το κόστος.
Γαλλία, Βρετανία και Γαλλία αδύναμες
Στα χαρτιά, η στρατιωτική συμμαχία δεν ήταν ποτέ καλύτερα προετοιμασμένη. Μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022, η συμμαχία ανέπτυξη περισσότερες δυνάμεις στην Ανατολική Ευρώπη, έχουν συμφωνήσει σε εξαιρετικά λεπτομερή στρατιωτικά σχέδια και έχουν υπογράψει το λεγόμενο «Μοντέλο Νέας Δύναμης» του ΝΑΤΟ. Αυτό απαιτεί την ανάπτυξη περισσότερων από 100.000 στρατευμάτων σε λιγότερο από 10 ημέρες – διπλάσιο αριθμό και πέντε ημέρες ταχύτερα από τα σχέδια του ΝΑΤΟ πριν από το 2022.
Ωστόσο, τίθεται το ερώτημα εάν μπορούν να το κάνουν αυτό δίχως την αμερινανική ηγεσία «Υπάρχει πολύ μεγαλύτερη ανησυχία τώρα στη Βαλτική και την Πολωνία για τη δική τους ασφάλεια και νομίζω ότι όλοι οι άλλοι το καταλαβαίνουν αυτό», λέει ένας άλλος ανώτερος ευρωπαίος αξιωματούχος. «Είναι πλέον καιρός για τους ηγέτες [του ΝΑΤΟ] να καθίσουν και να συνειδητοποιήσουν τι πρέπει να κάνουν. Θα είναι δύσκολο;…Ω ναι, θα είναι πολύ, πολύ δύσκολο». Ο βρετανικός στρατός, ο παραδοσιακά ο δεύτερος σημαντικότερος παράγοντας του ΝΑΤΟ μετά τις ΗΠΑ, έχει «εξασθενήσει», δήλωσε ο Τζον Χίλι, υπουργός Άμυνας του Ηνωμένου Βασιλείου.
Τα στρατιωτικά αποθέματα στη Γαλλία, η οποία έχει τις δεύτερες πιο σημαντικές ένοπλες δυνάμεις του Ευρωπαϊκού ΝΑΤΟ, είναι ελάχιστα. Όσον αφορά τη Γερμανία, δυνητικά τον μεγαλύτερο χρηματοδότη της ηπείρου, ο εκσυγχρονισμός του στρατού της έχει παρεμποδιστεί από την έλλειψη κεφαλαίων λόγω των συνταγματικών ορίων δαπανών της Γερμανίας.
«Η εκπλήρωση των υποχρεώσεων [του ΝΑΤΟ] θα απαιτήσει από τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ να αυξήσουν σημαντικά τα επίπεδα ετοιμότητάς τους, να κλείσουν περιοχές κρίσιμων δυνατοτήτων, να ενισχύσουν τις αμυντικές-βιομηχανικές τους βάσεις και να πραγματοποιήσουν μακροπρόθεσμες οικονομικές επενδύσεις σε δυνάμεις και αμυντική καινοτομία», αναφέρει σε πρόσφατη έκθεσή του το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών. «Η γρήγορη αντιμετώπιση αυτών των ελλείψεων είναι φιλόδοξη», πρόσθεσε.
Αναντικατάστατος εξοπλισμός
Όπως είχε σημειώσει ο πρώην Βρετανός στρατάρχης αεροπορίας της RAF, Έντουαρντ Στρίνγκερ, οι Ευρωπαίοι θα έπρεπε, σε ένα NATO, δίχως τις ΗΠΑ, να φροντίσουν για τα… «βαρετά πράγματα» , όπως τα αποκαλεί. «Είναι «βαρετός πόλεμος» – πράγματα όπως αποθέματα πυρομαχικών, μεταφορά και επιμελητεία – που έχει πραγματικά σημασία», λέει ο Stringer, ο οποίος έχει γράψει για ένα πιθανό μετα-αμερικανικό ΝΑΤΟ. «Είναι επίσης αυτό που σχεδόν κανείς δεν κάνει σωστά σε κλίμακα, εκτός από τις ΗΠΑ».
Αλλά μερικά από αυτά που παρέχουν οι ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ -όπως ο στόλος των αεροπλάνων φορτίου C17, που κοστίζουν 340 εκατομμύρια δολάρια το ένα και μπορούν να μεταφέρουν 75 τόνους εξοπλισμού σχεδόν 4.500 χιλιόμετρα χωρίς ανεφοδιασμό- είναι αναντικατάστατα. Τα αμερικανικής κατασκευής F-35 βρίσκονται επίσης όλο και περισσότερο στην καρδιά της πολεμικής αεροπορίας του ΝΑΤΟ, με περισσότερα από 500 από τα μαχητικά αεροσκάφη να αναμένεται να επιχειρήσουν στην Ευρώπη μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030, εκτιμά η IISS.
«Δεν πρόκειται για χρήματα», λέει ένας διπλωμάτης της ΕΕ παρών κατά τη διάρκεια συζητήσεων μεταξύ των ηγετών της ΕΕ σχετικά με το πώς να ανταποκριθεί σε μια δεύτερη θητεία Τραμπ. «Τα χρήματα που μπορούμε να βρούμε, είναι πολιτικό ζήτημα», προσθέτει ο διπλωμάτης. «Αυτό που δεν μπορούμε να βρούμε είναι το κιτ που έχουν οι Αμερικανοί. Αυτό είναι ένα πρακτικό ζήτημα».
Κατακερματισμένη αμυντική βιομηχανία
Ένα πρόβλημα είναι η αναποτελεσματικότητα της κατακερματισμένης αμυντικής βιομηχανίας της Ευρώπης. Σε 11 κύριες κατηγορίες μεγάλων οπλικών συστημάτων -όπως μαχητικά αεροσκάφη, άρματα μάχης και αντιτορπιλικά- οι ΗΠΑ διαθέτουν 32 τύπους συστημάτων, ενώ η Ευρώπη διατηρεί 172, σύμφωνα με την McKinsey.
Αυτή η έλλειψη κλίμακας αυξάνει το κόστος, περιορίζει τη διαλειτουργικότητα και δημιουργεί εφιάλτες υλικοτεχνικής υποστήριξης, ακόμη και με απλά πράγματα όπως τα πυρομαχικά που υποτίθεται ότι είναι τυπικά σε όλο το ΝΑΤΟ.
Ενδεικτικά, όπως αναφέρει το βρετανικό δημοσίευμα, οι ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν περισσότερους από 12 διαφορετικούς τύπους βλημάτων πυροβολικού των 155 χιλιοστών, που συχνά έπρεπε να προσαρμόσουν τα όπλα τους για κάθε έκδοση. «Πρέπει να ανασυγκροτήσουμε την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία. Υπάρχουν πάρα πολλές πλατφόρμες», λέει ο Pierroberto Folgiero, διευθύνων σύμβουλος της ιταλικής αμυντικής εταιρείας και ναυπηγός Fincantieri. «Αλλά η αμυντική βιομηχανία ανθεί, και η εστίαση στους εθνικούς «πρωταθλητές» είναι ανεξέλεγκτη. Γιατί λοιπόν να συγχωνευθούν; Θα χρειαστεί πολλή πολιτική βούληση», τονίζει.
Τσακωμοί, ελλείψει «προπονητή»
Επίσης, ένα άλλο ζήτημα είναι πως θα λειτουργήσουν οι Ευρωπαίοι δίχως να υπάρχει ο Αμερικανός ανώτατος διοικητής του ΝΑΤΟ. «Αφαιρέστε αυτή την ηγεσία των ΗΠΑ -τον προπονητή της ομάδας και τον αρχηγό της ομάδας, αν θέλετε- και η υπόλοιπη ομάδα μπορεί κάλλιστα να αρχίσει να τσακώνεται», λέει ο Στρίνγκερ. «[Μα] μπορείτε να φανταστείτε τον Μακρόν να υποκύπτει στον [Πολωνό πρωθυπουργό Ντόναλντ] Τουσκ ή το αντίστροφο; Είναι η στρατιωτική ηγεμονική ηγεσία των ΗΠΑ που σέρνει όλους τους άλλους μπροστά».
Το τρίτο βασικό ζήτημα είναι η χρηματοδότηση, σύμφωνα με τους Financial Times. Οι σύμμαχοι της Ευρώπης στο ΝΑΤΟ έχουν αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες από το 2022 σχεδόν κατά ένα τρίτο, σε πραγματικούς όρους, στα 476 δισ. δολ., σύμφωνα με το ΝΑΤΟ. Φέτος το καλοκαίρι 23 από τα 32 μέλη του ΝΑΤΟ πέτυχαν επίσης τον στόχο του να δαπανήσουν το 2% του ΑΕΠ για την άμυνα, υπερδιπλάσιο από ό,τι πριν από τέσσερα χρόνια.
Ακόμα κι έτσι, ο Μαρκ Ρούτε, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, είπε ότι η Ευρώπη «δεν θα φτάσει εκεί με τον στόχο του 2%». «Όσο περισσότερα ξοδεύουμε για την άμυνα, τόσο περισσότερο μειώνουμε τον κίνδυνο μελλοντικής σύγκρουσης», είπε ο Ρούτε αυτόν τον μήνα. Αλλά το ερώτημα είναι πώς, δεδομένων των στενών προϋπολογισμών, των υψηλών επιπέδων δημόσιου χρέους και των ανταγωνιστικών προτεραιοτήτων όπως η υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις