Ούτε «καταστροφή», ούτε «κωλοτούμπα» στο κεφάλαιο Τσίπρας: Όταν η Μέρκελ διαψεύδει τους μύθους για το 2015
Το βιβλίο της Μέρκελ επιτρέπει να μιλήσουμε κάποια στιγμή με ψυχραιμία για όσα έγιναν το 2015
Το αφήγημα, που η Μέρκελ διαψεύδει, χτίστηκε επίμονα και συστηματικά ήδη από την πρώτη στιγμή.
Σύμφωνα με αυτό, όλα πήγαιναν επί της ουσίας καλά στην Ελλάδα το 2014 και η χώρα θα μπορούσε να είχε βγει από τα μνημόνια πολύ νωρίτερα.
Όμως, συνεχίζει το αφήγημα, κυριάρχησε ο «λαϊκισμός» μέσω του ΣΥΡΙΖΑ, με αποτέλεσμα την ανατροπή της κυβέρνησης Σαμαρά και την προκήρυξη εκλογών που έφεραν στην εξουσία μια κυβέρνηση χωρίς σχέδιο, που αφού προσπάθησε να «κάνει ρήξη», στο τέλος αναγκάστηκε υπό την πίεση των δανειστών να «κάνει κωλοτούμπα», να «προδώσει το ΟΧΙ του λαού» και να εφαρμόσει «ακόμη χειρότερο μνημόνιο», με την όλη περιπέτεια να κοστίζει «κοντά 100 δισεκατομμύρια» (ένα νούμερο που ποτέ δεν εξηγήθηκε από πού όντως προέκυπτε, ενώ αυξομειώνονταν τα δισ. αναλόγως την ημέρα και τον ομιλητή). Το αφήγημα ύφαιναν δε με σπουδή και διακινούσαν κυρίως οι ακροκεντρώοι που ανήκοντας σε αυτόν τον ρευστό και θολό πολιτικό χώρο, αφού δεν υπάρχει καμία σαφώς χαραγμένη ιδεολογική γραμμή για να διαχωρίζεται, μιλάνε πάντα υποτίθεται με «αντικειμενικότητα» και με ύφος μειλίχιο τρομοκρατούσαν για παράδειγμα ανθρώπους που τα εισοδήματά τους δεν τους επέτρεπαν να ξοδεύουν ούτε 10 ευρώ τη μέρα ότι το ημερήσιο όριο των 60 ευρώ ήταν η απόλυτη καταστροφή.
Το παράδοξο είναι ότι αυτό το αφήγημα, που το συναντά κανείς ακόμη και σήμερα σε διάφορες πλευρές, το μοιράζονται τόσο οι δυνάμεις δεξιότερα του ΣΥΡΙΖΑ, αυτές που συνηθίσαμε να αποκαλούμε «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο», αλλά και όσες έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ το 2015, υποτίθεται «προς τα αριστερά». Αν και οι τελευταίοι προς αποφυγή παρεξήγησης πέφτουν στην παγίδα μπερδεύοντας την υποκειμενική ερμηνεία και την επιθυμία τους με την πραγματικότητα, και όχι γιατί βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία, όπως πολλοί της πρώτης κατηγορίας.
Μόνο που το αφήγημα αυτό όσο βολικό και εάν είναι για όσους το αναπαράγουν, άλλο τόσο δεν πατάει πάνω στην πραγματικότητα. Για να το πω διαφορετικά λέει «μισές αλήθειες» και αυτές κάποιες φορές είναι χειρότερες και από ψέματα.
Γι’ αυτό και έχουν ιδιαίτερη σημασία όσα αναφέρει η Άνγκελα Μέρκελ στο βιβλίο με τα απομνημονεύματά της που μόλις κυκλοφόρησε. Γιατί πολύ απλά γκρεμίζει τον μύθο που φτιάχτηκε τότε και συνεχίζει να αναπαράγεται και σήμερα.
Η Άνγκελα Μέρκελ παρουσιάζοντας στο βιβλίο της όσα έλαβαν χώρα τότε, πίσω από τις κλειστές πόρτες των κρίσιμων Συνόδων και διασκέψεων στις οποίες -και εδώ είναι το κλειδί- μετείχε, δίνει μια εντελώς διαφορετική εικόνα από αυτό που με σπουδή προσπάθησαν να καλλιεργήσουν οι ορκισμένοι επικριτές του Τσίπρα και της «πρώτης φοράς Αριστερά» ο καθένας για τους δικούς του λόγους.
Καταρχάς αντιμετωπίζει τον Τσίπρα με σεβασμό, ως έναν ηγέτη που εκπροσωπούσε μια χώρα και μια κοινωνία που δεν άντεχαν άλλη λιτότητα και όχι ως κάποιο «ερασιτέχνη πολιτικό», «ταραξία» ή «ανατροπέα».
Έπειτα κάνει σαφές ότι το πρόβλημα με τα μνημόνια αφορά πρωτίστως τις προηγούμενες κυβερνήσεις που, πέρα των ευθυνών για την κατάληξη στη χρεοκοπία, επί της ουσίας δεν είχαν και σχέδιο, με αποτέλεσμα να μην μπορέσουν να εφαρμόσουν έγκαιρα το σύνολο των μέτρων και άρα όντως το 2014-15 να υπάρχει ανάγκη επιπλέον μέτρων.
Ούτε δικαιώνει το βιβλίο της Μέρκελ το αφήγημα ότι ο Αλέξης Τσίπρας δεν είχε διάθεση και στρατηγική διαπραγμάτευσης για να βρεθεί μια λύση με το μικρότερο δυνατό κόστος. Το αντίθετο, τον παρουσιάζει ως έναν ηγέτη έτοιμο να πάει στην Ευρώπη να συζητήσει και να συνεργαστεί με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, για μια εναλλακτική λύση που δεν θα στραγγαλίζει την κοινωνία.
Ακόμη και το δημοψήφισμα παρουσιάζεται από την Άνγκελα Μέρκελ με τρόπο πολύ διαφορετικό από αυτόν που κυριάρχησε στην ελληνική συζήτηση.
Γιατί με βάση όσα η ίδια η Άνγκελα Μέρκελ σημειώνει, το δημοψήφισμα του καλοκαιριού του 2015 δεν ήταν ούτε ο μεγάλος καιροσκοπισμός του Αλέξη Τσίπρα, ούτε το επικίνδυνο «κόλπο» που σκαρφίστηκε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ για να εξαπατήσει την ελληνική κοινωνία.
Αντιθέτως, αποδεικνύεται ότι η απόφαση για το δημοψήφισμα ήταν κομμάτι ενός σχεδιασμού που σκοπό είχε αφενός να πιέσει όσο το δυνατόν περισσότερο για μια βιώσιμη λύση, αφετέρου να καταστήσει σαφές ακόμη και στους πιο δύσπιστους ότι η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα έκανε κάθε τι δυνατό, αλλά προσέκρουσε στο πραγματικό όριο του ευρώ και άρα το τελικό δίλημμα ήταν μια νέα συμφωνία ή ρήξη με το ευρώ, με όλη την αβεβαιότητα που αυτό συνεπαγόταν.
Με αυτή την έννοια, ούτε προδοσία υπήρξε, ούτε «κωλοτούμπα», αλλά συνεπής προσπάθεια για να γίνει αυτό που πραγματικά ήθελε ο ελληνικός λαός εκείνη τη στιγμή, δηλαδή μια απαλλαγή από την εξοντωτική λιτότητα παραμένοντας μέσα στο ευρώ και τους θεσμούς της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Κανείς δεν λέει προφανώς ότι όλα τα πράγματα τότε έγιναν με τον καλύτερο τρόπο. Προφανώς και η Ευρώπη έδειξε το χειρότερό της πρόσωπο σε κρίσιμες στιγμές, εξαντλώντας την αυστηρότητά της με εμμονικό δογματισμό αρνούμενη να δει το μέγεθος της κοινωνικής καταστροφής που προκαλούσαν οι πολιτικές που επέβαλε και να κάνει έγκαιρα επιλογές που αργότερα τις έκανε χωρίς να καταστραφεί (π.χ. στην περίοδο της πανδημίας ή αργότερα με το Ταμείο Ανάκαμψης). Και σίγουρα η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα θα έπρεπε να είχε ένα ακόμη πιο καλά επεξεργασμένο σχέδιο και πρωτίστως μια επεξεργασμένη και συνεκτική απεύθυνση στην κοινωνία που να εξηγεί, να αποσαφηνίζει και να εξασφαλίζει συναίνεση.
Όμως, όλα αυτά – και άλλα που μπορούν να αναδειχτούν σε μια συνολικότερη αποτίμηση εκείνης της περιόδου – σε κανένα βαθμό δεν επιβεβαιώνουν το «αφήγημα» περί «καταστροφής», «καιροσκοπισμού» και «κωλοτούμπας» που κυριάρχησε στη συζήτηση εκείνης της περιόδου και δεν επέτρεψε (και σε μεγάλο βαθμό εξακολουθεί να μην επιτρέπει) να μην μπορούμε να συζητήσουμε ποια μπορεί να είναι μια εναλλακτική πολιτική σήμερα που να συνδυάζει την αναδιανομή, την κοινωνικά δίκαιη Πράσινη Μετάβαση και τη δημοκρατία.
Γιατί στην πραγματικότητα το «αφήγημα» της «καταστροφής» και της «κωλοτούμπας» ήταν πάντα ένα αφήγημα «μη πολιτικής» που βόλευε διάφορες πλευρές. Και αυτό γιατί οδηγούσε μόνο σε δύο δρόμους, είτε στην πλήρη συμμόρφωση με την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων και τη λογική «τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει», είτε στη φαντασίωση μιας «μεγάλης ρήξης» που κανείς δεν όριζε ούτε πώς θα γίνει, ούτε ποιος θα πληρώσει το μεγαλύτερο κόστος, ούτε καν ποιος είναι έτοιμος να την στηρίξει και να την ακολουθήσει.
Με αυτό τον τρόπο βόλευε τόσο τις δυνάμεις εκείνες που δεν ήθελαν να αλλάξει τίποτα σε ένα στρεβλό και τελικά άδικα μοντέλο ανάπτυξης, που βάθυνε τις κοινωνικές ανισότητες, όσο και τις δυνάμεις που ήθελαν να κάνουν αντιπολίτευση και αριστερή πολιτική «εκ του ασφαλούς», δηλαδή χωρίς να «λερώνουν τα χέρια τους» με την άσκηση κυβερνητικής εξουσίας και την αναμέτρηση με δύσκολα διλήμματα και αποφάσεις.
Παραβλέποντας ότι η πραγματικά χρήσιμη και αναγκαία κοινωνική αλλαγή δεν είναι κυρίως αυτή που εξαγγέλλεται για ένα μακρινό μέλλον, αλλά αυτή που είναι εφικτή και όντως γίνεται πράξη. Κάτι πρέπει να αλλάζει και να βελτιώνεται, μέχρι να ωριμάσουν οι συνθήκες για να αλλάξουν όλα.
- Μπραντ Πιτ: Αυτές είναι οι τρεις αισθητικές επεμβάσεις που τον κάνουν αγέραστο
- Οι γυναίκες αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην επαγγελματική τους ανέλιξη – Τι δείχνει μελέτη ΙCAP CRIF
- Ορέσνικ: ΝΑΤΟ και Ζελένσκι σχεδιάζουν απάντηση στο υπερόπλο – Ψυχροπολεμικών επενδύσεων συνέχεια
- CIES: Μουζακίτης και Καρέτσας στις αποκαλύψεις του 2024
- Σαρακιώτης: Φεύγω από τον ΣΥΡΙΖΑ και κρατάω την έδρα – Νιώθω πολιτικά άστεγος
- Η εκεχειρία Ισραήλ-Χεζμπολάχ δεν θα διαρκέσει, λέει πρώην επικεφαλής βρετανικής κατασκοπείας