Υποκλοπές: Ευρωπαϊκή έκθεση – ράπισμα στην κυβέρνηση για ΕΥΠ και παρακολουθήσεις πολιτικών
Στην έκθεση υπηρεσίας του Ευρωκοινοβουλίου καταγράφονται αστοχίες του νέου νόμου και η μη συμμόρφωση της Αθήνας με βασικές ευρωπαϊκές συστάσεις για τις υποκλοπές
- Θα παγώσει η χώρα το Σαββατοκύριακο - Πού θα «χτυπήσουν» τα έντονα καιρικά φαινόμενα
- Ανησυχία για τη Μαρινέλλα - Εξαιρετικά αργή η ανάρρωση της
- Αντώνης Λυμπέρης: Πλήθος κόσμου αποχαιρέτησε έναν από τους πιο σημαντικούς εκδότες της χώρας
- Ξεκίνησε ήδη ο Γ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος; - Διάχυτη η ανησυχία σε παγκόσμιο επίπεδο
Για μία ακόμη φορά, η κυβέρνηση βρίσκεται έκθεση για τις υποκλοπές, καθώς η Υπηρεσία Έρευνας και Τεκμηρίωσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκφράζει τις ανησυχίες της για την ανεπαρκή προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών στην Ελλάδα, καθώς σημειώνει πως οι αλλαγές που έγιναν στο νόμο για τις παρακολουθήσες παρουσιάζουν ελλείψεις.
«Η Ελλάδα τροποποίησε τον νόμο περί πληροφοριών μετά το σκάνδαλο των υποκλοπών, αλλά μένει να δούμε αν θα αντιμετωπίσει τις ελλείψεις που παραμένουν«, σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Συγκεκριμένα, στην έκθεση υπογραμμίζεται ότι στην Ελλάδα η εποπτεία της αρμόδιας υπηρεσίας πληροφοριών (ΕΥΠ) διασφαλίζεται κατά κύριο λόγο από την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), ενώ αναφορικά με την αναδιάρθρωση της ΕΥΠ σημειώνεται ότι αυτή περιελάβανε τη σύσταση Μονάδας Εσωτερικού Ελέγχου.
«Ωστόσο, αυτό δεν ενισχύει την ανεξάρτητη εποπτεία, όπως ζήτησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο», επισημαίνεται στην έκθεση.
Δείτε εδώ την έκθεση του ΕΚ για τις υποκλοπές
Στην Ελλάδα, η αρμόδια υπηρεσία πληροφοριών – η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) – και οι πρακτικές της ρυθμίστηκαν κυρίως από τον νόμο 3649/2008 για την ΕΥΠ και τον νόμο 2225/1994 για την ελευθερία της αλληλογραφίας. Η εποπτεία της υπηρεσίας αυτής εξασφαλίζεται κυρίως από την ΑΔΑΕ και από την Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας του Ελληνικού Κοινοβουλίου, αναφέρεται στην έκθεση για τις υποκλοπές.
Αν και δεν είναι σαφές, όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά, αν η Ελλάδα ξεκίνησε το νομοσχέδιο για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών και τη μεταρρύθμιση της ΕΥΠ στο πλαίσιο των αποκαλύψεων του κατασκοπευτικού λογισμικού Pegasus, εγκρίθηκε ως νόμος 5002/2022 στον απόηχο του σκανδάλου των παρακολουθήσεων πολιτικών προσώπων.
Οι παρακολουθήσεις εγκρίνονται μόνο από εισαγγελέα ΕΥΠ και αντεισαγγελέα ΑΠ
Αναφέρεται, επίσης, ότι η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Κοινοβουλευτικών Ερευνών αντικατέστησε μεγάλα τμήματα του νόμου 2225/1994 και αντιμετώπισε αρκετές ελλείψεις στο νομικό πλαίσιο της Ελλάδας.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προέβλεπε ότι η χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού θα έπρεπε να επιτρέπεται μόνο σε εξαιρετικές και συγκεκριμένες περιπτώσεις, προκειμένου να προστατεύεται η εθνική ασφάλεια. Στην Ελλάδα, όμως, βάσει του νόμου 5002/2022, το απόρρητο των επικοινωνιών μπορεί να αρθεί (i) για λόγους εθνικής ασφάλειας και (ii) για τη διερεύνηση ορισμένων εγκλημάτων.
Το τελευταίο δεν απαιτεί το υπό διερεύνηση θέμα να χαρακτηρίζεται ως ζήτημα εθνικής ασφάλειας, υπογραμμίζεται.
Ήδη κατά τη διάρκεια της νομοθετικής διαδικασίας, η ΑΔΑΕ εξέφρασε την αντίθεσή της, υποστηρίζοντας ότι η πρόταση νόμου θα επέτρεπε την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών για όλα τα κακουργήματα και για περισσότερα από 50 πλημμελήματα. Έθεσε επίσης το ασυμβίβαστο του νόμου με το άρθρο 19 του ελληνικού Συντάγματος λόγω των πολλαπλών εξαιρέσεων, που ουσιαστικά θολώνουν τα όρια μεταξύ κανόνα και εξαίρεσης.
Δεν συμμορφώθηκε η Ελλάδα σε αυτά που ζητούσε το ΕΚ για την ΕΥΠ
Το Κοινοβούλιο προβλέπει επίσης την εκ των προτέρων δικαστική έγκριση για τις επιχειρήσεις παρακολούθησης κατασκοπευτικού λογισμικού. Ωστόσο, σημειώνεται χαρακτηριστικά, η άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας απαιτεί άδεια μόνο από τον εισαγγελέα που είναι αποσπασμένος στην ΕΥΠ και έναν αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και πρώην ευρωβουλευτής, Κώστας Χρυσόγονος, αμφισβήτησε τη συνταγματικότητα του μηχανισμού αυτού και τη συμμόρφωση με την ΕΣΔΑ. Την άποψη αυτή συμμερίζεται και η ΑΔΑΕ, στη γνωμοδότησή της επί του σχεδίου νόμου.
Σε περιπτώσεις που αφορούν στην εθνική ασφάλεια, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο πρέπει να ενημερώνεται για την άρση του απορρήτου 3 έτη μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, υπό την προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύεται ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε η διαδικασία. Ωστόσο, σύμφωνα με την ΑΔΑΕ, δεν επιτρέπεται να ειδοποιηθεί ο ενδιαφερόμενος πριν από τη λήξη της τριετούς περιόδου μη εμπιστευτικότητας.
Επιπλέον, η Ελληνική Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου εξέφρασε ανησυχίες σχετικά με την τριετή περίοδο και την ιεραρχική σύνθεση του οργάνου. Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Παναγιώτης Μαντζούφας, εξέφρασε περαιτέρω ανησυχίες για μεροληψία, καθώς τα άτομα που αποφάσισαν την άρση του απορρήτου είναι επίσης εκείνα που πρέπει να αποφασίσουν για το αίτημα κοινοποίησης.
Σε υποθέσεις που αφορούν στη διερεύνηση εγκλημάτων, η ΑΔΑΕ μπορεί, μετά την υποβολή αιτήματος και υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να ενημερώσει τον ενδιαφερόμενο εντός 60 ημερών (άρθρο 6 παρ. 8 του ν. 5002/2022).
Η αναδιάρθρωση της ΕΥΠ περιελάμβανε τη σύσταση μονάδας εσωτερικού ελέγχου, με στόχο τη διασφάλιση της συμμόρφωσης της λειτουργίας του οργανισμού με τις νομικές απαιτήσεις. Ωστόσο, ως εσωτερικό όργανο, αυτό δεν ενισχύει την ανεξάρτητη εποπτεία, όπως ζητούσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, επισημαίνεται χαρακτηριστικά.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις