Οι πρόσφατες καταγγελίες που έκανε ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος κατά της Αφροδίτης Λατινοπούλου ότι το κόμμα της δημιουργήθηκε με πλαστές υπογραφές, αναπόφευκτα θα κάνουν πολλούς να θυμηθούν την αφετηρία και των δύο. Τότε που αρματωμένοι αμφότεροι με την ορμή του «Μένουμε Ευρώπη», διεκδικούσαν να γίνουν influencers εκείνου του ψυχωμένου φιλελευθερισμού που αυτοσυστηνόταν ως πολιτικό κέντρο και «μέτωπο της λογικής», ενόσω καθημερινά οι εκπρόσωποί του παρεκτρέπονταν δια της υπεράσπισης του Μνημονίου προς όλο και πιο ακραίες θέσεις: από την υπεράσπιση των πραξικοπημάτων που θα έφερναν εις πέρας πεφωτισμένοι ένστολοι, μέχρι την εξύμνηση των αρετών που κόμιζεν στη μεγάλη δεξιά παράταξη το δυναμικό που βρισκόταν στο ΛΑΟΣ.

Σε πολλούς, αυτή η εκτροπή συνεχίστηκε μέχρι του σημείου που δεν τους ενδιέφερε ούτε καν τύποις πια ο επαρκής διαχωρισμός τους από τηνακροδεξιά. Ειδικά από τη στιγμή που η παγκόσμια άνοδος του τραμπισμού φάνηκε να ταιριάζει καλύτερα με τον πυρετώδη αντικοινωνικό τους οίστρο, ένας κύκλος ακροκεντρώων με πρωταγωνιστές τους Μπογδάνο και Λατινοπούλου αποφάσισε να αξιοποιήσει αυτό το κενό στην ελληνική αγορά, ιδρύοντας την Πατριωτική Δύναμη Αλλαγής ή ΠΑΤΡΙ.Δ.Α., όπως ήταν το κωμικά βεβιασμένο ακρωνύμιο με το οποίο συστήθηκαν στο κοινό.

Δεν είναι ότι οι εν λόγω πρωταγωνιστές επιλέχθηκαν για το πολιτικό τους άστρο. Απλά τους έλαχε να είναι οι πρώτοι εξορισθέντες από τη… δεξιά πολυκατοικία κατά την πρώτη μεταμνημονιακή τετραετία διακυβέρνησής της.  Άλλοι οραματιστές μιας «σκληρής δεξιάς» εντός ΝΔ έριχναν ακόμα προειδοποιητικές βολές, υπενθυμίζοντας μια στο τόσο την ύπαρξή τους χωρίς να είναι πραγματικά πρόθυμοι να προβούν σε κάποια ουσιαστική ανταρσία. Έτσι, ο κλήρος έπεσε σε αυτούς τους δύο να επιχειρήσουν να ρίξουν εν είδει λιπάσματος τα νέα, εισαγόμενα alt-right υποπροϊόντα πάνω στην προϋπάρχουσα ακροδεξιά κλίση του ακραίου κέντρου.

Βέβαια, η συνεργασία τους δεν μακροημέρευσε. Λίγους μόλις μήνες μετά την ίδρυση του κόμματός τους, ο Μπογδάνος αποφάσισε ότι απέναντι στη νεοφυή instagrammable ακροδεξιά που εκπροσωπούσε η αντιπρόεδρός του, είναι προτιμότερος ο παραδοσιακότερος εθνικισμός του Προδρόμου Εμφιετζόγλου, ποντάροντας πιθανώς ότι η υπολογίσιμη προσωπική περιουσία του «τελευταίου ευπατρίδη» θα μπορούσε να καταστήσει λιγότερο αποπνικτική την ατμόσφαιρα μαυσωλείου που αποπνέουν οι ιδέες και ο πολιτικός του χώρος.

Αυτό φυσικά, δεν του πήγε και τόσο καλά. Σήμερα η πάλαι ποτέ διεγραμμένη Λατινοπούλου είναι ευρωβουλεύτρια και η «Φωνή Λογικής» της εμφανίζεται κοντά στο 8% στις δημοσκοπήσεις. Ο Μπογδάνος είναι YouTuber.

Η αναδρομή στην κοινή και αποκλίνουσα διαδρομή του Μπογδάνου και της Λατινοπούλου είναι ενδεικτική μιας πικρής αλήθειας: ο βασικότερος παράγοντας που μας έχει προστατεύσει τα τελευταία χρόνια από το να εμφανιστεί ένα ακροδεξιό κόμμα με αξιώσεις μαζικότητας είναι ότι οι εκπρόσωποί της είναι τόσο ανυπόφοροι, που δεν μπορούν ούτε προσχηματικά να αντέξουν ο ένας τον άλλον.

Κατά τ’ άλλα, το έδαφος είναι εξαιρετικά εύφορο για την άνοδό μιας τέτοιας παράταξης. Οι σχηματισμοί και τα ποσοστά της πληθαίνουν και αυγατίζουν, οι ιδέες της μολύνουν παρατάξεις έξω από τα στενά όριά της, τα κοινωνικά δίκτυα έχουν γίνει εκκολαπτήριά της και η ρητορική που επωάζουν είναι πια τόσο διαβρωτική που μοιάζει αδύνατον να καμφθεί η διασπορά της. Η δεξιοποίηση του κέντρου έχει μετατοπίσει όλο το πολιτικό σύστημα και το μόνο υπολογίσιμο κενό προς κάλυψη βρίσκεται στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας. Τα περιθώρια για ποικιλία στην οικονομική πολιτική είναι μηδαμινά στο εσωτερικό της χώρας, ενώ παράλληλα στο φόντο, διαμορφώνεται μια παγκόσμια συνθήκη όπου και στις δύο πλευρές των μεγάλων αντιμαχόμενων μπλοκ, συστέλλεται όλο και περισσότερο ο πολιτικός και κοινωνικός χώρος που παραχωρείται σε δικαιώματα και κατακτήσεις.

Είναι όμως δυνατόν τα πρόσωπα που διεκδικούν να υψώσουν το δόρυ και να ηγηθούν των μαζών στον πόλεμο κατά του woke μπαμπούλα να είναι αυτά που γνωρίζουμε; Κωμικά γραφικοί και απρόθυμοι να παραδώσουν έστω και ένα χιλιοστό από την προσωπική τους φιλοδοξία για χάρη της τακτικής, τους βλέπουμε εδώ και χρόνια να φουσκώνουν και να ξεφουσκώνουν δημοσκοπικά, αφήνοντας πίσω μόνο ισχνά υπολείμματα για το επόμενο παρατράγουδο που θα διεκδικήσει τα ηνία του αγώνα, γκαρίζοντας στα τηλεπαράθυρα με το ελληνικό λάβαρο στο φόντο ενάντια στη μειονότητα που απασχολεί την ατζέντα της ημέρας.

Φυσικά, απηχούν αυτό που είναι διαχρονικά η ακροδεξιά: τα υπολείμματα του βαθέος κράτους της μετεμφυλιακής και δικτατορικής Ελλάδας που ανταγωνίζονται εντός των σωμάτων ασφαλείας, του στρατού, της δικαιοσύνης και των οικονομικών συμφερόντων. Κανονικοποιημένες μαφίες που κακομάθανε από την προνομιακή μεταχείριση που τους επιφύλασσαν οι εκάστοτε τοποτηρητές της χώρας και τώρα, όσο και αν βάλλουν κατά ολόκληρων κοινωνικών ομάδων, στην ουσία είναι καταδικασμένοι να δρουν πρωτίστως ενάντια στους ομοτράπεζους ανταγωνιστές τους.

Τίποτα δεν οριοθετεί τους υποψήφιους ηγέτες του χώρου, όσο αυτή η εγγενής αντίφασή τους: ο εθνικισμός τους, όσο κι αν βρυχήθηκε, ήταν πάντα ένας εθνικισμός της υποτέλειας, όπως έχει εύστοχα παρατηρηθεί. Και στη νέα τεταμένη παγκόσμια κατάσταση που διαμορφώνεται, ο πιο δυσεπίλυτος γρίφος που θα είχε να επιλύσει κάθε τωρινή ή μελλοντική περσόνα που θα ήθελε να γίνει Τραμπ του Ψυχικού ή Μελόνι του Πανοράματος, θα είναι ο συμβιβασμός της αμερικανοδουλείας και της ρωσοδουλείας που επικρατούν στις δεξαμενές στις οποίες ψαρεύουν με δόλωμα τα αντιμεταναστευτικά παραμύθια και τις αντι-ΛΟΑΤΚΙ κραυγές. Γρίφος που δεν είναι απαραίτητα αδύνατον να επιλυθεί, αλλά η συνταγή σίγουρα λείπει ακόμα.