Ντροπή είναι τάχα και πάνε να τη συγκαλύψουν; Μόλις οι εφημερίδες δημοσίευσαν την πληροφορία ότι στις προθέσεις της Κυβερνήσεως (σ.σ. Κωνσταντίνου Καραμανλή) είναι να εφαρμόση «πολιτική λήθης», ήρθαν οι μασημένες δηλώσεις των επίσημων να μετριάσουν την εντύπωση. Σα να πρόκειται για πράξη κακή. Αν υπάρχη μια επιφύλαξη, αυτή αφορά το χαρακτηρισμό της πολιτικής. Για λήθη μιλούν. Δεν είναι αυτή που χρειάζεται. Η δικαιοσύνη και η ανθρωπιά αποτελούν ανάγκη. Αλλοίμονο αν λησμονήσουμε την ιστορία μας. Χωρίς μνήμη η ανθρωπότητα θα γύριζε στη νηπιακή της ηλικία. Η μνήμη όμως δεν είναι για να διαιωνίζωνται τα πάθη ανάμεσα σε άτομα και σε λαούς, είναι για ν’ αντλούμε από το παρελθόν συμπεράσματα και να πλουτίζουμε την πείρα. Λάθος, όταν ρίχνουμε στη λήθη τα περασμένα. Κάτι περισσότερο όμως από λάθος, αν η μνήμη μάς φράζει το δρόμο που επιβάλλεται από τα πράγματα ν’ ακολουθήσουμε. Δεν θα λησμονήσουμε την παλιά και νωπή ιστορία με τους γείτονές μας. Ούτε όμως το παρελθόν να γίνη η ακένωτη πηγή μίσους.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 31.3.1956, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 31.3.1956, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Ατυχέστατη έκφραση, όταν μας μιλούν για πολιτική λήθης απέναντι των κομμουνιστών. Φράση χωρίς ουσία. Κανείς δεν μπορεί να μας επιβάλη να ξεχάσουμε. Αλλά και κανείς δεν έχει το δικαίωμα, με τη σκέψη στο παρελθόν, να διαιωνίζη την εφαρμογή μέτρων ανελεύθερων και απάνθρωπων. Αν σημειώνουμε με δισταγμό κι’ αυτό το αν ακόμα η ανάγκη μιας στιγμής επέβαλε την εκτροπή από το πνεύμα της Δημοκρατίας και από τον ανθρωπισμό, συνέχιση της γραμμής αυτής δημιουργεί ευθύνες στους κυβερνήτες που έχουν την πρωτοβουλία και κατεβάζει τη στάθμη του συνόλου που δεν αντιδρά. Καταδίκες χωρίς δίκες, καταδίκες για λόγους σκοπιμότητος, εκτοπισμοί, αφαίρεση από τον άλλον και του ψωμιού των παιδιών του ακόμα, αποτελούν εκδηλώσεις που δεν συγχωρούνται σε συγχρονισμένες κοινωνίες. Και το αποτέλεσμα: να φανατίζουμε ακόμα περισσότερο εκείνους που πολεμούμε.


Υπάρχει, βέβαια, το ελαφρυντικό: η σύγχυση που προκάλεσαν τα Δεκεμβριανά και ο συμμοριτοπόλεμος. Ως πότε όμως; Αφέλεια η λήθη· αλλά και έγκλημα η μνήμη, όταν μας κάνει, δέκα χρόνια ύστερ’ από τα γεγονότα, να επιμένουμε στην εφαρμογή σαφώς εξοντωτικών και εκβιαστικών μέτρων. Υπάρχουν ένοχοι; Υπάρχουν και δικαστήρια για να τιμωρούν. Υπάρχουν επικίνδυνοι; Υπάρχουν και τα όργανα της Ασφαλείας για να παρακολουθούν τις κινήσεις τους. Όχι όμως, επειδή σου μπήκε ότι είμαι ύποπτος, να με φορτώνης σ’ ένα καράβι και να με στέλνης στους Αγίους του Αιγαίου. Οι Άγιοι Ευστράτιοι, όπου αδίκαστοι ρίχνονται όσοι δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη στις Αρχές, είναι συστήματα τα οποία, αν δεν είχε αμβλυνθή η ομαδική ευθιξία, θα προκαλούσαν την εξέγερση όλων μας. Όπως επίσης δεν μας τιμά σα σύνολο, όταν ανεχόμαστε το σύστημα των δηλώσεων μετανοίας. Παραβίαση της συνειδήσεως. Μέτρο χυδαίο, ταπεινό και πρόστυχο. Και το άλλο εκείνο, το πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων. Ή φέρνεις πιστοποιητικό ότι είσαι δικός μας, ή δεν υπάρχει ψωμί για σένα και για τα παιδιά σου.


Θυμούμαι φαιδρή παραλλαγή παλιούς καιρούς. Ο πρώτος ευρωπαϊκός πόλεμος. Διχασμένη σε βασιλικούς και σε βενιζελικούς η Ελλάδα. Κλειστοί οι δρόμοι με το εξωτερικό. Υπήρχαν δε στην Αθήνα φοιτητές από την Πόλη, τη Σμύρνη, την Κύπρο, τη Δωδεκάνησο, την Αίγυπτο. Δραματικό το πρόβλημα του οικονομικού ανεφοδιασμού από τα σπίτια τους. Το Πανεπιστήμιο, για να τους βοηθήση, οργάνωσε το συσσίτιό του. Μέτρο σωτήριο. Μόνο που οι νεαροί απόδημοι, πριν καθήσουν στο τραπέζι, ήταν υποχρεωμένοι να τραγουδούν του «Αετού το Γυιο», ύμνο αφιερωμένο στο Βασιλέα. Και βλέπατε τα παιδιά βενιζελικά όλα, για ένα πιάτο πατάτες, ν’ ανοιγοκλείουν τα χείλη. Τόσο άθυμα, που μερικές φορές δεν έβγαιναν οι ήχοι και ο πρύτανις έβανε το χέρι στ’ αυτί, αποδίδοντας σε βαρηκοΐα του τούς χαμηλούς τόνους.


Ειδυλλιακά όλα αυτά εμπρός στις πιέσεις της τελευταίας δεκαετίας. Το δε αποτέλεσμα: ψυχική και αριθμητική τόνωση εκείνων εναντίον των οποίων στρέφονται τα μέτρα. Αν τώρα εσήμανε η ώρα του τέλους, η ωφέλεια δεν θα είναι μόνο για τον κόσμο που βρίσκεται σε ιδεολογική αντίθεση με την πλειονότητα. Ωφελημένος θάβγαινε ο τόπος, που χωρίς να λησμονή τα περασμένα του, με τα μάτια τέσσερα στην ασφάλεια και στην άμυνά του, θα απέβαλλε από τις έξεις του μεθόδους απαράδεκτες, που όχι μόνο σε τίποτα δεν τον βοηθούν, αλλά και δημιουργούν δύσκολες καταστάσεις.

*Κείμενο του Παύλου Παλαιολόγου, που έφερε τον τίτλο «Μνήμη αλλά και ανθρωπιά» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» το Σάββατο 31 Μαρτίου 1956.


Στο ζύγι του νουνεχούς και αφανάτιστου Παλαιολόγου, η Ελλάδα των πρώτων μετεμφυλιακών χρόνων, γέννημα των διαβόητων Δεκεμβριανών (τις μέρες αυτές συμπληρώνονται 80 χρόνια από το αιματοκύλισμα της Αθήνας το Δεκέμβρη του ’44) και του εθνοκτόνου Εμφυλίου που ήταν μοιραίο να ακολουθήσει.