Η αποτυχία της πολιτικής ορθότητας
Η «Πολιτική ορθότητα» απέτυχε. Το γιατί απέτυχε, είναι μια μεγάλη συζήτηση
- Επενδύσεις: Tρικλοποδιά στην ανάπτυξη η μονοκαλλιέργεια του real estate
- Ο Αλέξης Κούγιας απαντά στα σχόλια για την εικόνα του: «Είναι γνωστό το πρόβλημα υγείας μου»
- Ο σύγχρονος πόλεμος των υποθαλάσσιων καλωδίων και οι κίνδυνοι δολιοφθοράς στη Μεσόγειο
- «Πληρωμένη απάντηση» της πρόεδρου του Μεξικού στον Τραμπ: «Γιατί όχι Αμέρικα Μεξικάνα»
Υπήρξε κάποια στιγμή που προσπαθήσαμε να αλλάξουμε το δημόσιο λόγο. Να γίνει περισσότερο συμπεριληπτικός, λιγότερο προσβλητικός. Ήταν μια ταραγμένη περίοδος, ειδικά μετά από πολλαπλές καταγγελίες για σεξουαλική βία και βιασμούς μέσα σε φανταχτερούς χώρους: το θέατρο, το Χόλιγουντ, τον αθλητισμό. «Έπρεπε» να εκφραστεί η δυσαρέσκεια, ή μάλλον, η απαξίωση των γεγονότων με τρόπο που να δικαιώνει τα θύματα.
Αυτό το εγχείρημα, με όλες τους τις καλές προθέσεις, ονομάστηκε «πολιτική ορθότητα». Και απέτυχε. Το βλέπουμε με τους πανηγυρισμούς των οπαδών του Τραμπ εναντίον της «woke ατζέντας», το βλέπουμε στο δημόσιο λόγο, το βλέπουμε σε ανεξέλεγκτα πάνελ εκπομπών και, πάνω από όλα, το βλέπουμε στα κοινωνικά δίκτυα. Ειδικά πίσω από την ασφάλεια της ανωνυμίας.
Η «Πολιτική ορθότητα» απέτυχε. Το γιατί απέτυχε, είναι μια μεγάλη συζήτηση.
Η αποδυνάμωση ενός κινήματος
Το κίνημα #metoo ήταν μια μεγάλη ευκαιρία για τις γυναίκες. Αρχικά για τις γυναίκες, δηλαδή. Ή, πιο συγκεκριμένα, κυρίως για τις λευκές, σχετικά ισχυρές γυναίκες. Ξέρουμε πώς λειτουργεί ο κόσμος των διακρίσεων. Αλλά ήταν ευκαιρία. Κι αν μία κατηγορία, μια κοινωνική ομάδα έχει ευκαιρίες, τότε θα αποκτήσει και μία ακόμη και μία ακόμη και μία ακόμη. Και πάει λέγοντας.
Μετατόπισε όντως την ατζέντα της δημόσιας έκφρασης. Προσπαθήσαμε να γίνουμε περισσότερο προσεκτικοί και προσεκτικές, όμως συνέβη κάτι που δεν αξιολογήθηκε ως εξέλιξη, αλλά απολύτως αναμενόμενα επηρέασε τις γενικές εξελίξεις: οι θύτες ήταν και επώνυμοι, ισχυροί άντρες. Μεταξύ τους ο ίδιος ο σημερινός πλανητάρχης, Ντόναλντ Τραμπ.
Οι ισχυροί άντρες έχουν και ισχυρούς φίλους. Κι ενώ σε απολύτως καμία περίπτωση δεν μπορούμε, ούτε και πρέπει να θεωρούμε πως οποιοσδήποτε άντρας είναι εν δυνάμει κακοποιητικό άτομο, τα προβλήματα που εγκύπτουν από την εμπλοκή ατόμων με εξουσία σε περιπτώσεις εγκλημάτων εις βάρος των γυναικών. Σχετίζονται βασικά με χρήματα και status.
Η απάντηση από πλευράς αυτών των αντρών, ήταν ότι τα θύματα ψεύδονται. Στην καλύτερη. Στη χειρότερη, πως «έχουν πάθη». Μετά από λίγο, το κακό ήταν κάπως… μικρό. Βιασμός δε σημαίνει και δολοφονία, εξάλλου.
Μέχρι που πράγματι φτάσαμε στην αύξηση των γυναικοκτονιών. Κι εκεί οι προθέσεις έγινα ακόμη πιο σαφείς.
Ακόμη πιο συντηρητικά
Τα τελευταία μόλις τέσσερα χρόνια, συνέβησαν διεθνώς και ταυτόχρονα πάρα πολλά πράγματα.
Στην άλλη όχθη του Ατλαντικού η δολοφονία του Τζωρτζ Φλόυντ τον Μάιο του 2020 «φωνάζει» ότι ο ρατσισμός στις ΗΠΑ βασίζεται σε πολύ γερά κοινωνικά θεμέλια. Την ίδια στιγμή η Ευρώπη βρίσκεται σε καραντίνα και ο βασικός εχθρός είναι οι πρόσφυγες, που έρχονται στις χώρες μας και φέρνουν τον ιό του covid. Κι ενώ η επιστημονική κοινότητα καταρρίπτει το επιχείρημα, η ακροδεξιά ακμάζει.
Είναι σαφής και τρομακτική η συντηρητικοποίηση των κοινωνιών. Η πανδημία αποτέλεσε ένα εύφορο έδαφος για να ακμάσει το μίσος. Έτσι, στα κλειστά σπίτια η ενδοοικογενειακή βία στην Ελλάδα αυξάνεται μέσα σε μόλις δύο μήνες (Μάρτιος – Μάιος του 2020) κατά ένα αστρονομικό ποσοστό που, σύμφωνα με τις Αρχές, ξεπερνά τον υπερδιπλασιαμό των μέχρι τότε καταγγελιών.
Δε γίνεται μέσα σε δύο μήνες και από το πουθενά να αποφασίζει μαζικά μια κοινωνία να αυξήσει την ενδοοικογενειακή βία. Το έδαφος ήταν ήδη στρωμένο από την στιγμή που τα πρώτα θύματα του #metoo θεωρήθηκαν «φτηνές», «ψεύτρες», «υστερικές».
Μαζί με τον πάντα επιτυχημένο ως προς την όξυνση των βάρβαρων αντανακλαστικών ρατσισμό, τα συναισθήματα των ανθρώπων αγρίεψαν και ο φόβος της πανδημίας τα τροφοδότησε ακόμη πιο πολύ.
Η Ευρώπη γεμίζει φράχτες στα σύνορά της, η Αμερική κάνει διαλογές ασθενών με βάση την ηλικία ή το αν έχουν αναπηρίες ή όχι, η πανδημία γίνεται το τέλειο άλλοθι για την εξήγηση της βαρβαρότητας και πολύ λίγο αργότερα, περί το 2022, συμβαίνουν σχεδόν ταυτόχρονα δύο γεγονότα: ο ΠΟΥ κάνει λόγο για «επιδημία» έμφυλης βίας και οι ΗΠΑ αποφασίζουν την απαγόρευση των αμβλώσεων.
Οι υπερβολικές φεμινίστριες
Ένα από τα άσχημα που συνέβησαν με αφορμή το #metoo, ήταν μια ισοπέδωση της έννοιας του φεμινισμού. Στο φεμινιστικό κίνημα υπάρχουν πολλά ρεύματα: ο αστικός φεμινισμός, ο ριζοσπαστικός κλπ. Κυρίως αυτά τα δύο έχουν απολύτως διαφορετικές κατευθύνσεις.
Επί #metoo, όμως, αποϊδεολογικοποιήθηκε αρκετά η έννοια του φεμινισμού. Όχι η στόχευση, η έννοια. Ήταν εύκολο να δηλώσεις τι είσαι. Ήταν δύσκολο να κατανοήσεις, όμως. Αργότερα θα δούμε πώς με τεράστια ευκολία ορισμένες γυναίκες πρόκειται να δηλώσουν ότι δεν είναι φεμινίστριες, όταν πια οι καιροί -δηλαδή ο δημόσιος λόγος στα κοινωνικά δίκτυα (κυρίως) και η μετατόπιση της συζήτησης για τα δικαιώματα- άρχισαν να αντιδρούν αρνητικά απέναντι στις διεκδικήσεις των γυναικών.
Μέχρι τότε, όμως, προηγήθηκε η αποϊδεολογικοποίηση. Να είμαστε ασφαλείς ως γυναίκες είναι ένα κυρίαρχο αίτημα. Αλλά για να είμαστε ασφαλείς, χρειαζόμαστε καλύτερους μισθούς, αφού είμαστε σταθερά φτωχότερες παντού στον κόσμο από τους άντρες συναδέλφους. Χρειαζόμαστε μεγαλύτερη εκπροσώπηση στα Κοινά, αφού σταθερά λιγότερες γυναίκες εκλέγονται ή αναλαμβάνουν θέσεις κομβικής σημασίας σε μία κυβέρνηση. Χρειαζόμαστε Κράτος Πρόνοιας, ισχυρά εργασιακά δικαιώματα και, φυσικά, δομές που θα μπορέσουν τα υποδεχθούν τα θύματα βίας. Μαζί με τα παιδιά τους.
Τίποτε από αυτά δεν υπάρχει.
Αιχμαλωτίζοντας τη συζήτηση στο ζήτημα της επιβίωσης, το οποίο είναι φυσικά προτεραιότητα, δεν κυριάρχησαν τα υπόλοιπα αιτήματα, τα παραδοσιακά αιτήματα του φεμινιστικού κινήματος.
Το αποτέλεσμα ήταν γρήγορο και, δυστυχώς, με επιτυχία. Αυτήν την στιγμή η συζήτηση έχει ήδη μετατοπιστεί από το αρχικό σοκ των μαζικών καταγγελιών στο «μα ισότητα υπάρχει».
Ισότητα δεν υπάρχει. Το αποδεικνύουν διαρκώς όλες μα όλες οι δημοσιευμένες έρευνες.
«Γιατί να την πούμε γυναικοκτονία κι όχι ανθρωποκτονία; Δεν είστε άνθρωποι;».
Γιατί έχουμε μια νεκρή κάθε δύο εβδομάδες. Από το σύντροφό της.
«Είναι μεμονωμένα περιστατικά».
Δεν είναι. Είναι κοινωνικό γεγονός. Η αύξηση της έμφυλης βίας και των γυναικοκτονιών είναι κοινωνικό γεγονός. Σύμφωνα με τις Αρχές και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, πάντα.
Από γυναίκες που διεκδικούμε, είμαστε τώρα οι «υπερβολικές φεμινίστριες». Θα το επιβεβαιώσει κάθε κίνημα «Ενεργών Μπαμπάδων»…
Φταίει η “woke agenda”;
Ως «woke agenda» ειρωνικά αναφέρεται το ευρύτερο κίνημα για τα δικαιώματα. Γυναικών, αναπήρων, ΛΟΑΤΚΙ ατόμων, μεταναστών και προσφύγων, μειονοτήτων γενικώς. Ειρωνικά, βέβαια, αφού πλέον η τράπουλα είναι σημαδεμένη, τραβάει μόνο συγκεκριμένα φύλλα κι αυτά δε συμπαθούν τους «δικαιωματιστές».
Το πρόβλημα βρίσκεται πάλι στην αποϊδεολογικοποίηση. Υπήρχαν καιροί, μέχρι πριν μόλις μια δεκαετία, που οι άνθρωποι ακόμη κι αν δεν ήξερα να απαντήσουν εξαιρετικά ιδεολογικά, διεκδικούσαν μαζικά στους δρόμους.
Όμως το κίνημα #metoo ήταν ένα κίνημα κατά βάση διαδικτυακό. Και στα κοινωνικά δίκτυα μπορείς να είσαι οτιδήποτε και μάλιστα, να έχεις δίκιο.
Έτσι, «ξεφύτρωσαν» και ισχυρές και παρατραβηγμένες τοποθετήσεις, συχνά με προσωπικό χρώμα. Δηλαδή, αυτό που λες με προσβάλει προσωπικά. Το οποίο δεν αφορά κανέναν. Όμως.
Σε κάθε κινηματική περίοδο υπάρχουν ακραιφνείς στάσεις, οι οποίες απορρίπτονται από τα ίδια τα κινήματα, εφόσον υπάρχει μια ζύμωση, μια επικοινωνία μεταξύ των συμμετεχόντων. Σαν παράδειγμα αναφέρων ότι την δεκαετία του ’70 υπήρχε μια μικρή φεμινιστική ομάδα σε μεγάλο πανεπιστήμιο των ΗΠΑ, που ισχυριζόταν ότι το σεξ με άντρες ισοδυναμεί με βιασμό, όσο υπάρχει πατριαρχία. Φυσικά,. Η ομάδα αυτή δεν ευδοκίμησε κι ούτε ποτέ θα τη θυμόμαστε ως κομμάτι του φεμινιστικού κινήματος.
Το πρόβλημα με τα σημερινά κινήματα των κοινωνικών δικτύων, είναι η αποπολιτικοποίηση. Ιστορικά πολιτικοποίηση χωρίς συλλογικότητα δεν υπάρχει. Το αυτό συμβαίνει και τώρα.
Όσο η πολιτική ορθότητα προσπαθούσε να πετύχει κάτι, η έλλειψη πολιτικής συγκρότησης γινόταν το καλύτερο άλλοθι για την αποτυχία. Η πολιτική ορθότητα δεν πέτυχε γιατί οι άνθρωποι, στην πλειοψηφία τους, δεν πίστευαν αυτά που έλεγαν.
Δεν έγιναν αντισεξιστές.
Δεν σταμάτησαν να είναι ομοφοβικοί.
Ούτε να είναι ρατσιστές, ή μισογύνηδες.
Εφόσον δεν υπήρχε πολιτικό κίνημα να στηρίξει την πολιτική ορθότητα, αυτό το κάστρο από άμμο θα κατέρρεε. Δεν ήταν βασισμένο σε ισορροπίες, κάτι που μόνο ξ πολιτική συγκρότηση μπορεί να καταφέρει.
Ελλείψει πολιτικής συγκρότησης, λοιπόν, χάνουμε. Ακόμη και εκ των… προοδευτικών (sic) θα ακούσουμε ότι κυρίαρχος φεμινισμός είναι ο «δυτικός» (; ) φεμινισμός, που πιστεύει ότι οι γυναίκες έχουν κερδίσει τα πάντα (; ).
Κάτι που ούτε υπάρχει, ούτε και ισχύει. Όχι ακριβώς, αλλά εφόσον η πολιτικοποίηση είναι ισχνή, ισχνός είναι κι ο αντίλογος. Το πρόβλημα είναι ότι ακριβώς αυτές οι διαστρεβλώσεις γίνονται τεράστιο επιχείρημα εις βάρος των γυναικών. Και έπειτα των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων, έπειτα των αναπήρων, των μεταναστών και πάει λέγοντας.
Κανένας δε μένει αλώβητος στο τέλος. Η πολιτική ορθότητα απέτυχε, επειδή δεν πολιτικοποιήθηκαν οι εκφραστές της -είτε τους ενδιέφεραν τα δικαιώματα, είτε απλώς ακολουθούσαν ένα ρεύμα της εποχής.
Τώρα επιβιώνουμε -ή όχι και τόσο- σε μια εποχή γεμάτη τέρατα.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις