Μια και πλέον εβδομάδα από την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία -έπειτα από 14 χρόνια εμφυλίου και ξένων παρεμβάσεων- και τα ερωτήματα γίνονται περισσότερα και πιο περίπλοκα από τις απαντήσεις.

Μετά τους τίτλους τέλους στα 53 χρόνια της δυναστείας Άσαντ -ενόσω συνεχίζεται το ισραηλινό σφυροκόπημα στη Λωρίδα της Γάζας, αλλά και σποραδικά στον Λίβανο, εν μέσω κατάπαυσης του πυρός- οι γεωπολιτικές αναδιατάξεις φαντάζουν τεκτονικές.

Όχι μόνο στη «φλεγόμενη» Μέση Ανατολή, αλλά και πέραν αυτής, την ώρα που οι ίδιοι οι Σύροι δεν ξέρουν καν τι θα τους ξημερώσει.

Απαλλάχθηκαν από ένα αυταρχικό καθεστώς, όμως τα «ηνία» έχει τώρα πάρει ένα «σκοτεινό» γεωπολιτικό υβρίδιο: οι αυτοπροβαλλόμενοι ως «θεσμικοί» τζιχαντιστές της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS), ήτοι του πρώην Μετώπου Αλ Νούσρα.

Μέχρι το 2016 παρακλάδι της Αλ Κάιντα, τα μέλη της κατηγορούνται για εγκλήματα πολέμου -ένα κοινό σημείο με τον Μπασάρ αλ Άσαντ.

Ο ιδρυτής τους και νέος ισχυρός άνδρας της Δαμασκού -μέσω ενός «θολού» μείγματος ξένων πατρώνων και ντόπιων συμμάχων- είναι επικηρυγμένος εδώ και από επτά χρόνια με 10 εκατομμύρια δολάρια από τις ΗΠΑ.

Όμως αυτό δεν εμποδίζει σήμερα τον 42χρονο Αμπού Μοχάμεντ αλ Τζουλάνι, κατά κόσμον Αχμέντ Χουσεΐν αλ Σαράα, να παρουσιάζεται -με βήμα και το CNN- ως «αναγεννημένος» φονταμενταλιστής και να γίνεται συνομιλητής της Δύσης, την οποία ο ίδιος λέει ότι δεν θέλει πια να την πολεμήσει.

Τζιχαντιστικό… rebranding

Σε συνεργασία εδώ και χρόνια με την Άγκυρα -ως «εμίρης» του «τζιχαντιστάν» που είχε εγκαθιδρύσει στην βορειοδυτική συριακή επαρχία Ιντλίμπ- ο αλ Τζολάνι δεν αντιδρά στην κατοχή εδαφών της Συρίας από την νεοθωματικών «ορέξεων» Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν ή το επεκτατικό Ισραήλ υπό τον Μπενιαμίν Νετανιάχου.

Υπόσχεται σταθερή διακυβέρνηση, πολυσυλλεκτικότητα, σεβασμό των δικαιωμάτων των γυναικών και των θρησκευτικών μειονοτήτων, καλώντας μάλιστα τους απανταχού Σύρους πρόσφυγες να επιστρέψουν στην κατεστραμμένη πατρίδα τους για την ανοικοδόμησή της.

Κατά τα λοιπά, ουδείς μπορεί ακόμη να αποκλείσει ενδεχόμενο διαμελισμό της Συρίας ή ότι δεν θα εξελιχθεί σε ένα νέου τύπου χαλιφάτο στις ακτές της Μεσογείου.

Με φόντο ένα προφανώς οργιώδες, αλλά ακόμη αθέατο παρασκήνιο και παρά τις δημόσια εκπεφρασμένες επιφυλάξεις της Δύσης -που μετρά κέρδη καταρχάς από την γεωπολιτική αποδυνάμωση της Ρωσίας και του Ιράν, ενόσω τηρεί σιγήν ιχθύος για τα περί ουκρανικής «χείρας βοηθείας» στον αλ Τζολάνι- η «κανονικοποίηση» των «θεσμικών» τζιχαντιστών της Συρίας είναι πλέον στο «τραπέζι».

Έπειτα από χρόνια εξοντωτικών δυτικών κυρώσεων, οι διεθνείς συνομιλίες για στήριξη της μετα-Άσαντ Συρίας επιταχύνονται, με βασικό δίλημμα την άρση των περιορισμών και την παροχή οικονομικής βοήθειας.

Με «λαγό» τη Βρετανία, έχει ήδη αρχίσει η συζήτηση υπό ποιές προϋποθέσεις θα μπορούσε να αφαιρεθεί η HTS του αλ Τζολάνι από τις δυτικές λίστες τρομοκρατίας, με κατάργηση της επικήρυξης του ίδιου.

Στη δε Ευρώπη της πολυκρίσης -όπου παραπάνω από μια ντουζίνα χώρες (συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας) έβαλαν στον «πάγο» την εξέταση αιτήσεων ασύλου από Σύρους, εν μέσω φόβων για διώξεις της εκεί χριστιανικής κοινότητας- ακούγονται πια φωνές για εξπρές απελάσεις.

Αυτά, δε, την ώρα που η ίδια η Δύση -επικαλούμενη το κενό εξουσίας στη Συρία μετά την πτώση Άσαντ- εκφράζει φόβους για αναβίωση της τζιχαντιστικής απειλής μιας άλλης τρομοκρατικής οργάνωσης: του «Ισλαμικού Κράτους» (ISIS).

ISIS, ένας τρομοκρατικός… «Χαϊλάντερ»

Έχουν περάσει πέντε χρόνια από την ανακήρυξη της νίκης του διεθνούς υπό τις ΗΠΑ συνασπισμού κατά της τρομοκρατίας επί του ISIS και τη διάλυση του αυτοαποκαλούμενου «Χαλιφάτου».

Παρ’ όλα αυτά η τρομοκρατική οργάνωση συνεχίζει -μέσω «σκοτεινών» διαύλων στήριξης και χρηματοδότησης- να έχει θύλακες στη Συρία.

Βρίσκονται κυρίως στην αχανή έρημο Μπαντίγια, στα κεντρικά και ανατολικά της χώρας, ενώ παραμένει άγνωστο πόσοι είναι οι πυρήνες εν υπνώσει.

Χιλιάδες άλλα μέλη του «Ισλαμικού Κράτους» -μεταξύ αυτών πολλοί ξένοι τζιχαντιστές- βρίσκονται σε κέντρα κράτησης υπό τη εποπτεία των Κούρδων της Συρίας στη Ροζάβα.

Ήτοι στα κουρδικού ελέγχου (και πετρελαιοπαραγωγά) βόρεια και ανατολικά συριακά εδάφη, όπου τους συνδράμουν επιχειρησιακά περίπου 900 Αμερικανοί στρατιώτες.

Μετά την πτώση Άσαντ, ωστόσο, οι Κούρδοι της Συρίας -που η Άγκυρα χαρακτηρίζει τρομοκράτες- έχουν μπει ξανά στο στόχαστρο των τουρκικών δυνάμεων και των Σύρων συμμάχων τους, προς αποτροπή δημιουργίας κουρδικού κράτους.

Ως εκ τούτου προειδοποιούν ότι η μάχη ανάσχεσης του «Ισλαμικού Κράτους» κινδυνεύει να καταρρεύσει, εκφράζοντας δημόσια πλέον φόβους για «άδειασμα» από την επικείμενη δεύτερη προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ.

Εν μέσω δε μετάβασης της εξουσίας, η Ουάσιγκτον βομβαρδίζει ξανά -πλην όψιμα- τις εναπομείνασες θέσεις του ISIS (συνδυαστικά μάλιστα με το μπαράζ των ισραηλινών βομβαρδισμών κατά του οπλοστασίου της Συρίας και τις δημόσιες τοποθετήσεις του Ισραηλινού ΥΠΕΞ υπέρ της προστασίας των Κούρδων).

Ενώ μετρά πια ημέρες στον Λευκό Οίκο, η απερχόμενη κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν «παζαρεύει» με την Τουρκία την επόμενη ημέρα.

Στην άρτι ολοκληρωθείσα τελευταία επίσκεψή του στη γείτονα, ο Αμερικανός απερχόμενος ΥΠΕΞ, Άντονι Μπλίνκεν, δήλωσε ότι βρήκε κοινό έδαφος για την καταπολέμηση του ISIS στη Συρία.

Φαντάζει το λιγότερο οξύμωρο, συνυπολογιζόμενου πλήθους καταγγελιών στο πρόσφατο παρελθόν για συνεργασία της Τουρκίας με τζιχαντιστές και για τον ρόλο της MİT (τουρκικών μυστικών υπηρεσιών) από την εποχή που επικεφαλής τους ήταν ο Χακάν Φιντάν, νυν επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας.