Σημαντικά αυξήθηκαν οι φωτιές – κατά 42% – σε σύγκριση με τον μέσο όρο της περιόδου 2006-2023 όπως καταγράφηκε τη φετινή αντιπυρική περίοδο, σύμφωνα με έκθεση της πυρομετεωρολογικής ομάδας FLAME της Μονάδας Μeteo του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και του WWF Ελλάς για την ανασκόπηση της αντιπυρικής περιόδου του 2024.

Επαναλαμβανόμενες πυρκαγιές σε σύντομο χρονικό διάστημα εξαντλούν τη δυνατότητα φυσικής αναγέννησης οδηγώντας σε ερημοποίηση

Το 2024, σύμφωνα με τη μελέτη, χαρακτηρίστηκε από σημαντική αύξηση του αριθμού των πυρκαγιών. Με βάση τα δεδομένα του European Forest Fire Information System (EFFIS), oι καμένες εκτάσεις εκτιμώνται σε περισσότερα από 419.000 στρέμματα ενώ εάν συνυπολογιστούν μικρά περιστατικά με φωτιές που δεν περιλαμβάνονται στο σύνολο δεδομένων του EFFIS προσεγγίζουν τα 450.000 στρέμματα.

Συνεπώς, όπως αναφέρεται στην έκθεση, οι καμένες εκτάσεις της φετινής αντιπυρικής περιόδου φαίνεται να βρίσκονται λίγο πιο κάτω από τον εθνικό μέσο όρο των 504.927 στρεμμάτων (2004 – 2023).

Συγκριτικά ωστόσο με την περίοδο 2006 – 2023 (18 έτη), η αντιπυρική περίοδος του 2024 κατατάσσεται ως η έκτη χειρότερη σε ό,τι αφορά τις καμένες εκτάσεις και τον αριθμό των πυρκαγιών. Ωστόσο, οι καμένες εκτάσεις της αντιπυρικής περιόδου του 2024 εμφανίζονται μειωμένες κατά περίπου 20% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μέσο όρο της περιόδου 2006 – 2023 την ώρα που ο αριθμός των πυρκαγιών της αντιπυρικής περιόδου του 2024 εμφανίζεται αυξημένος κατά περίπου 42% σε σύγκριση με τον μέσο όρο της περιόδου 2006 – 2023.

Από τις καμένες εκτάσεις, σύμφωνα με την έκθεση, περισσότερα από 255.000 στρέμματα αφορούν σε δασική έκταση, ενώ συνολικά επηρεάστηκαν περισσότερα από 90.000 στρέμματα σε 11 προστατευόμενες περιοχές (εκ των οποίων 8 περιοχές Natura). Ακόμη, πέρα από τις επιπτώσεις σε σημαντικές προστατευόμενες περιοχές, κατά την αντιπυρική περίοδο του 2024 κάηκαν ξανά – σε διάστημα μικρότερο των 20 ετών – πάνω από 113.000.

Φωτιές: Πολλαπλά καμένες εκτάσεις

Όπως επισημαίνεται στη μελέτη, το στοιχείο αυτό είναι πολύ κρίσιμο καθώς μειώνει σημαντικά τη δυνατότητα της φυσικής αναγέννησης πολλών εκ των οικοσυστημάτων αυτών που κάηκαν πολλαπλώς.

Η πλειονότητα των πολλαπλά καμένων εκτάσεων εντοπίζεται κυρίως στην πυρκαγιά της Βορειοανατολικής Αττικής, όπου σχεδόν ολόκληρη η έκταση έχει καεί ξανά σε αλλεπάλληλες πυρκαγιές από το 2004 μέχρι και σήμερα.

Όπως αναφέρεται στην έκθεση, πρέπει να τονιστεί «ότι οι πυρκαγιές που καίνε δασικά οικοσυστήματα σε μετάβαση και διαδοχή (συνήθως με χαμηλή βλάστηση αναγέννησης και/ή πρόδρομων ειδών) έχουν πολύ μεγαλύτερη οικολογική επίπτωση από αυτές που καίνε ώριμα δάση με ανεπτυγμένους μηχανισμούς φυσικής αναγέννησης.

Σε αυτές τις εκτάσεις, επαναλαμβανόμενες πυρκαγιές σε σύντομο χρονικό διάστημα εξαντλούν τη δυνατότητα φυσικής αναγέννησης οδηγώντας σε ερημοποίηση. Γι’ αυτόν τον λόγο, είναι λάθος να λογίζονται ως «δάση» μόνο οι περιοχές που έχουν ψηλά ώριμα δέντρα».

Σχετικά με τις πυρκαγιές που εκδηλώθηκαν κατά τη φετινή αντιπυρική περίοδο, 14 εξ αυτών ευθύνονται για το 72% των συνολικών καμένων εκτάσεων του 2024. Αυτό, όπως αναφέρουν οι συγγραφείς της έκθεσης, καταδεικνύει τη δυσκολία που έχει η πολιτεία στη διαχείριση μεγάλων περιστατικών, ειδικά κάτω από συνθήκες που διευκολύνουν την έναρξη και ευνοούν την εξάπλωση των πυρκαγιών (π.χ. έλλειψη βροχοπτώσεων και χιονοπτώσεων που ευθύνονται για την έντονη ξηρασία).

Οι περιοχές και ο παράγοντας της ξηρασίας

Οι περισσότερες καμένες εκτάσεις καταγράφηκαν στην Περιφέρεια Αττικής (117.610 στρ.), ενώ η φετινή αντιπυρική περίοδος αποτέλεσε για την Πελοπόννησο τη δεύτερη χειρότερη από πλευράς καμένων εκτάσεων (94.010 στρ.) από το 2006 έως και σήμερα.

Ωστόσο, αυτό που σημειώνεται είναι ότι καταγράφηκε συχνή και έντονη δραστηριότητα πυρκαγιών σε ορεινούς όγκους της Β. Ελλάδας που έπληξαν αρκετά οικοσυστήματα που δεν είναι προσαρμοσμένα στην πυρκαγιά. Ειδικότερα, σύμφωνα με τη μελέτη, σε επίπεδο περιφερειών της Ελλάδας, η αντιπυρική περίοδος του 2024 χαρακτηρίστηκε από ρεκόρ καμένων εκτάσεων στην Κεντρική Μακεδονία (35.580 στρ.).

Οι τρεις μεγαλύτερες πυρκαγιές, σύμφωνα με την έκθεση, ήταν η πυρκαγιά στη Βορειοανατολική Αττική (Βαρνάβα – Πεντέλη) τον φετινό Αύγουστο, η πυρκαγιά στο όρος Όρβηλο του νομού Σερρών – Ιούλιος/Αύγουστος 2024 καθώς και η πυρκαγιά των Ροζενών (Ξυλόκαστρο) που εκδηλώθηκε στο τέλος Σεπτεμβρίου.

Αναφορικά με τις πυρομετεωρολογικές συνθήκες, όπως σημειώνει η έκθεση, για το 2024, η έλλειψη βροχοπτώσεων και χιονοπτώσεων μεταξύ Σεπτεμβρίου 2023 και Μαΐου 2024 οδήγησε σε συνθήκες έντονης ξηρασίας, ενώ σε αρκετές περιοχές της χώρας μας καταγράφηκαν οι δυσμενέστερες πυρομετεωρολογικές συνθήκες των τελευταίων 34 ετών.

Ειδικότερα, πριν την αντιπυρική περίοδο, πολύ σημαντικά υδατικά ελλείμματα κατέγραψε το σύνολο σχεδόν της ελληνικής επικράτειας κατά το διάστημα Σεπτεμβρίου 2023 – Μαΐου 2024, με εξαίρεση τις περιοχές της Θεσσαλίας (λόγω των κακοκαιριών Daniel και Elias) και της Δ. Μακεδονίας.

Μάλιστα, σύμφωνα με τη μελέτη, τα μεγαλύτερα υδατικά ελλείμματα (έως και περισσότερα από 200 mm λιγότερης βροχής σε σύγκριση με τον μέσο όρο της περιόδου 1991 – 2020) στο ξεκίνημα της αντιπυρικής περιόδου του 2024 καταγράφηκαν σε Πελοπόννησο, τμήματα της Μακεδονίας, Ιόνιο, Κρήτη, Δωδεκάνησα και νησιά Βορείου Αιγαίου (Λέσβος, Χίος, Σάμος, Ικαρία).

Περιορισμένη χιονοκάλυψη

Παράλληλα, περιορισμένη, σύμφωνα με στοιχεία, ήταν η χιονοκάλυψη στην Ελλάδα κατά την περίοδο του Σεπτεμβρίου 2023 – Μαΐου 2024. Από τις αρχές Φεβρουαρίου ήταν μικρότερη του 5% ενώ έκτοτε διατηρήθηκε κοντά στα ιστορικά ελάχιστα επίπεδα (<2-3%).

Σημαντικό στοιχείο επίσης αποτελεί και η ουσιαστική απουσία βροχοπτώσεων και χιονοπτώσεων στη χώρα μας κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου και του χειμώνα του 2023/24, η οποία, όπως τονίζει η μελέτη, οδήγησε σε έντονες συνθήκες ξηρασίας τα δασικά καύσιμα και αύξησε σημαντικά το δυναμικό εκδήλωσης πυρκαγιών, ήδη από το ξεκίνημα (Μάιος) της αντιπυρικής περιόδου του 2024.

Αυτό που αξίζει να επισημανθεί, όπως αναφέρει η έκθεση, είναι ότι οι μεγαλύτερες πυρκαγιές του 2024 εκδηλώθηκαν σε περιοχές που ήδη από τον Μάιο του 2024 κατέγραφαν τα υψηλότερα δυναμικά εκδήλωσης πυρκαγιών λόγω της ξηρασίας.

Σε ό,τι αφορά τις περιβαλλοντικές συνθήκες κατά τη φετινή αντιπυρική περίοδο, όπως σημειώνει η έκθεση, η αντιπυρική περίοδος του 2024 ήταν η θερμότερη των τελευταίων 34 ετών, ενώ σημαντικά μειωμένες ήταν επίσης οι βροχοπτώσεις. Παράλληλα σε πολλές περιοχές της χώρας καταγράφηκαν το 2024 οι μεγαλύτερες τιμές ελλείμματος τάσης υδρατμών από το 1991 και έπειτα.

Το γεγονός αυτό, σύμφωνα με την έρευνα, υποδεικνύει την πολύ χαμηλή περιεχόμενη υγρασία των δασικών καυσίμων και επομένως την πολύ μεγάλη ευκολία ανάφλεξης τους.

Επιπλέον, όπως τονίζεται, κατά τη διάρκεια της αντιπυρικής περιόδου του 2024, καταγράφηκαν μεσοσταθμικά περισσότερες από 15 ημέρες με ακραίες πυρομετεωρολογικές συνθήκες στο σύνολο της χώρας. Στη Δ. Ελλάδα, στην Αν. Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα, στην Αν. Μακεδονία και Θράκη και στα νησιά του Β. Αιγαίου (Λέσβος, Χίος, Σάμος) καταγράφηκαν έως και 30 ακραίες πυρομετεωρολογικά ημέρες, 20 με 30 περισσότερες σε σύγκριση με τον μέσο όρο της περιόδου 1991 – 2020.

Το στοιχείο αυτό, όπως σχολιάζουν οι ερευνητές, είναι εξαιρετικά ανησυχητικό για τα οικοσυστήματα της Β. Ελλάδας, αποτελώντας ένδειξη ότι σταδιακά καλούνται να αντιμετωπίσουν πυρομετεωρολογικές συνθήκες που ευνοούν την εκδήλωση και εξάπλωση της πυρκαγιάς.

Τέλος, οι κοινωνικές, περιβαλλοντικές και οικολογικές επιπτώσεις των φετινών δασικών πυρκαγιών στην Ελλάδα ήταν ιδιαίτερα σημαντικές με απώλεια επτά ανθρώπινων ζωών, έκλυση ιδιαίτερα υψηλών ποσοτήτων διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, μεγαλύτερες του αντίστοιχου μέσου όρου της περιόδου 2003 – 2023, σημαντικές υλικές ζημιές, και επιπτώσεις σε 11 προστατευόμενες περιοχές.

Προτάσεις

Όπως υπογραμμίζεται στην έκθεση, η αντιπυρική περίοδος του 2024 αναδεικνύει για πολλοστή φορά την ανάγκη για ενισχυμένη συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων, την ενίσχυση της λογοδοσίας και τη συνεχή εξέλιξη του συστήματος διαχείρισης πυρκαγιών της χώρας, μέσα από τις ακόλουθες ενέργειες, οι οποίες και αποτελούν τις βασικές προτάσεις στις οποίες καταλήγει η φετινή ανασκόπηση. Ειδικότερα:

• Επιτακτική ανάγκη για μια στρατηγική μείωσης ενάρξεων πυρκαγιών. Η αυστηροποίηση των ποινών είναι χρήσιμη, αλλά δεν αρκεί από μόνη της για την επίλυση του προβλήματος.

• Βελτίωση του συστήματος διερεύνησης και καταγραφής των αιτίων δεδομένου ότι η γνώση των αιτίων των πυρκαγιών συμβάλλει στην υλοποίηση στοχευμένων ενεργειών και αποτελεί προϋπόθεση για ένα νομοθετικό και θεσμικό πλαίσιο που θα εστιάζει περισσότερο στην πρόληψη. Ειδικότερα, σύμφωνα με την έκθεση, για την περίοδο 2000 – 2023, η ανάλυση από τα δεδομένα που παρείχε η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού του Πυροσβεστικού Σώματος στο WWF Ελλάς κατέδειξε ότι πανελλαδικά, μόλις το 16,8% των πυρκαγιών έχουν ερευνηθεί και εξ αυτών μόλις το 12,1% έχει εξακριβωμένη αιτία έναρξης. Από το σύνολο των πυρκαγιών που έχουν ερευνηθεί, το 25% χαρακτηρίζεται από άγνωστη αιτία έναρξης και το 91% αποδίδεται σε ανθρωπογενή δραστηριότητα.

• Διαρκής επιστημονική υποστήριξη στο πεδίο προκείμενου να γίνεται επεξεργασία όλων των δεδομένων συμπεριφοράς της πυρκαγιάς σε πραγματικό χρόνο και έτσι να υποστηρίζονται οι επιχειρησιακές αποφάσεις.

• Ενίσχυση της ετοιμότητας του δασοπυροσβεστικού μηχανισμού, μέσα από την υιοθέτηση καλών πρακτικών, όπως η επιτήρηση των πυρομετεωρολογικών συνθηκών και της κατάστασης της βλάστησης στο πεδίο.

• Ιεράρχηση ευάλωτων δασικών οικοσυστημάτων, λαμβάνοντας υπόψη χαρακτηριστικά, όπως είδη χωρίς μηχανισμούς φυσικής αναγέννησης ή περιοχές σε φυσική διαδοχή που κινδυνεύουν με ερημοποίηση.

• Θέσπιση διαδικασιών για συστηματική ανάλυση κόστους-οφέλους μετά από κάθε αντιπυρική περίοδο, ώστε να αξιολογείται με διαφάνεια η αποτελεσματικότητα όλων των δράσεων πρόληψης, καταστολής και αποκατάστασης και να προσδιορίζονται καλύτερες πολιτικές.

Η θέσπιση επίσημης δημόσιας διαδικασίας εξαγωγής διδαγμάτων έπειτα από κάθε αντιπυρική περίοδο, ως απαραίτητο βήμα για τη βελτίωση της διαχείρισης των πυρκαγιών στην Ελλάδα. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να είναι διαφανής και να συμμετέχουν σε αυτή όλοι οι φορείς που εμπλέκονται στον κύκλο της διαχείρισης των πυρκαγιών.

Σημειώνεται ότι η ανασκόπηση της αντιπυρικής περιόδου 2024 είναι το πρώτο αποτέλεσμα της συνεργασίας μεταξύ της Πυρομετεωρολογικής Ομάδας FLAME της Μονάδας Μeteo του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και του WWF Ελλάς για τη συνολική επιστημονική αξιολόγηση της φετινής αντιπυρικής περιόδου.

Η εν λόγω μελέτη εγκαινιάζει μία νέα συνεργασία ανάμεσα στις δύο ομάδες με σκοπό την επιστημονικά τεκμηριωμένη ανάλυση των δασικών πυρκαγιών στη χώρα μας. Η ανασκόπηση στοχεύει στην ενίσχυση της λογοδοσίας και την εδραίωση συστημικών διαδικασιών, μέσω των οποίων θα αποκομίζονται τα απαραίτητα διδάγματα μετά από κάθε αντιπυρική περίοδο στην Ελλάδα.

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ